Χαιρετισμός της Α.Μ. του Αρχιεπισκόπου στο Παγκόσμιο Συνέδριο Αποδήμων Κυπρίων
ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ
ΤΗΣ Α.Μ. ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
ΣΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
ΑΠΟΔΗΜΩΝ ΚΥΠΡΙΩΝ
Είναι διπλά τα συναισθήματα που με διακατέχουν ευρισκόμενον ενώπιόν σας, αγαπητοί απόδημοι, προκειμένου να χαιρετήσω το συνέδριό σας.
Είναι, πρώτα, συναισθήματα χαράς και συγκίνησης για την παρουσία σας στην κοινή μας πατρίδα. Σας καλωσορίζω με πατρική αγάπη και θέλω να επαναλάβω εκείνο που κάθε φορά σας λέω: Πάντα σας θυμόμαστε με αγάπη, όσο μακριά κι αν βρίσκεστε κι όσα χρόνια κι αν λείπετε.
Εκτιμούμε τις υπεράνθρωπες προσπάθειες που καταβάλλετε στις χώρες της αποδημίας σας για να κρατήσετε την ελληνική και χριστιανική σας συνείδηση και να τη μεταλαμπαδεύσετε στα παιδιά σας. Ξέρουμε τις δυσκολίες που συναντάτε σ’ ένα ξενόγλωσσο και ισοπεδωτικό περιβάλλον, για να διδάξετε την ελληνική μας γλώσσα αλλά και για να καταστήσετε μετόχους της Ελληνικής μας Παιδείας τα παιδιά σας. Γιατί έχουμε τη γνώμη, και πιστεύω πως κι εσείς το διαισθάνεστε, ότι η νέα γενιά, τα παιδιά σας, δεν θα πρέπει να καταντήσουν Άγγλοι της Αγγλίας, της Αυστραλίας, ή της Αμερικής, που να μιλούν ελληνικά. Θα πρέπει να μετέχουν της Ελληνικής Παιδείας, να διαμορφώνονται δηλαδή και να φωτίζονται από την πνευματική μας παράδοση και να εμψυχώνονται από τα διδάγματα της εθνικής μας ιστορίας. Δεν θα πρέπει, ως εκ τούτου, να παραγνωρίζεται η διδασκαλία της Ελληνικής μας Ιστορίας και των αξιών του πολιτισμού μας στα παροικιακά σχολεία.
Κι είμαστε σίγουροι ότι όπου επιδιώχθηκε, τελευταίως, η αντίθετη προσέγγιση, βρήκε τη στερρή αντίδρασή σας. Σας συγχαίρω γι’ αυτό και θέλω να ξέρετε ότι θα έχετε τη συμπαράσταση της Εκκλησίας σ’ αυτές τις ευγενικές και φιλοπάτριδες προσπάθειες σας.
Με διακατέχουν, όμως, και συναισθήματα απογοήτευσης για την πορεία, μάλλον την αποτελμάτωση, του εθνικού μας θέματος. Γνωρίζαμε από την αρχή πως θα ήταν μακροχρόνιος και δύσκολος ο αγώνας της απελευθέρωσης της πατρίδας μας. Το ξέραμε πως θα είχαμε να αντιμετωπίσουμε μιαν πανίσχυρη Τουρκία κι ένα πλήθος υποστηρικτών της, των οποίων τα συμφέροντα συμπλέουν με τα δικά της. Μας ήταν γνωστό πως στις δικές μας δυνάμεις, και της Ελλάδας, θα ’πρεπε κυρίως να στηριχθούμε κι ότι με το δίκαιό μας, την πολιτική μας και τα επιχειρήματά μας θα ’πρεπε να μεταστρέψουμε το παγκόσμιο υπέρ μας. Δεν μας διέφευγε το γεγονός ότι κάθε απελευθερωτικός αγώνας χρειάζεται ηρωϊσμό, συντονισμό δυνάμεων, θυσία του προσωπικού συμφέροντος, συσπείρωση και αρραγή ενότητα γύρω από τον επιδιωκόμενο σκοπό.
Δείξαμε, όμως, μιαν αξιοθρήνητη ανεπάρκεια σ’ όλους τους τομείς. Δεν μπορέσαμε να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις των καιρών και της Ιστορίας. Δεν συνειδητοποιήσαμε την κρισιμότητα της κατάστασης . Και για να μην παρεξηγηθώ: Δεν υπονοώ με κανένα τρόπο τη σημερινή κυβέρνηση. Είναι –δυστυχώς- διαχρονική η διολίσθησή μας από θέσεις αρχών, σε εκζήτηση απαράδεκτων θνησιγενών λύσεων. Αν αμέσως μετά την εισβολή μάς πρότεινε κάποιος ως λύση το περιεχόμενο των σημερινών δικών μας προτάσεων, θα την απορρίπταμε χωρίς συζήτηση. Σήμερα, με τις συνεχείς, διαχρονικές, επαναλαμβάνω, υποχωρήσεις, δυσκολευόμαστε να διακρίνουμε τι είναι εφικτό και τι ενδοτισμός, ποια είναι τα όρια της σύνεσης και ποια της ψυχικής αδυναμίας.
Εγκαταλείψαμε το στόχο, ακόμα και το όνομα της απελευθέρωσης. Το μέγιστο των διεκδικήσεών μας είναι η «επανένωση» χωρίς καν να ερμηνεύουμε τη λέξη. Θα επανενώσουμε χαλαρά δύο κράτη; Θα επανενώσουμε δυο ανόμοια πράγματα; Και με ποιο δεσμό;
Εκδαπανούμαστε σε συζητήσεις για ανύπαρκτα διλήμματα, όπως διζωνική ή διχοτόμηση; Και παραβλέπουμε πως η λύση της διζωνικής, με το περιεχόμενο που της προσδίδει η Τουρκία, είναι χειρότερη από τη διχοτόμηση, αφού θα καθιστά και το υπό ελληνοκυπριακή διοίκηση μέρος υποχείριο της Τουρκίας.
Παραμελήσαμε εντελώς την άμυνά μας, εγκαταλείψαμε αξίες και ιδανικά και παραδοθήκαμε στη διαφθορά και στη σήψη. Σε μια ημικατεχόμενη πατρίδα δεν συναντούμε, όπως θα ’πρεπε, αγώνα για την ελευθερία, τη δικαιοσύνη, την εθνική αξιοπρέπεια. Αντίθετα συναντούμε διαπλοκές, καθημερινά σκάνδαλα, περιφρόνηση θεσμών, μανία αυτοκαταστροφής, ισοπέδωση των πάντων. Αντί του κοινού καλού και του εθνικού συμφέροντος επιδιώκουμε, με κάθε τρόπο και μέσο, το ίδιον όφελος.
Η ενότητα και η ομοψυχία κατάντησαν όχι μόνο ως περιεχόμενο αλλά ακόμα κι ως όρος, άγνωστα, μη αναγνωρίσιμα πράγματα. Αν, κατά γενική ομολογία, ο αγώνας μας είναι δύσκολος και η αίσια έκβασή του είναι δυσκατόρθωτη, ακόμα κι όταν όλοι είμαστε ενωμένοι ως ένας άνθρωπος, τι θα πρέπει να προσδοκούμε από ένα κατακερματισμένο εσωτερικό μέτωπο;
Σ’ όλα αυτά τα αρνητικά προστέθηκε τελευταία και η οικονομική ύφεση που μας ταλαιπωρεί. Μπορεί κι όταν η οικονομία μας ήταν εύρωστη να μην κάμψαμε την Τουρκική αδιαλλαξία. Μπορεί, ακόμα, το φαινόμενο να είναι γενικότερο και να μην επηρεάζει μόνον εμάς. Αλλά δεν ωφελεί σε τίποτα το να μυωπάζουμε και να μη θέλουμε να δούμε τις άμεσες συνέπειές του για μας. Η εκζήτηση οικονομικής βοήθειας, η σύναψη δανείων, που γίνεται πάντα με τους όρους των δανειστών, η αναγκαστική περικοπή κονδυλίων και η συρρίκνωση της αμυντικής θωράκισης, μάς κάνει ευάλωτους και στην κατοχική δύναμη και στις πιέσεις των ξένων, δανειστών μας και μη. Κι επιπρόσθετα η οικονομική κρίση μάς στέρησε το στήριγμα της Ελλάδας. Ευάλωτη και εκείνη σε πιέσεις, μετατόπισε τις προτεραιότητές της – δυστυχώς – αλλού.
Δεν θα αφήσω έξω από την καλόπιστη κριτική μου, που γίνεται με βαθύτατο πόνο ψυχής, και εσάς αγαπητοί απόδημοι. Η αγάπη των αποδήμων προς την πατρίδα είναι, αναμφισβήτητα, μεγαλύτερη από των υπολοίπων που δεν απομακρυνθήκαμε από την πατρική γη. Γι’ αυτό και οι προσδοκίες μας από σας είναι μεγαλύτερες.
Άλλες εθνικές ομάδες, λόμπις κατά την ξενική ορολογία, πέτυχαν, όντας λιγότεροι σε αριθμό από σας, πολύ περισσότερα για τις χώρες τους. Αφήστε, λοιπόν, την αδράνεια αποκτήστε ένα όραμα για την πατρίδα. Βγείτε στην πρωτοπορία του αγώνα, οδηγήστε και εμπνεύσατε κι εμάς που ζούμε σ’ ένα τέλμα αντεγκλήσεων μεταξύ μας, χωρίς όραμα για τον τόπο και το μέλλον του.
Θα έχετε διαπιστώσει, αγαπητοί απόδημοι, ότι ένα κλίμα απογοήτευσης επικρατεί σήμερα στα διάφορα στρώματα του Κυπριακού λαού. Ίσως το μακροχρόνιο του αγώνα να τον κούρασε. Πιθανόν και η οικονομική ύφεση να επηρέασε το ηθικό του. Δυνατόν και οι κομματικές αντεγκλήσεις και τα παρατηρούμενα σκάνδαλα να τον αποπροσανατόλισαν. Όμως ο αγώνας είναι ιερός. Δεν δικαιούμαστε να τον εγκαταλείψουμε γιατί θα οδηγηθούμε στον εθνικό αφανισμό. Σε άλλους λαούς το διακύβευμα της ολιγωρίας, ίσως να είναι οι κοινωνικές κατακτήσεις, ή το κατά κεφαλήν εισόδημα. Σ’ εμάς, όμως, διακυβεύονται τα πάντα. Είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου. Η Τουρκία καραδοκεί. Τα σχέδιά της για πλήρη κατάληψη της Κύπρου και εκτουρκισμό του τόπου δεν κρύβονται πια. Σ’ εμάς, τη σημερινή γενιά, πέφτει το βάρος της χάραξης μιας αγωνιστικής γραμμής αγώνα, που θα διασφαλίσει την εθνική και φυσική επιβίωσή μας, γιατί κι η τελευταία κινδυνεύει, στην πατρογονική μας γη.
Με όλη την ειλικρίνεια, αλλά και την ευθύνη, που επιβάλλει η θέση μου, ως Προκαθημένου της Εκκλησίας της Κύπρου, θα ήθελα να καλέσω όλους σε εγρήγορση και επανασύνταξη δυνάμεων. Κυβέρνηση, Εκκλησία και πολιτική ηγεσία, οφείλουμε να αποκαταστήσουμε το αγωνιστικό φρόνημα του λαού και να δημιουργήσουμε συνθήκες ομόνοιας και ενότητας. Η επιδιωκόμενη ενότητα είναι εφικτή, αν είναι ξεκάθαροι οι στόχοι κι αν αυτοί αποσκοπούν, χωρίς αμφιταλαντεύσεις, στον τερματισμό της κατοχής, την απελευθέρωση του τόπου μας και την απομάκρυνση των εποίκων.
Δεν αιθεροβατούμε ούτε κι είμαστε σοβινιστές. Είμαστε απόλυτα προσγειωμένοι και δεν επιδιώκουμε την καταπάτηση των δικαιωμάτων κανενός από τους γηγενείς κατοίκους της νήσου μας. Έχουμε πλήρη συναίσθηση του γεγονότος ότι και ολιγάριθμος λαός είμαστε και από απόψεως πολεμικής τεχνολογίας βρισκόμαστε σε μειονεκτική θέση. Όμως, οι αγώνες σήμερα, όπως και πάντα, δεν εξαρτώνται από την αριθμητική, ούτε και μόνο από την πολεμική υπεροχή. Ο σύγχρονος κόσμος ευαισθητοποιείται, καθημερινά και περισσότερο, στα ανθρώπινα δικαιώματα. Και δεν είναι δυνατόν η παγκόσμια κοινωνία, και ιδιαίτερα η Ευρώπη, να συνεχίσει να υποκρίνεται υπερασπιζόμενη την ευημερία των ζώων, μεριμνώντας για τη διατήρηση του περιβάλλοντος, και την απόσυρση ληγμένων τροφίμων και να κλείνει τα μάτια μπροστά στον ευτελισμό της ανθρώπινης ζωής και την καταράκωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Είμαστε από οκταετίας και πλέον μέλη της Ε. Ε. και δεν πρέπει να το ξεχνούμε. Όταν ο κάθε Ευρωπαίος μπορεί να εγκατασταθεί, να αποκτήσει περι¬ουσία, και να έχει δικαιώματα σε οποιαδήποτε χώρα της Ευρώπης, είναι δυνατό να μην δικαιούται το ίδιο και ο Κύπριος; Είναι δυνατόν η Ευρώπη να ανεχθεί ζώνες φυλετικού και εθνικού διαμελισμού σε μια Ευρωπαϊκή χώρα; Έχει λεχθεί, πολύ σωστά, πως δεν υπάρχει αρωγή σε ανύπαρκτες διεκδικήσεις. Αν σιωπούμε ή ανεχόμαστε, αν δεν διεκδικούμε εκείνα που δικαιούμαστε, ή, το χειρότερο, υποχωρούμε ατάκτως, τι περιμένουμε από τους άλλους;
Χρειάζονται λοιπόν ξεκάθαροι στόχοι με βάση το Ευρω¬παϊκό δίκαιο και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Να υπενθυμίσουμε σ’ όλους ότι το πρόβλημά μας δεν είναι διακοινοτική διαφορά με τους Τουρκοκυπρίους, αλλά πρόβλημα εισβολής και κατοχής, καταπάτησης ακόμα και των στοιχειωδέστερων ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Θα πρέπει ύστερα η πολιτική μας στο εθνικό θέμα να σχεδιάζεται με προοπτική μακροδιάστατη, με επίγνωση, ασφαλώς, των δυνατοτήτων και των κινδύνων, και με διάγνωση την υπαγορεύσεων των καιρών. Κι όχι στις παραμονές εκλο¬γών να παρατηρούνται μεταλλάξεις και να ανακαλύπτονται διαφορές, που δεν στοχεύουν παρά μόνο στην προώθηση προσωπικών συμφερόντων. Υπάρχει ο τομέας της εσωτερικής διακυβέρνησης κι ας εστιασθούν εκεί οι διαφορές και η άμιλλα.
Οφείλουμε, τέλος, να ευαισθητοποιήσουμε, για το πρόβλημά μας, και τους όπου γης Έλληνες. Κι αυτοί με τη σειρά τους να μεταφέρουν διεκδικητικά τις δίκαιες και νόμιμες επιδιώξεις μας στις χώρες που ζουν. Είναι ένας τομέας, στον οποίο μεγάλο μέρος της ευθύνης πέφτει σους ώμους σας, αγαπητοί απόδημοι:
Να μεταφέρετε παντού, όπου μπορείτε, τις κοινές επιδιώξεις μας και όχι του κάθε κόμματος ή της κάθε παράταξης. Μόνον έτσι θα έχουμε πιθανότητες επιτυχίας και μόνο έτσι καταξιώνεται δυναμικά ο Σύνδεσμός Σας και ο θεσμός των Αποδήμων.
Εκφράζω και πάλι τη χαρά και την ικανοποίησή μου για την παρουσία μου ανάμεσά σας, αγαπητοί Κύπριοι της διασποράς. Επιδαψιλεύω σ’ όλους τις ευλογίες της Εκκλησίας, και εύχομαι κάθε επιτυχία στο συνέδριό σας. Προπάντων, όμως, επαναλαμβάνω την έκκλησή μου για συστράτευση όλων, και για διάθεση αγώνα, για μια βιώσιμη και λειτουργική λύση του εθνικού μας θέματος.
Μετ’ ευχών εγκαρδίων
† ο Κύπρου Χρυσόστομος
Εν τη Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου,
Την Τρίτη, 28η Αυγούστου 2012.