Ἐκθεση ζωγραφικής με έργα του Τάκη Μωραΐτη
Αξιόλογη έκθεση με τον καταξιωμένο ελλαδίτη καλλιτέχνη Τάκη Μωραΐτη άνοιξε για το φιλότεχνο κοινό. Τριάντα έργα σε καμβά και σε ξύλινες χειροποίητες πόρτες του 18ου αιώνα θα εκτίθενται για 10 μέρες στο κτίριο Διοίκησης της Ελληνικής Τράπεζας. Η πλειοψηφία των έργων δημιουργήθηκε αποκλειστικά για την έκθεση. Αυτή τη φορά ο καλλιτέχνης εμπνέεται από τη Βυζαντινή μας παράδοση με θέματα από την Αγία Γραφή, τη Βυζαντινή Εικονογραφία και τη Βυζαντινή Αρχιτεκτονική με τρόπο που συμπληρώνουν το ελληνικό τοπίο. Επιλέγοντας όμως έναν πιο ανθρωποκεντρικό και συγχρόνως ρομαντικό ύφος η θεματολογία του χαρακτηρίζεται από έναν απαράμιλλο συνδυασμό θρησκευτικής κατάνυξης και αισθητικής υψηλής καλλιτεχνικής έκφρασης.
Διάρκεια Έκθεσης: 7-17 Οκτωβρίου 2009
Διεύθυνση: αίθουσα Πασχάλη Λ. Πασχαλίδη κτιρίου Διοίκησης Ελληνικής Τράπεζας. Γωνία Λεωφ. Αθαλάσσας 200 με Λεωφ. Λεμεσού, Λευκωσία.
Τα εγκαίνια της έκθεσης τελέστηκαν από τον Μακ. Αρχιεπίσκοπο Κύπρου κ.κ. Χρυσόστομο, την Τετάρτη 7 Οκτωβρίου, ο οποίος απηύθυνε τον εξής χαιρετισμό:
“Απόψε έχουμε τη μεγάλη χαρά να τελούμε τα εγκαίνια της Έκθεσης Ζωγραφικής του διακεκριμένου Ελλαδίτη Καλλιτέχνη και αγαπητού μας κ. Τάκη Μωραΐτη.
Λέχθηκε ότι «αποστολή του καλλιτέχνη είναι να φτερουγίζει μέχρι την ανίχνευση της απεριόριστης ομορφιάς και τη σύλληψη της ασύλληπτης ωραιότητας, για να τις μεταφέρει στις ψυχές των ανθρώπων»! Αν ο αφορισμός αυτός ισχύει -και εμείς λέμε ότι ισχύει- τότε όλα αυτά τα έργα του Τάκη Μωραΐτη, τα οποία βρίσκονται μπροστά μας και τα οποία θα θαυμάσουμε σε λίγο από κοντά -ενώπιοι ενωπίοις- είναι το καθένα και ένα παράθυρο ανοικτό, μέσα από το οποίο ο καθένας μας μπορεί, με τη βοήθεια του Καλλιτέχνη, να ταξιδεύσει στην απεραντοσύνη της τέχνης, για να θαυμάσει το όμορφο και το ωραίο!
Διακήρυξε, χαρακτηριστικά, ο Γκαίτε ότι «τίποτε δεν δείχνει καλύτερα τον χαρακτήρα του ανθρώπου, από τον ίδιο τον καρπό των έργων του»! Πολύ χαιρόμαστε, γιατί ο Τάκης Μωραΐτης, με τα έργα που εκθέτει σήμερα, προσφέρει σε όλους μας, μέσα από την καρδιά του, πλούσια τα ερεθίσματα, που καλλιεργούν και εξευγενίζουν τα αισθήματα και ευαισθητοποιούν τις λεπτές χορδές του ανθρώπινου χαρακτήρα. Στους δύσκολους και κρίσιμους, ακόμη, από εθνική και πνευματική άποψη αυτούς καιρούς που διερχόμαστε, η Έκθεση του Τάκη Μωραΐτη αποτελεί χρήσιμη συμβολή στην ανάγκη για μια βαθύτερη αυτοσυνειδησία, που έχει να κάνει με το ερώτημα «ποιοί είμαστε και πού πηγαίνουμε;» Συμβάλλει, ακόμη, στην τόνωση της πίστης για την αξία της ζωής και στη συντήρηση της ελπίδας για ένα καλύτερο και ευτυχέστερο μέλλον.
Πιο συγκεκριμένα, αναφέρουμε ότι ο Καλλιτέχνης εκθέτει συνολικά τριάντα (30) έργα του σε καμβά και σε ξύλινες χειροποίητες πόρτες του 18ου αιώνα. Τονίζουμε, ακόμη, ότι η πλειοψηφία των έργων αυτών φιλοτεχνήθηκε αποκλειστικά για την αποψινή Έκθεση. Αξιοσημείωτο είναι, επίσης, ότι ο Τάκης Μωραΐτης αντλεί τη θεματολογία των έργων του από τη διαχρονική βυζαντινή και εκκλησιαστική μας παράδοση. Έχουμε, έτσι, θέματα τόσο από την Αγία Γραφή, όσο και από τη βυζαντινή μας αγιογραφία και εικονογραφία, αλλά και από τη βυζαντινή μας αρχιτεκτονική.
Εκφράζουμε την ιδιαίτερη ικανοποίησή μας, γιατί όλη αυτή η καλλιτεχνική δημιουργία του αγαπητού Τάκη Μωραΐτη αποτελεί, αναμφίβολα, απαύγασμα των εσωτερικών του γόνιμων προβληματισμών και τοποθετήσεων για την πορεία μας ως σωστών ανθρώπων, ως χρήσιμων πολιτών, ως φιλότιμων Ελλήνων, αλλά και ως καλών χριστιανών.
Όπως τόνισε και ο Γιάννης Τσαρούχης, «τα έργα του Τάκη Μωραΐτη μοιάζουν με ρομαντικές μελωδίες της ψυχής μας, βγαλμένες μέσα από τη θάλασσα ως τον ουρανό και τον ήλιο». Γενικά, τα έργα του αποτελούν -ως επί το πλείστο- μια έντιμη κατάθεση ψυχής για το κάλλος του ελληνικού τοπίου, με κύρια αναφορά στον ήλιο, στη γη, στη θάλασσα και στον ουρανό. Αποτελούν, ακόμη, μια αδιάψευστη μαρτυρία για την ανυπέρβλητη ωραιότητα και τη μοναδική ομορφιά της πατρίδας μας, τόσο με τη στενή, όσο και με την ευρύτερη έννοιά της. Αποτελούν, όμως, και μια ανθρώπινη εκδήλωση εσωτερικής πίστης και μια συνειδητή χειρονομία θρησκευτικής έκφρασης, που πηγάζουν από την ιστορία, την παράδοση, την κουλτούρα, τα ήθη και τα έθιμα, τον ίδιο τον πολιτισμό μας, και θεμελιώνονται στις πνευματικές μας αξίες, στην ελληνικότητά μας και στην Ορθόδοξη χριστιανική μας πίστη.
Ο Καλλιτέχνης κατάγεται από την Κεφαλληνία και τη Μήλο, ζει όμως και εργάζεται από το 1969 στον Πειραιά. Σπούδασε στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Οι καταξιωμένοι δάσκαλοι-καλλιτέχνες Γιώργος Κουζούνης, Σπύρος Βασιλείου και Γιάννης Τσαρούχης άσκησαν το δικό τους καταλυτικό ρόλο στην όλη καλλιτεχνική πορεία και εξέλιξη του Τάκη Μωραΐτη. Τα έργα του διακρίνονται από τη δυναμική σύνθεση και τη ζωηρότητα των χρωμάτων τους. Είναι, όπως είπε και ο Σπύρος Βασιλείου, «ένας τεχνίτης του χρωστήρα». Ιδιαίτερα το γαλάζιο και το λευκό αποτελούν τη δική του κύρια αιγαιοπελαγίτικη μαρτυρία. Μεγάλη επιτυχία είχαν παντού οι Εκθέσεις των έργων του: Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, Αυστραλία, Καναδά, Μεγάλη Βρετανία, Ιταλία, Ελβετία, Ρουμανία, Ντουμπάϊ, Σαουδική Αραβία, Κύπρο και Ελλάδα. Έργα του κοσμούν τόσο δημόσιες Πινακοθήκες, όσο και ιδιωτικές συλλογές. Ο ίδιος ο Καλλιτέχνης, ο οποίος βραβεύτηκε επανειλημμένα για την προσφορά του, διατηρεί μόνιμη Έκθεση στην Αθήνα. Ταυτόχρονα, διδάσκει στους νέους την τέχνη της ελληνικής ζωγραφικής.
Αγαπητέ μας κ. Μωραΐτη, σας εκφράζουμε τα πιο θερμά μας συγχαρητήρια για τη μεγάλη σας αυτήν προσφορά. Με τα θαυμάσια έργα σας έχετε τιμήσει -και τιμάτε- την Ελλάδα και τον Ελληνισμό. Ακριβώς, και η δική μας παρουσία απόψε εδώ αποτελεί έκφραση της αγάπης μας και της εκτίμησής μας προς σας, και προς το έργο σας.
Ευχόμαστε όπως ο Θεός σας ευλογεί και σας ενισχύει, ώστε πάντοτε γερός και δυνατός να συνεχίσετε και στο μέλλον την εξαίρετη καλλιτεχνική σας δημιουργία και προσφορά.
Θερμά, βέβαια, ευχαριστούμε και συγχαίρουμε και την Ελληνική Τράπεζα, αλλά και όλους γενικά τους συντελεστές της ωραίας αυτής Έκθεσης.
Ευχαριστούμε, τέλος, και όλους εσάς, οι οποίοι με την εδώ παρουσία σας από τη μια μεριά αποδίδετε την πρέπουσα τιμή και εκτίμηση προς τον κ. Τάκη Μωραΐτη, και από την άλλη συμβάλλετε στην επιτυχία της Έκθεσης.
Ευχαριστούμε”.
Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου,
7 Οκτωβρίου 2009