ΚΓ΄ Συνεδρία ΠΟΜΑΚ και ΠΣΕΚΑ. Ε΄ Παγκόσμιο Συνέδριο Νεολαίας της ΝΕΠΟΜΑΚ.
Χαιρετισμός της Α.Μ. του Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου προς την ΚΓ΄ Συνεδρία των Κεντρικών Συμβουλίων της ΠΟΜΑΚ και της ΠΣΕΚΑ και το Ε΄ Παγκόσμιο Συνέδριο της Νεολαίας της ΝΕΠΟΜΑΚ:
“Το γρήγορο πέρασμα του χρόνου μας έφερε και πάλι στον Αύγουστο και στο ετήσιο Συνέδριό σας, αγαπητοί απόδημοι. Χαίρομαι ιδιαίτερα, γιατί μου δίνεται και φέτος η ευκαιρία να σας καλωσορίσω, εκ μέρους της Εκκλησίας, στην ιδιαίτερη πατρίδα μας.
Νιώθουμε απόλυτα και εκτιμούμε πάντα τη μεγάλη αγάπη και το συνεχές ενδιαφέρον σας για την Κύπρο. Η ξένη γη, στην οποία αναγκαστήκατε να μεταφυτευθείτε, είναι ο χώρος της εργασίας σας, ο τόπος της διαβίωσής σας. Η Κύπρος είναι τα άγια των αγίων του είναι σας, ο τόπος των ονείρων σας, το γαλήνεμα της ψυχής σας, η πρώτη και μεγαλύτερη αδυναμία σας. Γι’ αυτό κι αντιλαμβανόμαστε την αγωνία σας για την πορεία του εθνικού προβλήματός μας.
Ξέρουμε πως οποιαδήποτε κι αν είναι η χώρα της αποδημίας σας, η Εκκλησία είναι ο συνεκτικός δεσμός μεταξύ σας, η «όρνις η επισυνάγουσα τα νοσσία εαυτής υπό τας πτέρυγας». Κι είναι εξ αιτίας τούτου που σας νιώθουμε ιδιαίτερα οικείους. Αυτή, όμως, η οικειότητα, που νιώθουμε μαζί σας, μας γεμίζει και με θλίψη πολλή κάθε χρόνο που σας συναντούμε. Γιατί δεν μπορούμε, δυστυχώς, τόσα χρόνια μετά την τουρκική εισβολή του 1974, να σας φέρουμε ένα ευχάριστο μήνυμα, να σας δώσουμε μια βάσιμη ελπίδα. Ούτε καν να σας διαβεβαιώσουμε μπορούμε, ότι διακρίνουμε έστω και αμυδρό φως στο δρόμο επίλυσης του προβλήματός μας. Αντίθετα μάλιστα! Μακάρι να διαψευσθώ, αλλά φοβούμαι ότι έχουμε ήδη περάσει τη γραμμή ασφαλείας και παγιδευτήκαμε σε τροχιά αντίστροφης μέτρησης όσον αφορά την ιστορική μας συνέχεια στη γη τούτη των πατέρων μας. Κατά τη γνώμη μου μόνο πολύ προσεγμένα και συντονισμένα, κοινά από όλους, βήματα είναι δυνατό να αποσοβήσουν αυτόν το διαφαινόμενο κίνδυνο.
Δεν έχει πια σημασία ποιοι, πόσο και γιατί ευθύνονται για την κατάσταση στην οποία έχουμε περιέλθει. Είναι και άκαιρη και άσκοπη η ευθυνολογία. Εκείνο που προέχει είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι το τόσο ξεκάθαρο πρόβλημά μας, το πρόβλημα εισβολής και κατοχής και καταπάτησης των στοιχειωδέστερων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που κάποτε προκαλούσε τη συμπάθεια της μεγάλης πλειοψηφίας των χωρών μελών των Ηνωμένων Εθνών, με τους εύστοχους, από την πλευρά της, χειρισμούς της Τουρκίας, έχει μεταλλαχθεί σε κακοήθεια, από την οποία κινδυνεύουμε τον έσχατο των κινδύνων. Και θα πρέπει να αναλάβουμε τις ευθύνες μας, προσδιορίζοντας με σύνεση, με ρεαλισμό, αλλά χωρίς ηττοπάθεια, τις περαιτέρω κινήσεις μας. Όχι, ασφαλώς, με την αποδοχή όρων παράδοσης, αλλά κινούμενοι με αξιοπρέπεια προς την κατεύθυνση ενός ιστορικού συμβιβασμού, που θα εξασφαλίσει τη συνέχειά μας στην προαιώνια αυτήν κοιτίδα του ελληνικού πολιτισμού.
Πολύ σπάνια, δυστυχώς, και σε ελάχιστο βαθμό διδασκόμαστε από το παρελθόν, σ’ αντίθεση με τους Τούρκους. Αποκαλυπτικός ο Νταβούτογλου για τους πρόσφατους γιορτασμούς στα Κόκκινα, ομολόγησε ότι «οι γιορτασμοί γίνονται για διδακτικούς σκοπούς». Εκεί οι Τούρκοι διδάκτηκαν πως έπρεπε να ετοιμάσουν αποβατικό στόλο, που δεν είχαν το 1964, για να μπορέσουν να εισβάλουν στην Κύπρο το ’74, κι αυτό τονίζουν στα παιδιά τους. Αυτοί διδάσκονται και παραδειγματίζονται από τα πάντα, ακόμα κι από τους γιορτασμούς τους. Εμείς μένουμε αδιάφοροι ακόμα και μπροστά στον κίνδυνο αφανισμού μας.
Η Άγκυρα μέχρι σήμερα εφάρμοσε αταλάντευτα μιαν αρχή, που εκφράζεται με το «δεν υποχωρούμε σε τίποτα, δεν παραδίδουμε τίποτα». Αντίθετα, εμείς προσφέρουμε συνεχώς και γενναιόδωρα –και δεν υπαινίσσομαι μόνο τη σημερινή κυβέρνηση– με την ελπίδα να καταλήξουμε σε μια συμφωνία. Η πλευρά μας, δυστυχώς, δεν κέρδισε τίποτα καμιά φορά. Αντίθετα, καταντήσαμε να αποδεχόμαστε και να νομιμοποιούμε σιγά–σιγά τα τουρκικά κέρδη από την εισβολή. Η πολιτική του καλού παιδιού δεν απέδωσε τίποτα μέχρι σήμερα.
Η Τουρκία μάς έχει, μέχρι τώρα, αποδείξει ότι δεν έχει καμιά διάθεση να επιτρέψει λύση βιώσιμη ή λειτουργική. Συνεχίζει να διατηρεί, με τη δύναμη των όπλων της, διαιρεμένο ένα ευρωπαϊκό κράτος, στερεί τους πολίτες του από την πλήρη απόλαυση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και παρεμποδίζει την εφαρμογή σ΄όλη την επικράτειά του τού κοινοτικού κεκτημένου. Επιπλέον συνεχίζει ανενόχλητη να μεθοδεύει, με τη συνεχή ροή εποίκων, τον εκτουρκισμό των κατεχομένων, να μιλά για δύο κράτη, δύο κυβερνήσεις, δύο λαούς…
Είναι, όντως, καταθλιπτικές αυτές οι διαπιστώσεις. Μα οι διαπιστώσεις θα πρέπει να μας ωθούν σε εξεύρεση τρόπων εξουδετέρωσης των καταχθονίων σχεδιασμών της κατοχικής δύναμης. Κι έχω, πιστεύω, το δικαίωμα, ως Προκαθήμενος της Εκκλησίας και ενεργώντας πάνω από κομματικά συμφέροντα και σχεδιασμούς, να εκθέσω τις απόψεις μου επί του θέματος. Δεν πρέπει να μου καταλογίσει κανένας καμιάν ιδιοτέλεια. Εκφράζω την αγωνία μου για το μέλλον του τόπου. Την αγωνία της Εκκλησίας, που με πολλές θυσίες διεφύλαξε μέχρι σήμερα τον Ελληνισμό στην εσχατιά αυτήν της Ανατολικής Μεσογείου:
Η Τουρκία, για να εγκαταλείψει τις μεθοδεύσεις της σε βάρος της Κύπρου, θα πρέπει να έχει κόστος. Έχει διαχρονικά αποδειχθεί πως με προειδοποιήσεις, οι οποίες μάλιστα εκ των υστέρων αποδεικνύονται ανεκπλήρωτες, η Άγκυρα δεν αλλάζει τακτική. Ως Ελληνισμός -Ελλάδα και Κύπρος- έχουμε στα χέρια μας ένα εργαλείο, που δεν χρησιμοποιήσαμε μέχρι σήμερα: Το εργαλείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας. Μέχρι σήμερα η Άγκυρα είχε οφέλη στην πορεία της αυτή, χωρίς να έχει εγκαταλείψει την μαξιμαλιστική πολιτική της. Το εργαλείο αυτό, σε άλλες περιπτώσεις, στα χέρια άλλων χωρών–μελών, απεδείχθη εξόχως αποτελεσματικό. Νομίζω πως χρειάζεται άμεση μελέτη αυτής της διάστασης του προβλήματός μας. Μόνον έτσι θα αναγκαστεί να αλλάξει στάση η Τουρκία.
Γινόμαστε μάρτυρες, τον τελευταίο καιρό, και της άσκησης πολλών πιέσεων στη δική μας πλευρά για περαιτέρω υποχωρήσεις, σαν να ’μαστε εμείς οι αδικούντες. Ακόμα και αυτός ο εκπρόσωπος των Ηνωμένων Εθνών, ο κ. Ντάουνερ, αντί να υπερασπίζεται τις αρχές του Οργανισμού που εκπροσωπεί, γίνεται θλιβερός προωθητής των άδικων και απαράδεκτων τουρκικών θέσεων. Τόση είναι η αναίδεια και η αναισχυντία του, που απειλεί με την επίρριψη σ’ εμάς των ευθυνών για την αποτυχία των προσπαθειών για λύση του προβλήματός μας, αν δεν συναινέσουμε στις απαράδεκτες λύσεις που μας προτείνονται. Παρόλο που έχει ήδη υπερβεί κάθε όριο ανοχής μας, τον καλούμε όπως, όποια και όσα κι αν είναι τα προσωπικά του συμφέροντα κι όποιες κι αν είναι οι διασυνδέσεις του με τους Τούρκους, να σεβαστεί τον ρόλο και την αποστολή του. Και ο ρόλος του και η αποστολή του είναι να υπερασπίζεται το δίκαιο, κι όχι να δικαιολογεί και να προωθεί τις άδικες θέσεις της κατοχικής δύναμης. Αν, παρ’ ελπίδα, συνεχίσει την ολέθρια για την πλευρά μας στάση του, καλούμε τον πρόεδρο της Δημοκρατίας να απαιτήσει άμεση απομάκρυνσή του από την Κύπρο. Θα έχει προς τούτο, ο Πρόεδρος, αμέριστη την υποστήριξη της Εκκλησίας, αλλά -είμαι σίγουρος- και των πολιτικών κομμάτων και ολόκληρου του Κυπριακού Ελληνισμού.
Σ’ όλες αυτές τις πιέσεις και τις απαράδεκτες μεθοδεύσεις, έχω την εντύπωση, πως δεν αρκεί η άμυνα και η απολογία. Θα πρέπει να αντιπαραθέσουμε θέσεις και επιχειρήματα στη βάση του διεθνούς, ακόμα και του φυσικού, δικαίου, των Ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών και του Ευρωπαϊκού κεκτημένου. Θα πρέπει να επιδιώξουμε απεγκλωβισμό από τα πολλαπλά αδιέξοδα, που μας κυκλώνουν. Με δόρυ τις πανανθρώπινα κοινά αποδεκτές αρχές θα πρέπει να περάσουμε στην αντεπίθεση.
Για να έχει η προσπάθειά μας αυτή σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας, θα πρέπει να είναι καθολική. Είναι ανάγκη να προτάσσουμε ενιαίο πολιτικό λόγο. Και δεν σας αποκρύβω ότι με συνθλίβει κυριολεκτικά η πολυδιάσπαση του εσωτερικού μας μετώπου, η έλλειψη ακόμα και στοιχειώδους ενότητας. Για να υπάρξει η ποθούμενη και επιδιωκόμενη ενότητα, θα πρέπει αυτή να βασίζεται σε συγκεκριμένες και αναλλοίωτες αρχές. Σε αρχές που να μην επιδέχονται διαφορετικών ή πολλαπλών ερμηνειών. Σήμερα κάθε κόμμα και κάθε πολιτικός αρχηγός έχει τις δικές του «αρχές». Σε κάθε περίπτωση προβάλλει ο καθένας τις δικές του προσεγγίσεις, που μπορεί να πηγάζουν από σκοπιμότητες, επιδιώξεις, ή και δεσμεύσεις, ως αρχές λύσεις του προβλήματός μας. Η κατάσταση αυτή θα πρέπει να σταματήσει. Προσωπικά ή κομματικά οφέλη μένουν μετέωρα, όταν ο τόπος χαθεί. Και δυστυχώς, δεν είμαστε μακριά από αυτόν τον κίνδυνο. Ανέφερα πιο πάνω κάποιες βασικές αρχές, στις οποίες μπορούμε να στηριχτούμε και να οικοδομήσουμε μιαν καθολική ενότητα.
Δεν έκρινα αναγκαίο, φέτος, να επαναλάβω τα αυτονόητα. Ότι δηλαδή θα πρέπει πάραυτα να σταματήσει η οικονομική ενίσχυση της κατοχής με επισκέψεις, δίκην τουριστών, στην κατεχόμενη γη μας και ότι θα πρέπει και μεταξύ σας, των αποδήμων, να υπάρξει μεγαλύτερος συντονισμός προκειμένου οι κόποι και οι προσπάθειες που καταβάλλετε να αποδίδουν περισσότερο. Μπροστά στις διαφαινόμενες δυσμενείς προοπτικές της διαδικασίας, που για χρόνια τώρα ακολουθούμε, την κρισιμότητα των προσεχών μηνών, με τη διαφαινόμενη αύξηση των πιέσεων σ’ εμάς, και στον καταθριμματισμό του εσωτερικού μας μετώπου, όλα τα άλλα, προς το παρόν, μπαίνουν σε δεύτερη θέση. Γι’ αυτό και καλούμε πατρικά όλους όπως συνειδητοποιήσουμε την κρισιμότητα των καιρών και σαν ένας άνθρωπος επιδιώξουμε τα δίκαιά μας.
Αν συντονιστούμε, αν ομονοήσουμε κι αν δείξουμε αποφασιστικότητα για αγώνα, υπάρχει ακόμα καιρός. Μπορούμε να σωθούμε. Ειδάλλως, θα είμαστε υπόλογοι απέναντι στην Ιστορία και στους απογόνους μας.
Σας καλωσορίζω και πάλι στην Κύπρο, επιδαψιλεύω τις ευλογίες της Εκκλησίας σε όλους και εύχομαι κάθε επιτυχία στο Συνέδριό σας”.
+ Ο ΚΥΠΡΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου,
24 Αυγούστου 2010.