Εἰς τήν Γέννησιν τοῦ Κυρίου

Εἰς τήν Γέννησιν τοῦ Κυρίου

+Ἀρχιμ. Γεωργίου Γρηγοριάτου

Μέσα στήν ἱερά ἀτμόσφαιρα τῆς μεγάλης δεσποτικῆς ἑορτῆς τῆς τοῦ Χριστοῦ Γεννήσεως ὁ Χριστιανός αἰσθάνεται τήν ἀνάγκη νά δοξάζη τόν Τριαδικό Θεό, τόν Πατέρα, τόν Υἱόν καί τό Ἅγιον Πνεῦμα, τήν πηγή τῆς ζωῆς, τοῦ ἁγιασμοῦ, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως τῶν ἀνθρώπων. Καί αὐτή ἡ δοξολογία γίνεται μία αἴσθησις γιά τόν ἄνθρωπο, ὅτι μετέχει στήν αἰωνιότητα τοῦ Θεοῦ, ὅτι μετέχει στή δόξα τοῦ Θεοῦ. Τό «νῦν», τό τώρα, γίνεται «ἀεί», γίνεται πάντοτε: «νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων». Γίνεται ὑπέρβασις τοῦ χρόνου.

Αὐτό τό μυστήριο ἐπιτελεῖται στήν Ἐκκλησία, ὅτι πλέον ἐκκλησιαζόμενοι, δηλαδή ζῶντες ἐν Ἐκκλησίᾳ, γινόμαστε κι ἐμεῖς κοινωνοί τῆς ἀϊδιότητος τοῦ Θεοῦ, τῆς αἰωνίου ζωῆς, τῆς ἀληθινῆς ζωῆς τῆς Ἁγίας Τριάδος. Βέβαια εἴμαστε ἀκόμη σέ χρόνο περιορισμένο, καθότι σαρκικοί ἄνθρωποι καί διότι ἀκόμη δέν ἔχουμε λυθῆ ἀπό τά δεσμά αὐτῆς τῆς προσκαίρου ζωῆς. Ἐν χάριτι ὅμως μετέχουμε, ἤδη ἀπό τοῦ παρόντος αἰῶνος, καί προγευόμεθα τόν μέλλοντα αἰώνα, τήν ἀτελεύτητο Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Καί ἄν αὐτό γίνεται σέ κάθε Θεία Λειτουργία καί κάθε ἐκκλησιαστική σύναξη, πολύ περισσότερο τήν αἴσθησι αὐτή τήν ἔχουμε ὅταν ἑορτάζουμε τά μεγάλα γεγονότα τῆς σωτηρίας, ὅπως εἶναι ἡ θεία Γέννηση τοῦ Κυρίου, τήν ὁποία ἑορτάζουμε σήμερα.

Εἴχαμε τήν αἴσθησι ἀπόψε, ὅτι ἡ Γέννηση δέν εἶναι κάτι πού ἔγινε μόνο στό παρελθόν, ἕνα ἱστορικό γεγονός, ἀλλά τρόπον τινά ὑπερβαίνοντες τόν χρόνο εἴχαμε τήν αἴσθηση ὅτι εἴμαστε καί ἐμεῖς ἐκεῖ πού ἐγεννᾶτο ὁ Κύριος καί συμμετείχαμε σ’ αὐτή τή χάρι τῆς ἀκτίστου εὐλογίας. Καί βλέπαμε τό Θεῖο Βρέφος, τήν Ἁγία Μητέρα του, τόν Δίκαιο Ἰωσήφ, τούς Ποιμένας νά προσκυνοῦν, τούς Μάγους νά προσκυνοῦν, νά προσφέρουν τά δῶρα τους, τούς Ἁγίους Ἀγγέλους νά δοξάζουν.

Καί ἐκεῖνο τό ὁποῖον αἰσθανόταν κανείς μέσα σ’ αὐτήν τήν ἀτμόσφαιρα, μέσα σ’ αὐτήν τήν εὐλογημένη καί ἁγία χοροστασία καί συναυλία, ἦταν τό αἴσθημα ὅτι ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἐπικρατοῦσε σέ ὅλη αὐτή τήν σκηνή ἦταν μία βαθειά εἰρήνη. Καί μετά, ἀκούγοντας καί τόν ἀγγελικό ὕμνο «δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καί ἐπί γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία», κατανοοῦσε πλέον ὅτι αὐτή ἡ εἰρήνη δέν εἶναι κάτι ἰδεολογικό, δέν εἶναι κάτι ψυχολογικό, ἀλλά εἶναι ἕνα δῶρο τοῦ σαρκωθέντος Θεοῦ καί τῆς χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος στόν ἄνθρωπο.

Πόσο ἔχει ἀνάγκη ὁ ἄνθρωπος ἀπό αὐτή τή βαθειά εἰρήνη. Καί αὐτή τή βαθειά εἰρήνη τήν ὀσφραινόταν κανείς αὐτή τήν ἁγία νύχτα σ’ ἐκεῖνο τό ἅγιο σπήλαιο καί σ’ ἐκείνη τήν ἁγία φάτνη τῆς Βηθλεέμ. Τί ὡραῖο πράγμα εἶναι αὐτή ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ! Τί εὐλογία μεγάλη γιά τόν ἄνθρωπο νά ζήσῃ αὐτή τήν χαριτωμένη εἰρήνη τοῦ Θεοῦ βαθειά μέσα στήν ψυχή του!

Τώρα, γιά πρώτη φορά στήν ἀνθρωπότητα, αὐτή τήν ἁγία νύχτα, ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται αὐτή τήν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ, πού τήν εἶχε χάσει ἀπό τή στιγμή τῆς παρακοῆς. Ὅταν παρήκουσε τόν Θεό, ἔχασε αὐτή τήν εἰρήνη. Τώρα τήν ξαναβρίσκει. Γι’ αὐτό οἱ Ἄγγελοι χαίρονται καί δοξάζουν τόν ἐν ὑψίστοις Θεό, διότι ὁ Ἴδιος προσφέροντας τόν Υἱό Του νά ἐνανθρωπήση, δίνει στούς ἀνθρώπους τή δυνατότητα νά συμφιλιωθοῦν καί πάλι μαζί Του, ὄντες χωρισμένοι καί ἐχθροί τοῦ Θεοῦ, καί νά ξαναγίνουν παιδιά Του, λαός Του, δικοί Του, οἰκεῖοι Του, συγκληρονόμοι τοῦ Υἱοῦ Του καί κληρονόμοι τῆς Βασιλείας Του. Καί γι’ αὐτό τώρα ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ ἀληθινά νά εἰρηνεύσῃ.

Αὐτή τήν εἰρήνη ποθοῦμε καί ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί σήμερα. Αὐτή τήν εἰρήνη ἔχει ἀνάγκη ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος. Αὐτή τήν εἰρήνη ἀπολαμβάνουμε στήν ἁγία μας Ἐκκλησία. Κάθε φορά πού θά ἐξομολογηθοῦμε, πού θά μετανοήσουμε καί θά κλαύσουμε γιά μία ἁμαρτία, πού θά προσευχηθοῦμε, πού θά ταπεινωθοῦμε, κάθε φορά πού θά ἀγαπήσουμε, πού θά συγχωρήσουμε, πού θά κοινωνήσουμε, πού θά λατρεύσουμε τόν Θεό μας, πού θά ποῦμε τήν εὐχούλα, τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον μέ τόν ἁμαρτωλόν» μέ καρδιακό πόθο, σέ κάθε τέτοια φορᾶ θά νοιώσουμε κάτι ἀπό τήν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ. Καί ὅσο κανείς προχωρεῖ στήν ἐν Χριστῷ ζωή καί στήν πνευματική ζωή, τόσο βαθυτέρα καί ἡ αἴσθηση αὐτῆς τῆς ὑπέρ νοῦν εἰρήνης τοῦ Θεοῦ καί τόσο ἡ δοξολογία τοῦ Θεοῦ μεταδίδει στόν ἄνθρωπο αὐτό τό μεγάλο δῶρο τῆς εἰρήνης.

Ἄς τόν εὐχαριστήσουμε λοιπόν, διότι τό «δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καί ἐπί γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» εἶναι πραγματικότητα γιά ὅσους πιστεύουν στόν Κύριο καί τόν δέχονται ὡς τόν εἰρηνοποιό, ὡς τόν ἄρχοντα τῆς εἰρήνης, ὡς τόν βασιλέα τῆς εἰρήνης καί τῆς ζωῆς.

Ὁ κόσμος, ὅπως ξέρετε, τοποθετεῖ τήν εἰρήνη μόνο σέ πολιτικά καί κοινωνικά ἐπίπεδα καί γίνονται διαδηλώσεις καί σωματεῖα καί ἀγῶνες γιά τήν εἰρήνη τοῦ κόσμου. Ὄχι ὅτι εἶναι κακό αὐτό, ἀλλά αὐτό δέν φθάνει γιά νά εἰρηνεύσει οὐσιαστικά τόν ἄνθρωπο. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη ἀπό αὐτή τήν ἐσωτερική εἰρήνη, τήν εἰρήνη τῆς καρδίας, τήν εἰρήνη τῆς ψυχῆς. Καί ὅταν αὐτή τήν εἰρήνη δέν τήν ἔχει, ἔστω καί ἐάν ὁ κόσμος δέν εὑρίσκεται σέ ἐμπόλεμη κατάσταση ἀλλά τά Κράτη μεταξύ τους εἰρηνεύουν, δέν μπορεῖ νά εἰρηνεύσει. Χωρίς τήν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ, αὐτή τήν ὁποία ὁ Κύριος δίνει μέ τήν ἁγία Του Γέννηση, οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἀπελπισμένοι, ζοῦν στό ἄγχος, ζοῦν στό κενό, καί μετά προσπαθοῦν μέ τά ναρκωτικά καί μέ τά ἄλλα μέσα, μέ τά ὁποία θέλουν κάποιοι νά βροῦν εἰρήνη μέσα τους, νά ξεχάσουν τήν τραγωδία τους μέσα τους.

Πόσο πονάει κανείς, ὅταν ξέρη πόση εὐτυχία εἶναι γιά τόν ἄνθρωπο αὐτή ἡ εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ καί ὅταν βλέπη καί διαπιστώνη, ὅτι σήμερα τόσοι συνάνθρωποί μας δέν γνωρίζουν ὅτι ὁ Χριστός δίνει αὐτή τήν εἰρήνη καί ὅτι γι’ αὐτό ἡ ζωή τους εἶναι ἕνα δράμα, ἕνα κενό, μία ἀπογοήτευση, μία ἔλλειψη καί μία αἴσθηση ἀποτυχίας.

Γι’ αὐτό σήμερα ἄς παρακαλέσουμε τόν Ἄρχοντα τῆς εἰρήνης, τόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό μας, νά φωτίση καί βοηθήση ὅλους μέ τήν μετάνοια καί τήν προσευχή, μέ τήν ἀγάπη καί τήν ἄσκηση, νά δεχθοῦμε τό δῶρο πού μᾶς χαρίζει σήμερα ἡ Θεία Εἰρήνη, καί νά τό ζήσουμε ἐμεῖς, ἀλλά καί νά γίνουμε ἀφορμή καί ἄλλοι ἄνθρωποι νά τό γνωρίσουν, καί ἄλλοι ἄνθρωποι νά εἰρηνεύσουν κοντά στόν Ἰησοῦ Χριστό. Καί ὁ Θεός νά βοηθήση ὅλους τους ἀνθρώπους πού ταλαιπωροῦνται σήμερα, διότι δέν γνώρισαν τήν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ, νά τήν γνωρίσουν καί νά εἰρηνεύσουν.

Σέ τέτοιες μεγάλες μέρες δέν μποροῦμε νά σκεφτόμαστε ἐγωϊστικά μόνο τόν ἑαυτό μας. Σκεφτόμαστε ὅλους τούς ἀνθρώπους πού πάσχουν, πού πονοῦν, πού δέν γνωρίζουν τόν Χριστό. Καί γι’ αὐτό, σήμερα ἰδιαιτέρως, ἡ προσευχή μας ἄς εἶναι γιά ὅλο τόν κόσμο. Ἄς παρακαλέσουμε τόν Κύριο, τό Θεῖον Βρέφος, πού παρ’ ὅλα αὐτά εἶναι ὁ Βασιλεύς τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, νά σηκώσῃ ἐκεῖνο τό εὐλογημένο χεράκι Του καί νά εὐλογήσῃ τόν κόσμο, τόν τετραπέρατο κόσμο. Νά εὐλογήσῃ ὅλους τούς λαούς τῆς γῆς, ὅλα τά ἔθνη τοῦ κόσμου. Νά εὐλογήσῃ τήν ἁγία μας Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, τήν ἁπανταχοῦ τῆς γῆς σταυρωμένη καί διωκόμενη. Νά εὐλογήσῃ τούς μάρτυρες Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, πού εἶναι στίς φυλακές καί στά στρατόπεδα συγκεντρώσεως γιά τήν ἀγάπη τοῦ Ἐσταυρωμένου Κυρίου, τοῦ σήμερον νηπιάσαντος Θεοῦ. Νά εὐλογήσῃ τούς ὑπόδουλους ἀδελφούς μας τῆς Κύπρου, τῆς Βορείου Ἠπείρου, τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί ὅπου ἀλλοῦ. Νά εὐλογήσῃ τά νιάτα μας, τά ὁποῖα σήμερα μαζί μέ ὅλους μας περνοῦν αὐτή τή μεγάλη δυσκολία τῆς ἔλλειψης προσανατολισμοῦ. Νά εὐλογήσῃ τόν Ἅγιον Ὅρος. Νά εὐλογήσῃ τή Μονή μας. Νά εὐλογήσῃ τόν κάθε ἕνα ἀπό σᾶς, ἀδελφοί μου.

Ἰδιαιτέρως ἐπικαλοῦμαι τήν εὐλογία τοῦ νηπιάσαντος Κυρίου σέ ὅλους ἐσᾶς, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, πού ἤρθατε ἀπό τόν κόσμο νά συνεορτάσουμε μαζί καί εὔχομαι νά σᾶς δώση τή Χάρι Του, τόν φωτισμό Του, τήν εἰρήνη Του, καί νά μεταφέρετε αὐτή τήν εἰρήνη μέσα στόν κόσμο πού ζῆτε, γιατί ἐσεῖς ξέρετε καλύτερα ἀπό μᾶς πόσο ἀνάγκη ἔχει σήμερα ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος ἀπό αὐτή τήν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ Κύριος νά δώσῃ τήν εὐλογία Του σέ ὅλους μας, καί νά μᾶς βοηθήσῃ νά εἴμαστε ἀντάξιοι τῆς μεγάλης δωρεᾶς, τήν ὁποία κάνει σέ ὅλους μας μέ τήν ἁγία Του Γέννηση καί Ἐνανθρώπηση.

 

[1] Ὁμιλία, πού ἔγινε στήν Τράπεζα τῆς Μονῆς κατά τήν ἑορτή τῶν Χριστουγέννων τό 1982 καί δημοσιεύτηκε στόν τόμο Ὁμιλίες σέ ἀκίνητες Δεσποτικές καί Θεομητορικές ἑορτές (τῶν ἐτῶν 1981-1991), τόμος Α’, ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 2015, σ. 52-58. Ἀναδημοσιεύεται ἀπό τήν ἱστοσελίδα http://www.imlemesou.org/index.php/psifides-pisteos-2/eortologio/3104-e-s-tin-gennisin-to-kyriou (3/10/23).

 

Πρώτη δημοσίευση στην ιστοσελίδα: 24.12.2023

Print Friendly, PDF & Email

Share this post