Xειροτονήθηκε ο τρίτος Επίσκοπος Αρσινόης κ. Παγκράτιος (25.10.2020)
Προσφώνησις
τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου
πρὸς τὸν Ἐπίσκοπον Ἀρσινόης κ. Παγκράτιον.
Ἱερὰ Μονὴ Παναγίας Χρυσορροϊατίσσης,
Σάββατον, 24 Ὀκτωβρίου 2020.
«Τίς λαλήσει τὰς δυναστείας Σου, Ἅγιε Ἁγίων; Τίς διηγήσεται τὰ θαυμάσιά Σου, Βασιλεῦ τῶν βασιλευόντων καὶ Κύριε τῶν κυριευόντων; Τῶν οὐρανίων καὶ τῶν ἐπιγείων ὁ κραταιὸς Ἐξουσιαστὴς καὶ τῆς Ἐκκλησίας ὁ ὑπέρκαλλος Νυμφίος! Πηγὴ ἐλέους, τῶν καρδιῶν ἀλάθητε, κριτά δικαιότατε».
Εἴη εὐλογημένον καὶ ὑπερύμνητον τὸ ὄνομά Σου, Κύριε∙ καὶ ἰδού Θεοφιλέστατε ἅγιε Ἀρσινόης, ἡ Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος διὰ τῆς ὁμοφώνου γνώμης και ψήφοις θεηλάτοις τῆς ἁγίας καὶ ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου Σέ ἀνέδειξεν εἰς τὸν ὕπατον τῆς ἱερωσύνης βαθμόν. Καὶ ἐγένετο οὕτως, οὐχὶ πρὸς ἱκανοποίησιν ἀνθρωπίνης ματαιοδοξίας, ἀλλ’ εἰς ἐπίρρωσιν τοῦ προφητικοῦ λόγου, «ἐπὶ τίνα ἐπιβλέψω, ἀλλ᾿ ἢ ἐπὶ τὸν ταπεινὸν καὶ ἡσύχιον καὶ τρέμοντα τοὺς λόγους μου;»[1]. Τοιγαροῦν, δικαίως, ἀναπέμπομεν αἴνους καὶ δοξολογίας πρὸς τὸν Κύριον, τὸν καταξιώσαντά σε τῆς μεγάλης ταύτης δωρεᾶς, καθ’ ὅτι «οὐχ ἑαυτῷ τις λαμβάνει τὴν τιμήν, ἀλλὰ καλούμενος ὑπὸ τοῦ Θεοῦ»[2].
Χαίρει καὶ ἀγάλλεται ἡ Ἱερὰ Μονὴ Παναγίας Χρυσορροϊατίσσης διὰ τὴν ἱστορικὴν ταύτην τιμήν, τὴν ὁποίαν ἡ Ἐκκλησία τοῦ Ἀποστόλου Βαρνάβα προσφέρει εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Ἡγουμένου αὐτῆς. Ἀγάλλεται καὶ χαίρει σήμερον καὶ ἡ Ἐπισκοπὴ Ἀρσινόης. Μαζί της καὶ ἡ Μητροπολιτικὴ περιφέρεια Πάφου, καθὼς καὶ τὰ Μέλη τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου ἅπαντα, καθ’ ὅτι ἐν τῷ προσώπῳ σου ἡ Ἐπισκοπὴ Ἀρσινόης εὗρε τὸν καλὸν Ποιμένα, τὸν δεξιὸν οἰακοστρόφον καὶ τὸν ἄξιον συνεχιστὴν τοῦ ἔργου τῶν Ἁγίων Ἀρίστωνος καὶ Ἀρκαδίου!
Ὑπεράγαν τιμητικὸν τὸ ἔργον ποὺ ἀναλαβάνεις ἀπὸ σήμερον, ἐν Κυρίῳ πεφιλημένε ἀδελφέ, ἀρχιερατικῆς τιμῆς ἀξιωθείς! Ὅθεν, ὡς λύχνος ἐπὶ τὴν λυχνίαν τεθείς, καλεῖσαι ὅπως, κατὰ τοὺς θεοπνεύστους λόγους τῆς Γραφῆς, «τὸ ἀπολωλὸς ἐκζητήσεις καὶ τὸ πλανώμενον ἐπιστρέψεις καὶ τὸ συντετριμμένον καταδήσεις καὶ τὸ ἐκλεῖπον ἐνισχύσεις καὶ τὸ ἰσχυρὸν φυλάξεις καὶ βοσκήσεις αὐτὰ μετὰ κρίματος»[3]. Καὶ πέραν τοῦ χρέους τούτου ἔχε ἀκόμη ὑπ’ ὄψιν σου τοὺς λόγους τοῦ Κυρίου μας ὅτι «ὁ ποιμὴν ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων»[4], καθὼς καὶ τὰς παραινέσεις τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν Παύλου: «Τύπος γίνου τῶν πιστῶν ἐν λόγῳ, ἐν ἀναστροφῇ, ἐν ἀγάπῃ…, ἐν πίστει ἐν ἁγνείᾳ»[5], ἔχων πάντοτε ὑψηλὴν τὴν συνείδησιν ὅτι τὸ Ἐπισκοπικὸν ἀξίωμα εἶναι «αἰδέσιμόν τε καὶ φοβερόν καὶ αὐταῖς ταῖς ἐπουρανίαις δυνάμεσιν».
Ἅγιε Ἀδελφέ,
Ἡ ἀγάπη σου πρὸς τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ἐξεδηλώθη παιδιόθεν καὶ ἐνισχύθηκε διὰ τῆς πίστεως σου πρὸς τὸν Σταυρωθέντα καὶ Ἀναστάντα Κύριον, ὡδήγησεν τὰ βήματά σου, κατ’ ἀρχάς, εἰς τὴν σπουδὴν τῆς μαθηματικῆς ἐπιστήμης, ἐν συνεχείᾳ δὲ, ἀκολουθῶν τὰς μυστικὰς ἐπιταγὰς τῆς καρδίας σου, εἰς τὸ χῶρον τῆς ἀσκήσεως τῆς τροφοῦ Μονῆς, τῆς Παναγίας τῆς Τροοδιτίσσης. Ἐκεῖθεν ἡ Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἐπιβλέψασα ἐπὶ τὸ πρᾷον καὶ ἡσύχιον καὶ ταπεινὸν τοῦ χαρακτῆρος σου καὶ τὸ κατηρτισμένον τῆς μοναχικῆς σου ἰδιότητος, τῇ ἐπιθυμίᾳ τοῦ Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Πάφου κ. Γεωργίου, μετεφύτευσέ σε εἰς τὴν ἱστορικὴν Ἱερὰν Μονὴν Παναγίας τῆς Χρυσορροϊατίσσης καὶ σὲ κατέστησε Ἡγούμενον αὐτῆς καὶ Προεστῶτα.
Μὲ τὰς περικοσμούσας τὴν ἀσκητικήν σου μορφὴν ἀρετὰς τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀγάπης, ὅπλισε τὸν ἑαυτόν σου μὲ τὸν πυρφόρον ζῆλον τῆς ὑψηλῆς ἱεραποστολῆς σου καὶ κατὰ τὸ παράγγελμα τοῦ Θείου Παύλου «κήρυξον τὸν λόγον, ἐπίστηθι εὐκαίρως ἀκαίρως, ἔλεγξον, ἐπιτίμησον, παρακάλεσον ἐν πάσῃ μακροθυμίᾳ καὶ διδαχῇ… σὺ δὲ νῆφε ἐν πᾶσι, κακοπάθησον, ἔργον ποίησον εὐαγγελιστοῦ»[6].
Ὁ Ἐπίσκοπος, Ἅγιε ἀδελφέ, ὁμοιάζει πρὸς πόλιν ἐπάνω ὄρους κειμένην καὶ ὁρᾷ τοὺς πάντας ἀλλὰ καὶ ὁρᾶται ὑπὸ πάντων. Τὸ περίοπτον τῆς θέσεως ἀπαιτεῖ ἀπὸ τὸν κατέχοντα ταύτην βίον ἀνεπίληπτον, κεκοσμημένον ἀπὸ μίαν εὔοσμον ἀνθοδέσμην ἀρετῶν, προσφέρων πλουσιοπαρόχως εἰς πάντας τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τὸ πρώτιστον τὸ ὁποῖον ὀφείλει νὰ πράττῃ εἶναι νὰ προσέχῃ τὸν ἑαυτόν του. Πρέπει ν’ ἀγωνίζεται μὲ ὅλας τὰς δυνάμεις αὐτοῦ, ἵνα καθίσταται Φῶς διὰ νὰ φωτίζῃ. Νὰ ἐπέχῃ θέσιν ὁδοδείκτου, ἵνα καθοδηγῇ. Νὰ λειτουργῇ ἀενάως εἰς τόπον καὶ τύπον Χριστοῦ, διδάσκων, ἐμπνέων, μεριμνῶν καὶ καθοδηγῶν τὸ ποίμνιό Του εἰς νομὰς σωτηρίους. Ἔχε πάντοτε κατὰ νοῦν τοὺς προτρεπτικοὺς λόγους τοῦ οὐρανοβάμονος Παύλου «Πρόσεχε οὖν ἑαυτῷ καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ, ἐν ᾧ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἔθετό σε ἐπίσκοπον, ποιμαίνειν τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, ἥν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος»[7].
Τύπος καὶ ὑπογραμμὸς ὀφείλεις νὰ γίνῃς, Θεοφιλέστατε, καὶ φῶς εἰς τὰς καρδίας τοῦ λαχόντος σοι Ποιμνίου, καὶ ἰδιαιτέρως τῆς νεολαίας μας, ἡ ὁποία εἶναι ἡ χρυσῆ ἐλπὶς τοῦ μέλλοντος τῆς μικρῆς καὶ τεμαχισμένης ἡμῶν Πατρίδος.
Αὐτὴ ἡ νεολαία πρέπει νὰ ἐμψυχωθῇ καὶ νὰ κρατηθῇ ἑνωμένη μὲ τὰς ζωογόνους ρίζας τῆς Φυλῆς μας ποὺ εἶναι ὁ Χριστιανισμὸς καὶ ὁ Ἑλληνισμός! Μόνον ἔτσι θὰ ἐπιβιώσωμεν μέσα εἰς τὴν λαίλαπα τῶν συγχρόνων ἰδεολογικῶν ρευμάτων καὶ εἰς τὰς πιέσεις τῶν ὀρδῶν τοῦ Ἀττίλα, τῆς ἐπίβουλης καὶ ἐπεκτατικῆς Τουρκίας.
Νὰ ἐγκύπτῃς πρέπει μὲ ἀγάπην περισσὴν καὶ μὲ ἔνθεον ζῆλον εἰς τὰ προβλήματα τῆς νεολαίας μας, ἡ ὁποία λόγῳ τῆς φύσης της χρειάζεται καθοδήγησιν, στήριξιν καὶ καλλιέργειαν ὑψηλῶν ὁραματισμῶν καὶ χριστιανικῶν ἰδανικῶν.
Μόνον ἔτσι θὰ ἐπιβιώσωμεν ὡς Κυπριακὸς Ἑλληνισμὸς μὲ τὴν χριστιανική καὶ ἑλληνική μας ἰδιότητα εἰς τὴν Γῆν ταύτην τῶν Πατέρων καὶ τῶν προγόνων μας καὶ θὰ συνεχίσωμεν τὴν ἱστορικὴν ἡμῶν πορείαν καὶ ἀποστολήν.
Διὸ «ἔντεινον καὶ κατευοδοῦ[8] καὶ ἐπὶ ἔτη πλεῖστα ἀρχιεράτευε».
Καὶ νῦν χεῖρας ἱκέτιδας ὑψοῦμεν ὑπέρ Σοῦ πρὸς τὸν αἰώνιον Ἐπίσκοπον τῆς στρατευομένης Ἐκκλησίας Του καὶ δεόμεθα καὶ παρακαλοῦμεν, ἵνα σὲ στηρίζῃ τῷ κραταιῷ Αὐτοῦ βραχίονι καὶ εὐλογῇ τὰ θεοφιλῆ Σου ἔργα.
Ἡ Χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρὸς καὶ ἡ Κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μετὰ πάντων ὑμῶν”. Ἀμήν.
[1]. Ἡσ. 66, 2.
[2]. Ἑβρ. 5 ,4.
[3]. Ἰεζ. 34, 16.
[4]. Ἰωάν. 10, 11.
[5]. Α΄ Τιμ. 4, 12.
[6]. Β’ Τιμ. 4, 2 -5.
[7]. Πράξ. 20, 28.
[8] Ψαλμ. 44, 5.
************
Ακολουθεί ο χειροτονητήριος λόγος του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Αρσινόης κ. Παγκρατίου
24.10.2020
ΧΕΙΡΟΤΟΝΗΤΗΡΙΟΣ ΛΟΓΟΣ ΕΨΗΦΙΣΜΕΝΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΡΣΙΝΟΗΣ κ. ΠΑΓΚΡΑΤΙΟΥ
************
Δόξαν αναπέμπω προς τον Αρχιποίμενα Χριστόν, διά την συγκατάβασιν, την αγαθότητα και το άπειρον έλεός Του. «Απορώ και εξίσταμαι και τον νουν καταπλήττομαι» επί τοις περί εμέ τον ελάχιστον συμβαίνουσιν εν ταις ημέραις ταύταις και, ιδίως, σήμερον επί τη χειροτονία μου εις επίσκοπον της αγιωτάτης και ιστορικής επισκοπής Αρσινόης, την οποίαν εδόξασαν μεγάλα αναστήματα της εκκλησιαστικής ζωής, αείμνηστοι προκάτοχοί μου, ζώσαι εικόνες του Κυρίου.
Δοξάζω του Πατρός και του Υιού την δύναμιν και Πνεύματος Αγίου υμνώ την εξουσίαν, αδιαίρετον, άκτιστον θεότητα, Τριάδα ομοούσιον, την βασιλεύουσαν εις αιώνα αιώνος.
Μακαριώτατε Άγιε Πρωθιεράρχα της Αγιωτάτης ημών Εκκλησίας κ.κ. Χρυσόστομε,
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Πάφου κ. Γεώργιε,
Σεβασμιώτατοι άγιοι Αρχιερείς,
Άγιοι Καθηγούμενοι και Καθηγουμένες,
Τίμιοι της Εκκλησίας Πρεσβύτεροι και Διάκονοι,
Οσιώτατοι Μοναχοί και Μοναχές,
Εξοχώτατε κ. Υπουργέ,
Κυρία Έπαρχε,
Κύριοι Δήμαρχοι και λοιποί φορείς της τοπικής αυτοδιοικήσεως,
Κύριοι εκπρόσωποι των Πολιτικών και Στρατιωτικών Αρχών,
Ευλογημένε και περιούσιε του Κυρίου λαέ,
Μεγάλη αξία προσδίδεται σήμερα στην ιστορική τούτη Μονή. Η Μητέρα μας Χρυσορροϊάτισσα, εισακούοντας τις αγωνιώδεις προσευχές των χιλιάδων προσκυνητών διά το μέλλον του οχυρού τούτου της Ορθοδοξίας, το οδηγεί, με θαυμαστόν τρόπον, εις αναβάθμισιν, με προαγωγήν εις Επίσκοπον του Ηγουμένου της, έτσι ώστε δυναμικώτερα και αποδοτικώτερα η Μονή να ανταποκριθεί εις την πνευματικήν, κοινωνικήν και εθνικήν της αποστολήν. Γίνεται η Μονή, με αυτό τον τρόπο, κέντρο της όλης Επισκοπής Αρσινόης.
Μετά την άκρως τιμητικήν εκλογήν της αναξιότητός μου υπό του ιερού σώματος της σεπτής Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Κύπρου, δέχθηκα σήμερα την γλωσσοπυρσόμορφον χάριν του Παναγίου Πνεύματος και ανήλθα εις τον ύψιστον της Ιερωσύνης βαθμόν, του Επισκόπου.
Μα το ύψος του επισκοπικού αξιώματος δυσθεώρητο, υπερμεγέθης ο σταύρος και το βάρος των ευθυνών μέγα. Είναι επακόλουθο, λοιπόν, να λυγίζουν τα γόνατα, να συγκλονίζεται ο έσω μου άνθρωπος και ποικίλα ερωτήματα να αναδύονται τόσο προς το λογικό, όσο, κυρίως, προς την συνείδησίν μου.
Ποιο έργο μου αναθέτει ο Θείος Δομήτορας; Μα φυσικά εκείνο του Επισκόπου της Εκκλησίας Του. Όμως, τι σημαίνει Επίσκοπος;
Εις την Ορθόδοξη Εκκλησιαστική Παράδοση ο Θεάνθρωπος Χριστός είναι η πηγή, το κέντρο και το περιεχόμενο της Ιερωσύνης και της Ιεραρχίας της Εκκλησίας. Ο Επίσκοπος κατά την θεολογία των Αγίων της Εκκλησίας Πατέρων και μάλιστα του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου, είναι τύπος του Σωτήρος Χριστού. Ωραιότατα παρατηρεί: “ο Επίσκοπος είναι θύρα του Πατρός, δι’ ης εισέρχονται Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ και οι Προφήται και οι Απόστολοι και η Εκκλησία. Πάντα ταύτα εις ενότητα του Θεού”. Το ότι ο Επίσκοπος είναι “θύρα του Πατρός”, δηλώνει τη μοναδικότητα του λειτουργήματος του Επισκόπου ως τύπου Σωτήρος Χριστού, ως εικόνος του Θεού Πατρός και, κατά συνέπεια, ως ορατής κεφαλής της τοπικής Εκκλησίας.
Κάθε Ιεράρχης ίσταται “εις τύπον και τόπον Χριστού” κι έχει χρέος να αναλώσει όλες του τις δυνάμεις εις το αγιαστικόν, ποιμαντικόν και απολυτρωτικόν έργον της Εκκλησίας, υπέρ ειρήνης και καταστάσεως, πνευματικής προόδου και σωτηρίας του λαού του Θεού, “τούτο γαρ εστί το θέλημα του Θεού, ο αγιασμός ημών”
Γνωρίζω ότι ο Επίσκοπος είναι η εικόνα της θεότητος, νους Χριστού, φως και φωτισμός, οδηγός και διδάσκαλος.
“Φόβω μεγάλω συνέχομαι” αναλογιζόμενος το πνευματικόν βάρος και την ηθικήν ευθύνην της υψηλής επισκοπικής διακονίας η οποία είναι μόχθος και όχι άνεσις, φροντίδα και όχι απόλαυσις, λειτούργημα υπεύθυνον και όχι εξουσία ανεξέλεγκτη. Το επισκοπικόν αξίωμα “έργον εστί, ουκ άνεσις, φροντίς ου τρυφή, λειτουργία υπεύθυνος, ουκ αρχή ανεξέταστος, πατρική κηδεμονία, ου τυραννική αυτονομία” κατά τον άγιον Ισίδωρον τον Πηλουσιώτην.
Παράδειγμα πραγματικού επισκόπου μάς παρουσιάζει ο άγιος Νεόφυτος ο έγκλειστος τον άγιον Αρκάδιον επίσκοπον Αρσινόης. Σε εγκώμιό του προς αυτόν αναφέρει: “Αρκάδιος ην επί του θρόνου ως φως, ως άρτος, ως ύδωρ, ως άλας, ως οικοδόμος, ως τέκτων, ως γεωργός, ως θεριστής, ως ποιμήν και ως Χριστού στρατιώτης καθοπλισμένος την χάριν του Αγίου Πνεύματος”.
Δέος και φόβος συνέχουν την ψυχή μου, αναμετρώντας το ύψος της νέας διακονίας και την ανεπάρκεια των πνευματικών μου δυνάμεων. Όμως, δεν ξεχνώ την προειδοποίηση του Κυρίου ότι “ο θεις την χείρα επ’ άροτρον και στρέφων εις τα οπίσω, ουκ ευθετός εστίν εις την Βασιλείαν του Θεού”. Κι αν στον δρόμο μου βρεθούν πολλαπλά προβλήματα, στα ώτα μου θα ηχεί η φωνή του Κυρίου “μη ταρασσέσθω σου η καρδιά, μηδέ δειλιάτω”. Με την χάρη του Παναγίου Πνεύματος, του “τα ασθενή θεραπεύοντος και τα ελλείποντα πανσόφως και ακαταλήπτως αναπληρούντος” αναλαμβάνω τα ηνία της Επισκοπής Αρσινόης, χωρίς να αναγγείλω προγραμματικές δηλώσεις και εντυπωσιακές υποσχέσεις, διότι πιστεύω ακράδαντα ότι ο πιστός εργάτης της Εκκλησίας, πάνω από τις αγνές διαθέσεις, την αγαθήν του προαίρεσιν, τα καλά του σχέδια και τους οραματισμούς του, πρέπει να προτάσσει πάντοτε τον λόγον “εάν ο Κύριος θελήσει”, αφού κατά τον θείον Παύλον: “ου του θέλοντος, ουδέ του τρέχοντος, αλλά του ελεούντος Θεού”. Πρόθεσίς μου είναι να ακολουθήσω το αιώνιον πρόγραμμα της Εκκλησίας, το οποίον παρέλαβε κατά την ημέρα της Πεντηκοστής. Ο καλός ποιμένας ακολουθεί το πρόγραμμα της εν Χριστώ σωτηρίας, ορθοτομώντας τον λόγον της αληθείας, όπως τον παρέλαβε, τον διαφύλαξε, τον διετύπωσε, τον ερμήνευσε και τον βιώνει η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Ορθόδοξη του Χριστού Εκκλησία, τηρώντας, συγχρόνως, και τις ιερές Παραδόσεις και τα εκκλησιαστικά Θέσμια.
Υπακούοντας εις την βουλήν του Τριαδικού Θεού και εις την επιταγήν της Μητρός Εκκλησίας, αρχίζω τους ποιμαντικούς μου βηματισμούς όχι με την πεποίθησιν ιδιαιτέρων προσωπικών ικανοτήτων, κατά κόσμον προσόντων ή εξιδιασμένης εμπειρίας εις τα εκκλησιαστικά πράγματα, αλλά με την βεβαιότητα της παρουσίας και ενεργείας του Παρακλήτου Πνεύματος το οποίον “όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας” “λαλούν, ενεργούν, διαιρούν τα χαρίσματα”. Έρχομαι υπό της ράβδου και βακτήριας του Πρώτου και Μεγάλου Αρχιερέως και Αρχιποίμενος Κυρίου Ιησού Χριστού, με την συνείδησιν του Επισκόπου και Ποιμένος, έχοντας μεγάλη ευθύνη απέναντι του Θεού, της Εκκλησίας, της ιστορίας και του χριστεπωνύμου λαού. Θα εργασθώ κατά το Ευαγγέλιον, επιθυμώντας να επιτελέσω το θέλημα του Θεού επί της γης και να αποκαλύψω εις τον λαόν Του, το σωτήριον Έργον της Θείας Οικονομίας Του, το οποίον επετέλεσε η απέραντος αγάπη του διά κάθε άνθρωπον και διά τον σύμπαντα κόσμον.
Ως απεσταλμένος του Αρχιποίμενος Χριστού και εντολοδόχος της Αγίας μας Εκκλησίας ποθώ να ανηφορίσω τον σταυροαναστάσιμον δρόμον, φέροντας τον σταυρόν του επισκοπικού χρέους, ο οποίος διά του Γολγοθά, οδηγεί εις την Ανάστασιν. Να συνεχίσω τους αγώνες μου με θερμότερον ζήλον, με κύριον και αποκλειστικόν στόχον την διακονίαν και τον αγιασμόν του λαού του Θεού και την προαγωγήν του αγιαστικού, ποιμαντικού και διδακτικού έργου της Εκκλησίας.
Επιθυμία μου είναι η εφαρμογή των Παύλειων ρημάτων “χαίρειν μετά χαιρόντων και κλαίειν μετά κλαιόντων” και “τις ασθενεί ουκ ασθενώ; τις σκανδαλίζεται και ουκ εγώ πυρούμαι;”.
Γνωρίζοντας ότι ο αληθινός μοναχός βιώνει την άσκησιν, την υπακοήν, την ακτημοσύνην, την προσευχήν και έχοντας την πεποίθησιν ότι ο μοναχισμός είναι η ακτινοβολία της πνευματικότητος της Ορθοδοξίας, τα δε Μοναστήρια μας αληθινοί προμαχώνες και αλύγιστοι κυματοθραύστες της πίστεως, θα παραμείνω σε τούτη την αγιασμένη Μονή και θα εργάζομαι και το επισκοπικό μου αξίωμα.
Αναπολώ το παρελθόν και βλέπω το άπειρον θείον έλεος, την αγαθότητα και την πάνσοφο Βουλή του Θεού να καθοδηγούν το πλοίο της ζωής μου. Μικρός πίστευα στον Θεό αλλά η σχέση μου με Αυτόν ήταν τυπική. Η αγάπη, όμως, του Χριστού και της Παναγίας μας, με οδήγησαν στο μυστήριο της εξομολόγησης στα 23 μου χρόνια. Στα 29 μου χρόνια ασπάσθηκα τον μοναχισμόν και εγκαταβίωσα εις την Ιεράν Μονήν Παναγίας Τροοδιτίσσης όπου μαθήτευσα εις την πνευματικήν ζωήν. Στον έκτο μήνα της μαθητείας μου χειροτονούμαι Διάκονος και μετά παρέλευσιν τριών μηνών προάγομαι εις τον δεύτερον βαθμόν της Ιερωσύνης. Και οι δύο αυτές χειροτονίες ετελέσθησαν πάλιν από Εσάς, Μακαριώτατε, υπό της ιδιότητός Σας τότε ως Μητροπολίτου Πάφου. Πίστευα ότι θα παρέμενα για πάντα εις την Μονήν της μετανοίας μου. Έρχεται, όμως, τον Απρίλιο του 2019 η παραίτησις, για λόγους υγείας, του τότε Ηγουμένου της ιστορικής Μονής Παναγίας Χρυσορροϊατίσσης, μακαριστού Αρχιμανδρίτου Διονυσίου Παπαχριστοφόρου και κατόπιν προτάσεως του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Πάφου κ. Γεωργίου, ενθρονίζομαι υπ’ αυτού Ηγούμενος της Μονής στις 26 Μαΐου 2019. Το επόμενον έτος, στις 9 Σεπτεμβρίου κατόπιν και πάλιν δικής Σας υποδείξεως, Πανιερώτατε Άγιε Πάφου, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Κύπρου εξέλεξε παμψηφεί την ελαχιστότητά μου Επίσκοπον Αρσινόης. Πληροφορούμαι τηλεφωνικώς την εκλογήν μου και κρύος ιδρώτας με περιλούζει. Σκέφτομαι, όμως, ότι η Μεγάλη Βουλή και η Πρόνοια του Θεού, με την ευμενή ψήφο της Ιεράς Συνόδου, με καλεί να συνεχίσω και την διαποίμανσιν της μικρής μοναχικής αδελφότητος της Μονής και εκ της θέσεως του Επισκόπου. Αναλογίζομαι το ύψος της νέας διακονίας και την δική μου ασθένεια, όμως, γνωρίζω πως η βούληση της Εκκλησίας συνιστά “φωνήν Θεού”, γι’αυτό, καίτοι “άνθρωπος ασθένειαν περικείμενος” και “άπειρος λόγου δικαιοσύνης”, αποδέχομαι την Θείαν Βουλήν, ελπίζοντας εις την βοήθειαν και ενίσχυσιν της Χάριτος του Παναγίου και Τελεταρχικού Πνεύματος.
Μακαριώτατε Αρχιεπίσκοπε Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου κ.κ. Χρυσόστομε. Θερμότατα Σας ευχαριστώ και ευγνωμονώ διά την πολλήν αγάπη και συμπάθειά Σας προς το πρόσωπό μου. Εξαιτούμαι τας θεοπειθείς ευχάς σας ώστε ο σταύρος που ετέθει επί των ώμων μου να είναι, κατά το δυνατόν, ελαφρύς. Δεήθητε δε η διακονία μου να είναι καρποφόρος και ευλογημένη παρά Κυρίου.
Εκ βάθους ψυχής ευχαριστώ και Εσάς, Πανιερώτατε Μητροπολίτα Πάφου κ. Γεώργιε για την πολλήν εύνοια και αγάπη Σας εις εμέ, την συμπαράσταση και εμπιστοσύνη που μου επιδείξατε κατά την σύντομη διάρκεια της ηγουμενίας μου και, τέλος, για την μεγάλη ευεργεσία Σας να προτείνετε την ελαχιστότητά μου για την πλήρωση του θρόνου της Αρσινόης. Γνωρίζετε πολύ καλά, Πανιερώτατε, ότι δεν γνώριζα αλλά ούτε καν είχα σκεφθεί ότι θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο, καθότι δεν διαθέτω τα απαραίτητα, κατά κόσμον, θεολογικά και άλλα προσόντα, αλλά και διότι ακόμη δεν είχα συνέλθει από την πρόσφατη ανάρρησή μου εις τον Ηγουμενικόν θρόνον αυτής της Ιεράς Μονής.
Τους Σεβασμιωτάτους Αρχιερείς που με τίμησαν με την ψήφο τους και σήμερα λαμπρύνουν την σύναξη αυτή με την παρουσία τους, θερμώς τους ευχαριστώ και τους παρακαλώ να μην λησμονούν να δέονται υπέρ εμού.
Αλλά και προς τον σεβαστό και πολιό Γέροντά μου Αθανάσιο, Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Παναγίας Τροοδιτίσσης, εκφράζω την ιδιαίτερη ευγνωμοσύνη μου για τα όσα πολύτιμα μου προσέφερε μέχρι σήμερα εις την ζωήν μου. Θα ενθυμούμαι πάντοτε με υιικήν αγάπην και αφοσίωσιν όσα έπραξε δι’ εμέ και δεν θα παύσω δεόμενος υπέρ της πολυτίμου υγείας του και της ακμαιότητος των σωματικών και πνευματικών του δυνάμεων.
Στις Μοναστικές αδελφότητες απευθύνω πατρικό και εγκάρδιο χαιρετισμό και ευλογία. Αυτές αποτελούν τους πνεύμονες της πνευματικής ζωής της Εκκλησίας μας, την σπονδυλική στήλη της κατά Χριστόν ευσεβείας, την ανόθευτον έκφρασιν του Ορθοδόξου βιώματος και της κατά Χριστόν ασκήσεως και τελειώσεως. Η ισάγγελος πολιτεία συνιστά τύπον και υπογραμμόν της κατά Χριστόν ζωής, κλίσιν για χριστομίμητον πολιτείαν και κλήσιν αγιασμού και σωτηρίας.
Με συγκίνησιν ενθυμούμαι τον μακαριστό μου πατέρα και πιστεύω ότι η ψυχή του αγάλλεται βλέποντας το παιδί του ενδεδυμένο με την χάριν της Αρχιερωσύνης. Ας είναι η μνήμη του αιωνία. Ευχαριστώ την μητέρα και τα αδέλφια μου διά την άδολη αγάπη τους, καθώς και διά τα όσα έχουν κάνει για μένα και τους εύχομαι κάθε ευλογία και ευτυχία κατά Χριστόν.
Ιδιαίτερες ευχαριστίες απευθύνω προς τους ευγενείς και φιλόχριστους άρχοντες για την εδώ τιμητική δι’ εμέ παρουσία τους. Τους διαβεβαιώνω ότι πρόθεσίς μου είναι η απρόσκοπτη και επωφελής συνεργασία μου μαζί τους.
Όσους εργάστηκαν και κοπίασαν διά την ευπρέπειαν και τάξιν της σημερινής συνάξεως εξόχως τους ευχαριστώ.
Απο τα βάθη της υπάρξεώς μου ευγνωμονώ, ευχαριστώ και τιμώ, διά την συμμετοχήν τους εις την σημερινή χαράν και αγαλλίασιν, τους ευλαβέστατους κληρικούς και θεοφιλείς πιστούς. Η ευγενική παρουσία τους με τιμά και η συμπροσευχή τους με ενισχύει εις το αναλαμβανόμενον επισκοπικόν έργον.
Τέλος, υψώνω προς τον Θεόν χείρας ικέτιδας και παρακαλώ: “Αγνή, Παρθένε Δέσποινα, Χρυσορροϊατισσα Παναγία, Άγιοι Αρίστων, Νίκων, Αρκάδιε και Προέχιε, επίσκοποι Αρσινόης, και πάντες Άγιοι, πρεσβεύσατε προς τον πανοικτίρμονα Θεόν, ίνα πταισμάτων άφεσιν παράσχη ταις ψυχαίς ημών”, Αμήν.