Του Αγίου Φανουρίου, μια νέα ενορία, κάτω από τα κλαδιά και τον καυτερό ήλιο
Η πρόσκληση ήταν παλαιά. Οι ιερείς της φυλής των Λούο προσκαλούσαν τον Επίσκοπο να επισκεφθεί μια νέα ενορία στην ανατολική πλευρά της λίμνης Βικτώριας. Εκεί, που η φύση, σε συνδυασμό με τη θάλασσα, τα βουνά, την τροπική βλάστηση, τα νησιά και τους ψαράδες δημιουργούν μια νέα εντελώς διαφορετική αίσθηση.
Επιτέλους! Ήταν αδύνατο να γίνει το ταξίδι αυτό νυχθημερόν. Χρειάστηκε μια μικρή διακοπή, διανυκτέρευση στο πουθενά και την επόμενη ξανά, συνέχεια άλλη διανυκτέρευση, αφού έπρεπε να συναντήσουμε τους πιστούς μας, μιας ακόμα νέας ενορίας, αυτή τη φορά στη φυλή των Κιψίκις και Κισί. Στο τέλος, φθάσαμε. Μείναμε ακριβώς εκεί που συναντά, κανείς, τον Δημιουργό Του και αφήνει πια να μιλήσουν τα έργα των χειρών Του. Έτσι, τη μέρα του Αγίου Φανουρίου πορευθήκαμε μέσα σε μια άνευ προηγουμένου διαδρομή. Ήλιος καυτερός, καταπράσινη η φύση με διαφορετικούς χρωματισμούς, λόγω της σπανιότητάς τους, δρόμος – φυσικά – ανύπαρκτος, σκόνη και τα παρόμοια. Χρειάστηκε αρκετός χρόνος για να προσανατολιστούμε και να βρούμε τον ακριβή προορισμό μας. Μια προηγούμενη συνεννόηση με τον ιεροσπουδαστή που οδηγούσε τη μοτοσικλέτα του, έκανε τα πράγματα ευκολότερα, για να μπορέσουμε να φθάσουμε γρηγορότερα και ασφαλέστερα. Ώρα 8.30 το πρωί. Ήδη βρισκόμαστε εκεί όπου θα τελούνταν η θεία λειτουργία, αφού ξεκινήσαμε «όρθρου βαθέως».
Οι ιερείς περίμεναν. Όλα ήταν έτοιμα. Μια πρόχειρη κατασκευή με κλαδιά και φύλλα, ξηρά και φρέσκα, κάπως κάλυπτε τη σκεπή. Όλα κανονισμένα για την ακολουθία, πρόχειρα φυσικά. Η Αγία Τράπεζα, η Πρόθεση, το πάτωμα –ας πούμε- και τα καθίσματα για τον πιστό, τον νεόφυτο λαό του Κυρίου. Μια αληθινή μυσταγωγία. Ποια σύγκριση μπορούσε να γίνει με τους καθεδρικούς ναούς των πρωτευουσών και των μεγαλουπόλεων! Εδώ παρίσταται και ευλογεί ο πανταχού παρών. Όλα έγιναν κατά την τάξη και εδώ έγινε, ακριβώς, το ίδιο μυστήριο της Θείας του Κυρίου μας συγκατάβασης. Πλούτος εσωτερικός, βαθύς, πνευματικός.
Οι άνθρωποι απλοί, μικροί και μεγάλοι, δείχνουν πόσο σίγουρη ήταν η επιλογή τους αυτή. Έψαλλαν στη δική τους διάλεκτο. Ήλθαν στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας με τάξη και κατάνυξη. Όλα λειτούργησαν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, αφού οι ιερείς, απόφοιτοι της Πατριαρχικής μας Σχολής – νεώτεροι και παλαιότεροι – είχαν γνώσεις αρκετές και μόρφωσαν τον κόσμο κατάλληλα.
Σκέφτηκα ότι δεν είχα άλλη επιλογή από το επικαλεστώ τις πρεσβείες του Αγίου της ημέρας εκείνης και ονομασθεί η νέα αυτή ενορία στο όνομά του Αγίου Φανουρίου μάρτυρος του νεοφανούς. Μια νέα ακόμη ευλογημένη πορεία μέσα στις ανεξερεύνητες βουλές του Θεού. Στηρίχθηκε ο κόσμος, αναπαύθηκαν οι ψυχές των ανθρώπων, ξεκουράστηκαν και ανάπνευσαν, έστω και με κάποια καθυστέρηση 2000 τόσων χρόνων, γνώρισαν όμως τον Χριστό, έτσι, ακριβώς, όπως Εκείνος ήλθε, μέσα στην απλότητα, την αθωότητα και τη φτώχεια.
Εκ της Ιεράς Μητροπόλως Κένυας