Ομιλία της Α.Μ. του Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Γεωργίου στην Ένωση Ποντίων Αργυρούπολης

Ομιλία της Α.Μ. του Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Γεωργίου στην Ένωση Ποντίων Αργυρούπολης

 
Με συγκινεί ιδιαίτερα η απόφαση του συλλόγου σας, της Ένωσης Ποντίων Αργυρούπολης, για την ανακήρυξή μου σε πρεσβευτή του Ποντιακού Ελληνισμού για το 2023. Δεν νομίζω, ωστόσο, να έκαμα κάτι πέραν του καθήκοντός μου, που είναι και καθήκον κάθε Έλληνα, για έναν τόπο ακραιφνώς ελληνικό για τρεις χιλιάδες χρόνια και σ’ ένα πολύπαθο τμήμα του Έθνους. Νιώθω το καθήκον να βαραίνει ιδιαίτερα εμένα που προέρχομαι από την Κύπρο, ένα εξίσου πολύπαθο μέρος του Ελληνισμού, που περνά σήμερα δύσκολες καταστάσεις, όπως κι εκείνες που έζησαν οι πρόγονοί σας πριν από 100 και πλέον χρόνια.
 
Ευχαριστώ όλους σας και ιδιαίτερα τον φίλο κ. Ηλία Ιορδανίδη και τον δήμαρχο κ. Ιωάννη Κωνσταντάτο για τα καλά τους λόγια. Τα λόγια τους με πήραν συνειρμικά πίσω, στο 2011, όταν σε μια δεκαήμερη εκδρομή επισκέφθηκα προσκυνηματικά τις πόλεις και τα χωριά του Πόντου, τις περίφημες μονές και όλα τα σεβάσματά μας που διαλαλούν, με την εύλαλη σιωπή τους, τόσο τα μεγαλεία όσο και τα παθήματα της περιοχής. Μου θυμίζουν και τις κατ΄ έτος εκδηλώσεις που για χρόνια πολλά διοργανώναμε στην Πάφο, όπου υπηρέτησα ως μητροπολίτης, και με τις οποίες θέλαμε να διαβιβάσουμε στις νέες γενιές τις εμπειρίες και τη μνήμη  των αλησμόνητων πατρίδων. Θυμάμαι και την εδώ παρουσία μου και τη συμμετοχή μου στις δικές σας εκδηλώσεις για απότιση φόρου τιμής σ΄ όσους με τον ιδρώτα, αλλά και το αίμα τους, πότισαν εκείνα τα ιερά χώματα και σ’ όσους, με την ψυχή στο στόμα, μεταλαμπάδευσαν εκείνο τον υπέροχο πολιτισμό στη Δυτικά του Αιγαίου Ελλάδα. 
 
Θεωρώ επιβεβλημένο καθήκον μου μπροστά σ’ εσάς, τους απογόνους εκείνων των οποίων τα οστά λιπαίνουν την αγαπημένη πατρική γη, να κάνω μιαν κατάδυση στο ελληνικό παρελθόν της περιοχής, με αναφορά και στις σημερινές μας υποχρεώσεις.
 
Στον Πόντο η Ιστορία διέτρεξε όλη την κλίμακα, των περιπετειών και των θριάμβων. Εκεί ο Ιάσονας με τους Αργοναύτες του, ο Ξενοφών με τους μυρίους του, ο Διογένης με τη στωϊκή φιλοσοφία του, ο Πέτρος και ο Ανδρέας οι κλεινοί απόστολοι, με το χριστιανικό κήρυγμα, ο Μ.Βασίλειος και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, με τις δογματικές θέσεις τους, οι Κομνηνοί και τόσοι άλλοι διαλαλούν τον πέραν των τριών χιλιάδων χρόνων ελληνικό χαρακτήρα της περιοχής και τη δισχιλιόχρονη χριστιανική πορεία της. Μα κι οι δηώσεις, οι διωγμοί, οι εξισλαμισμοί, οι φόνοι, οι κατατρεγμοί και ο εκτοπισμός, περιγράφουν τα δεινά της, χαρακτηριστικό και του έθνους και της θρησκείας μας.
 
Επώδυνη η αναφορά μας σε τόπους βασανισμένους αλλά και πολυαγαπημένους. Έχει εν τούτοις, τη σημασία της και η αναφορά σε επώδυνα γεγονότα και ιδιαίτερα στην Ποντιακή Γενοκτονία. Πέραν της υπενθύμισης των ιστορικών γεγονότων, των δεινών και των οδυνών, των ταγμάτων εργασίας, των εμπρησμών, των εκτοπισμών και των απαγχονισμών,- και η ιστορική μνήμη έχει πολύ μεγάλη σημασία για την επιβίωση του έθνους,- αλλά και πέραν της απόδοσης τιμής σ’ όσους αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν, εκφράζουν τη βούληση να μην επαναληφθεί η συμφορά. Να αντλήσουμε τα διδάγματα που πρέπει, για όσα συνέβησαν εκείνη την κρίσιμη περίοδο και για όσα προηγήθηκαν, για να προγραμματίζουμε σωστό το μέλλον.
 
Ίσως οι νύξεις στις ψυχές σας να μην έχουν κλείσει ακόμα, ίσως και να μην κλείσουν ποτέ, καθώς οι διηγήσεις για τα χωριά και τις πόλεις που εγκατέλειψαν οι πατέρες σας, οι αναφορές στις στιγμές ανείπωτης ευτυχίας και ευημερίας να επιστρέφουν πάλιν και πολλάκις, σταλάζοντας πάνω σας την πίκρα για το άδικο του πράγματος και τη νοσταλγία.
 
Η γη του Πόντου υπήρξε ο κατ’ εξοχήν χώρος των μαρτυρίων αλλά και των ηρωισμών του γένους μας. Στον ακραίο εκείνο γεωγραφικό χώρο, ο υπόδουλος Ελληνισμός αγωνίστηκε για ελευθερία μόνο με τις δικές του ηθικές και υλικές δυνάμεις. Το ελεύθερο Ελληνικό κράτος κράτησε αποστάσεις ασφαλείας, απ’ όσα φρικτά και κατ’ εξακολούθηση, για χρόνια πολλά, γίνονταν εκεί. Κώφευσε στις πολλές και αγωνιώδεις εκκλήσεις για στήριξη και ουσιαστική συμπαράσταση.
 
Και δεν μπορώ να αποφύγω τη σύγκριση: Όταν κατά το απαισίας μνήμης καλοκαίρι του 1974, η Τουρκία εισέβαλλε στην Κύπρο, βίαζε, σκότωνε, κατακτούσε, προσέβαλλε την ελληνική αξιοπρέπειά μας, ακούσαμε από ελληνικά χείλη, πρωθυπουργικά, ότι «η Κύπρος κείται μακράν». Κι ας είχε προηγηθεί ο Κίμων, από τον 5ο αιώνα π.Χ, με τριήρεις, ελευθερώνοντας την από τους Πέρσες. Αν η Κύπρος βρισκόταν μακρυά, θα ’ταν πιο κοντά ο Πόντος;
 
Οι διωγμοί και τα μαρτύρια του Ποντιακού Ελληνισμού ξεκίνησαν από πολύ νωρίς και εντάθηκαν από το 1914, με την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, έστω κι αν, συμβατικά, το 1919 θεωρείται ως το έτος που συντελέστηκε η γενοκτονία.
 
Η λέξη γενοκτονία σημαίνει την ολοκληρωτική εξόντωση μιας φυλετικής ομάδας, όχι γι’αυτά που διέπραξε, αλλά γι’αυτό που είναι. Η γενοκτονία αποτελεί το βαρύτερο έγκλημα, για το οποίο, μάλιστα, δεν υπάρχει παραγραφή.
 
Παρά τη σημασία της πράξης αυτής, το ιστορικό γεγονός  της γενοκτονίας παραμένει στο περιθώριο της νεοελληνικής ιστοριογραφίας.
 
Γιατί, όμως υποβαθμίστηκε η γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού μέσα στη συλλογική μνήμη του Νεοελληνισμού; Πιστεύω πως αυτό έχει να κάνει με τη λανθασμένη προσέγγιση των γεγονότων στην Ελλάδα, και τον ελληνικό, γενικά, κόσμο, με βάση την ανταλλαγή των πληθυσμών. Αυτή, η πολιτικού τύπου ερμηνεία, σχετικοποίησε το έγκλημα. Επέβαλε, έτσι, για δεκαετίες πολλές, τη λήθη μέσα από μια λογική εξισορρόπησης: Ανταλλαγή τουρκικών πληθυσμών (ή έστω μουσουλμανικών) της Ελλάδας με τους ελληνικούς της Μ.Ασίας.
 
Μα έτσι παρασιωπάται η αλήθεια, ότι όταν υπεγράφη η Συνθήκη της Λωζάνης, το 1923, για την ανταλλαγή των πληθυσμών, ουδείς Πόντιος  ευρισκόταν στον Πόντο. Είχαν ήδη όλοι εκτοπιστεί, είχαν εξολοθρευθεί. Όσοι δεν είχαν φύγει στην Ελλάδα ή στον Καύκασο, βρίσκονταν εκτοπισμένοι στα βάθη της Μ. Ασίας, αποδεκατιζόμενοι από τον τύφο και άλλες ασθένειες.
 
Πώς, όμως, ο βαθύρριζος ποντιακός Ελληνισμός οδηγήθηκε στο τραγικό αυτό τέλος; Ποια τα αίτια της μεγάλης τραγωδίας; 
 
Για δυο χιλιετίες, μέχρι τον 11ο μ.Χ. αιώνα, τα πάντα απέπνεαν Ελλάδα στην Ελληνική εκείνη γη. Όχι χωρίς περιπέτειες και χωρίς δηώσεις, καταστάσεις σύμφυτες με τον Ελληνισμό, χαρακτηριστικές όλων των Ελληνικών περιοχών. Το 1071, όμως, όπως είναι γνωστό, με τη μάχη στο Μαντζικέρτ, οι Τούρκοι νικούν τον αυτοκράτορα Ρωμανό Διογένη και καταλαμβάνουν την Τραπεζούντα και την επαρχία Χαλδίας. Ο Θεόδωρος Γαβράς, δούκας της Χαλδίας στη συνέχεια ελευθερώνει την Τραπεζούντα και κυβερνά ως ανεξάρτητος, από το Βυζάντιο, άρχοντας. Το 1098 ο Θεόδωρος απάγεται στο Ερζερούμ και μαρτυρεί υπέρ του Χριστιανισμού.
 
Το 1204, με την πτώση της Κωνσταντινούπολης στα χέρια των Φράγκων, οι αδελφοί Αλέξιος και Δαβίδ Κομνηνοί ιδρύουν την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας ως ελεύθερο κράτος. Η Αυτοκρατορία αυτή το 1461, οκτώ δηλ. χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, πέφτει στα χέρια των Τούρκων. Από τότε αρχίζει η μαρτυρική πορεία του Ποντιακού Ελληνισμού.
 
Τα σύμβολα της Αυτοκρατορίας τα κράτησε τότε η Εκκλησία και τα διατήρησε σ’όλους τους μαύρους αιώνες της σκλαβιάς. Μέσα σ’αυτούς τους φοβερούς αιώνες, αυτή στάθηκε το πνευματικό και εθνικό κέντρο των Ποντίων. Εναντίον των κληρικών, μητροπολιτών, ηγουμένων, ιερέων, μοναχών, ξεσπούσε κάθε φορά η μανία των κατακτητών. Το ράσο έγινε πολλές φορές και εθνική σημαία αλλά και σκέπαστρο και καταφυγή των υποδούλων.
 
Τα περίφημα μοναστήρια της περιοχής έγιναν, συχνά, με τα συσσίτιά τους, και κέντρα υλικής επιβίωσης του λαού. Και δεν ήταν επουσιώδες αυτό σ’εκείνες τις δύσκολες εποχές.
 
Η αντίστροφη μέτρηση για τον Ποντιακό Ελληνισμό, αλλά και όλους τους χριστιανούς της Μικράς Ασίας, σήμανε με την άνοδο των Νεοτούρκων στην εξουσία. Γρήγορα φάνηκε πως σκοπός των Νεοτούρκων ήταν η μετατροπή της πολυεθνικής οθωμανικής αυτοκρατορίας σε εθνικό τουρκικό κράτος, με την εξόντωση ή τον εκτουρκισμό όλων των άλλων λαών. Η υλοποίηση του στόχου αυτού έγινε με διάφορους τρόπους.
 
Εκτός από τα πολιτικά-εθνικιστικά αυτά αίτια, υπήρχαν και τα οικονομικά συμφέροντα. Μεγάλο μέρος του εμπορίου και της βιομηχανίας είχε συγκεντρωθεί στα χέρια των Ελλήνων, γεγονός που εμπόδιζε τη Γερμανία να διεισδύσει οικονομικά στην απέραντη υπανάπτυκτη οθωμανική αυτοκρατορία.
 
Ως εκ τούτου οι Γερμανοί στρατιωτικοί υπέδειξαν, κατά τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο, τον εκτοπισμό των Ελλήνων, με σκοπό τη φυσική τους εξόντωση. Γερμανοί αξιωματικοί εκπονούσαν και εφάρμοζαν σχέδια εξόντωσης των χριστιανών.
 
Το ρεύμα των καιρών ήταν ξεκάθαρο ότι οδηγούσε  σ’ έναν άγριο εθνικισμό, που δύσκολα θα μπορούσε κάποιος να ανακόψει. Οι Έλληνες του Πόντου το αντελήφθησαν έγκαιρα. Κι ήσαν έτοιμοι να αγωνιστούν και για την τιμή και για τα εδάφη τους. Είχαν, μάλιστα, μέχρι τότε αποδείξει πολλές φορές τον ηρωισμό τους. Δεν αρκούσε, όμως, δυστυχώς, στις νέες συνθήκες, ο ηρωισμός τους. Χρειάζονταν τη συμπαράσταση τόσο του ελεύθερου ελληνικού κράτους όσο και των συμμάχων με τους οποίους ο Ελληνισμός αγωνίστηκε για την ελευθερία των λαών.
 
Μα γρήγορα αντελήφθησαν, ότι, στην πολιτική τα συμφέροντα υπερτερούν και των ηθικών αξιών και των υποχρεώσεων. Τα ιδανικά των συμμάχων είχαν το μαύρο χρώμα του πετρελαίου και των δρόμων του εμπορίου, που πολύ απείχαν από το φωτεινό χρώμα της ελευθερίας. Κι αυτά τα συμφέροντα είχαν στομώσει τις μπούκες των κανονιών των πανίσχυρων συμμάχων. Συνειδητοποίησαν τότε, οι Πόντιοι, πως ένα έθνος στους αγώνες για την επιβίωσή του δεν πρέπει να επαφίεται σε ελπίδες για ξένη βοήθεια. Πάντοτε ο ξένος βοηθά πρώτιστα τον εαυτό του και σε οποιαδήποτε στιγμή, αν το συμφέρον του κλίνει αλλού, δεν θα διστάσει να αποσυρθεί.
 
Ούτε, όμως, και από το εθνικό κέντρο βρήκαν ουσιαστική βοήθεια. Έχοντας ήδη ανοικτά πολλά μέτωπα, η εθνική κυβέρνηση πέραν από σπασμωδικές κινήσεις δεν υπερασπίστηκε τα εθνικά αισθήματα των Ποντίων. Τίποτα, εν τούτοις, καμιά απογοήτευση δεν μπόρεσε να αλλοιώσει ή να μειώσει κατ’ ελάχιστο την εθνική φλόγα, την ελληνικότητά τους, που φύλαγαν μέσα τους οι Πόντιοι και  που την έφεραν εκ γενετής. Κι αυτό γιατί η Ελληνικότητα δεν προεχόταν από μιαν εγκεφαλική τελετουργία πολιτικών υπολογισμών ή γεωστρατηγικών συμφερόντων. Ήταν η ζωή τους, το αίμα τους, το γονίδιό τους.
 
Ο ποντιακός ελληνισμός εξακολούθησε σ’ όλους τους αιώνες της δουλείας να έχει την ίδια εθνική συνειδησιακή υπόσταση.
 
Παντοτινή και ακοίμητη στα στήθη του, συντηρούσε τη φλόγα για την Ελλάδα. Δεν μπορούσαν οι Πόντιοι  να αρνηθούν τον εαυτό τους. Ήξεραν ότι ήσαν λίγοι και μόνοι, αλλά έμειναν και αγωνίστηκαν και έγιναν ιστορικά μέγιστοι, μπροστά στους οποίους υποκλινόμαστε σήμερα.
 
Στο τέλος του 1914, οι Τούρκοι θέτοντας σε εφαρμογή τα σχέδιά τους, κήρυξαν γενική επιστράτευση όλων των εθνοτήτων της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Τους Έλληνες τους κατέτασσαν στα «τάγματα εργασίας» όπου οι συνθήκες ήταν εξοντωτικές με απώτερο στόχο τον αργό θάνατό τους.
 
Με πρόσχημα τη λιποταξία των Ποντίων από τα τάγματα εργασίας, οι Τούρκοι άρχισαν συστηματικά την εξόντωση όλων των Ελλήνων του Πόντου, λεηλατώντας και πυρπολώντας ολόκληρα χωριά.
 
Κορύφωση των τουρκικών μεθοδεύσεων υπήρξε η σχετική διαταγή των Εμβέρ Πασά και Ταλαάτ Μπέη, της 28ης Δεκεμβρίου 1916, που έλεγε ξεκάθαρα: «Άμεση εξόντωση των ανδρών των πόλεων από 16-60 ετών. Γενική εξορία ανδρών κα γυναικοπαίδων των χωριών στα ενδότερα της Ανατολίας, με πρόγραμμα σφαγής και θανάτου».
 
Τα όσα ακολούθησαν δεν τα χωρεί ο νους του ανθρώπου. Μπροστά τους ωχριά κάθε είδος βαρβαρότητας. Σφαγές, λεηλασίες, αρπαγές, βιασμοί, πυρπολήσεις, εξορίες. Νιώθω πως προκαλώ τα αισθήματά σας υπενθυμίζοντάς σας τις ατέλειωτες σειρές των προγόνων σας που βάδιζαν τον ατέλειωτο δρόμο προς την ενδοχώρα με μόνο προορισμό τον θάνατο, με τις ορδές των Τσετών- ληστοσυμμοριτών να επιδεικνύουν συνεχώς τα πρωτόγονα βάρβαρα ένστικτά τους. Γεγονότα ανατριχιαστικά, αριθμοί θυμάτων τεράστιοι, τρόποι θανάτωσης απίστευτοι. Είναι να διερωτάται κανείς πώς μπορεί να βρεθεί τέτοια απανθρωπία, πώς μπορεί να δικαιολογηθεί τέτοια συμπεριφορά ανθρώπων, αν μπορούν τέτοια όντα να ονομαστούν άνθρωποι, προς συνανθρώπους τους.
 
Στο ευρύ Ελληνικό κοινό παραμένει άγνωστη η συστηματικά επεξεργασμένη και προμελετημένη πολιτική που άρχισε να εφαρμόζεται με την εξαφάνιση των ανδρών στα εργατικά τάγματα και συνεχίστηκε με τις μαζικές εκτοπίσεις και με τις σφαγές και τους απαγχονισμούς στην Αμάσεια της πολιτικής και πνευματικής ηγεσίας των Ποντίων. Πέραν των 350 χιλιάδων Ελλήνων του Πόντου, σε ένα σύνολο 750.000 εξολοθρεύτηκαν με τη μέθοδο των εκτοπίσεων και των σφαγών στο χρονικό διάστημα 1916-1923.
 
100 και πλέον χρόνια από τη μεγάλη εθνική τραγωδία, περισσότερο από το μέγεθος της καταστροφής μας θλίβει το αδύνατον της αλλαγής της κατάστασης. Δεχτήκαμε, δυστυχώς, τα τετελεσμένα  και υπογράψαμε τον τερματισμό της παρουσίας του Ελληνισμού στα χώματα εκείνα. Γι’ αυτό κι είναι ανάγκη, όλα τα εφιαλτικά «γιατί», οι πληγές οι χαίνουσες και αιμάσσουσες, να μεταλλαχθούν σε άλλο όραμα, σε μιαν άλλη στάση ζωής, σε δημιουργία. Δεν υπάρχει δυστυχώς άλλη επιλογή, οι ρίζες μας είναι βαθιές και δεδομένες. Πάνω σ’ αυτές τις ρίζες μπορούμε και πρέπει να στηρίζουμε την προοπτική του μέλλοντος του Γένους μας, τη συνέχεια της πορείας μας και της επιβίωσής μας μέσα σε περιβάλλον αντιξοοτήτων και δυσχερειών. Και να μη ξεχνούμε ότι η Ελληνική ιδέα είναι πλατύτερη της ελληνικής γης· υπερβαίνει τα καθαρώς εθνικά όρια του Ελληνισμού. Αν εδαφικά ο ξεριζωμός από τον Πόντο και τη Μικρασία μάς συρρίκνωσε, ως Ιδέα ελληνική καλύπτουμε όλο το σύμπαν.
 
Τελειώνω με μιαν αναφορά και στη δική μου, ιδιαίτερη πατρίδα την Κύπρο. Κύπρος και Πόντος έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά: Πανάρχαιη Ελληνική κοιτίδα ο Πόντος, το ίδιο και η Κύπρος, σε εξίσου νευραλγικές γεωγραφικές θέσεις. Επήλυδες οι Τούρκοι και στις δύο περιοχές, πεισματικά αρνούμενοι τον οποιονδήποτε εκπολιτισμό, πλήττοντας διά του αριθμού και όχι διά της ποιότητάς τους. Αναλλοίωτα τα συμφέροντα των ξένων καθώς και η επιτηδειότητα των Τούρκων να τα εκμεταλλεύονται. Χωρίς προσχήματα, ή οποιαδήποτε συγκάλυψη, οι στόχοι της Τουρκίας και τότε και σήμερα. Επιδιώκουν σήμερα, μεθοδικά, τουρκοποίηση της Κύπρου, όπως το επεδίωξαν και το πέτυχαν, πριν εκατό χρόνια, στον Πόντο.
 
Και το χειρότερο: ο Ελληνισμός υπνώττει και σήμερα, χωρίς να μελετά στα σοβαρά τις μεθοδεύσεις της Τουρκίας, να παίρνει μαθήματα από το παρελθόν. Εξαντλείται σε προτάσεις καλής θέλησης, σαγηνεύεται από τις ψευδαισθήσεις καλής γειτονίας. Στρουθοκαμηλίζει μπροστά στον ξεκάθαρο προγραμματισμό των Τούρκων. Οφείλουμε να ανανήψουμε, να προγραμματιστούμε για να ανακόψουμε τις τουρκικές μεθοδεύσεις.
 
Είμαι και πάλιν  υποχρεωμένος να εκφράσω ένα παράπονο· όχι για σας, τον υπέροχο Ελληνικό λαό, ούτε για την Εκκλησία του. Εσείς μας στηρίξατε πάντοτε, παντοιοτρόπως. Για πολλές ελληνικές κυβερνήσεις, όμως, έχουμε την αίσθηση ότι μας θεωρούν βάρος. Και σήμερα νιώθουμε ότι επιδιώκεται συνεννόηση σε όλα τα άλλα ελληνοτουρκικά θέματα, αφήνοντας το πρόβλημα της Κύπρου έξω. Αυτό επιδώκει και η Τουρκία. Να αποτελειώσει πρώτα εμάς (μαζί με την Ελλάδα θα δυσκολευόταν) και ύστερα θα αρχίσει με το Αιγαίο, τη Θράκη, τα νησιά, τη Μακεδονία. Να το καταλάβουμε όλοι! Η Κύπρος είναι το τελευταίο φυλάκιο του Ελληνισμού. Αλλοίμονο  αν πέσει.
 
Ευχόμαστε όπως ο Θεός φωτίσει όλους μας, λαό και Ηγεσία, να συναγάγουμε τα σωστά συμπεράσματα από τη βάρβαρη γενοκτονία που διέπραξαν οι Τούρκοι σε βάρος του Ποντιακού Ελληνισμού και να αποφύγουμε όσα προγραμματίζουν για την Κύπρο, και άλλες ελληνικές περιοχές που δεν απέχουν, ποσώς, από εκείνη.
 
 
Print Friendly, PDF & Email

Share this post