Τελέστηκε το ενδέκατο ετήσιο μνημόσυνο του αειμνήστου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κυρού Χρυσοστόμου Α΄ (Κυριακή, 16 Δεκεμβρίου 2018)

Τελέστηκε το ενδέκατο ετήσιο μνημόσυνο του αειμνήστου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κυρού Χρυσοστόμου Α΄ (Κυριακή, 16 Δεκεμβρίου 2018)

Τελέστηκε την Κυριακή, 16 Δεκεμβρίου 2018, το ενδέκατο ετήσιο Μνημόσυνο του αειμνήστου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κυρού Χρυσοστόμου Α΄, στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Ιωάννου, στη Λευκωσία.

Η Α.Μ. ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ.κ. Χρυσόστομος Β΄ προέστη του Μνημοσύνου του αειμνήστου προκατόχου του. Ακολούθως, ο Μακαριώτατος μετέβη στο παλαιό Κοιμητήριο Αγίου Σπυρίδωνος Λευκωσίας, όπου τέλεσε τρισάγιο στον τάφο του αοιδίμου Αρχιεπισκόπου και κατέθεσε στεφάνι. Στεφάνι κατέθεσαν οι εκπρόσωποι της Α. Ε. του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, του Υπουργού Παιδείας και Πολιτισμού, της Πρεσβείας της Ελλάδος, κοινοβουλευτικών κομμάτων, της Αστυνομίας και της ΕΛΔΥΚ, καθώς και εκ μέρους των κατά σάρκα συγγενών του αοιδίμου Αρχιεπισκόπου. Η σεμνή τελετή ολοκληρώθηκε με τον Εθνικό Ύμνο.

Τη θεία Λειτουργία τέλεσε ο Επίσκοπος Μεσαορίας κ. Γρηγόριος, συμπαραστατούμενος από τον Πανοσιολογιώτατο Αρχιγραμματέα της Ιεράς Συνόδου, Αρχιμανδρίτη π. Γρηγόριο, τον Αιδεσιμολογιώτατο  Διευθυντή της Θεολογικής Σχολής Εκκλησίας Κύπρου, Πρωτοπρεσβύτερο π. Κυπριανό Κουντούρη, Αιδεσιμολογιώτατο Πρωτοπρεσβύτερο π. Δημήτριο Δημοσθένους και τους Ευλαβεστάτους Διακόνους π. Μιχαήλ Νικολάου και π. Ανδρέα Ματέι.

Μετά το μνημόσυνο ο Επίσκοπος Μεσαορίας εκφώνησε τον επιμνημόσυνο λόγο, τον οποίο παραθέτουμε παρακάτω.

Το Σάββατο, 22 Δεκεμβρίου 2018, ανήμερα της κοιμήσεως του αοίδιμου Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Α΄ θα τελεστεί Όρθρος, Θεία Λειτουργία και μνημόσυνο στον ι.ν. Αγίου Σπυρίδωνος, Παλαιό Κοιμητήριο Λευκωσίας. Της Ακολουθίας θα προστεί ο Επίσκοπος Μεσαορίας κ. Γρηγόριος.

 

*************************************************

 

Επιμνημόσυνος λόγος στο 11ο ετήσιο μνημόσυνο

του αοίδιμου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κυρού Χρυσοστόμου Α΄

Καθεδρικός Ναός Αγίου Ιωάννου, Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2018

 

Του Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου

 

«Ὁ θησαυρὸς ποὺ δὲν φθείρεται καὶ ἡ ἐλπὶς ποὺ δὲν καταισχύνει, εἶναι ἡ θεία Ἀγάπη· ἡ συνεκτικὴ τῶν πάντων Δύναμις. Εἶναι ὁ σαρκωθεὶς Θεὸς Λόγος, ποὺ μένει μεθ’ ἡμῶν εἰς τὸν αἰῶνα.

Δι’ αὐτό, ὅταν ἡ καρδία καὶ ἡ ἀγάπη μας εἶναι ἐστραμμέναι εἰς τὸν Θεάνθρωπον Κύριον, τὸν καὶ νεκρῶν καὶ ζώντων τὴν ἐξουσίαν ἔχοντα, τότε ὅλα φωτίζονται καὶ μεταμορφώνονται»[1].

Τελούμε σήμερα το ενδέκατο ετήσιο μνημόσυνο του αοίδιμου Αρχιεπισκόπου Κύπρου Χρυσοστόμου Α΄. Η παρέλευση ένδεκα ετών από την ημέρα εκδημίας του, στις 22 Δεκεμβρίου 2007, μάς βοηθά όλους, προσευχόμενοι ο Κύριος της ζωής και του θανάτου να αναπαύσει την ψυχή του εν χώρα ζώντων και δικαίων, να αναδείξουμε τον κύκλο της πορείας του προς τον Αποστολικό θρόνο της καθ’ ημάς Αγιωτάτης Εκκλησίας της Κύπρου. Να αποτιμήσουμε ακροθιγώς το έργο του, σκεπτόμενοι το παρόν και διαβλέποντας το μέλλον της Εκκλησίας και της πατρίδας μας στο σύγχρονο κόσμο.

Από της ενθρονίσεώς του, ο Χρυσόστομος Α΄, εις διαδοχήν του μεγάλου Εθνάρχου, Αρχιεπισκόπου Κύπρου Μακαρίου Γ΄, μέχρι την τιμητική κατάταξή του ως σχολάζοντος για λόγους υγείας, και την ανάληψη της ευθύνης από την Υμετέραν σεπτή Μακαριότητα, κατόπιν της εν Αγίω Πνεύματι εκλογής και ανάρρησής σας στον Αρχιεπισκοπικό Θρόνο του Αποστόλου Βαρνάβα, εις διαδοχήν του Χρυσοστόμου Α΄, είναι μια πορεία συνδεδεμένη με τα πάθη του λαού του Θεού. Και τούτο ένεκα της εισβολής και της συνεχιζόμενης κατοχής και της διαποίμανσης του λαού με το άνοιγμα της κοινωνίας στις προκλήσεις του 21ου αιώνα.

Η απόσταση από τα γεγονότα και τα προβλήματα που διαμόρφωσαν την Εκκλησιαστική ιστορία και ευρύτερα ως ιστορία της Κύπρου, βοηθά το σύγχρονο μελετητή με υπομονή, σύνεση, αγάπη και σεβασμό να ψηλαφήσει τα δεδομένα και να περιγράψει τις σκέψεις του. Επιδίωξή μας από αυτά που επισημαίνονται στη συνέχεια είναι η πνευματική ωφέλεια, ο παραδειγματισμός για την πορεία προς το μέλλον, το οποίο διαμορφώνεται από τους επιγόνους, χάριν του λογικού ποιμνίου της κατά Κύπρον Παλαιφάτου Εκκλησίας.

Ίσταμαι ενώπιόν σας αυτή την ιερή στιγμή, με επίγνωση ότι η τιμή και ο σεβασμός προς τους προαπελθόντες ευεργέτες μας είναι απαύγασμα του σεβασμού και της ευγνωμοσύνης μας προς τους εν ζωή ευεργέτες μας[2].

Ο αοίδιμος Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Α΄ ανέλαβε σε χαλεπούς καιρούς την πηδαλιουχία της εν Κύπρω Εκκλησίας και αγωνίστηκε με σθένος, για να παρηγορήσει και να στηρίξει το ξεριζωμένο ποίμνιο και να ανορθώσει το φρόνημα του λαού. Πιστός στην ιερή αποστολή του, με τα φλογερά κηρύγματά του αφύπνιζε τις συνειδήσεις και στα θέματα της απαρασαλεύτου Πίστεως, αλλά και στα θέματα δικαίωσης της σκλαβωμένης νήσου μας. Αταλάντευτος στόχος του ήταν η αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων και των εποίκων, η ανεύρεση των αγνοουμένων, η απελευθέρωση της πατρίδας και η επιστροφή όλων των προσφύγων στις εστίες τους, σε συνθήκες ελευθερίας και αποκατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αγωνίστηκε με ζήλο για το κύρος της Εκκλησίας και τη δικαίωση της πατρίδας και αντιμαχόμενος σε βέλη προερχόμενα πανταχόθεν, άλλοτε ορατά και άλλοτε αόρατα.

Ο Χριστοφόρος[3] γεννήθηκε στην κοινότητα Στατός της Πάφου στις 27 Σεπτεμβρίου 1927. Μέλος πολυμελούς οικογενείας, είχε γονείς τον Αριστόδημο και την Ελένη. Έλαβε σωστή ανατροφή από τα παιδικά του χρόνια. Έμαθε να αγαπά το Θεό και την Εκκλησία, τα ελληνικά γράμματα και τον Ελληνικό πολιτισμό. Να είναι δίκαιος και ενάρετος. Ο νεαρός Χριστοφόρος αναδεικνύεται, ένεκα των χαρισμάτων του, ως δωρεών του Θεού, και της καλής ανατροφής του, σε ικανή προσωπικότητα. Διακρίνεται ανάμεσα στα αδέλφια του και τους συμμαθητές του. Τότε η μόνη λύση για έξοδο από το στενό πλαίσιο της κοινότητας ήταν η μετάβασή του στη Βασιλική και Σταυροπηγιακή Μονή του Κύκκου. Εκεί υπηρετούσε ο θείος του, ο Αρχιμ. Χριστοφόρος, και μόλις είχε εισαχθεί ως δόκιμος μοναχός ο εξάδελφός του Γεώργιος, ο μετέπειτα Μητροπολίτης Κυρηνείας Γρηγόριος.

Η Εκκλησία μας και τα Μοναστήρια της πατρίδας μας κράτησαν, μέσα στους αιώνες δουλείας, την παιδεία και τη μόρφωση των νέων και προσέφεραν ευκαιρίες ανάπτυξης σε όλους τους τομείς στον υπόδουλο Κυπριακό λαό.

Ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος αξιοποίησε την ευκαιρία που του προσέφερε ο Θεός. Διεύρυνε τους ορίζοντές του, έκανε όνειρα και σχέδια για το μέλλον το δικό του και της τυραννισμένης  πατρίδας του. Προχώρησε, καλλιεργώντας τα χαρίσματα και τις ευκαιρίες. Ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές σπουδές στο Παγκύπριο Γυμνάσιο. Εισήλθε στον Κλήρο και ως Διάκονος έλαβε το όνομα Χρυσόστομος Κυκκώτης. Σπούδασε τη θεολογική και τη θύραθεν φιλοσοφία στο Κλεινόν Άστυ.

Τεκμήρια της προσφοράς του στην Εκκλησία και την πατρίδα επισημαίνονται από τα μαθητικά και τα φοιτητικά του χρόνια. Αναδείχθηκε συνεργάτης του Εθνάρχη Μακαρίου με τη συμβολή του στο έργο του Γραφείου της Εθναρχίας στην Αθήνα τη δεκαετία του 1950.

Επιστρέφει, το 1961, από την Αθήνα στην Κύπρο, χειροθετείται Αρχιμανδρίτης, ορίζεται Ιεροκήρυκας και διδάσκει στη Μέση Εκπαίδευση και την Ιερατική Σχολή «Απόστολος Βαρνάβας». Το 1966 μεταβαίνει στη Γηραιά Αλβιώνα για ευρύτερες σπουδές. Ακολούθως, ο αοίδιμος Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, βλέποντας το ζήλο και την προσφορά του στην Εκκλησία και τα εν γένει προσόντα του, τον προτείνει στην Ιερά Σύνοδο και έτσι εκλέγεται Χωρεπίσκοπος Κωνσταντίας.

Ως Επίσκοπος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής, πλαισιώνει το μεγάλο Ηγέτη, ο οποίος σε αρκετές περιπτώσεις παρέμεινε μόνος, με συμπαραστάτη τον Κυπριακό λαό στον αγώνα του για τη σωτηρία της Κύπρου από όλους τους σφετεριστές της ακεραιότητας της νήσου μας. Ο ελεύθερος βίος της Κύπρου μετά τον απελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-59, η γέννηση και διαμόρφωση της Κυπριακής Δημοκρατίας, οι αγώνες του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄ και προς τα έσω και προς τα έξω έδωσαν την ευκαιρία στο Χωρεπίσκοπο Κωνσταντίας (1968) και κατόπιν Μητροπολίτη Πάφου Χρυσόστομο (1973) να προσφέρει όλο τον καλό του εαυτό στην υπηρεσία της Εκκλησίας και της πατρίδας, στηρίζοντας τον Εθνάρχη και φρονηματίζοντας το λαό, χωρίς να παραλείπει να ενισχύει τους κληρικούς στην αποστολή τους. Η όλη του παρουσία και προσφορά τον ανέδειξαν ως άξιο διάδοχο του Μακαρίου Γ΄, αφού ο Αρχιεπίσκοπος εγκατέλειψε το μάταιο βίο στις 3 Αυγούστου το 1977, με πόνο και οδύνη να βλέπει τα θλιβερά αποτελέσματα της συμφοράς, για τα οποία πολλές φορές και μάλιστα δημόσια ομιλούσε, αναφερόμενος σε κινήσεις μωρίας αντί φιλοπατρίας όλων εκείνων που προωθούσαν την καταστροφή της Κύπρου, η οποία εν τελευταία αναλύσει ήταν ο μέγας ηττημένος.

Ο Πάφου Χρυσόστομος Α΄ κλήθηκε να αναλάβει το πηδάλιο της Εκκλησίας της Κύπρου στις 12 Νοεμβρίου το 1977, την περίοδο των δεινών που επέφεραν το πραξικόπημα κατά της νόμιμης Κυβέρνησης και η τουρκική εισβολή: κατοχή, προσφυγοποίηση, αγνοούμενοι, φονευθέντες, εγκλωβισμένοι και τόσα άλλα. Δεινά που δυστυχώς συνεχίζονται μέχρι σήμερα.

Συνεπώς, μπορεί να λεχθεί ότι ο Κύπρου Χρυσόστομος Α΄, όταν η Εκκλησία τον κάλεσε να αναλάβει τη διακυβέρνηση της ιερής ολκάδας, ήταν έτοιμος και ώριμος για το υψηλό αυτό υπούργημα.

Έλεγε στον Ενθρονιστήριο του λόγο με ρεαλισμό απέναντι στην πραγματικότητα: «Κλίνω εὐλαβῶς τὸν αὐχένα καὶ ἀναλαμβάνω τὸν βαρὺν τῆς ἀποστολῆς μου κλῆρον ἐν πλήρει ἐπιγνώσει τῶν ἀδυναμιῶν μου καὶ ἐν τῇ συνειδήσει ὅτι ὁ Ἀρχιεπισκοπικὸς οὗτος θρόνος οὐχὶ δόξης καὶ μεγαλείου καθέδρα, ἀλλὰ Γολγοθὰς μαρτυρίου γενήσεταί μοι»[4].

Αναδείχθηκε ο αοίδιμος Αρχιεπίσκοπος ακάματος εργάτης του Αμπελώνος του Κυρίου και ανυποχώρητος αγωνιστής υπέρ των εθνικών δικαίων του λαού στα σχεδόν τριάντα έτη της Αρχιεπισκοπικής του πορείας και διακονίας, με πίστη στο Μέγα Αρχιερέα Χριστό και αγάπη για τον άνθρωπο. Και τούτο διότι ήταν συνειδητοποιημένος ότι ως Προκαθήμενος της Εκκλησίας της Κύπρου, η οποία είναι μέσα στο λαό ως στοργική μητέρα και κιβωτός της σωτηρίας, όφειλε να αντισταθεί, να νουθετήσει, να μεριμνήσει για την ηθική, οικονομική και πνευματική στήριξη του λαού, καθώς και την επιβίωσή του στη γη των πατέρων του. Τον πλήγωνε, ως πνευματικό πατέρα και ασυμβίβαστο πατριώτη, η λεγόμενη «ευελιξία» στο εθνικό μας θέμα, η οποία έφθανε στα όρια των υποχωρήσεων και των μονομερών παραχωρήσεων προς την άλλη πλευρά[5], η οποία εισέβαλε βίαια και αδικαιολόγητα και κρατά παράνομα το βόρειο τμήμα της πατρίδας μας έως τις ημέρες μας[6].

Για τριάντα έτη διακόνησε το πλήρωμα της Εκκλησίας, ανεβαίνοντας το ικρίωμα της συνειδήσεως και αντιπαλεύοντας με θύελλες και τρικυμίες. Ανέπτυξε όλους τους τομείς ποιμαντικής οργάνωσης της Εκκλησίας και τα έφερε ως εκεί που οι συνθήκες επέτρεπαν, για να συνεχίσετε εσείς, Μακαριώτατε, το οποίο πράξατε ήδη και αυτή την αγωνιστική ανοδική πορεία συνεχίζετε, με αγάπη για ολόκληρη της Εκκλησία της Κύπρου, ως προνοητικός ηγέτης και Πρωθιεράρχης άξιος των προκατόχων σας.

 Το ιεραποστολικό έργο και η εσχατολογική προοπτική της Εκκλησίας είναι δυνατό να μεταβληθούν από θεωρία σε πράξη με την ορατή οργάνωσή της εντός του κοινωνικού γίγνεσθαι.  Για το λόγο αυτό, ο Χρυσόστομος Α΄ μερίμνησε για τη μόρφωση και την παντοιοτρόπως ενίσχυση του κλήρου και λαϊκών στελεχών της Εκκλησίας. Για τον εκσυγχρονισμό και την καλύτερη οργάνωση του πνευματικού έργου των Ενοριών, ίδρυσε Συνδέσμους Γυναικών, Φιλανθρωπικά ιδρύματα και άλλους οργανισμούς. Αναδιοργάνωσε το κηρυκτικό και μορφωτικό έργο στις Ενορίες, τα Κατηχητικά Σχολεία και τις θερινές κατασκηνώσεις. Με δική του πρόνοια εκδόθηκαν τα «Κύπρια Μηναία», η Ιστορία της Κύπρου και τα Άπαντα  Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄. Ιδρύθηκαν ο «Λόγος» και το Λογοδιαδίκτυο.

Για την επίτευξη αυτών των στόχων και την επιτυχία του πολύπλευρου έργου της αποστολής της Εκκλησίας «ἐν τῷ κόσμῳ», υλοποίησε στο ακέραιο τη διακήρυξή του κατά την ημέρα της ενθρονίσεώς του: «τὴν λελογισμένην διαχείρισιν, ἀνάπτυξιν καὶ ἀξιοποίησιν τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας», και τούτο γιατί, όπως εξήγησε, «ἄνευ τῶν ἐπαρκῶν πόρων τῆς ὁποίας δύσκολος ἂν μὴ ἀδύνατος καθίσταται ἡ τελετουργική, ἡ πνευματική, ἡ ἐθνική, ἡ κοινωνική, ἡ φιλανθρωπικὴ καὶ ἄλλη πολύμορφος ἀποστολὴ καὶ δρᾶσις τῆς Ἐκκλησίας ἐν τῷ κόσμῳ»[7].

 Έχει ήδη επισημανθεί ότι «ἔχουμε καθῆκον νὰ τονίσουμε αὐτὸ τὸ σημεῖο καὶ νὰ ἀποκαταστήσουμε τὴν ἀλήθεια, γιατὶ οἱ οἰκονομικὲς καταστάσεις τῶν τελευταίων χρόνων τῆς ἀρχιερατείας του δὲν βαρύνουν τὸν ἴδιο, λόγω τῆς ἀσθένειας ποὺ τὸν ταλάνιζε ἐπὶ μακρόν»[8].

Στον επικήδειο λόγο, που εκφωνήσατε, Μακαριώτατε, ενώπιον του ιερού σκηνώματος του μακαριστού Πρωθιεράρχου, στις 24 Δεκεμβρίου 2007,  επισημαίνατε εν καταλείδι, απευθυνόμενος στον Προκάτοχό σας και ταυτόχρονα αφήσατε σε εμάς τους νεότερους ηθικό υπόδειγμα: «Καί σύ μέν, Μακαριώτατε καί Σεβασμιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα, τόν δρόμον τελέσας καί τήν πίστιν τηρήσας, μεταβαίνεις νῦν ἀπό τοῦ μόχθου καί τοῦ καμάτου εἰς τήν ἀνάπαυσιν καί ἀπό τῆς ταλαιπωρίας εἰς τήν ἄνεσιν· μετατίθεσαι ἀπό τῆς προσκαίρου ζωῆς εἰς τήν ἀτελεύτητον, ἀπό τοῦ τρικυμιώδους πελάγους τῆς ἐπιγείου βιοτῆς εἰς τόν εὔδιον ὅρμον τῆς αἰωνιότητος. Δέου τῷ Πανοικτίρμονι Θεῷ, ἵνα σκέπῃ καί προστατεύῃ ἐς ἀεί τά τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Πατρίδος ἡμῶν σκάφη καί κατευθύνῃ ταῦτα εἰς λιμένας γαληνούς καὶ σωτηρίους»[9].

Όλοι εμείς οι επίγονοι Ιεράρχες, κλήρος και λαός, έχουμε συνείδηση ότι «αὐτὸ ποὺ στερήθηκε κατὰ τὰ τελευταῖα ἔτη τοῦ ἐπίγειου βίου του, τὴν τελετουργία δηλαδὴ ἐνώπιον τοῦ ἐπίγειου θυσιαστηρίου, ποὺ τόσο ἀγαποῦσε καὶ μὲ βαθιὰ πίστη καὶ φόβο Θεοῦ προσήγγιζε ὁσάκις λειτουργοῦσε, εἴμαστε βέβαιοι, ὅτι τὸ βρῆκε καὶ συνεχίζει νὰ τελετουργεῖ ἐνώπιον τοῦ οὐράνιου θυσιαστηρίου καὶ ἀπολαμβάνει τῶν ἄφθαρτων καὶ αἰώνιων καρπῶν τῆς θείας θεωρίας»[10].

Ευχόμαστε ολοψύχως όπως ο Κύριος της ζωής και του θανάτου, ο δίκαιος Κριτής, το «Παιδίον το νέον» που εφανερώθη εν σαρκί για να θεοποιήσει τον άνθρωπο, κατατάξει την ψυχή του μακαριστοῦ Πρωθιεράρχου εν σκηναίς δικαίων. Εἴη ἄληστος, ἄφθιτος καί ἀγήρως ἡ μνήμη Αυτού!

 

 

[1] Βαρθολομαίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, Λόγος Κατηχητήριος ἐπί τῇ ἐνάρξει τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς τοῦ σωτηρίου ἔτους 2009.

[2] Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου, Επιμνημόσυνος λόγος στο 7ο ετήσιο Μνημόσυνο του Αοιδίμου Αρχιεπισκόπου Κύπρου Χρυσοστόμου Α΄, Περιοδικό Ἀπ. Βαρνάβας 75 (2014) 648-651.

[3] Το όνομα Χριστοφόρος ήταν το κατά κόσμον όνομα του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Α΄.

[4] Περιοδικό Ἀπ. Βαρνάβας 38 (1977) 479.

[5] Πρβλ. Μητροπολίτου Κυρηνείας Παύλου, Επιμνημόσυνος λόγος κατά το 3ο ετήσιο Μνημόσυνο του Αοιδίμου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κυρού Χρυσοστόμου Α΄, Περιοδικό Ἀπ. Βαρνάβας 71 (2010) 719.

[6] Έχουν παρέλθει σχεδόν 45 χρόνια 1974-2019.

[7] Περιοδικό Ἀπ. Βαρνάβας 38 (1977) 479.

[8] Μητροπολίτου Κωνσταντίας-Αμμοχώστου, Επιμνημόσυνος λόγος κατά το 1ο ετήσιο Μνημόσυνο του Αοιδίμου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κυρού Χρυσοστόμου Α΄, Αρχείο Ιστοσελίδας της Εκκλησίας της Κύπρου (http://churchofcyprus.org.cy).

[9] Αρχιεπισκόπου Κύπρου Χρυσοστόμου Β΄, Επικήδειος λόγος κατά την Εξόδιο Ακολουθία του Αοιδίμου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κυρού Χρυσοστόμου Α΄, Αρχείο Ιστοσελίδας της Εκκλησίας της Κύπρου (http://churchofcyprus.org.cy).

[10] Πρβλ. Μητροπολίτου Κωνσταντίας-Αμμοχώστου, Επιμνημόσυνος λόγος κατά το 1ο ετήσιο Μνημόσυνο του Αοιδίμου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κυρού Χρυσοστόμου Α΄, Αρχείο Ιστοσελίδας της Εκκλησίας της Κύπρου (http://churchofcyprus.org.cy).

 

********************************************

 

Η Ιερά Αρχιεπισκοπή ανακοινώνει ότι την Κυριακή, 16 Δεκεμβρίου 2018, τελείται το ενδέκατο ετήσιο Μνημόσυνο του αειμνήστου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κυρού Χρυσοστόμου Α΄, στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Ιωάννου, στη Λευκωσία.

Η Α.Μ. ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ.κ. Χρυσόστομος Β΄ θα προστεί του ετήσιου Μνημοσύνου του  αειμνήστου προκατόχου του.

Θα λειτουργήσει και θα εκφωνήσει τον επιμνημόσυνο λόγο, ο Επίσκοπος Μεσαορίας κ. Γρηγόριος.

Ακολούθως, ο Μακαριώτατος θα μεταβεί στο παλαιό Κοιμητήριο Αγίου Σπυρίδωνος Λευκωσίας, όπου θα τελέσει τρισάγιο στον τάφο του αοιδίμου Αρχιεπισκόπου και θα καταθέσει στεφάνι.

Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου,

      11 Δεκεμβρίου 2018.

 

Σημείωση: Δηλώσεις, για κατάθεση στεφάνων, στο τηλέφωνο 99446002, Αιδεσιμολογιώτατο Οικονόμο Λουκά Λουκά, Προϊστάμενο Ιερού Ναού Αγίου Σπυρίδωνος Λευκωσίας. 

Print Friendly, PDF & Email

Share this post