Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου: Λειτουργίες – Κηρύγματα 1 – 2 Φεβρουαρίου 2020
O Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Καρπασίας κ. Χριστοφόρος το Σάββατο, 1η Φεβρουαρίου 2020, το εσπέρας, θα χοροστατήσει και κηρύξει κατά την ακολουθία του Εσπερινού στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό Παναγίας Χρυσαλινιωτίσσης στη Λευκωσία. Την Κυριακή, 2 Φεβρουαρίου 2020, θα λειτουργήσει και κηρύξει στον Ιερό Ναό Αγίου Δημητρίου Ακροπόλεως, όπου θα προστεί του Μνημοσύνου του αειμνήστου πατρός Σπυρίδωνος Δημοσθένους.
Ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Μεσαορίας κ. Γρηγόριος το Σάββατο, 1η Φεβρουαρίου 2020, θα λειτουργήσει και κηρύξει στον Ιερό Ναό Αγίας Βαρβάρας στο Πλατύ Αγλαντζιάς. Το εσπέρας της ιδίας, θα χοροστατήσει και κηρύξει κατά την ακολουθία του Εσπερινού στον Ιερό Ναό Παναγίας Ευαγγελιστρίας στην Παλλουριώτισσα, όπου θα εκκλησιαστούν οι εκτοπισμένοι κάτοικοι Πυργάς Αμμοχώστου και Κυθρέας και θα τιμήσουν την Παναγία Απαλαίστρα και Παναγία Χαρδακιώτισσα. Την επομένη, το πρωΐ, θα λειτουργήσει και κηρύξει στον ίδιο Ιερό Ναό.
Ο Πανοσιολογιώτατος Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Αποστόλου Βαρνάβα Αρχιμανδρίτης Ιωάννης το Σάββατο, 1η Φεβρουαρίου 2020, θα λειτουργήσει και κηρύξει στην Ιερά Μονή Αποστόλου Βαρνάβα στη Σαλαμίνα. Την Κυριακή, 2 Φεβρουαρίου 2020, θα λειτουργήσει και κηρύξει στον Ιερό Ναό Παναγίας του Τράχωνα στο Στρόβολο.
Ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης της Ιεράς Αρχιεπισκοπής π. Τριφύλλιος Ονησιφόρου την Κυριακή, 2 Φεβρουαρίου 2020, θα λειτουργήσει και κηρύξει στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό Παναγίας Χρυσαλινιωτίσσης στη Λευκωσία.
Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου,
29 Ιανουαρίου 2020
Αποστολικό Ανάγνωσμα: Εβρ. ζ΄ 7-17
Πρωτότυπο Κείμενο
7 χωρὶς δὲ πάσης ἀντιλογίας τὸ ἔλαττον ὑπὸ τοῦ κρείττονος εὐλογεῖται. 8 καὶ ὧδε μὲν δεκάτας ἀποθνήσκοντες ἄνθρωποι λαμβάνουσιν, ἐκεῖ δὲ μαρτυρούμενος ὅτι ζῇ. 9 καὶ ὡς ἔπος εἰπεῖν, διὰ Ἀβραὰμ καὶ Λευῒ ὁ δεκάτας λαμβάνων δεδεκάτωται· 10 ἔτι γὰρ ἐν τῇ ὀσφύϊ τοῦ πατρὸς ἦν ὅτε συνήντησεν αὐτῷ Μελχισεδέκ. 11 Εἰ μὲν οὖν τελείωσις διὰ τῆς Λευϊτικῆς ἱερωσύνης ἦν· ὁ λαὸς γὰρ ἐπ’ αὐτῇ νενομοθέτητο· τίς ἔτι χρεία κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδὲκ ἕτερον ἀνίστασθαι ἱερέα καὶ οὐ κατὰ τὴν τάξιν Ἀαρὼν λέγεσθαι; 12 μετατιθεμένης γὰρ τῆς ἱερωσύνης ἐξ ἀνάγκης καὶ νόμου μετάθεσις γίνεται. 13 ἐφ’ ὃν γὰρ λέγεται ταῦτα, φυλῆς ἑτέρας μετέσχηκεν, ἀφ’ ἧς οὐδεὶς προσέσχηκε τῷ θυσιαστηρίῳ. 14 πρόδηλον γὰρ ὅτι ἐξ Ἰούδα ἀνατέταλκεν ὁ Κύριος ἡμῶν, εἰς ἣν φυλὴν οὐδὲν περὶ ἱερωσύνης Μωϋσῆς ἐλάλησε. 15 Καὶ περισσότερον ἔτι κατάδηλόν ἐστιν, εἰ κατὰ τὴν ὁμοιότητα Μελχισεδὲκ ἀνίσταται ἱερεὺς ἕτερος, 16 ὃς οὐ κατὰ νόμον ἐντολῆς σαρκικῆς γέγονεν, ἀλλὰ κατὰ δύναμιν ζωῆς ἀκαταλύτου· 17 μαρτυρεῖ γὰρ ὅτι σὺ ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ.
Νεοελληνική Απόδοση
7 Δεν υπάρχει δε καμμία αντιλογία και αντίρρησις, ότι το μικρότερον από απόψεως αξίας ευλογείται από το μεγαλύτερον. (Και ο Μελχισεδέκ με το να ευλογήση, κατά θείαν βουλήν, τον Αβραάμ, σημαίνει, ότι ήτο ανώτερος από εκείνον). 8 Και εδώ μεν άνθρωποί που πεθαίνουν, δηλαδή ιερείς, παίρνουν το δέκατον από τους συνανθρώπους των. Εκεί δε επήρε το δέκατον από τον Αβραάμ ο Μελχισεδέκ, ο οποίος μαρτυρείται από την Αγίαν Γραφήν ότι ζη, επειδή πουθενά δεν γίνεται λόγος περί του θανάτου του. 9 Και δια να ομιλήσω με συντομίαν, δια μέσου του Αβραάμ και εν τω προσώπω του Αβραάμ οι Λευΐται, που παίρνουν το δέκατον, έδωσαν και αυτοί δέκατον στον Μελχισεδέκ, εφ’ όσον είναι απόγονοι του Αβραάμ. 10 Διότι ο Λευϊ, ο γενάρχης των Λευϊτών, υπήρχεν εις τα σπλάγχνα του πάππου του Αβραάμ, όταν συνήντησεν αυτόν ο Μελχισεδέκ και επήρε από εκείνον το δέκατον. 11 Εάν, λοιπόν, η ηθική τελείωσις και η πλήρης συμφιλίωσις με τον Θεόν και η σωτηρία ήτο δυνατόν να πραγματοποιηθή δια της λευϊτικής ιερωσύνης-διότι ο λαός, σύμφωνα με τον μωσαϊκόν Νομον, είχε στηριχθή εις αυτήν-ποία πλέον ανάγκη υπήρχε να προβληθή και ν’ αναδειχθή άλλος ιερεύς κατά τον τύπον του Μελχισεδέκ και να μη εξακολουθή να ονομάζεται ιερεύς κατά την τάξιν του Ααρών; 12 Διότι όταν μετατίθεται και αλλάση η ιερωσύνη, κατ’ ανάγκην επακολουθεί αλλαγή και αντικατάστασις του νόμου. 13 Η ιερωσύνη των Λευϊτών έχει πλέον αντικατασταθή, διότι εκείνος προς τον οποίον αναφέρονται αυτά και τον οποίον προεικόνιζεν ο Μελχισεδέκ, δηλαδή ο Ιησούς Χριστός, προέρχεται από άλλην φυλήν, από την οποίαν κανείς ποτέ δεν επλησίασεν ως ιερεύς το θυσιαστήριον. 14 Διότι είναι ολοφάνερον, ότι ο Κυριος ημών ανέτειλε σαν ήλιος και προήλθε από την φυλήν Ιούδα, προς την οποίαν φυλήν τίποτε περί ιερωσύνης δεν είχεν ομιλήσει ο Μωϋσής. 15 Και γίνεται ακόμη περισσότερον φανερόν ότι καταλύεται η λευϊτική ιερωσύνη και μετατίθεται, αφού κατά την ομοιότητα του Μελχισεδέκ παρουσιάζεται και καθίσταται ιερεύς άλλος, 16 ο οποίος δεν έγινε ιερεύς σύμφωνα με τον Νόμον, που περιείχε εντολάς, αναφερομένας στο σώμα (όπως π.χ την περιτομήν, τους καθαρμούς, τας υποσχέσεις περί υλικών αγαθών κ.λ.π), αλλ’ έγινεν ιερεύς σύμφωνα με την ακατάλυτον και ζωοποιόν δύναμιν του Θεού. (Αυτός δε ο αιώνιος ιερεύς είναι ο ενανθρωπήσας Υιός του Θεού, ο Χριστός). 17 Μαρτυρεί δε η Αγία Γραφή περί του Ιησού Χριστού ως αιωνίου αρχιερέως, όταν λέγη, ότι “συ είσαι ιερεύς στον αιώναν κατά την τάξιν Μελχισεδέκ”.
Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Λουκ. β΄ 22-40
Πρωτότυπο Κείμενο
22 Καὶ ὅτε ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τοῦ καθαρισμοῦ αὐτῶν κατὰ τὸν νόμον Μωϋσέως, ἀνήγαγον αὐτὸν εἰς Ἱεροσόλυμα παραστῆσαι τῷ Κυρίῳ, 23 καθὼς γέγραπται ἐν νόμῳ Κυρίου ὅτι πᾶν ἄρσεν διανοῖγον μήτραν ἅγιον τῷ Κυρίῳ κληθήσεται, 24 καὶ τοῦ δοῦναι θυσίαν κατὰ τὸ εἰρημένον ἐν τῷ νόμῳ Κυρίου, ζεῦγος τρυγόνων ἢ δύο νεοσσοὺς περιστερῶν. 25 Καὶ ἰδοὺ ἦν ἄνθρωπος ἐν Ἰερουσολύμοις ᾧ ὄνομα Συμεών, καὶ ὁ ἄνθρωπος οὗτος δίκαιος καὶ εὐλαβής, προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ Ἰσραήλ, καὶ Πνεῦμα ἦν ἅγιον ἐπ’ αὐτόν· 26 καὶ ἦν αὐτῷ κεχρηματισμένον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου μὴ ἰδεῖν θάνατον πρὶν ἢ ἴδῃ τὸν Χριστὸν Κυρίου. 27 καὶ ἦλθεν ἐν τῷ Πνεύματι εἰς τὸ ἱερόν· καὶ ἐν τῷ εἰσαγαγεῖν τοὺς γονεῖς τὸ παιδίον Ἰησοῦν τοῦ ποιῆσαι αὐτοὺς κατὰ τὸ εἰθισμένον τοῦ νόμου περὶ αὐτοῦ 28 καὶ αὐτὸς ἐδέξατο αὐτὸν εἰς τὰς ἀγκάλας αὐτοῦ καὶ εὐλόγησε τὸν Θεὸν καὶ εἶπε· 29 Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμά σου ἐν εἰρήνῃ, 30 ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου, 31 ὃ ἡτοίμασας κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν. 32 φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καὶ δόξαν λαοῦ σου Ἰσραήλ. 33 καὶ ἦν Ἰωσὴφ καὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ θαυμάζοντες ἐπὶ τοῖς λαλουμένοις περὶ αὐτοῦ. 34 καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς Συμεὼν καὶ εἶπεν πρὸς Μαριὰμ τὴν μητέρα αὐτοῦ· Ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον. 35 καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ῥομφαία, ὅπως ἂν ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμοί. 36 Καὶ ἦν Ἅννα προφῆτις, θυγάτηρ Φανουήλ, ἐκ φυλῆς Ἀσήρ· αὕτη προβεβηκυῖα ἐν ἡμέραις πολλαῖς, ζήσασα μετὰ ἀνδρὸς ἔτη ἑπτὰ ἀπὸ τῆς παρθενίας αὐτῆς, 37 καὶ αὐτὴ χήρα ἕως ἐτῶν ὀγδοήκοντα τεσσάρων, ἣ οὐκ ἀφίστατο ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ νηστείαις καὶ δεήσεσι λατρεύουσα νύκτα καὶ ἡμέραν· 38 καὶ αὕτη αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ἐπιστᾶσα ἀνθωμολογεῖτο τῷ Κυρίῳ καὶ ἐλάλει περὶ αὐτοῦ πᾶσι τοῖς προσδεχομένοις λύτρωσιν ἐν Ἱερουσαλήμ. 39 Καὶ ὡς ἐτέλεσαν πάντα τὰ κατὰ τὸν νόμον Κυρίου, ὑπέστρεψαν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἰς πόλιν ἑαυτῶν Ναζαρέτ. 40 Τὸ δὲ παιδίον ηὔξανε καὶ ἐκραταιοῦτο πνεύματι πληρούμενον σοφίας, καὶ χάρις Θεοῦ ἦν ἐπ’ αὐτό.
Νεοελληνική Απόδοση
22 Και όταν, σύμφωνα με τον νόμον του Μωϋσέως, συνεπληρώθησαν αι ημέραι του καθαρισμού της μητέρας του παιδίου και του μνηστήρος της, ανέβασαν αυτό εις τα Ιεροσόλυμα, δια να το παρουσιάσουν και το αφιερώσουν στον Κυριον. 23 Αυτό δε έγινε σύμφωνα με το γραμμένον στον νόμον του Κυρίου, ότι κάθε πρωτότοκον αρσενικόν, που διανοίγει την μήτραν της μητέρας του, θα θεωρηθή αφιερωμένον στον Κυριον. 24 Ανέβησαν ακόμη στον ναόν να προσφέρουν την θυσίαν δια τον καθαρισμόν των, όπως ήτο πάλιν γραμμένον στον νόμον Κυρίου, δηλαδή ένα ζεύγος τρυγόνες η δύο μικρά περιστέρια, σαν πτωχοί που ήσαν. 25 Και ιδού εζούσε εις την Ιερουσαλήμ ένας άνθρωπος, ονόματι Συμεών. Και ο άνθρωπος αυτός ήτο δίκαιος και ευλαβής και επερίμενε να έλθη λύτρωσις και παρηγορία στον λαόν του Ισραήλ με την έλευσιν του Χριστού, όπως είχαν προείπει αι Γραφαί, και Πνεύμα Αγιον ήτο εις αυτόν· 26 και του είχεν αποκαλυφθή από το Αγιον Πνεύμα ότι δεν θα απέθνησκεν, πριν ίδη εκείνον, τον οποίον ο Θεός θα έχριε Σωτήρα και βασιλέα του κόσμου. 27 Και κατά παρακίνησιν του Αγίου Πνεύματος ήλθεν στον ναόν. Και όταν οι γονείς έφεραν το παιδίον Ιησούν στον ναόν να κάμουν δι’ αυτό ο,τι ώριζεν ο νόμος δια τα πρωτότοκα, 28 τότε και αυτός ο Συμεών εδέχθη εις τας αγκάλας του το παιδίον, εδοξολόγησε τον Θεόν και είπε· 29 “τώρα πλέον με απολύεις εμέ τον δούλον σου να φύγω από τον κόσμον αυτόν, Δεσπότα, ειρηνικός και χαρούμενος, σύμφωνα με τον λόγον που μου είπες, 30 διότι είδαν τα μάτια μου τον Χριστόν, ο οποίος θα φέρη την σωτηρίαν, 31 την οποίαν συ έχεις ετοιμάσει, δια να την ίδουν όλοι οι λαοί της γης. 32 Φως πνευματικόν, που θα φανερώση εις τα έθνη τον αληθινόν Θεόν και την δόξαν του λαού σου Ισραήλ, αφού από αυτόν τον λαόν κατά το ανθρώπινον προέρχεται ο Χριστός”. 33 Και ο Ιωσήφ και η μητέρα του παιδίου συνεχώς εθαύμαζαν δι’ όσα ελέγοντο περί του παιδίου. 34 Και ευλόγησεν αυτούς ο Συμεών και είπε προς την Μαρίαν την μητέρα του παιδίου· “ιδού αυτός θα γίνη αιτία να πέσουν και να αναστηθούν πολλοί στον Ισραήλ, (θα πέσουν εκείνοι που δεν θα πιστεύσουν, θα αναστηθούν και θα λυτρωθούν εκείνοι που θα πιστεύσουν). Και θα γίνη αυτός σημείον αντιλογίας μεταξύ των ανθρώπων. 35 Και την ιδικήν σου μητρικήν καρδίαν θα διαπεράση η ρομφαία του πόνου, όταν ίδης τον υιόν σου να πάσχη δια την σωτηρίαν των ανθρώπων. Ολα δε αυτά θα γίνουν, δια να φανερωθούν οι μυστικοί διαλογισμοί και απόκρυφοι πόθοι πολλών καρδιών”. 36 Υπήρχε δε εις τα Ιεροσόλυμα και κάποια προφήτις, ονόματι Αννα, θυγάτηρ του Φανουήλ, από την φυλήν Ασήρ· αυτή ήτο πολύ προχωρημένη εις την ηλικίαν της και είχε ζήσει επτά έτη μετά του ανδρός της, από την ημέρα που ως παρθένος είχεν υπανδρευθή αυτόν. 37 Και αυτή ήτο χήρα, ογδοήκοντα τεσσάρων περίπου ετών, η οποία δεν απεμακρύνετο από τον Ιερόν περίβολον του ναού, λατρεύουσα νύκτα και ημέραν τον Θεόν με νηστείας και προσευχάς. 38 Και αυτή εκείνη την ώραν, αφού είδε το παιδίον, εδοξολογούσε τον Κυριον και έλεγε περί αυτού εις όλους τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ, που επερίμεναν την λύτρωσίν των από τα δεινά και την καταδίκην της αμαρτίας. 39 Και αμέσως, όταν ο Ιωσήφ και η Μαρία εξετέλεσαν όλα όσα ο νόμος του Κυρίου ώριζε, επέστρεψαν εις την Γαλιλαίαν, εις την πατρίδα των την Ναζαρέτ. 40 Το δε παιδίον ηύξανε κατά το σώμα και ισχυροποιείτο πολύ κατά το πνεύμα και επληρούτο από σοφίαν, την οποίαν εις αυτό μετέδιδεν, καθόσον επροχωρούσε η ηλικία του, η ενωμένη με αυτό θεία του φύσις. Και χάρις Θεού ήτο εις αυτό, η οποία το επροφύλασσε αμόλυντο από κάθε αμαρτίαν, το καθωδηγούσε δε και το ενίσχυε προς κάθε αρετήν.
*******************************************************
ΚΥΡΙΑΚΗ 2 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2020
Η ΥΠΑΠΑΝΤΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ
(Λουκ. β΄ 22-40) (Εβρ. ζ΄ 7-17)
Θεία προϋπάντηση
«ανήγαγον αυτόν εις Ιεροσόλυμα παραστήσαι τω Κυρίω»
Σήμερα η Εκκλησία τιμά τη μεγάλη εορτή της Υπαπαντής του Κυρίου. Χαρακτηρίζεται και ως Δεσποτική, αφού αναφέρεται στην αφιέρωση του θείου Βρέφους στον Θεό, αλλά και Θεομητορική, γιατί μέσα από το περιεχόμενό της η Παναγία εμφανίζεται να τελεί όσα προνοεί ο Νόμος. Η προσαγωγή του Κυρίου στο Ναό, όπως όριζαν οι Μωσαϊκές διατάξεις για τα τεσσαρακονθήμερα βρέφη, αναδεικνύει και το πρόσωπο που τον υποδέχθηκε, δηλαδή τον δίκαιο Συμεών. Πρόκειται, όπως πληροφορούμαστε, για άνθρωπο «δίκαιο και ευλαβή», φωτισμένο από τον Θεό. Το Πνεύμα το Άγιο του έδωσε την θεία πληροφορία ότι δεν θα έφευγε από τον παρόντα κόσμο «πριν ή ίδη τον Χριστόν Κυρίου». Πραγματικά, αξιώνεται να τον βαστάξει στις αγκάλες του. Δίνει την ευλογία του στην Παναγία Μητέρα, το μνήστορα, αλλά και το ίδιο το παιδίον. Βέβαια, δεν είχε ανάγκη ο Χριστός από την ευλογία του Συμεών. Αντίθετα, ο πρεσβύτης είχε ανάγκη να δεχθεί τις ευλογίες του Ιησού. Ο Θεάνθρωπος βλέπουμε να ταπεινώνεται μπροστά στο πλάσμα του. Έτσι, η μεγάλη εορτή της Υπαπαντής αποτελεί άλλη μια έκφραση της ταπείνωσης του ίδιου του Θεού και της ανάδειξης της ως της κατ’ εξοχή οδού σωτηρίας.
Η «παράσταση» του μόλις σαράντα ημερών θείου Βρέφους στον Θεό, συνιστά ουσιαστικά προαναγγελία για την πλήρη και ολοκληρωτική αφιέρωση του Κυρίου στο θέλημα του Θεού. Βλέπουμε μάλιστα να τελεσιουργείται στην εκούσια σταυρική θυσία του, κατά την οποία ο Χριστός «παρέστησεν εαυτόν θυσίαν ζώσαν αγίαν ευάρεστον τω Θεώ» για τη σωτηρία του ανθρώπου.
Η μαρτυρία του Συμεών
Ανεβαίνοντας, λοιπόν, η αγία οικογένεια στο ναό συνάντησε τον Συμεών και την προφήτιδα Άννα. Ο Συμεών περιγράφεται να είναι δίκαιος και ευλαβής, περιμένοντας διακαώς την έλευση του Μεσσία. Ήταν σίγουρος από τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος ότι «μη ιδείν θάνατον πρίν ή ίδη τον Χριστόν Κυρίου». Ο Συμεών δεν δυσκολεύεται ν’ αναγνωρίσει στο πρόσωπο του θείου Βρέφους τον αναμενόμενο Μεσσία. «Αγκαλίζεται χερσίν, τον του Νόμου ποιητήν και Δεσπότην του παντός». Εκείνον που, σύμφωνα με την υμνολογία, «οι άνω λειτουργοί τρόμω λιτανεύουσι, κάτω νυν ο Συμεών αγκαλίζεται χερσί».
Σ’ αυτή την προϋπάντηση (δηλαδή υπαπαντή), παραπέμπει η μεγάλη σημερινή εορτή. Γιατί ακριβώς, στο πρόσωπο του Συμεών η ζωή του κτιστού δημιουργήματος πλημμυρίζει από την άκτιστη ζωή και χάρη του θείου Βρέφους. Καταξιώνεται, λοιπόν, ο Συμεών ανώτερων μεγαλείων της θείας ευλογίας.
Με την ευλογία του ο Συμεών, έδωσε τη δική του μαρτυρία – προφητεία για το μέλλον του θείου Βρέφους: α) ο Χριστός με την παρουσία του στον κόσμο θα γίνει αιτία «εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ», β) ο Χριστός θα είναι «σημείον αντιλεγόμενον» και γ) η καρδιά της Παναγίας θα δεχθεί την μαχαιριά με τον εκούσιο σταυρικό θάνατο του «Υιού και Θεού» της.
Η επαλήθευσή της
Η προφητική αυτή μαρτυρία βρίσκει πλήρως την επαλήθευσή της, όχι μόνο τότε αλλά και μέχρι σήμερα. Η πτώση του ανθρώπου αποκαλύπτεται από την εκ μέρους του ανθρώπου απόρριψη της προσφερόμενης αγάπης του Θεού. Η ανάσταση αναφέρεται στους ανθρώπους που έχουν την ευλογία ν’ αποδέχονται στη ζωή τους πλήρως το σωτήριο μήνυμα του Κυρίου. Πρόκειται για τις περιπτώσεις εκείνες που τα αναστάσιμα βιώματα από τη νέκρα της αμαρτίας και η δυνατότητα μετοχής στην αιώνια ζωή, αναδεικνύονται τρόπος ζωής. Στις συχνότητες του προφητικού λόγου του Συμεών κινείται και η διαπίστωση του αποστόλου Παύλου: «Οίς μεν οσμή θανάτου εις θάνατον, οις δε οσμή ζωής εις ζωήν» (Β΄ Κορ. β΄ 16). Το σκηνικό της Υπαπαντής συμπληρώνει και η παρουσία της προφήτιδας Άννας, η οποία «ανθωμολογείτο τω Κυρίω», δηλαδή ευχαριστούσε και δοξολογούσε τον Θεό για όλα αυτά τα θεία μεγαλεία που την καταξίωσε να βιώσει. Έδινε κι εκείνη τη δική της μαρτυρία σε όλους όσους ανέμεναν την σωτηρία και κατοικούσαν στην Ιερουσαλήμ.
Αγαπητοί αδελφοί, με την εορτή της Υπαπαντής η Εκκλησία προσκαλεί όλους να εγκολπωθούν τα σωτήρια μηνύματά της. Αυτά τα βαθύτερα μηνύματα ξεπροβάλλουν και μέσα από την υμνολογία της εορτής, μεταγγίζοντας στον άνθρωπο ουράνια ευλογία. Το μεγάλα γεγονότα που αναδεικνύονται στο όλο σκηνικό της Υπαπαντής του Κυρίου, βοηθούν τον άνθρωπο να προϋπαντήσει και ν’ αποδεχθεί τη δωρεά της χάριτος του Θεού, αισθανόμενος την ευδοκία του Χριστού να «ανακλίνεται» στην αγκάλη του Συμεών και παρακαλώντας ακατάπαυστα: «ημάς τους υμνούντας σε, της των παθών τυραννίδος ανακαλούμενος ρύσαι και σώσον τας ψυχάς ημών».
Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος