Το φως στον νέο Καθεδρικό Ναό
Άγιος παππούλης, πριν από μερικές δεκαετίες, συμμετείχε στη χειροτονία ενός πνευματικού του τέκνου. Τότε εμφανίστηκαν τα πρώτα βίντεο, τα οποία για να δουλέψουν, χρειάζονταν πολύ δυνατά φώτα. Πολλοί θρησκευόμενοι τότε δεν έκρυβαν τη δυσφορία τους, για την «παρενόχληση» του μυστηρίου από «ενοχλητικούς» κινηματογραφιστές. Ο άγιος παππούλης, ο οποίος γνώριζε εμπειρικά τις ιδιότητες του Ακτίστου Φωτός, μίλησε με ενθουσιασμό για το ισχυρό φως, το οποίο κτυπούσε την εικόνα του Χριστού και φώτιζε το πρόσωπο του Θεανθρώπου. Ο άγιος άνθρωπος έβλεπε τη θετική πλευρά του φωτός και δεν ενοχλήθηκε καθόλου από την όποια ακαταστασία, προκαλούσε ο κινηματογραφιστής, στην προσπάθειά του να έχει καλή εικόνα και ήχο, με τις «πρωτόγονες», σε σχέση με το σήμερα, κινηματογραφικές μηχανές.
Ο αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος, ο οποίος κατάφερε με το καλό του πείσμα, να ανεγείρει τον νέο περικαλλή καθεδρικό ναό του Αποστόλου Βαρνάβα, αποκάλυψε ότι έδωσε εντολές στον κύπριο αρχιτέκτονα, πριν από τον σχεδιασμό του ναού, ο χώρος να έχει άπλετο φως και ο πιστός από όποια πόρτα και να εισέλθει, να μπορεί να βλέπει όλο τον ναό. Μάλιστα, προχώρησε σε ακόμη ένα βήμα, λέγοντας ότι δεν θα τοποθετηθούν ψηφιδωτά σε όλο τον ναό, ώστε να υπάρχουν άσπροι τοίχοι, οι οποίοι να φωτίζουν τον χώρο. Και σήμερα μερικοί θα πουν ότι η θεολογία του χώρου απαιτεί να υπάρχουν τοιχογραφίες σε όλο τον ναό. Ωστόσο, όπως και για όλους τους κανόνες των Ιερών Συνόδων, ένας είναι ο υπέρτατος κανόνας, «ό,τι δόξει τω προεστώ», δηλαδή υπερισχύει ο κανόνας της αγιότητας. Στο πλαίσιο αυτό, γίνονται αποδεκτά, αν και ξενίζουν, τα περίεργα σχήματα σε ορθόδοξους ναούς και οι εικόνες ξένες προς τη βυζαντινή τεχνοτροπία, κυρίως σε ναούς εκτός του ελληνισμού.
Η δημοσιογράφος Άννα Ανδρέου από την Κωνσταντινούπολη, κατέγραψε πρόσφατα το αρχιτεκτονικό μυστικό της Αγιάς Σοφιάς, όπως το εμπνεύστηκαν οι γεωμέτρες, όπως ονομάζονταν τότε οι αρχιτέκτονες, ο Ανθέμιος από τις Τράλλεις και ο Ισίδωρος από τη Μίλητο. Σχεδίασαν τον ναό με τέτοιο τρόπο, ώστε μία φορά τον χρόνο, το πρώτο φως της αυγής, μετά τη μεγαλύτερη νύχτα του χειμώνα, δηλαδή στις 21 Δεκεμβρίου, να μπαίνει μέσα στον θαυμαστό ναό, από το παραθυράκι του ιερού βήματος, πάνω από την αγία τράπεζα. Η ζωγράφος Όλγα Αλεξοπούλου ανέφερε στην Άννα Αντρέου ότι «ο διαμήκης άξονας σχεδιάστηκε έτσι ώστε να συμπίπτει με την ανατολή του χειμερινού ηλιοστασίου, ένα σύμβολο φωτός στην καρδιά του σκότους». Σύμφωνα με την παράδοση οι Ρώσοι ασπάστηκαν την Ορθοδοξία, παρακολουθώντας μια λειτουργία στον ναό της του Θεού Σοφίας. Συγκλονίστηκαν πρώτα από το φως, όπως έμπαινε από τα παράθυρα του τρούλου και ακολούθως από την όλη τελετουργία.
Ο νέος καθεδρικός ναός αποτελεί ουσιαστικά ένα αρχιτεκτονικό και καλλιτεχνικό άλμα στην ορθόδοξη παράδοση της Εκκλησίας της Κύπρου, αφού δεν υπάρχει προηγούμενό του, ίσως και σε παγκόσμιο επίπεδο. Συνδυάζει τον εγγεγραμμένο σταυροειδή τύπο ναού, τον αμιγώς δηλαδή βυζαντινό, μαζί με τύπο της ροτόντας. Επιπλέον στον ναό, συμπλέκουν τεχνοτροπίες από πολλά ορθόδοξα μέρη, καθιστώντας τον πρότυπο, ίσως και παγκοσμίως. Το τέμπλο, οι εικόνες και τα καντήλια φιλοτεχνήθηκαν από κύπριους δημιουργούς. Τους αδελφούς Αγριδιώτη, τον μοναχό Δομέτιο, τον Αδάμο Αδάμου, τον Μάριο και Γεώργιο Σταυρινού, τον Μιχαήλ Σιάλο και τον Ηλία Νούση. Οι πολυέλεοι αγοράστηκαν από την Τσεχία, οι καμπάνες από την Πολωνία, οι μαρμάρινες διακοσμήσεις και τα πατώματα από την Ελλάδα και τα ψηφιδωτά και οι υαλογραφίες (βιτρώ) από τη Ρουμανία. Μάλιστα, το ψηφιδωτό της Παναγίας της Βρεφοκρατούσας, στην αψίδα του Αγίου Βήματος, προέρχεται από τον ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στη Νίκαια της Βιθυνίας και συνδέει την Κύπρο με την αλησμόνητη Μικρά Ασία. Ακόμη οι δωρητές προέρχονται από διάφορες χώρες, όπως βεβαίως και οι εργάτες, οι οποίοι συνέβαλαν στην ανοικοδόμηση.
Ο νέος καθεδρικός ναός αποτελεί ένα κόσμημα για την περιοχή της παλιάς Λευκωσίας και σίγουρα θα καθίσταται σημείο αναφοράς, όχι μόνο για τους κύπριους πιστούς, αλλά και για τους «ψαγμένους» τουρίστες. Είναι ίσως το πρώτο, νέο μεγάλο έργο στην πρωτεύουσα, το οποίο «πατά» στην παράδοση και κάνει ένα «άλμα» στο μέλλον. Κάτι το οποίο δεν μπόρεσε να πετύχει το διπλανό νέο δημαρχείο της Λευκωσίας, το οποίο σε «πλακώνει» με το σχήμα και τον όγκο του. Ο χρόνος φυσικά θα αναδείξει την αξία των δύο οικοδομημάτων, όπως ανέδειξε αμφιλεγόμενα κατασκευάσματα σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Πέρα από όλα αυτά, ο νέος καθεδρικός ναός, σε σχέση με τον παλαιό πλέον καθεδρικό ναό, σίγουρα δεν μπορεί να φθάσει, ούτε και να αγγίξει, τη μυστηριακή ομορφιά, την υπέρλογη κατάνυξη, αλλά και την ευωδία της αγιότητας, η οποία αναδύεται και πλημμυρίζει την ταπεινή εκκλησία του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου.
Του Παναγιώτη Καπαρή
Πηγή: kaparispan.blogspot.com