ὉΠανιερώτατος Μητροπολίτης Κωνσταντίας καὶ Πρόεδρος Ἀμμοχώστου κ. Βασίλειος ἐγεννήθη εἰς τὸ χωρίον Μάνδραι τῆς Ἐπαρχίας Ἀμμοχώστου τὴν 1ην Μαρτίου 1948. Ἀποφοιτήσας τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου, ἐνετάχθη εἰς τὴν ἀδελφότητα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἀποστόλου Βαρνάβα (1960), ὅπου παρέμεινε μέχρι τὴν τουρκικὴν εἰσβολὴν τοῦ 1974. Ἐφοίτησεν εἰς τὸν τριετῆ κύκλον σπουδῶν τῆς Ἱερατικῆς Σχολῆς «Ἀπόστολος Βαρνάβας» (1967-1970) καὶ εἰς τὴν συνέχειαν ὡλοκλήρωσεν τὰς γυμνασιακάς του σπουδὰς εἰς τὸ Α´ Γυμνάσιον Ἀρρένων Ἀμμοχώστου (1970-1974). Τὰς θεολογικάς του σπουδὰς ἐπραγματοποίησεν εἰς τὴν Θεολογικὴν Σχολὴν τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν κατὰ τὰ ἔτη 1974-1978.
Τὸ 1978 μετέβη διὰ μεταπτυχιακὰς σπουδὰς εἰς τὸ Πανεπιστήμιον τοῦ Φριβούργου Ἑλβετίας. Παρηκολούθησε διετῆ κύκλον μαθημάτων Κοινωνιο– λογίας εἰς τὸ Τμῆμα «Δικαίου καὶ Οἰκονομικῶν καὶ Κοινωνικῶν Ἐπιστημῶν», καθὼς καὶ Θεολογικὰ μαθήματα εἰς τὴν Θεολογικὴν Σχολὴν τοῦ ἰδίου Πανεπιστημίου. Παραλλήλως ὡλοκλήρωσε μελέτην Διδακτορικῆς Διατριβῆς μὲ θέμα: «Ὀντολογικὴ διάκρισις οὐσίας καὶ ἐνεργείας καὶ γνώσεως τοῦ Θεοῦ κατὰ τὸν Ἅγιον Μάξιμον τὸν Ὁμολογητήν», εἰς τὴν Γαλλικὴν γλῶσσαν. Τὸ 2020 ὡλοκλήρωσε δευτέραν μελέτην Διδακτορικῆς Διατριβῆς μὲ θέμα: «Ἡ γνώσις τοῦ Θεοῦ κατὰ τὸν Ἅγιον Ἰωάννην τὸν Δαμασκηνόν».
Ὁ Μητροπολίτης Κωνσταντίας ἐχειροτονήθη Διάκονος τῆς Μονῆς Ἀποστό– λου Βαρνάβα τὸ ἔτος 1970. Κατὰ τὴν διάρκειαν τῶν σπουδῶν του εἰς τὴν Θεολογικὴν Σχολὴν Ἀθηνῶν ὑπηρέτησεν ὡς Διάκονος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ζωοδόχου Πηγῆς Ἀκαδημίας (1974-1975) καὶ τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ Ἀθηνῶν (1976- 1978). Ἐξάλλου, κατὰ τὸ πρῶτον διάστημα τῶν μεταπτυχιακῶν του σπουδῶν εἰς Ἑλβετίαν (1978-1981), ὑπηρέτησεν ὡς Διάκονος τοῦ Ὀρθοδόξου Κέντρου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου εἰς τὴν Γενεύην. Τὸ 1981 ἐχειροτονήθη εἰς τὴν Κύπρον Πρεσβύτερος, λαμβάνων συγχρόνως τὸ ὀφφίκιον τοῦ Ἀρχιμανδρίτου. Τὸ 1981 ἀνέλαβεν ὡς Ἱερατικῶς Προϊστάμενος τῆς Ἑλληνικῆς Ὀρθοδόξου Ἐνορίας Γενεύης. Ἀπὸ τὸ 1982 ἕως τὸ 1991 ὑπηρέτησεν ὡς Πρωτοσύγκελλος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἑλβετίας.
Τὸ 1991 ἀνέλαβε τὴν διεύθυνσιν τοῦ Γραφείου ∆ιεκκλησιαστικῶν Σχέσεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου καὶ ἐτοποθετήθη προϊστάµενος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Παναγίας Φανερωµένης Λευκωσίας. Τὴν 7ην Φεβρουαρίου 1996 ἐξελέγη ὑπὸ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ὡς Χωρεπίσκοπος Τριµυθοῦντος καὶ ἡ χειροτονία του εἰς Ἐπίσκοπον ἐγένετο τὴν 28ην Ἀπριλίου 1996. Τὴν 11ην Μαΐου 2007 ἐξελέγη, ψήφῳ κλήρου καὶ λαοῦ, Μητροπολίτης Κωνσταντίας καὶ Ἀµµοχώστου καὶ ἐνεθρονίσθη τὴν 12ην Μαΐου εἰς τὴν προσωρινὴν ἕδραν τῆς Μητροπόλεως ἐν Παραλιµνίῳ.
Εἶναι µέλος τῆς Κεντρικῆς Ἐπιτροπῆς καὶ τῆς Ἐπιτροπῆς «Πίστεως καὶ Τάξεως» τοῦ Παγκοσµίου Συµβουλίου Ἐκκλησιῶν. Ἐκπροσωπεῖ δὲ τὴν Ἐκκλησίαν Κύπρου εἰς τὸν Θεολογικὸν ∆ιάλογον Ὀρθοδόξου – Ρωµαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι, ἐπίσης, μέλος τοῦ Ἀκαδημαϊκοῦ Προσωπικοῦ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.
Ἔχει πλούσιον συγγραφικὸν ἔργον, δηµοσιευόµενον εἰς περιοδικὰ τοῦ ἑλληνογλώσσου καὶ ξενογλώσσου τύπου.
Ὀνοµαστικὴ ἑορτή: 1 Ἰανουαρίου.