Αρχιερατικό Συλλείτουργο επ’ ευκαιρία της εορτής του Αποστόλου Βαρνάβα, ιδρυτού και προστάτου της Εκκλησίας της Κύπρου (11 Ιουνίου 2024)
Την Τρίτη, 11 Ιουνίου 2024, επ’ ευκαιρία της εορτής του Αποστόλου Βαρνάβα, ιδρυτού και προστάτου της Εκκλησίας της Κύπρου, τελέστηκε Αρχιερατικό Συλλείτουργο, προϊσταμένου του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Γεωργίου, συλλειτουργούντων του εκπροσώπου του Οικουμενικού Πατριάρχη, Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κυδωνιών κ. Αθηναγόρα, Μελών της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου και λοιπών ιεραρχών, στον πανηγυρίζοντα Καθεδρικό Ναό Αποστόλου Βαρνάβα στην εντός των τειχών Λευκωσία.
Μπορείτε να δείτε το Αρχιερατικό Συλλείτουργο εδώ: https://www.youtube.com/live/Sew-FMuvJX4?si=VlirFUtqJb4Cehf4
***********************
Κήρυγμα Ἀρχιμ. Γεωργίου Χριστοδούλου,
Ἀρχιγραμματέως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου
ἐπὶ τῇ Θρονικῇ Ἑορτῇ τοῦ Ἀποστόλου Βαρνάβα
Καθεδρικός Ναός, 11 Ιουνίου 2024
Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ὁ Παράκλητος περιγράφεται ὡς ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, τὴν ὁποία ὁ λαὸς τοῦ Ἰσραὴλ φοβᾶται νά ἀκούσει, γι’ αὐτὸ ἱκετεύει στο Σινᾶ νὰ ἀπαλλαγῆ τῆς ἀνάγκης νὰ ἀκούει ἀμέσως την θεία φωνή. Ὁ Θεὸς ὁρίζει το προφητικό, μεσιτικό λειτούργημα γιὰ τὸ ὁποῖο ὁ Μωϋσῆς ὑπόσχεται πρὸ τοῦ θανάτου του, ὅτι αὐτὸ δὲν θὰ ἐκλείψει ποτὲ ἐκ μέσου τοῦ λαοῦ του. Στὸ εὐαγγέλιο ορίζεται ό κατ’ εξοχήν βιβλικός τόπος συνάντησης τοῦ σεσαρκωμένου Λόγου τοῦ Θεοῦ κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Ἀναληψής του, και προσδιορίζεται ὡς ἡ Γαλιλαία τῶν Ἐθνῶν, σημεῖο πολυεθνικότητας, σταυροδρόμι πολιτισμών καί πίστεων, θέατρο ἀνηλεούς πολέμου, ὁ τόπος που κατοικοῦν τὰ εἰδωλολατρικὰ ἔθνη. Τώρα ή Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν ἀναδεικνύεται ὄχι πεδίον μάχης, ἀλλὰ πεδίον ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἀφορμᾶται τὸ κήρυγμα τῆς εἰρήνης καὶ τῆς καταλλαγῆς τῶν ἐθνῶν. «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη…». Πρὸ τῆς ἐν δόξῃ Ἀναλήψεως, ὁ Κύριος ὑπόσχεται νά μή καταστῆ υπέρογκος, φοβερὸς καὶ ἀπρόσιτος ἀλλὰ θὰ παραμείνει κοντὰ στοὺς μαθητὲς «ἐν τῷ στόματι αὐτῶν καὶ ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῶν καί ἐν ταῖς χερσὶν αὐτῶν αὐτὸν ποιεῖν (Δευτ. 30, 11-14). Τοῦτο θὰ ἐκπληρωθεῖ μὲ τὴν κάθοδον τοῦ Παρακλήτου Πνεύματος στην καρδία τῶν πιστευόντων. Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καταβαίνει απαρατήρητον, ζῇ καί ἐνεργεῖ στόν κόσμο καί ἀσχολεῖται μὲ αὐτὸν διὰ τῆς ἀποστολικῆς μαρτυρίας εἰς τὴν καρδίαν τοῦ ἀγαπῶντος καὶ τηροῦντος τὰς ἐντολάς τοῦ Θεοῦ (Ιω. 4, 14-22).
Ὁ κόσμος ὅμως μισεῖ διὰ μίσους ἁμαρτωλοῦ καὶ τὸ Θεὸ καὶ τοὺς μαθητές του. Καί τοῦτο συνεχίζεται ἀπὸ τὸ θάνατο τοῦ Ἰησοῦ μέχρι σήμερα. Οι εραστές τοῦ σκότους οὐδέποτε ἔπαυσαν ἢ θὰ παύσουν νά ἐνεργοῦν. Γι’ αὐτό ὁ μαθητής καί ἀπόστολος Ἰησοῦ τοῦ Γαλιλαίου, θὰ σύρεται πρό τῶν βημάτων τοῦ κόσμου καί θά μαρτυρήσει περὶ αὐτοῦ: Τὸ μῖσος τοῦ κόσμου κατὰ τοῦ Διδασκάλου θὰ περάσει στο πρόσωπο τῶν μαθητῶν Του, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ὡς βοηθό και παραμυθητὴν τὸν Παράκλητον. Ἡ ἀρχαία ἐκκλησία κατ᾽ ἀποκλειστικότητα ἀπέδωσε καί ἑρμήνευσε τὸ ὄνομα (Βαρ-νεβουά), Υἱὸς Παρακλήτου, στὸν ἀπόστολο Βαρνάβα. Ο μαθητής Βαρνάβας εἶναι κήρυκας τοῦ λόγου καὶ τοῦ δεσποτικοῦ δείπνου μεμυημένος. Εἰσέρχεται στο συμπόσιο τῶν ὁσίων ἐνδεδυμένος τὴν πατρῶαν πίστιν οὐκ ἐξ ἀλλοτρίων. Τεκμήριον σύνεσης καὶ ἐπεγνωσμένου ζήλου.
Ὁ Βαρνάβας ἀνήκει στό κλίμα τῶν ἑλληνιστῶν Ἰουδαίων τῆς Κύπρου καὶ κατὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο, «ἀπό τῆς ἀρετῆς εἰληφέναι τό ὄνομα ὡς πρὸς τοῦτο ἱκανὸς ὢν καὶ ἐπιτήδειος. Ἐνταῦθα μοι παρατήρει πῶς δείκνυσι τὸν νόμον λυόμενον καὶ πῶς φησιν, Λευίτης ὤν, Κύπριον ἦν. Ὅτι λοιπὸν καὶ μετοικοῦντες ἐχρημάτιζον Λευΐται», (Χρυσοστόμου Ομιλία στις Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, Ἑλληνική Πατρολογία 60, 94-95). Πάντες εὐλαβοῦντο αὐτόν διά τήν περικεχυμένην τῷ προσώπῳ αὐτοῦ θείαν χάριν. «Ην γὰρ τὸ εἶδος αὐτοῦ ἀγγελικόν καί τό σχῆμα ἀσκητικόν, ὀφθαλμοὺς ἔχων χαροποιούς, οὐ βλοσσυρὸν βλέποντας, ἀλλ᾽ εὐλαβῶς κάτω νεύοντας, στόμα σεμνόν, καὶ χείλη εὐπρεπῆ, γλυκασμὸν μέλιτος ἀποστάζοντα, οὐ γὰρ ἐφθέγγετο πώπωτε περιττόν τοῦ δέοντος, βάδισμα κατεσταλμένον καὶ ἀκενόδοξον. Καὶ ἁπαξαπλῶς ὅλος δι᾿ ὅλου στήλη ἦν καθαρὰ τοῦ Χριστοῦ, πᾶσαν ἀρετὴν ἀποστίλβουσαν», ὁ Βαρνάβας.
Στὸ πρόσωπο τοῦ ἀρχαίου μαθητῆ ἐφαρμόζεται το προφητικὸν λόγιον: «Μακάριος ὁ ἔχων σπέρμα ἐν Σιὼν καὶ οἰκείους ἐν Ἱερουσαλήμ (Ησ. 31,9), δηλαδὴ ἐξ αἵματος δεσμούς καὶ συγγένεια μὲ τὴν κάτω καί ἄνω Ἱερουσαλήμ. Καταγράφεται ὅτι «ὁ μὲν Σίμων (Ἀπόστολος Πέτρος), μισθωσάμενος ἑαυτὸν ἔγημε την θυγατέρα Αριστοβούλου ἀδελφοῦ Βαρνάβα καὶ ἔτεκε παίδας». Στὸν ἴδιο κύκλο οίκογενῶν ἐντάσσεται καὶ ὁ ἀρχαῖος μαθητής Μνάσων, τὸ ὄνομα τοῦ ὁποίου μνημονεύεται στο βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων. Στὸν οἶκο Βαρνάβα θὰ πρέπει νά ἀποδοθεῖ ἡ στενώτερη ἐπαφὴ τῶν κυπρίων μετά τοῦ Σωτῆρος. Ἡ Μαρία, ἀδελφὴ Βαρνάβα καὶ μητέρα τοῦ εὐαγγελιστοῦ Μάρκου, μεταβάλλει τὸν οἶκον αὐτῆς σὲ οἶκον Κυρίου, καθότι παραχωρεῖ τό ὑπερῶον στὴν ὑπηρεσία τοῦ Κυρίου καὶ τῶν μαθητῶν. «Τῷ εὐτρεπίζοντι ἑαυτόν, παρ᾽ αὐτῷ ὁ Κύριος αὐλίζεται». Ὁ Μᾶρκος ὁ υἱὸς Μαρίας καὶ ἀνεψιός Βαρνάβα, ἦτο ὁ ὑπὸ τοῦ Κυρίου κατονομασθείς εἰς τοὺς προετοιμάζοντας τόν Μυστικόν Δεῖπνον μαθητάς, ὡς ὁ τὸ κεράμιον ὕδατος βαστάζων. Αὐτὸς ὡδήγησεν τοὺς ἀποστόλους στον τόπο, ὅπου ἦτο ἀνώγαιον μέγα έστρωμένον ὅπου ἐτελεσιουργήθησαν πάντα τά μυστήρια τῆς θείας οικονομίας: ὁ Μυστικός δεῖπνος, ἡ σύναξις τῶν μαθητῶν διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων, τό μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως ὑπὸ τῶν Μυροφόρων γυναικῶν, οἱ ἐμφανίσεις τοῦ Κυρίου, ή Ψηλάφησις τοῦ Θωμᾶ καὶ ἡ Πεντηκοστή. Ἐκεῖ λόγῳ τῆς χρήσης τοῦ κοινοῦ αὐτοῦ χώρου τοῦ Ὑπερώου, χειραγωγεῖ ὁ Βαρνάβας, τὸν μέγα διώκτην Παῦλον πρὸς τοὺς Ἀποστόλους.
Ἡ πρώτη διασπορά τῶν μαθητῶν τοῦ Ἰησοῦ ἔγινε «ἀπὸ τῆς θλίψεως τῆς γενομένης ἐπὶ Στεφάνῳ», δηλαδή μετά τό λιθοβολισμό τοῦ πρωτομάρτυρα Στεφάνου, διά τοῦ ὁποίου ἐγκαινιάζεται ὁ διωγμὸς τοῦ Χριστοῦ εἰς τὰ ἔθνη. Μέσα στη σύγχυση τῶν ἀρχῶν τοῦ πρώτου αιώνα, τὸ κήρυγμα τοῦ Υἱοῦ τῆς παρακλήσεως, τοῦ Βαρνάβα, ἔρχεται νὰ ἠχήσει σὲ ἕνα κόσμο πολιτικά υπόδουλο, κοινωνικά καταπιεσμένο, τόν κόσμο τῆς Κύπρου. Ἀπευθύνεται ὅπως καί ὁ Διδάσκαλος, σὲ Ἰουδαίους, προσδέχεται δοσίλογους τελῶνες καὶ πόρνες, ξενίζεται στὸν οἶκο υποκριτών φαρισσαίων, διαλέγεται μέ ἐθνικούς καὶ εἰδωλολάτρες. Ἡ Ἐκκλησία μεταβάλλεται σε φῶς ἐθνῶν καὶ ὑπερασπίζεται τὰ ἀναπαλλοτρίωτα δικαιώματα τοῦ ἀνθρώπου. Δίδει ἐλπίδα στον κόσμο δείχνοντας ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι παρών μέσα στην ιστορία του. Η χρυσή σελίδα τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῶν κυπρίων καταγράφεται στὸ ΙΓ΄ κεφάλαιο τοῦ βιβλίου τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων καὶ τῆς καθόδου στὴν νῆσο τῶν ἀποστόλων Βαρνάβα και Παύλου. Ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς εἶναι καὶ παραμένει λακωνικὸς ὅταν περιγράφει στις Πράξεις τῶν ἀποστόλων τά πρόσωπα ποὺ κατευθύνονται ἀπό τή θεία χάρη γιά νά μεταβάλουν τήν ἐξ Ἰουδαίων εἰς τήν ἐξ Ἐθνῶν Ἐκκλησία. Τὸ ὄνομα τοῦ Βαρνάβα προτάσσεται στα πρῶτα κεφάλαια καὶ αὐτοῦ τοῦ ὀνόματος τοῦ Παύλου στὸν ὁποῖο παραχωρεῖ τὴν διακονία τοῦ λόγου.
Ἡ σύγκρουση τοῦ Παύλου μετὰ τοῦ ἰουδαίου ψευδοπροφήτου Βαριησοῦ διαρρηγνύει ἐπίσημα τη σχέση μὲ τὴν ἰουδαϊκὴ ἀντίληψη περί χριστιανισμοῦ ἐνῶ ἡ προσχώρηση στο χριστιανισμὸ τοῦ ἐπίσημου Ῥωμαίου ἀξιωματούχου, για πρώτη φορά ἐπισημοποιεῖ τὴν εἰς τὰ ἔθνη ἀπαρχὴν τῆς διάδοσης τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου. Ὁ ῥωμαῖος ἀνθύπατος τῆς νήσου Σέργιος Παῦλος ἀνὴρ συνετός γίνεται χριστιανός, ὅταν ὁ Ἰουδαῖος Σαῦλος μεταβάλλει τὸ ὄνομά του σὲ Παῦλο. Κατά τόν ἀρχαῖο συγγραφέα Ἱερώνυμον, ο Σέργιος-Παῦλος, ὁ ἀνθύπατος τῆς ἐν Κύπρω Πάφου, ἐχάρισε στὸν ἀπόστολο τὸ ὄνομά του, τὸ Παῦλος, εἰς σημεῖον εὐχαριστίας ἐπειδὴ ὁ Ῥωμαῖος Σέργιος-Παῦλος, βλέπων τήν τύφλωσιν τοῦ Ἐλύμα ἤνοιξε ὁ ἴδιος τοὺς νοερούς ὀφθαλμούς του καὶ ἐπίστευσε στον Χριστό. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ θὰ ὁδηγήσει πλῆθος ἐθνικῶν στὴ πίστη τοῦ Χριστοῦ. Η σκηνή τῆς μεταστροφῆς τοῦ ἀνθυπάτου θὰ λειτουργήσει ώς τό ἄρχέτυπον τῆς εἰσόδου τῶν ἐθνικῶν στὴ χριστιανικὴ πίστη. Σύγχρονη ἔρευνα ἀποδεικνύει ὅτι ὁ ἀνθύπατος Σέργιος-Παῦλος πανοικεὶ ἀσπάζεται τὸν λόγο τοῦ εὐαγγελίου καί έν συνειδήσει έγκαταλείπει την λατιτινική γλῶσσα καὶ τὰ ῥωμαϊκὰ ἔθιμα, ἀλλά καί τό λαμπρό στάδιον τῶν ἱστορικῶν τιμῶν τὸ ὁποῖο διανοιγόταν μπροστά του. Σύμφωνα μέ τήν γαλλική Ἁγιολογική παράδοση φέρεται ὅτι ἐχειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν ἀπόστολο Παύλο ὕστερον ἐπίσκοπος τῆς γαλλικῆς πόλεως Ναρβόννης (Narbonne), ὅπου ὑπάρχει ὁ ναός καί ὁ τάφος του μέχρι τῆς σήμερον.
Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον ή μικρή νῆσος μεταβάλλεται σέ πύλη διά τῆς ὁποίας ὁ Κύριος εὐαγγελίζεται τὰ ἔθνη. Ἂν στην Αντιόχεια ἔλαβαν τό ὄνομα μαθηταί, στην Κύπρο οι ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ λαμβάνουν τη προσωνυμία Χριστιανοί. Ο τάφος τοῦ ἀποστόλου Βαρνάβα στη Σαλαμίνα θά καταστεί γενέθλιος χώρος τοῦ χριστιανισμού στην Κύπρο και θὰ μεταβληθεῖ σέ πνευματική πρωτεύουσα τοῦ νησιοῦ. Καί οί Κύπριοι θά ἐμπιστευθοῦν τὸν ἑαυτό τους στους λόγους τοῦ Ἀποστόλου, ὅπως ἐμπιστεύθηκαν τον Διδάσκαλο, μὲ καρδιακὴ καὶ νοητική συγκατάβαση, ἀλλά καί μέ γνήσια προαίρεση χωρίς βιασμὸ τῆς θέλησής τους. Ὅπου ή ελευθερία άναιρεῖται καί ἡ ἑτοιμότητα περιφρονεῖται ὁ θεῖος λόγος δὲν μπορεῖ νὰ γίνει ἀποδεκτός. Μετά τό μαρτυρικό τέλος τοῦ ἀποστόλου στη Σαλαμίνα, ἡ ἐκκλησία θὰ περιβάλει με μεγάλο σεβασμό τό ὄνομα τοῦ Βαρνάβα. Στην κυρία εὐχὴ τοῦ μεγάλου Εὐχολογίου τῆς εἰς Οικονόμον προχειρίσεως μνημονεύεται τό ὄνομα του, τό ὁποῖο παραπέμπει στὸ γεγονὸς τῆς ἀπόθεσης στα πόδια τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου τῆς περιουσίας του, γεγονός καθοριστικό στὴν ἐπίδοση του τίτλου τοῦ Οἰκονόμου στὴν ὀρθόδοξη ἐκκλησία. -Τάξις ἐπὶ προχειρίσεως οικονόμου: «Εὐλόγησον τὸν παρόντα δοῦλόν σου εἰς Οἰκονόμον, πρὸς τὸ πιστῶς οἰκονομεῖν τὰ τῆς ἐκκλησίας πράγματα… πρεσβείαις τῆς ὑπερευλογημένης Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, τοῦ ἁγίου καὶ πανευφήμου ἀποστόλου καὶ γενναιομάρτυρος Βαρνάβα… καὶ πάντων τῶν ἁγίων.
Ἡ ἐκκλησία τῆς Κύπρου ἀποτελεῖ τὸν μήκιστο καὶ μέγιστο ολοκληρωμένο θεσμὸ καὶ διανύει στὸ τόπο μας μιὰ πορεία εἴκοσι αιώνων. Ενωμένη μὲ τὴν καθολικὴ ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἡ ἐκκλησία τῆς Κύπρου συνδέει την ζωή της μέ τήν ζωή τῆς χριστιανικής οικουμένης, γεγονὸς τὸ ὁποῖο λυτρώνει τόν τόπο ἀπό τόν ἀποκλεισμό. Μέσα ἀπό αὐτή τήν πορεία θὰ πρέπει νὰ ἀνεύρει τήν οἰκουμενικότητά της καί θά ἐξέλθει ἀπό τή εσωστρέφεια ποὺ τῆς ἐπιβάλλει ὁ νησιωτικός χαρακήρας της. Κανένας ίστορικὸς δὲν μπορεῖ νὰ τὴν παραβλέψει. Περιέχει ἐν ἑαυτῇ τίς τρεῖς διαστάσεις τοῦ χρόνου: παρελθόν, παρόν, καὶ μέλλον. ἀλλὰ καὶ συγκλείει ὅλες τὶς ἱστορίες του τόπου, πολιτική, πολιτιστική, οικονομική. Τὸ εὖρος της ἐξαντλεῖται ἀπὸ τὴν ἱστορία ἑνὸς ὁλοκλήρου λαοῦ, ἕως καί αὐτοῦ τοῦ ἀπομονωμένου ἐξωκκλησιοῦ. Τὴ ἀρχικὴ γλῶσσα στὴν ὁποία καταγράφηκε τό ἀναστάσιμο άγγελμα, τὴν ἑλληνική, γιατί κατά τόν ποιητὴ μὲ τὴ λέξη παίρνει ή ψυχή συνείδηση τοῦ κόσμου καὶ τοῦ ἑαυτοῦ της. Αὐτή διαπότισε τη συνείδηση τῶν προγόνων μας καί τῆς Εὐρώπης, γέννησε ἰδέες και διαμόρφωσε συνειδήσεις καί ἀντιδράσεις καί ἐνέπνευσε τή τέχνη καὶ τὴ γραμματεία κατά μεγάλο μέρος.
Πόσους εὐέλπιδες ἐργάτες τοῦ κυριακοῦ θερισμοῦ ἡ ἐμπειρία καὶ ὁ φωτισμὸς τοῦ Βαρνάβα ἀνέδειξεν; Ὁ ἴδιος λειτούργησε ὡς ἀποστολικό αρχέτυπο γιά τόν τόπο, όπως λειτούργησε ὡς ἐπισκοπικὸ ἀρχέτυπο ὁ ᾿Επιφάνιος ἀρχιεπίσκοπος Σαλαμῖνος καὶ ὡς μοναχικό ἀρχέτυπο ὁ ὅσιος Νεόφυτος ὁ Ἔγκλειστος. Σε αυτήν ανήκουν τὰ ἐξοχώτερα καὶ τιμιώτερα πρόσωπα τῆς ἱστορίας μας, ἄνθρωποι σάν τόν Σπυρίδωνα, Ἐπιφάνιο, Φίλωνα, Τύχωνα Ἰωάννη Ἐλεήμονα πατριάρχη Αλεξανδρείας, Γρηγόριο Κωνσταντινουπόλεως, τοὺς μοναχοὺς τῆς Καντάρας, Πανάρετο. Ἡ Παναγία, ὁ τίμιος Πρόδρομος, ὁ ἀπόστολος Βαρνάβας, οἱ ἅγιοί μας προσεύχονται αἰῶνες στον τόπο τοῦτο. Γι’ αὐτὸ γονατίζουμε μπροστὰ στὰ σπαραγμένα λείψανα τῶν προγονικῶν ποιημάτων, στοὺς τοίχους τῶν μονῶν ποὺ εἶναι φαγωμένοι ἀπὸ τὸ χρόνο, τη θάλασσα, τὸν πόνο καὶ τὸ δάκρυ. Ὀρθώνονται ὅμως σὰν ἀπομεινάρια ξοδεμένης πνευματικῆς δύναμης καί ἀντέχουν στο χρόνο τὸν ἀφηρημένο. Ἂν ὑπῆρχαν καί σώζονταν ἀκέραιοι και καινούργιοι οἱ τοῖχοι, δὲν θὰ ἦταν παρὰ ἕνας τόπος ιστορικά ἀπόνητος. Σὲ ἕνα τέτοιο κτίσμα δὲν ἐνοικοῦν ἥρωες ἀλλὰ ἀνήρωες καὶ μετριότητες.
Ἡ Ἐκκλησία τῆς Κύπρου μᾶς δίνει ἀκόμα καὶ σήμερα γνήσιους καί ἀνυπόκριτους ἁγίους σὲ κάθε τόπο καὶ κάθε σπίτι. Ο τόπος μου, ή Κύπρος ἀπό αἰῶνες συνεχίζει να προμηθεύει ἁγίους. Κοινὴ ἁγία γῆ, γιά τήν ὁποία θὰ πρέπει να κολακευόμαστε ὅτι πίνουμε νερὸ ἀπὸ τὶς ἴδιες πηγές που ξεδίψασαν οἱ ἅγιοί μας καί άναπνέουμε ὄχι μόνο τόν ἴδιο αέρα τῶν δένδρων, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀτμόσφαιρα τῶν προσευχῶν τους. Υποφέρουμε στὸ ἴδιο σκοτάδι τῆς νύκτας καὶ ἀπολαμβάνουμε τὸ ἴδιο φῶς τῆς ἀνατολῆς. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀτμόσφαιρα, ή ὁποία διαδραματίζει μεγάλο ρόλο στην πρόοδο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Σε μιά τέτοια ἀτμόσφαιρα μποροῦμε νὰ ἐλπίζουμε με μεγάλη πεποίθηση στὸν παράδεισο.
Καθ᾿ ὃν τρόπον συνεορτάζει σήμερα καὶ συμπορεύεται ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων Βαρθολομαίου καὶ Βαρνάβα κατά τόν ἴδιο τρόπο συμπορεύται διαχρονικά μέσα στοὺς αἰῶνες ἡ ἐκκλησία τῆς Κύπρου μὲ τὸ σεπτόν Οικουμενικό πατριαρχεῖον Κωνσταντινουπόλεως. Θὰ ἀπετελοῦσε κοινοτυπίαν νὰ ἐπαναλαμβάνουμε ότι γιά χιλιετηρίδες ἡ Ἐκκλησία τῆς Κύπρου ἦταν καὶ παραμένει στενώτατα συνδεδεμένη μὲ τὸ ἐκκλησιαστικό κέντρο, δηλαδὴ τὸ Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Μοιράστηκε τὶς ἴδιες αρχές, διαμόρφωσε τον βίο της και ἀκτινοβόλησεν μὲ βάση τὰ ὑψηλὰ ἐκκλησιαστικά τυπικά και λειτουργικά πρότυπα, τὰ ὁποῖα ἀναπτύχθηκαν κάτω ἀπὸ τοὺς θόλους τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, τῆς Ἁγίας Σοφίας. Οσάκις προέκυπτεν οιοδήποτε πρόβλημα οἱ ἀρχιερεῖς τῆς Κύπρου προσέτρεχαν στην προστασίαν καὶ κρίση και σοφία τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας. Ἡ ἐπιβίωση καὶ συμπόρευση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, ὀφείλονται στὸν ἀκατάλυτο δεσμὸ μὲ τὴν ἀρχέγονη παράδοση τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου, στὴν ἀσάλευτη ἐπὶ τοῦ σταυροῦ τοῦ μαρτυρίου πίστη καὶ εἰς τὴν ἐν τῷ πνεύματι ἀγάπη τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας. Οἱ πανάχραντοι δεσμοί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου διασταυροῦνται ἐπίσης καὶ ταυτίζονται μὲ τὰ δεσμὰ τῆς μητρὸς ἐκκλησίας τοῦ σεπτοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.
Εὐχαριστοῦμεν διὰ τὴν ἀγάπην καὶ τὸν κόπο τῆς ἀποστολῆς καὶ παρουσίας σας ἐκ μέρους τῆς ΑΘΠ. εἰς τὸν ἱερὸν τοῦτον τόπον, Σεβασμιώτατε μητροπολίτα Κυδωνιῶν Ἀθηναγόρα, ὅπου ἄσβεστος παραμένει ή λυχνία τοῦ χριστιανικοῦ φωτός, φλεγομένη ἀλλ᾽ οὐ καταναλισκομένη. Διερμηνεύοντας τήν ἀγάπη καί τήν εὐγνωμοσύνη τῆς ΑΜ. τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου κκ. Γεωργίου καί τοῦ λαοῦ τῆς Κύπρου, παρακαλοῦμε ὅπως διαβιβάσετε προς την ΑΘΠ. το σεπτό πρόσωπο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κκ. Βαρθολομαίου, τις ευχές για συνέχιση τῆς μακροχρόνιας ύψηλῆς διακονίας του. Εἴμαστε ὑπερήφανοι γιὰ τὸ ἐξαιρετικό προνόμιο καί τήν τιμή νά εύρίσκεται στο πηδάλιον καὶ τὴν πρωτοπορίαν τῶν ἀγώνων τῆς Ἐκκλησίας, ἔχοντας βαθειά την συναίσθηση τῶν ὑποχρεώσεών Σας. Ποιές εἶναι αὐτές οἱ εὐθύνες, τὸ μαρτυρεῖ ἡ δισχιλιετής ἱστορία τοῦ σεπτοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, τοῦ μηκίστου καὶ μεγίστου θεσμοῦ τοῦ γένους, ἐν τῷ σεπτῷ προσώπῳ Ὑμῶν. Ἀνυποχώρητος, ἄκαμπτος καὶ οὐδέποτε ἐνδοτικός, ἀνθιστάμενος είς τάς πιέσεις καί ἐκβιασμούς. Συνάδει τὸ γεγονὸς τοῦτο πρὸς τὴν ὑφήν καί τό περιεχόμενον πολυετοῦς ἀγῶνος, πολυμερούς προσωπικότητος, περιεχόμενον κατ᾽ ἐξοχὴν πνευματικόν, ἐμπνέον αἴσθημα παγκοσμίου εὐθύνης ἀναλόγου πρὸς τοὺς σημερινούς παγκοσμίους κινδύνους. Διαβεβαιοῦμεν ὅτι θὰ εἴμεθα πάντοτε αλληλέγγυοι και συμπαραστάτες εἰς τὸν ἀγῶνα σας., ἐπειδὴ πίνουμε νερό ἀπὸ τὰ Ἁγιάσματά τῆς Πόλης, γιά νά ξεδιψάσουμε, γιὰ νὰ καλύψουμε τὴν ἄγνοιά μας, νὰ δροσίσουμε τὰ ὄνειρά μας. Καὶ ἐφ’ ὅσον ή πηγὴ αὐτὴ πηγάζει ἀπὸ τὴν Ἁγία τοῦ Χριστοῦ Μεγάλη Ἐκκλησία, ἔχει ρέον ὕδωρ εἰς τὸ διηνεκές, καὶ ὅσοι ἀρύονται ἐκ τοῦ ὕδατος τούτου, «οὐκ ἀλλότριοι γενήσωνται διαθήκης τε καὶ κληρονομίας».
Ὅταν κτυπᾶ ἡ καμπάνα τῆς Ἐκκλησίας στη Κύπρο (Ιδιαίτερα στὸ ἱερὸ Ἄκρο τῶν κυπρίων, τὸ μοναστήρι τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέα, στην Καρπασία, τότε οἱ ἄνθρωποι κάνουν τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ δακρύζουν. Η καμπάνα συμβολίζει τη σάλπιγγα τῶν ἀγγέλων ποὺ θὰ ἀντηχήσει τὴν τελευταία μέρα κατά τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Αὐτό μᾶς ὑποδεικνύει ή καθημερινὴ ἀκολουθία τοῦ Μεσονυκτικοῦ ποὺ μοιάζει σαν γενική δοκιμή τῆς ἀνάστασης. Τὸ μαρτύριο τοῦ τόπου καὶ τοῦ λαοῦ μου τὸ ἀνάγουμε στο σταυρὸ τοῦ Κυρίου, καὶ γι’ αὐτὸ ἔστω εὐλογημένον! Εἴθε νά μᾶς αἰχμαλωτίσει αὐτή ἡ ἀγάπη καί νά γίνομε αιχμάλωτοι αὐτῆς τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του, αὐτοῦ τοῦ νέφους τῶν ἁγίων ποὺ συνθέτει ἕνα πνευματικό περιβόλι στὸ ὁποῖο συναντοῦμε ἄνθη ποικίλα στὴν ὄψη, εύοσμα στὴν ὄσφρηση, ἀμάραντα στο χρόνο, καὶ ὅλα βαμμένα στὸ χρῶμα τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ.