Ευαγγέλιο Αγίου Πρωτομάρτυρος και Αρχιδιακόνου Στεφάνου
Πρωτ. Κωνσταντίνου Λ. Κωνσταντίνου
Θεολόγου
(Ματθ. κα΄, 33 – 42)
Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· ἄνθρωπός τις ἦν οἰκοδεσπότης, ὅστις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα καί φραγμόν αὐτῶ περιέθηκε καί ὤρυξεν ἐν αὐτῷ ληνόν καί ὠκοδόμησεν πύργον, καί ἐξέδοτο αὐτόν γεωργοῖς, καί ἀπεδήμησεν. 34 ὅτε δέ ἤγγισεν ὁ καιρός τῶν καρπῶν, ἀπέστειλε τούς δούλους αὐτοῦ πρός τούς γεωργούς λαβεῖν τούς καρπούς αὐτοῦ. 35 καί λαβόντες οἱ γεωργοί τους δούλους αὐτοῦ ὅν μέν ἔδειραν, ὅν δέ ἀπέκτειναν, ὅν δέ ἐλιθοβόλησαν. 36 πάλιν ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους πλείονας τῶν πρώτων, καί ἐποίησαν αὐτοῖς ὠσαύτως. 37 Ὕστερον δέ ἀπέστειλε πρός αὐτούς τόν υἱόν αὐτοῦ λέγων· ἐντραπήσονται τόν υἱόν μου. 38 Οἱ δέ γεωργοί ἰδόντες τόν υἱόν εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτος ἐστιν ὁ κληρονόμος· δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτόν καί κατάσχωμεν τήν κληρονομίαν αὐτοῦ. 39 Καί λαβόντες αὐτόν ἐξέβαλον ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος καί ἀπέκτειναν. 40 Ὅταν οὖν ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς ἐκείνοις; 41 Λέγουσιν αὐτῷ· Κακούς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς, καί τόν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς, οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τούς καρπούς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν. 42 Λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Οὐδέποτε ἀνέγνωτε ἐν ταῖς γραφαῖς, λίθον ὅν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλήν γωνίας· παρά Κυρίου ἐγένετο αὔτη, καί ἔστι θαυμαστή ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν;
Μέσα στό ἑορταστικό κλίμα τῶν ἡμερῶν τοῦ Ἁγίου Δωδεκαημέρου ξεχωρίζει ἡ ἑορτή τοῦ Ἁγίου Πρωτομάρτυρα καί Ἀρχιδιακόνου Στεφάνου. Στήν εὐφορία καί χαρά πού προκαλοῦν τά γεγονότα τῆς γέννησης τοῦ Θείου βρέφους προβάλει σάν μία ἀντίθεση, ἡ μαρτυρική του παρουσία. Μέ τόν ὁμολογιακό του λόγο μπροστά στό συνέδριο τῶν Ἰουδαίων προσπαθεῖ νά μᾶς ἐπαναφέρει, λίγο ἀνώμαλα, στήν πραγματικότητα τοῦ κόσμου τούτου. Τό μαρτυρικό διά λιθοβολισμοῦ, τέλος του, εἶναι μία ἀφύπνιση ἀπό τόν ὀνειρικό κόσμο πού μπορεῖ εὔκολα νά δημιουργήσει ἡ φαντασία μας. Ἔρχεται νά δώσει τήν ἀληθινή διάσταση τοῦ ἀγγελικοῦ μηνύματος «δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καί ἐπί γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκ. β΄,14) πού ἀκούστηκε τή νύχτα τῶν Χριστουγέννων.
Ἐκτός ἀπό τούς ὕμνους, τό συναξάρι καί ὅλα ὅσα ἀκούγονται στήν ἀκολουθία τῆς ἡμέρας, ἰδιαιτέρως τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς θείας Λειτουργίας, μᾶς παρουσιάζει τήν πορεία τῆς Θείας οἰκονομιας γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ὅλα ὅσα ἔκανε ὁ Χριστός γιά νά δώσει στό δημιούργημα Του, τόν ἄνθρωπο, τήν ὁδό τῆς σωτηρίας. Ἡ Παραβολή τοῦ γεωργοῦ ὁ ὁποῖος φύτεψε ἀμπελῶνα, οὐσιαστικά εἶναι μία ὁμολογία τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ, γιά τίς προσπάθειες ἐπικοινωνίας πού ἔκανε μέ τό ἀνθρώπινο γένος καί ἰδιαίτερα μέ τόν Ἰουδαϊκό λαό. Ὁ Ἱερός Χρυσόστομος ὀνομάζει τήν παραβολή αὐτή ὡς ἡ «παραβολή τῶν κακῶν γεωργῶν». Μετά τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων δέν ἐγκατέλειψε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο, οὔτε τόν παρέδωσε στή φθορά καί τόν θάνατο, ἀλλά ἔκανε τό πᾶν γιά νά ἐπανέλθει σέ ἐπίγνωση τοῦ δημιουργοῦ τοῦ Θεοῦ καί νά καταλάβει τήν πρό τῆς πτώσεως θέση καί παραδείσια κατάσταση. Λέει λοιπόν στήν παραβολή: ἕνας ἄνθρωπος οἰκοδεσπότης φύτεψε ἀμπέλι καί ὕψωσε γύρω ἀπό αὐτό ἕνα φράκτη καί ἔσκαψε μέσα σέ αὐτό ἕνα πατητήρι καί μία δεξαμενή καί ἔκτισε πύργο, γιά νά μένουν οἱ ἐργάτες καί οἱ φύλακες· ἐμπιστεύτηκε αὐτό σέ κάποιους γεωργούς καί ἀνεχώρησε σέ ἄλλη χώρα. Ὅταν ἔφτασε ὁ καιρός τοῦ τρύγου, ἔστειλε τούς δούλους του στούς γεωργούς, γιά νά πάρουν τούς καρπούς πού αὐτός δικαιούταν. Οἱ γεωργοί, ὅμως, ἦταν μοχθηροί καί ἄπληστοι. Συνέλαβαν τούς δούλους, ἄλλον ἔδειραν, ἄλλον σκότωσαν καί ἄλλον λιθοβόλησαν. Πάλι ὁ οἰκοδεσπότης ἔστειλε ἄλλους δούλους, περισσοτέρους ἀπό τούς πρώτους καί ἔκαμαν καί σέ αὐτούς τά ἴδια. Τέλος ἔστειλε τόν υἱό του, ἐλπίζοντας πώς θά ντραποῦν τουλάχιστον τό παιδί του. Οἱ γεωργοί ὅμως, ὅταν τόν εἶδαν, εἶπαν μεταξύ τους: ‘’Αὐτός εἶναι ὁ κληρονόμος· ἐλᾶτε, νά τόν σκοτώσουμε καί νά πάρουμε ἐμεῖς τήν κληρονομιά του. Και ἀφοῦ τόν συνέλαβαν, τόν ἔβγαλαν ἔξω ἀπό τό ἀμπέλι καί ἐκεῖ τόν σκότωσαν. Σέ ὑπομνηματισμό τῶν ἐδαφίων Ματθ. κα΄, 33-42 σχολιάζει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Ὅταν οὖν ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς ἐκείνοις; (:Μετά ἀπό τή διήγηση τῆς παραβολῆς ρώτησε ὁ Χριστός τούς ἀρχιερεῖς καί πρεσβυτέρους τοῦ λαοῦ: “ὅταν λοιπόν ἔλθει ὁ κύριος τοῦ ἀμπελώνα, τί θά κάμει στούς γεωργούς ἐκείνους;). Λέγουσιν αὐτῷ· κακούς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς, καί τόν ἀμπελώνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς, οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τούς καρπούς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν» Καί αὐτοί τοῦ ἀπάντησαν: “τόσο κακοί πού ὑπῆρξαν, μέ τόν χειρότερο θάνατο θά τούς ἐξολοθρεύσει καί θά ἐμπιστευτεῖ σέ ἄλλους γεωργούς τόν ἀμπελώνα, οἱ ὁποῖοι θά δώσουν σέ αὐτόν τούς ὀφειλόμενους καρπούς στήν κατάλληλη ἐποχή”). «Λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· οὐδέποτε ἀνέγνωτε ἐν ταῖς γραφαῖς, λίθον ὅν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλήν γωνίας· παρά Κυρίου ἐγένετο αὔτη, καί ἔστι θαυμαστή ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν;» Λέγει σέ αὐτούς ὁ Ἰησοῦς: “Οὐδέποτε λοιπόν διαβάσατε στίς Γραφές: «λίθο, [δηλαδή Ἐμένα], τόν ὁποῖο ἀπέρριψαν ὡς ἀκατάλληλο οἱ χτίστες, [ἐσεῖς, δηλαδή, οἱ οἰκοδόμοι τοῦ λαοῦ, οἱ Ἰουδαῖοι], ἔγινε ἀκρογωνιαῖος λίθος στήν πνευματική οἰκοδομή τοῦ Θεοῦ, [δηλαδή στήν Ἐκκλησία] ἡ ὁποία ἔγινε παρά τοῦ Θεοῦ καί εἶναι ἀξιοθαύμαστη στούς ὀφθαλμούς μας;» Τονίζει ὁ ἱερός πατήρ πώς ὁ Χριστός ἦλθε καί οἱ συμπατριῶτες του Ἰουδαῖοι, ὄχι μόνο δέν τόν ἀναγνώρισαν ἀλλά τόν σταύρωσαν καί θεληματικά ἀνάλαβαν τήν εὐθύνη γιά τόν θάνατό Του, σάν νά ἦταν ὁ χειρότερος κακοῦργος τῶν αἰώνων. «Καί ἀποκριθεῖς πᾶς ὁ λαός εἶπε· τό αἷμα αὐτοῦ ἐφ’ ἡμᾶς καί ἐπί τά τέκνα ἡμῶν» (Ματθ. κζ΄,25).
Ὁ Ἅγιος πρωτομάρτυρας Στέφανος εἶναι ἐκφραστής τοῦ λόγου τοῦ Χριστοῦ «εἰ ἐμέ ἐδίωξαν, καί ὑμᾶς διώξουσιν» (Ἰωάν. ιε΄, 20). Παρουσιάζεται μπροστά μας σάν ὁ τέλειος μάρτυρας πού θεληματικά ἀνέλαβε νά μιμηθεῖ τόν Χριστό. Λάτρευε τόν Θεό μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς του καί ἐπιδόθηκε στή διακονία τῶν πτωχῶν ἀδελφῶν του. Φθονήθηκε καί ἀποδοκιμάστηκε καί αὐτός ἀπό τούς συμπατριῶτες του. Ὁμολόγησε μέ παρρησία μπροστά στό Ἰουδαϊκό συνέδριο πώς αὐτοί εἶναι ὑπεύθυνοι γιά τόν θάνατο τοῦ Χριστοῦ ὅπως καί ὅλων τῶν προφητῶν «τίνα τῶν προφητῶν οὐκ ἐδίωξαν οἱ πατέρες ὑμῶν; καί ἀπέκτειναν τούς προκαταγγείλαντας περί τῆς ἐλεύσεως τοῦ δικαίου, οὗ νῦν ὑμεῖς προδόται καί φονεῖς γεγένησθε· οἵτινες ἐλάβετε τόν νόμον εἰς διαταγάς ἀγγέλων, καί οὐκ ἐφυλάξατε» (Πράξ. ζ΄, 52). Καταδικάστηκε μέ ψευδομαρτυρίες καί θανατώθηκε ἔξω τῆς πόλεως μέ φρικτό τρόπο, διά λιθοβολισμοῦ. Ἡ ἀγαπῶσα τόν Κύριο καρδία του εἶχε τή δύναμη νά συγχωρέσει ἀκόμη καί τούς δημίους του πού μέ λύσσα τόν κτυποῦσαν. Ἀφοῦ ἀξιώθηκε νά δεῖ τή δόξα τοῦ Θεοῦ, «θείς δέ τά γόνατα ἔκραξε φωνῇ μεγάλῃ· Κύριε, μή στήσῃς αὐτοῖς τήν ἁμαρτίαν ταύτην. καί τοῦτο εἰπών ἐκοιμήθη» (Πράξ. ζ΄, 60).
Εἶναι μέ τή ζωή καί τό μαρτύριό του παράδειγμα πρός μίμηση γιά ὅλους ὅσους καλούμαστε «χριστιανοί». Ἐπιβεβαιώνει τή μεγάλη ἀλήθεια πού προανήγγειλε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στόν μαθητή του Τιμόθεο: «πάντες δέ οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ διωχθήσονται» (Β΄ Τιμ. γ΄, 12). Μᾶς ὑπενθυμίζει πώς ἡ πνευματική ζωή θέλει ἀγώνα. Ἔχει ἀγωνία καί κόπο πολύ. Οἱ χριστιανοί ὡς κληρονόμοι τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ ὁπωσδήποτε θά γευτοῦμε πίκρες, εἰρωνεῖες, περιφρονήσεις, διωγμούς· «ἐν τῷ κόσμῳ θλίψιν ἔξετε» (Ἰωάν. ιστ΄, 33). Θά βρεθοῦμε σέ φοβερά διλήμματα. Ἴσως ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως νά κοστίσει τήν ἄνεση, τήν καλοπέρασή μας, ἀκόμη καί τήν ἴδια τή ζωή μας. Ἄς μήν αἰθεροβατοῦμε, ἀλλά ἐνσυνείδητα νά ἀναλάβουμε τόν καλό ἀγώνα, ἔχοντας τήν ἐλπίδα μας, «ἀφορῶντες εἰς τόν τῆς πίστεως ἀρχηγόν καί τελειωτήν Ἰησοῦν» (Ἑβρ. ιβ΄, 2). Αὐτός εἶναι πού θά μᾶς ἐνδυναμώσει σέ κάθε ἀγώνα. Αὐτός εἶναι πού θά μᾶς στηρίξει καί τέλος αὐτός εἶναι πού θά μᾶς δικαιώσει χαρίζοντάς μας τήν ἀποκάλυψη τοῦ ἑαυτοῦ Του. Θά βιώσουμε τότε τήν ἀληθινή εἰρήνη. Αὐτήν πού δοξολογικά ἀνακοίνωσαν οἱ Ἄγγελοι τή νύχτα τῶν Χριστουγέννων καί πού ἁπλόχερα χαρίζει ὁ Ἄρχων τῆς Εἰρήνης στά παιδιά Του. Μᾶς διαβεβαιώνει πώς ὅλα ὅσα ἔκανε καί ὅσα εἶπε ἕνα καί μοναδικό σκοπό εἶχαν: νά μᾶς ἀποκαλύψουν τόν ἑαυτό Του, πού εἶναι ἡ πραγματική Εἰρήνη. Αὐτό πού ζητᾶ ἡ πονεμένη ψυχή καί ἀναπαύει τόν κάθε ἄνθρωπο· «ταῦτα λελάληκα ὑμῖν ἵνα ἐν ἐμοί εἰρήνην ἔχητε» (Ἰωάν. ιστ΄, 33). Μέ τίς πρεσβεῖες τοῦ Ἁγίου Πρωτομάρτυρα Στεφάνου εἴθε νά ἀξιωθοῦμε αὐτῆς τῆς μεγάλης δωρεᾶς. Ἀμήν!
Πρώτη δημοσίευση στην ιστοσελίδα: 27.12.2023