Έκτο ετήσιο Μνημόσυνο αειμνήστου Αρχιεπισκόπου Κύπρου Χρυσοστόμου Α΄
O Mακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ.κ. Χρυσόστομος την Kυριακή, 22 Δεκεμβρίου 2013, λειτούργησε στον Καθεδρικό Ναό Αγίου Ιωάννη στη Λευκωσία, συμπαραστατούμενος από τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Μεσαορίας κ. Γρηγόριο.
Ακολούθως, ο Μακαριώτατος, προέστη του έκτου ετησίου Μνημοσύνου του προκατόχου του, αειμνήστου Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Α΄.
Στη συνέχεια, μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας, ο Μακαριώτατος μετέβη στο παλαιό Κοιμητήριο, Αγίου Σπυρίδωνος Λευκωσίας, όπου και τἐλεσε τρισάγιο στον τάφο του αοιδίμου Αρχιεπισκόπου και θα καταθέσει στέφανο.
Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου,
22 Δεκεμβρίου 2013
Ακολουθεί η ομιλία του ιεροκήρυκα Γρηγόριου Μουσουρούλη:
«Ἰησοῦς ὁ ἐμός»
«Καί καλέσεις τό ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν » (Ματθ. α´21)
Διπλός ἦταν ὁ σκοπός τῆς ἀγγελικῆς ἐπί¬σκεψης στόν δίκαιο Ἰωσήφ, Μακαριώτατε Πά¬τερ. Πρῶτος ἡ πληροφόρηση του γιά τό μυστή¬ριο τῆς παρθενικῆς κυοφορίας. Πληροφόρηση πού θά κατεύναζε τήν «ζάλην» τῶν λογισμῶν του καί θά πρόσφερε λύση στό ἀδιέξοδό του. Ὁ δεύ¬τε¬ρος ἦταν ἡ γνωστοποίηση τοῦ ὀνόμα¬τος, πού ἔπρεπε νά δώσει στό παιδί τό ὁποῖο θά γεννιόταν, ὡς ὁ κατά τόν Νό¬μο ἁρμό¬διος,.
Ἰησοῦς! Αὐτό εἶναι τό θεόσδοτο ὄνομα τοῦ Βρέφους τῆς Βηθλεέμ. Τί σημαίνει ὅμως Ἰησοῦς; Ποιά θέση πρέπει νά ἔχει στή ζωή μας; Σ’αὐτά τά ἐρωτήματα θά ἀπαντήσουμε στή συνέχεια.
«Καί καλέσεις τό ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν»
Ἰησοῦς στά ἑλληνικά σημαίνει «Σωτήρ». Καί δόθηκε τό ὄ¬νομα αὐτό ἀπό τόν Θεό Πατέρα στόν Ἐν¬αν¬θρωπήσαντα Υἱό του, διότι Αὐτός ἐπρόκειτο νά σώσει τό λαό του, τόν νέον Ἰσραήλ, ἀπό τόν βα¬ρύ ζυγό τῆς ἁμαρτίας.
Ὅλοι οἱ λαοί τότε, ἦσαν βυθισμένοι στό σκοτά¬δι τῆς πλάνης,. Ὅλοι ἦσαν αἰχμάλωτοι τῶν πλέον βδελυρῶν παθῶν καί τρομο¬κρατημένοι ἀ-πό τήν φοβερή ἀπειλή τοῦ θανάτου. Κάτω ἀπό τήν πίεση τῶν φοβερῶν αὐτῶν καταστάσεων περίμεναν μέ ἀγωνία Ἐκεῖνον, πού θά τούς χάριζε τήν λύτρωση.
Καί ὁ μεγάλος ἀνα¬μενόμενος ἦρθε. Ὁ Θεός κατέβηκε ἀπό τόν οὐρα¬νό καί ἔγινε ἄνθρωπος «δι’ ἡμᾶς τούς ἀνθρώπους καί διά τήν ἡμετέ¬ραν σωτηρίαν», ὅπως ὁμολο¬γοῦμε στό Σύμβολο τῆς πίστεως. Δέν ἔστειλε ἄν¬θρωπο, οὔτε ἄγγελο γιά νά μᾶς λυτρώσει. Τό ἔρ¬γο τῆς σωτηρίας μας τό ἀνέλαβε καί τό ἔφερε εἰς πέρας ὁ ἴδιος. Καί τοῦτο διότι μόνος Αὐτός μποροῦσε νά ἀντιπαλαίσει μέ τούς ἐχθρούς μας. Μόνος αὐτός μποροῦσε νά καταστήσει ἀνί¬σχυρο ἐκεῖνον πού εἶχε τήν δύναμη καί τήν ἐ¬ξουσία τοῦ θανάτου « τοῦτ᾽ἔστι τόν διάβολον» (Ἑβρ. β´14). Καί νά μᾶς ἀπαλλάξει ἀπό ὅλα τά δεινά πού ἔφερε στή ζωή μας μέ τό νά ὁδηγήσει στήν παρακοή τούς προπάτορές μας.
Ἔτσι ὁ Υἱός τῆς Παρθένου ἀποδεικνύεται ὁ πραγματικός Σωτήρας καί Λυτρωτής, ἀλλά καί ὁ μοναδικός. Ἔτσι ἄλλωστε τόν ὁμολόγησε ἐνώ¬πι¬ον τοῦ ἰουδαϊκοῦ συνεδρίου φωτισμένος ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα ὁ Ἀπόστολος Πέτρος. «Οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενί ἡ σωτηρία» εἶπε στούς ἄρχοντες τοῦ Ἰσραήλ. Τήν σωτηρία πού μᾶς ὑποσχέθηκεν ὁ Θεός, δέν μπορεῖ κανείς ἄλλος νά μᾶς τήν χαρίσει. Διότι δέν ὑπάρχει κάτω ἀπό τόν οὐρανό καί πάνω σ’ ὅλη τή γῆ ἐκτός ἀπό τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ κανένα ἄλλο ὄνομα μέ τό ὁποῖο μποροῦμε νά σωθοῦμε. Συνεπῶς μόνο αὐτόν τόν Ἰησοῦν ὀφείλουμε νά ἐγκοπλωθοῦμε ὡς Σωτήρα καί Λυτρωτή μας (Πραξ. δ´12).
Νά λοιπόν γιατί τό ὄνομα τοὺ Ἰησοῦ φέρνει τόση γλυκύτητα, χαρά καί παρηγοριά στήν ψυχή μας: διότι εἶναι τό ὄνομα τοῦ μόνου ἀληθινοῦ σωτήρα μας.
Ποιά εἶναι ὅμως ἡ θέση του στή ζωή μας; Τόν ἔχουμε δεχθεῖ ὡς προσωπικό μας Σωτήρα; Ἔχουμε συνειδητοποιήσει ὅτι Αὐτός εἶναι ἡ μόνη ἐλπίδα μας πάντοτε καί ἰδιαίτερα στίς σκληρές ἡμέρες πού ζοῦμε; Τόν ἔχουμε ἀγαπήσει πραγματικά;
Ἄν, ἀδελφοί μου, πιστεύουμε βαθιά καί ἀγαπᾶμε γνήσια τόν Κύριο Ἰησοῦ, τότε ὀφείλουμε νά ἔχουμε τό ὄνομά του συνεχῶς στά χείλη καί τήν καρδιά μας. Νά τό ὑμνοῦμε καί νά τό δοξάζουμε. Νά τό ὁμολογοῦμε μέ τόλμη καί θάρρος. Νά ἐπικαλού¬μαστε τή δύναμή του. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος μᾶς προτρέπει: «Ἰησοῦ ὀνόματι, μάστιζε πολεμίους». Χτύπα τούς ἐχθρούς δαίμονες μέ τήν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ.
Δέν ἀρκεῖ ὅμως μόνο αὐτό. Ὁ Κύριος μᾶς εἶπε ὅτι στή Βασιλεία τῶν οὐρανῶν δέν θά εἰσέλ-θει ὅποιος ἁπλῶς ἐπικαλεῖται τό ὄνομά του λέγο-ντας «Κύριε, Κύριε». Στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ θά εἰσέλθει ἐκεῖνος πού ἐφαρμόζει τό θέλημα τοῦ οὐράνιου Πατέρα Του. (Ματθ. ζ´21).
Ἔτσι ζοῦσαν οἱ Ἅγιοι. Μέ τήν διαρκή ἐπί-κληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Μέ ἀγώ-να σύντονο καί συνεχή γιά τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν καί τήν μυστηρι¬ακή ἕνωση μαζί του. Κι ἔτσι ἄναβε στήν καρδιά τους ὅλο καί περισσότερο ἡ φλόγα τῆς ἀγάπης πρός τόν Σωτήρα καί Λυτρωτή τοῦ κόσμου.
Εἶναι πολύ χαρακτηριστική ἡ συμβουλή πού μᾶς δίνει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: «Ὁ Ἰησοῦς, λέγει, ἄς εἶναι γλυκύ μελέτημα τῆς καρδίας σου, ὁ Ἰησοῦς ἄς εἶναι ἐντρύφημα τῆς γλώσσης σου… ὁ Ἰησοῦς ἄς εἶναι ἡ ἀναπνοή σου» (Συμβουλευτικόν Ἐγχειρίδιον, περί φυλακῆς τοῦ νοός).
Αὐτό τό γλυκύτατο ὄνομα εἶχε καταφλέξει καί τήν καρδιά τοῦ ἀειμνήστου Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου Χρυσοστόμου τοῦ Α΄, τοῦ ὁποίου τε-λοῦμε σήμερα τό μνημόσυνο.
Ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος ἀπό παιδί ἀ-γάπησε τόν Σωτήρα Χριστό. Αὐτή ἡ ἀγάπη τόν ἔκαμε νά στραφεῖ ἀπό μικρός πρός τήν μοναχική ζωή. Προτίμησε αὐτό τόν δρόμο μέ σκοπό νά ἀφοσιωθεῖ ὁλόψυχα στήν λατρεία τοῦ Θεαν-θρώπου Ἰησοῦ μέσα ἀπό τήν ἄσκηση καί τήν προσευχή. Νά κάμει κτῆμα τῆς ψυχῆς του ἀναφαίρετο τήν σωτηρία πού χαρίζει στόν ἄνθρωπο ὁ Υἱός τῆς Παρθένου. Ἀλλ᾽ ὁ καρδιογνώστης Κύριος ἄλλα εἶχε στό σχέδιό του γιά τόν νέο μοναχό. Βρῆκε στή φλογερή καρδιά του τόν ἄν¬θρωπο, πού θά μποροῦσε στήν κατάλληλη ὥρα νά ὁδηγήσει τό σκάφος τῆς Ἐκκλησίας Του μέ σοφία καί σύνεση. Καί ἔθεσε τόν «λύχνον ἐπί τήν λυχνίαν». Τόν κατέστησε λειτουργό τῶν ἱερῶν Μυστηρίων, γιά νά τόν ἀναδείξει Ἀρχιθύτην τῆς Κυπριακῆς Ἐκ¬κλησίας σέ ὧρες κατ᾽ἐξοχήν κρίσιμες στήν ἱστο¬ρική πορεία τοῦ λαοῦ της.
Ἄνθρωπος φλογερῆς ἀγάπης πρός τό Θεαν-δρικό πρόσωπο τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, ἔθεσε σέ ὅλα τά στάδια τῆς ζωῆς καί τῆς δράσης του, κύ-ριο σκοπό του τήν σύνδεση τῶν ψυχῶν τοῦ ποι-μνίου του μέ τόν «Ποιμένα τῶν προβάτων τόν μέγαν» (Ἑβρ. ιγ´20). Γιά τήν πραγμάτωση τοῦ σκοποῦ αὐτοῦ διεκήρυττε κατά τόν ἐνθρονι-στήριο λόγο του στήν Μητρόπολη Πάφου ὅτι «δέν θά ὑπολογίσει καί δέν θά ἀποφύγει κανένα κόπο καί ὁποιοδήποτε μόχθο πού θά ἀπαιτηθεῖ στήν ἐκπλήρωση τῆς ἀποστολῆς του «πρός ἀνα-γέννησιν, πρός ἀνόρθωσιν, πρός σωτηρίαν τοῦ ἐμπιστευθέντος (αὐτῷ) ποιμνίου».
Καί τήν ὑπόσχεσή του αὐτή τήν ἐξεπλή¬ρω-σε χρησιμοποιώντας κατά τόν καλύτερο τρόπο τό χάρισμα τοῦ λόγου μέ τό ὁποῖο τόν ἐπροίκισεν ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Τό κήρυγμά του τό προ¬φορικό ἀπό τούς ἄμβωνες τῶν ἐκκλη¬σιῶν θέρμαινε τίς καρδιές καί συνδαύλιζε τήν ἐλπίδα τῆς προσωπικῆς σωτηρίας ἑνός ἑκάστου καί τῆς ἀνάστασης τῆς λαβωμένης πατρίδας. Ἀλλά καί τό γραπτό μέσα ἀπό τίς σελίδες τῶν ἐντύπων πού ἐξέδιδε τόσο ὡς Μητροπολίτης Πάφου ὅσο καί ὡς Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου, στάλλαζε βάλσαμο θάρρους καί καρτερικότητας στίς πονεμένες καρδιές.
Ἡ ἀγαπώσα τόν Ἰησοῦν καρδία του δέν τοῦ ἐπέτρεπε νά δώσει «ὕπνον τοῖς ὀφθαλμοῖς καί τοῖς βλεφάροις (του) νυσταγμόν καί ἀνάπαυσιν τοῖς κροτάφοις (του)» (Ψαλμ. 131, 4), Οἱ πολλοί καί ποικίλοι κίνδυνοι πού ἐκύκλωναν τήν εὐλογημένη ἑλληνική κυπριακή νεότητα τόν κρατοῦσαν ἄγρυπνο συνεχῶς. Γι᾽αὐτό καί κύριο μέλημά του εἶχε τήν διαπαιδαγώγηση τῶν παιδι¬ῶν καί τῶν νέων μέσα ἀπό τίς τάξεις τῶν κατηχη¬τικῶν σχολείων, τῶν χριστιανικῶν ὁμάδων καί τῶν κατασκηνώσεων.
Τό γλυκύτατο ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος «διῆλθε, (τήν ἐπίγεια ζωή του), εὐεργετῶν καί ἰώ¬μενος πάντας» (Πράξ. ι´38), ἐνέπνεε στήν ἄδολη καρδιά του τήν ἀγάπη γιά τόν πάσχοντα συνάν¬θρωπο. Ἀγάπη πού μεταφραζόταν σέ ἀμέτρητες πράξεις εὐποιΐας. Ὁ πόνος τῶν ἀνθρώπων καί ἰδαίτερα τῶν προσφύγων γινόταν καί δικός του πόνος. Γι᾽αὐτό καί κατέστη «ἱλαρός δότης» (Β´Κορ. θ´7). Ἄνθρωπος πού «ἔδινε μέ προθυμία καί ἱλαρό πρόσωπο». Ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος ὄντως «ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν» (ἔ.ἀ. 9).
Τέλος ἡ ἰδέα τῆς πατρίδας καί ἡ διατήρηση τῆς ἐθνικῆς ταυτότητας τοῦ ἑλληνισμοῦ καί ἡ ἐπιβίωσή του στήν ἀνατο¬λική τούτη ἐσχατιά του ὄχι μόνο συνεῖχε, ἀλλά κυριολεκτικά πυρπολοῦσε τή ψυχή του. Πόνεσε καί ἀγάπησε τήν πατρίδα, τήν ἱστορία καί τή γλώσσα της ὅσον ὀλίγοι ἕλληνες. Αὐτός ὁ ἔρως ἐλεύθερης πατρίδας ἠλέκτριζε τήν ψυχή του καί τόν ἔκαμνε νά διασχίζει πελάγη καί ὠκεανούς προκειμένου νά τήν ὑπερασπισθεῖ σθαναρῶς ἐ¬νώπιον τῶν ἰσχυρῶν τῆς γῆς. Μέ γενναιότητα, ἀπαράμιλλο θάρρος καί παντελῆ ἀπουσία φόβου διεκήρυττε: «Ἡ Ἐκκλησία ἐν οὐδεμιᾷ περιπτώσει θά ἀποδεχθῇ τήν νομιμοποίησιν τῆς ἁρπαγῆς καί τῆς ἀδικίας. Δέν θά δεχθῶμεν τήν ἀπεμπόλησιν τῶν δικαίων ἡμῶν οὐδέ θά λησμονήσωμεν τά ἱερά ἡμῶν προσκυνήματα». Τό βλέμμα του ἦ¬ταν συνεχῶς στραμμένο στό «σεπτόν σκήνωμα τοῦ Ἀποστόλου Βανάβα» καί τούς «τάφους προ¬γόνων τούς ἱερούς καί τά σεβάσμια μνήματα ἀ¬δελφῶν καί πατέρων».
«Καί καλέσεις τό ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν»
Σέ ἐλάχιστα εἰκοσιτετράωρα θά γιορτά-σουμε καί πάλι Χριστούγεννα. Θά προσκυνήσου¬με τό Θεῖο Βρέφος πού ἔλαβε τό «ὑπέρ πᾶν ὄνομα»: Ἰησοῦς. Ἄν εἴχαμε, συνειδητοποιήσει, Μακαριώτατε Πάτερ, τί σημαίνει τό ὄνομα αὐτό… Ἄν εἴχαμε συνειδητοποιήσει ὅσο πρέπει τήν ἀκα-τανίκητη δύναμή του… Ἄν εἴχαμε λάβει πείρα τῶν ἀνεκτίμητων δωρεῶν πού χαρίζει, δέν θά ἀφήναμε νά περάσει στιγμή χωρίς νά σκεπτό-μαστε τόν «ἐρασμιώτερον» παντός ἀγαθοῦ Ἰησοῦν. Ἀλλά καί οἱ ἐλπίδες μας γιά μιά πατρίδα δικαιωμένη, ἐλεύθερη, ἐπανενωμένη, ὅπως τήν ὁραματιζόταν ὁ μακαριστός προκάτοχός σας, δέν θά μαραίνονταν ποτέ. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς τήν ψυχή ἐκείνου ἄς ἀναπαύει στήν Βασιλεία του καί σέ σᾶς ἄς χαρίζει δύναμη καί φωτισμό νά συνεχίσετε τούς ἀγῶνες του ἀλλά καί νά δεῖτε πραγματικότητα λαμπρή τό «ποθούμενο» ( Ἅγ.Κοσμᾶς). Νά ἀξιωθεῖτε νά λειτουργήσετε στόν Ἀπόστολο Ἀνδρέα, στόν Ἀπόστολο Βαρνάβα καί στά ἄλλα σεβάσματα τῆς τώρα κατεχόμενης πατρίδας μας.