Αποστολικό και Ευαγγελικό ανάγνωσμα της Δ΄ Κυριακής των Νηστειών (Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος)
Αποστολικό Ανάγνωσμα: Εβρ. στ΄ 13-20
Ἀδελφοί, τῷ ᾽Αβραὰμ ἐπαγγειλάμενος ὁ Θεός, ἐπεὶ κατ᾽ οὐδενὸς εἶχε μείζονος ὀμόσαι, ὤμοσε καθ᾽ ἑαυτοῦ, λέγων· ἦ μὴν εὐλογῶν εὐλογήσω σε καὶ πληθύνων πληθυνῶ σε· καὶ οὕτω μακροθυμήσας ἐπέτυχε τῆς ἐπαγγελίας. Ἄνθρωποι μὲν γὰρ κατὰ τοῦ μείζονος ὀμνύουσι, καὶ πάσης αὐτοῖς ἀντιλογίας πέρας εἰς βεβαίωσιν ὁ ὅρκος· ἐν ᾧ περισσότερον βουλόμενος ὁ Θεὸς ἐπιδεῖξαι τοῖς κληρονόμοις τῆς ἐπαγγελίας τὸ ἀμετάθετον τῆς βουλῆς αὐτοῦ, ἐμεσίτευσεν ὅρκῳ, ἵνα διὰ δύο πραγμάτων ἀμεταθέτων, ἐν οἷς ἀδύνατον ψεύσασθαι Θεόν, ἰσχυρὰν παράκλησιν ἔχωμεν οἱ καταφυγόντες κρατῆσαι τῆς προκειμένης ἐλπίδος· ἣν ὡς ἄγκυραν ἔχομεν τῆς ψυχῆς ἀσφαλῆ τε καὶ βεβαίαν καὶ εἰσερχομένην εἰς τὸ ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος, ὅπου πρόδρομος ὑπὲρ ἡμῶν εἰσῆλθεν ᾽Ιησοῦς, κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδὲκ, Ἀρχιερεὺς γενόμενος εἰς τὸν αἰῶνα.
Απόδοση στη Νεοελληνική
Διότι ὅταν ὁ Θεὸς ἔδωκε ὑπόσχεσιν εἰς τὸν Ἀβραάμ, ὡρκίσθηκε εἰς τὸν ἑαυτόν του, ἀφοῦ δὲν εἶχε ἄλλον μεγαλύτερον εἰς τὸν ὁποῖον νὰ ὁρκισθῇ, καὶ εἶπε, Ἀλήθεια, θὰ σὲ ὑπερευλογήσω καὶ θὰ σὲ ὑπερπληθύνω, καὶ ἔτσι ὁ Ἀβραάμ, μὲ τὴν ὑπομονήν του, ἔλαβε τὴν ὑπόσχεσιν. Οἱ ἄνθρωποι ὁρκίζονται εἰς κάποιον ποὺ εἶναι μεγαλύτερος καὶ ὁ ὅρκος θέτει δι’ αὐτοὺς τέρμα εἰς κάθε ἀμφισβήτησιν καὶ δίνει ἐπιβεβαίωσιν. Ἔτσι καὶ ὅταν ὁ Θεὸς ἤθελε νὰ δείξῃ σαφέστερα εἰς τοὺς κληρονόμους τῆς ὑποσχέσεως τὸ ἀμετάβλητον τῆς ἀποφάσεώς του, τὴν ἐγγυήθηκε μὲ ὅρκον, ὥστε, διὰ δύο πραγμάτων ἀμεταβλήτων διὰ τὰ ὁποῖα εἶναι ἀδύνατον νὰ ἀποδειχθῇ ὁ Θεὸς ψεύτης, ἐμεῖς, ποὺ καταφύγαμεν εἰς αὐτόν, νὰ ἔχωμεν μεγάλην ἐνθάρρυνσιν νὰ κρατήσωμεν σφιχτὰ τὴν ἐλπίδα ποὺ εἶναι ἐνώπιόν μας. Τὴν ἐλπίδα αὐτὴν τὴν ἔχομεν σὰν ἄγκυραν τῆς ψυχῆς, ἀσφαλῆ καὶ βεβαίαν, ἡ ὁποία μπαίνει μέσα, πίσω ἀπὸ τὸ καταπέτασμα, ὅπου ἐμπῆκε πρὸς χάριν μας ὁ Ἰησοῦς, ἀφοῦ ἔγινε ἀρχιερεύς, αἰώνιος κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ.
Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Μάρκ. θ΄ 17-31
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ γονυπετῶν αὐτῷ καὶ λέγων· Διδάσκαλε, ἤνεγκα τὸν υἱόν μου πρὸς σέ, ἔχοντα πνεῦμα ἄλαλον. καὶ ὅπου ἂν αὐτὸν καταλάβῃ, ῥήσσει αὐτόν, καὶ ἀφρίζει καὶ τρίζει τοὺς ὀδόντας αὐτοῦ, καὶ ξηραίνεται· καὶ εἶπον τοῖς μαθηταῖς σου ἵνα αὐτὸ ἐκβάλωσι, καὶ οὐκ ἴσχυσαν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς αὐτῷ λέγει· Ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε πρὸς ὑμᾶς ἔσομαι; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετε αὐτὸν πρός με. καὶ ἤνεγκαν αὐτὸν πρὸς αὐτόν. καὶ ἰδὼν αὐτὸν εὐθέως τὸ πνεῦμα ἐσπάραξεν αὐτόν, καὶ πεσὼν ἐπὶ τῆς γῆς ἐκυλίετο ἀφρίζων. καὶ ἐπηρώτησε τὸν πατέρα αὐτοῦ· Πόσος χρόνος ἐστὶν ὡς τοῦτο γέγονεν αὐτῷ; ὁ δὲ εἶπε· Παιδιόθεν. καὶ πολλάκις αὐτὸν καὶ εἰς πῦρ ἔβαλε καὶ εἰς ὕδατα, ἵνα ἀπολέσῃ αὐτόν· ἀλλ’ εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν σπλαγχνισθεὶς ἐφ’ ἡμᾶς. ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· Τὸ εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι. καὶ εὐθέως κράξας ὁ πατὴρ τοῦ παιδίου μετὰ δακρύων ἔλεγε· Πιστεύω, Κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ. ἰδὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς ὅτι ἐπισυντρέχει ὄχλος ἐπετίμησε τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ λέγων αὐτῷ· Τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφὸν, ἐγὼ σοι ἐπιτάσσω, ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ καὶ μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν. καὶ κράξαν καὶ πολλὰ σπαράξαν αὐτόν ἐξῆλθε, καὶ ἐγένετο ὡσεὶ νεκρός, ὥστε πολλοὺς λέγειν ὅτι ἀπέθανεν. ὁ δὲ Ἰησοῦς κρατήσας αὐτὸν τῆς χειρὸς ἤγειρεν αὐτόν, καὶ ἀνέστη. Καὶ εἰσελθόντα αὐτὸν εἰς οἶκον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐπηρώτων αὐτόν κατ’ ἰδίαν, ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό. καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ. Καὶ ἐκεῖθεν ἐξελθόντες παρεπορεύοντο διὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ οὐκ ἤθελεν ἵνα τις γνῷ· 31ἐδίδασκε γὰρ τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς ὅτι Ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς χεῖρας ἀνθρώπων, καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ ἀποκτανθεὶς τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται.
Απόδοση στη Νεοελληνική
Καὶ ἕνας ἀπὸ τὸ πλῆθος ἀπεκρίθη, «Διδάσκαλε σοῦ ἔφερα τὸν υἱόν μου, ποὺ ἔχει πνεῦμα ἄλαλον. Ὅταν τὸν πιάσῃ, τὸν ρίχνει κάτω καὶ ἀφρίζει καὶ τρίζει τὰ δόντια καὶ γίνεται ξερός. Καὶ εἶπα εἰς τοὺς μαθητάς σου νὰ τὸ βγάλουν ἀλλὰ δὲν μπόρεσαν». Αὐτὸς δὲ ἀπεκρίθη, «Ὦ γενεὰ ἄπιστη, ἕως πότε θὰ εἶμαι μαζί σας, ῎εως πότε θὰ σᾶς ἀνέχομαι; Φέρετέ τον σ’ ἐμέ». Καὶ τοῦ τὸν ἔφεραν. Καὶ μόλις τὸ πνεῦμα τὸν εἶδε, ἀμέσως τὸν συνετάραξε καὶ ἔπεσε εἰς τὴν γῆν καὶ ἐκυλιότανε καὶ ἄφριζε. Καὶ ἐρώτησε τὸν πατέρα του, «Πόσος καιρὸς εἶναι ἀπὸ τότε ποὺ συνέβη αὐτό;». Αὐτὸς δὲ εἶπε, «Ἀπὸ παιδικῆς ἡλικίας. Πολλὲς φορὲς καὶ στὴν φωτιὰ τὸν ἔρριξε καὶ στὰ νερά, διὰ νὰ τὸν ἐξολοθρεύσῃ. Ἀλλ’ ἂν μπορῇς νὰ κάνῃς τίποτε βοήθησέ μας, σπλαγχνίσου μας». Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε, «Ἐὰν μπορῇς νὰ πιστέψῃς ὅλα εἶναι δυνατὰ εἰς ἐκεῖνον ποὺ πιστεύει». Τότε φώναξε ἀμέσως ὁ πατέρας τοῦ παιδιοῦ καὶ μὲ δάκρυα εἶπε, «Πιστεύω, Κύριε, βοήθησε τὴν ἀπιστίαν μου». Ὅταν δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶδε ὅτι μαζεύεται κόσμος, ἐπέπληξε τὸ πνεῦμα τὸ ἀκάθαρτον καὶ τοῦ εἶπε, «Τὸ ἄλαλον καὶ κωφὸν πνεῦμα, ἐγὼ σὲ διατάσσω, ἔβγα ἀπὸ αὐτὸν καὶ νὰ μὴ μπῇς ποτὲ πλέον μέσα του». Αὐτὸ, ἀφοῦ ἐφώναξε καὶ τὸν ἐσπάραξε δυνατά, ἐβγῆκε, τὸ δὲ παιδὶ ἔγινε σὰν νεκρός, ὥστε πολλοὶ νὰ λέγουν ὅτι πέθανε. Ἀλλ’ ὁ Ἰησοῦς τὸν ἔπιασε ἀπὸ τὸ χέρι, τὸν ἐσήκωσε καὶ ἐστάθηκε ὄρθιος. Καὶ ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἐμπῆκε εἰς τὸ σπίτι, τὸν ἐρώτησαν οἱ μαθηταί του ἰδιαιτέρως, «Γιατὶ ἐμεῖς δὲν μπορέσαμε νὰ τ[ο βγάλωμε;». Καὶ αὐτὸς τοὺς εἶπε, «Τὸ γένος αὐτὸ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ βγῇ μὲ κανένα ἄλλο μέσον παρὰ μὲ προσευχὴ καὶ νηστείαν». Καὶ ὅταν ἔφυγαν ἀπὸ ἐκεῖ, ἐπερνοῦσαν διὰ τῆς Γαλιλαίας καὶ ὁ Ἰησοῦς δὲν ἤθελε νὰ μάθῃ κανεὶς τίποτε, διότι ἐδίδασκε τοὺς μαθητάς του καὶ τοὺς ἔλεγε ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου θὰ παραδοθῇ εἰς τὰ χέρια ἀνθρώπων καὶ θὰ τὸν θανατώσουν καὶ ἀφοῦ θανατωθῇ, τὴν τρίτην ἡμέραν θὰ ἀναστηθῇ.
*********************************
ΚΥΡΙΑΚΗ 29 ΜΑΡΤΙΟΥ 2020 – Δ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ
(Μάρκ. θ΄ 17-31) (Εβρ. στ΄ 13-20)
Ουράνιες αναβάσεις
«Έρωτι και πυρί θείας αγάπης πυρπολούμενος»
Αληθινό πρότυπο ζωής, ζωντανής και αυθεντικής πίστης, είναι ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακας, τη μνήμη του οποίου όρισε να τιμά η Εκκλησία την Δ΄ Κυριακή των Νηστειών. Το μεγάλο αυτό πνευματικό ανάστημα, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένας ταπεινός ασκητής. Έπλεε όμως μέσα στο πέλαγος της θείας Χάριτος. Ήταν ο κατ’ εξοχήν ασκητής του θεοβάδιστου όρους Σινά.
Υψηλό ανάστημα
Για το σημερινό άνθρωπο και τους σύγχρονους ρυθμούς της ζωής, ίσως η προβολή ενός ασκητή, του εκτοπίσματος του Ιωάννη της Κλίμακας, να φαντάζει ως κάτι το παράδοξο, να αποτελεί ίσως και ένα «σκάνδαλο». Πώς μπορεί να εναρμονίζονται τα βαθύτερα μηνύματα που εκπέμπει η ασκητική αυτή μορφή, η οποία με μετάνοια και τα δάκρυα που απορρέουν από αυτή, με νηστεία και πνευματική άσκηση, δείχνει μια πορεία εντελώς αντίθετη απ’ εκείνη που υπαγορεύει το δήθεν σύγχρονο και εξελιγμένο πνεύμα της εποχής; Βασανιστικό πραγματικά το ερώτημα, αλλά συνάμα και υποβοηθητικό για βαθύτερο προβληματισμό.
Και όμως, στα νάματα της Ορθόδοξης Παράδοσης, η ασκητική ζωή δεν είναι τίποτε άλλο, παρά η υπέρβαση του ατομισμού, ο εν χάριτι Θεού αγώνας για να καταστεί ο άνθρωπος χριστοειδής ύπαρξη, στην πιο τιμημένη μορφή της. Το ορθόδοξο ήθος, είναι στη βαθύτερη ουσία του ασκητικό, γιατί ισορροπεί στη σωστή αξιολόγηση και ιεράρχηση των πραγμάτων. Επειδή η πνευματική ωριμότητα και τελείωση, δεν είναι τελικά καρπός των προσπαθειών του ανθρώπου, αλλά δωρεά του Αγίου Πνεύματος, γι’ αυτό και η άσκηση αυτή καθ’ εαυτή ποτέ δεν αποβαίνει σκοπός, αλλά το μέσο που οδηγεί στην απόκτηση της δωρεάς και της χάρης του Θεού. Αυτό φαίνεται και από το περιεχόμενο του περίφημου έργου του Ιωάννη, που το ονόμασε «Κλίμακα». Με τον αγώνα και την πνευματική άσκηση, σκαλί-σκαλί και βήμα-βήμα, ο άνθρωπος εγκολπώνεται την αρετή και αποτάσσεται την κακία.
Το περιεχόμενο της «Κλίμακας» είναι τόσο ψυχωφελές, που αναδεικνύεται σε αληθινή πυξίδα ζωής. Είναι ένα από τα ωραιότερα και ψυχωφελέστερα συγγράμματα που βγήκαν από ανθρώπινη γραφίδα. Με ύφος λιτό και σοβαρό, αποφθεγματικό και στοχαστικό, που έχει όμως μέσα του ένα δυναμισμό και μια ανείπωτη γλυκύτητα που γοητεύει και συναρπάζει, κατηχεί, οδηγεί, στηρίζει, ηλεκτρίζει την ψυχή των πιστών. Τους βοηθά να ατενίσουν προς τα πάνω και ν’ ανέβουν την κλίμακα των αρετών, της αγιότητας και της θέωσης. «Ανεβαίνετε, ανεβαίνετε, αδελφοί, αναβάσεις προθύμως εν τη καρδία διατιθέμενοι…είπερ η αγάπη εστίν ο Θεός».
Προσευχή
Στην καρδιά της άσκησης ως τρόπου ζωής, ξεπροβάλλει η δύναμη της προσευχής. Το προνόμιο του ανθρώπου να προσεύχεται, να καταξιώνεται να συνομιλεί και να επικοινωνεί με το Δημιουργό του, είναι από τα πιο ισχυρά που διαθέτει. Ακριβώς, από το Συναξάρι του αγίου Ιωάννη της Κλίμακας, μαθαίνουμε ότι πρωτίστως ήταν άνθρωπος της προσευχής. Ήταν ο αδιαλείπτως προσευχόμενος. Ο «έρωτι και πυρί θείας αγάπης πυρπολούμενος», όπως χαρακτηριστικά τον περιγράφει το λειτουργικό βιβλίο του Τριωδίου. Είναι ο ενσαρκωτής της τέλειας προσευχής, την οποία από μόνος του διδάχθηκε στην πράξη, αποτυπώνοντας τις θείες εμπειρίες του στην Κλίμακα.
Ειδικότερα, για την προσευχή, ο Ιωάννης αναφέρεται στο 28ο κεφάλαιο της Κλίμακας και την ανεβάζει στα ανώτερα στάδια της τελείωσης του ανθρώπου. Δεν θα μπορούσε κιόλας να ήταν διαφορετικά, αφού, όπως ο ίδιος επισημαίνει, «προσευχή εστί ένωσις ανθρώπου και Θεού». Η προσευχή είναι «πυρ… άγιο και επουράνιο», που εδρεύει στην καρδιά του ανθρώπου, αλλά η φλόγα της ανάβει από τον ουρανό. Η φωτιά αυτή της προσευχής κατακαίει και εξαγνίζει την καρδιά του ανθρώπου, η οποία στη συνέχεια γίνεται ευλογημένος δέκτης της θείας έλλαμψης και κάθαρσης. Τότε ο νους, ο λογισμός και η διάθεση αδρανούν προς την φορά της αμαρτίας και τα πάθη και οι κακίες υποχωρούν και ξεριζώνονται.
Εξάλλου, στη σημερινή ευαγγελική περικοπή βλέπουμε και τον πατέρα του δαιμονισμένου εκείνου παιδιού να ζητεί τη βοήθεια του Χριστού. Αισθάνεται μέσα του την αγάπη του Κυρίου. Αυτή φλέγει και πυρπολεί την καρδιά του. Η πίστη και η εμπιστοσύνη που δείχνει στον Χριστό είναι υποδειγματική. Ξεπερνά τα οποιαδήποτε εμπόδια και δυσκολίες. Και βέβαια ο λόγος του Κυρίου «ει δύνασαι πιστεύσαι, πάντα δυνατά τω πιστεύοντι», απευθυνόταν όχι μόνο στον πατέρα του παιδιού, αλλά και σε όλους μας. Η ζωντανή πίστη είναι ο αγλαής καρπός της άσκησης και της προσευχής, στην οποία παραπέμπει η προσωπικότητα του Ιωάννη της Κλίμακας.
Αγαπητοί αδελφοί, η αληθινή πίστη που εισάγει τον άνθρωπο στο χώρο της θείας θαυματουργίας, όπως αποκρυσταλλώνεται από το μήνυμα της σημερινής ευαγγελικής περικοπής, είναι στοιχείο που απουσιάζει από τη ζωή του σημερινού ανθρώπου. Επειδή συμβαίνει αυτό, τον βλέπουμε ν’ ακολουθεί μια πορεία αυτοθεοποίησης που τον οδηγεί στην καταστροφή. Το ισχυρό παράδειγμα του πατέρα, που η πίστη του οδήγησε στη θαυματουργή θεραπεία του παιδιού του, αλλά και του Ιωάννη που μέσα από την «Κλίμακά» του, ξεδιπλώνει τους πνευματικούς αναβαθμούς που εκτοξεύουν τον άνθρωπο σε πνευματικά ύψη, με φόντο την προσευχή, ας σφραγίσει και την δική μας πορεία στη ζωή.
Χριστάκης Ευσταθίου, θεολόγος