Η παρασκευή και ο καθαγιασμός του Αγίου Μύρου
Φέτος, κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας, θα πραγματοποιηθεί στο Οικουμενικό Πατριαρχείο η παρασκευή και ο καθαγιασμός του Αγίου Μύρου. Η Εκκλησία της Κύπρου θα εκπροσωπηθεί από μέλος της Ιεράς Συνόδου.
Το Άγιο Μύρο ονομάζεται και «έλαιον ευχαριστίας», «έλαιον χρίσεως», «χρίσμα ευχαριστίας» και «χρίσμα επουράνιον», και όπως είναι γνωστό χρησιμοποιείται για να τελεστεί το μυστήριο του Χρίσματος, το οποίο τελείται αμέσως μετά το Βάπτισμα, για να μεταδώσει τις Δωρεές του Παναγίου Πνεύματος στο νεοφώτιστο. Το Άγιο μύρο χρησιμοποιείται, επίσης, στα εγκαίνια ιερών ναών, κατά τον καθαγιασμό της Αγίας Τράπεζας, στην καθιέρωση ιερών αντικειμένων, στην ανακομιδή ιερών λειψάνων κ.τ.λ.
Η τελετή παρασκευής και καθαγιασμού του Μύρου γίνεται με μεγαλοπρέπεια και ιερή κατάνυξη και αποτελεί ιδιαίτερη εκκλησιαστική πράξη, που έχει μυστηριακό αλλά και ποιμαντικό χαρακτήρα. Η Εκκλησία προχώρησε στην παρασκευή του Αγίου Μύρου από το 2ο μ.Χ. αιώνα, προκειμένου να μπορεί να τελείται το Μυστήριο του Χρίσματος και στις πιο απόμακρες περιοχές, όπου δεν μπορούσαν να φθάσουν οι Άγιοι Απόστολοι, γιατί κατά την εποχή εκείνη εξαπλωνόταν ο Χριστιανισμός σε κάθε κατεύθυνση. Έως και τον 8ο αιώνα, το δικαίωμα της παρασκευής του Αγίου Μύρου το κατείχαν όλοι οι Επίσκοποι. Συν τω χρόνω, όμως, περιορίστηκε στους Προκαθημένους και κατόπιν στον Οικουμενικό Πατριάρχη, ούτως ώστε να φαίνεται στο πρόσωπό του η ενότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η παρασκευή του Αγίου Μύρου θεμελιώνεται και αγιογραφικά στο Βιβλίο της Εξόδου (30, 18-38), όπου διαβάζουμε ότι ο Κύριος έδωσε την εξής εντολή στον Προφήτη Μωυσή: «…λάβε ἡδύσματα, τὸ ἄνθος σμύρνης ἐκλεκτῆς πεντακοσίους σίκλους καὶ κινναμώμου εὐώδους τὸ ἥμισυ τούτου διακοσίους πεντήκοντα καὶ καλάμου εὐώδους διακοσίους πεντήκοντα καὶ ἴρεως πεντακοσίους σίκλους τοῦ ἁγίου καὶ ἔλαιον ἐξ ἐλαιῶν εἲν καὶ ποιήσεις αὐτὸ ἔλαιον χρῖσμα ἅγιον, μύρον μυρεψικὸν τέχνῃ μυρεψοῦ˙ ἔλαιον χρῖσμα ἅγιον ἔσται. Καὶ χρίσεις ἐξ αὐτοῦ τὴν σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου καὶ τὴν κιβωτὸν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου καὶ πάντα τὰ σκεύη αὐτῆς καὶ τὴν λυχνίαν καὶ πάντα τὰ σκεύη αὐτῆς καὶ τὸ θυσιαστήριον τοῦ θυμιάματος καὶ τὸ θυσιαστήριον τῶν ὁλοκαυτωμάτων καὶ πάντα αὐτοῦ τὰ σκεύη καὶ τὴν τράπεζαν καὶ πάντα τὰ σκεύη αὐτῆς καὶ τὸν λουτῆρα καὶ τὴν βάσιν αὐτοῦ καὶ ἁγιάσεις αὐτά, καὶ ἔσται ἅγια τῶν ἁγίων˙ πᾶς ὁ ἁπτόμενος αὐτῶν ἁγιασθήσεται. Καὶ Ἀαρὼν καὶ τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ χρίσεις καὶ ἁγιάσεις αὐτοὺς ἱερατεύειν μοι…».
Στις μέρες μας η παρασκευή και ο καθαγιασμός καθιερώθηκε να επαναλαμβάνεται κάθε δέκα χρόνια, αφού η αύξηση του πληθυσμού των Χριστιανών συνεπάγεται και περισσότερη ζήτηση Αγίου Μύρου. Επί πατριαρχίας της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχη κ. κ. Βαρθολομαίου καθαγιασμός Αγίου Μύρου έγινε δύο φόρες, το 1992 και το 2002. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης, λοιπόν, θα προστεί και φέτος του καθαγιασμού του Μύρου για τρίτη φορά, στην παρουσία εκπροσώπων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών. Οι τελετές για την παρασκευή του Αγίου Μύρου πραγματοποιούνται στο χώρο του Πατριαρχικού Ναού του Αγίου Γεωργίου, αρχίζουν την Κυριακή των Βαΐων και διαρκούν έως και τη Μεγάλη Πέμπτη. Την Κυριακή των Βαΐων, μετά τη Δοξολογία, ο Πατριάρχης αναθέτει με ειδική ευχή την ευθύνη της παρασκευής σε δυο επιτροπές. Η μία είναι η εκκλησιαστική, η οποία αποτελείται από ιερείς και η άλλη αποτελείται από επιστήμονες του χώρου της φαρμακευτικής και της χημείας, τους λεγόμενους μυρεψούς, γιατί η παρασκευή και η έψηση του Μύρου απαιτούν ειδικές γνώσεις. Της επιτροπής αυτής προεδρεύει ο Άρχων Μυρεψός, στον οποίο ο Πατριάρχης δίδει και το μεταξωτό «λέντιον».
Η παρασκευή και «έψηση», δηλαδή το ψήσιμο του Μύρου, λαμβάνει χώρα στο ειδικό για το σκοπό αυτό «ιερόν κουβούκλιον», που βρίσκεται έξω (βορειοδυτικά) από τον πατριαρχικό ναό και εντός του περιβόλου του Πατριαρχείου. Μέσα σε αυτό υπάρχει μεγάλη εικόνα του Ιησού Χριστού και το λεγόμενο «ιερόν ερμάριον». Στο ιερόν ερμάριον οι εντεταλμένοι μυρεψοί φυλάσσουν πενήντα επτά συστατικά (αρωματικά φυτά, αιθέρια έλαια, κ.τ.λ.), στις απαιτούμενες ποσότητες και αναλογίες, τα οποία θα χρησιμοποιηθούν για να παρασκευαστεί το Μύρο. Ο αριθμός των πενήντα επτά υλικών καθορίστηκε επί πατριαρχίας του μακαριστού Πατριάρχη Αθηναγόρα (1948-1972), ενώ έως τότε δεν ήταν σταθερός. Αναφέρεται ότι η πρώτη γραπτή συνταγή περιελάμβανε μόνο δεκατρία υλικά. Τα κυριότερα από αυτά είναι: αγγελική, αριστολοχία, άσσαρο, βαλσαμέλαιο, βατάνι άκαιρο, δρόγες, ελαιόλαδο, ελένιο, εχινάνθη, ζινγκίβερη, ζουτομπά, ίριδα, καγχρεά, κανέλα, καρποβάλσαμο, καρυοφύλλι, κάσσια μαύρη, κελτικό, κιννάμωμο, κόρο, κρασί, κύπερι, λάβδανο, μάκαρι, μαστίχα Χίου, ματλαία ελαίου, μητζόκοκκα μύρα, μυροβάλανο, νάρδος, ξυλοβάλσαμο, πέτιτο, πιπέρι μαύρο, ροδέλαιο, σάψιχο, σμύρνα, στάχο, στύρακας, τερεβινθίνη, τζιτζίβερι, φύλλα ινδικού. Ένα από τα κυριότερα συστατικά του είναι ο μόσχος, μια φυσική αρωματική ουσία που εξάγεται από τον αδένα ενός είδους ελαφιού και είναι ένα από τα ακριβότερα συστατικά της αρωματοποιίας. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι παλαιότερα η Εκκλησία της Κύπρου προσκόμιζε για την παρασκευή του Μύρου την «κύπερι», που φύεται στην περιοχή της Κυπερούντας.
Η έψηση του Μύρου αρχίζει το πρωί της Μεγάλης Δευτέρας, μετά τη θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων, με τελετή μικρού αγιασμού στο προαύλιο το ναού, όπου τοποθετείται η θεομητορική εικόνα, η επιλεγομένη «Ελπίς των Απηλπισμένων». Κατά τη διάρκεια της τελετής ο Πατριάρχης ραίνει με αγιασμό τους επτά λέβητες, τα σκεύη και τα υλικά που θα χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του Αγίου Μύρου και ανάβει με τα δικηροτρίκηρα την καύσιμη ύλη, που υπάρχει κάτω από τους λέβητες. Η ύλη αυτή, συνήθως, αποτελείται από διάφορα φθαρμένα ξύλινα ιερά αντικείμενα, όπως αναλόγια, εικόνες κ.τ.λ.. Ενώ, λοιπόν, γίνεται η έψηση του Μύρου, η τελετή συνεχίζεται με ανάγνωση του «Τετραυάγγελου». Η διαδικασία αυτή διαρκεί έως και το απόγευμα της Μεγάλης Τετάρτης.
Τη Μεγάλη Τρίτη, μετά τη θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων, μπροστά από την εικόνα της Θεομήτορος, που βρίσκεται τοποθετημένη στο προαύλιο του ναού, ο Πατριάρχης ψάλλει το Μικρό Παρακλητικό Κανόνα και έπειτα εισέρχεται στο ιερό κουβούκλιο, όπου αναγινώσκει ειδική ευχή και βάζει μέσα στους λέβητες οίνο και ροδοπέταλα. Τη Μεγάλη Τετάρτη κατά παρόμοιο τρόπο, μετά τη θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων, αναπέμπονται ύμνοι έμπροσθεν της εικόνας «Ελπίς των Απηλπισμένων», διαβάζεται ευχή και ακολούθως, εντός του κουβουκλίου, συνεχίζεται η ανάγνωση του «Τετραυάγγελου». Το Μύρο θα συνεχίσει να παρασκευάζεται έως το απόγευμα μέχρι να γίνει διαυγές. Κατόπιν, το παρασκεύασμα μεταγγίζεται σε δώδεκα μεγάλους ασημένιους αμφορείς, καθώς και σε άλλες μικρές μυροθήκες, που μεταφέρονται στο πατριαρχικό παρεκκλήσι του Αποστόλου Ανδρέα.
Το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης, μετά την ακολουθία του Όρθρου, που γίνεται στο παρεκκλήσι του Αποστόλου Ανδρέα, ο Πατριάρχης δίδει στον πρώτο τη τάξει Επίσκοπο ένα αλαβάστρινο δοχείο, το οποίο περιέχει από το φυλασσόμενο Άγιο Μύρο, ενώ στους Επισκόπους, εκπροσώπους των Ορθοδόξων Εκκλησιών, δίδει, κατά τα πρεσβεία τιμής των Εκκλησιών, ασημένια μυροθήκη που περιέχει το παρασκευασμένο και προς καθαγιασμό Μύρο . Κατόπιν γίνεται είσοδος, εν πομπή, στον Πατριαρχικό Ναό. Είκοσι τέσσερις ιερείς μεταφέρουν τους δώδεκα αμφορείς με το Μύρο και τους τοποθετούν εκατέρωθεν της Ωραίας Πύλης. Η μυροθήκη, που περιέχει το παλαιό Άγιο Μύρο, εναποτίθεται επάνω στην Αγία Τράπεζα. Ο καθαγιασμός του Μύρου γίνεται στη συνέχεια, κατά τη θεία Λειτουργία της Μεγάλης Πέμπτης. Συγκεκριμένα, όταν ο Πατριάρχης εκφωνήσει: «Και έστε τα ελέη του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού», αρχίζει ο καθαγιασμός του Μύρου, ενώ κατά τη διάρκειά του, ψάλλονται ύμνοι από την εορτή της Πεντηκοστής, με μεγαλοπρέπεια και μέσα σε κατανυκτική ατμόσφαιρα. Ο καθαγιασμός ολοκληρώνεται με γονυκλισία, οπότε ο Πατριάρχης, συμπροσευχομένων των συλλειτουργών και του λαού, επικαλείται τη θεία Χάρη ώστε αυτή να καταστήσει το Μύρον Άγιο. Όταν τελειώσει η θεία Λειτουργία, τα δοχεία που περιέχουν το Άγιο Μύρο μεταφέρονται, πάλι εν πομπή, στο Μυροφυλάκιο του Πατριαρχείου, στον Πύργο του Πατριαρχείου.
Αργότερα, το Άγιο Μύρο διανέμεται στους εκπροσώπους των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών. Κατόπιν, με ευθύνη του Προκαθημένου διαμοιράζεται στις Μητροπόλεις της τοπικής Αυτοκέφαλης Εκκλησίας και στη συνέχεια παραλαμβάνουν και όλοι οι ιερείς για τις ανάγκες της ενορίας τους.
Παναγιώτης Θεοδώρου, Θεολόγος.
Σημ.: Οι φωτογραφίες που ακολουθούν είναι από το βιβλίο «Το Άγιο Μύρο στο Οικουμενικό Πατριαρχείο», του Ιωσήφ Κωνσταντινίδη. Οι φωτογραφίες αναδημοσιεύονται από το περιοδικό “Πνευματική Έπαλξη” της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου, έτους 2002, όπου το ειδικό αφιέρωμα για την παρασκευή και τον καθαγιασμό του Μύρου, το οποίο υπογράφει ο Δρ Γιώργος Κάκκουρας.