Προσφώνηση της Α.Μ. του Αρχιεπισκόπου Κύπρου
κ. κ. Χρυσοστόμου, στο συνέδριο των αποδήμων
Λευκωσία, 21/8/2007
Χαιρετίζω με ιδιαίτερη συγκίνηση την εδώ παρουσία σας, αγαπητοί απόδημοι. Σας καλωσορίζω με πατρική αγάπη στην κοινή μας πατρίδα και σας διαβεβαιώνω πως πάντα σας θυμόμαστε, όσο μακριά κι αν βρίσκεστε κι όσα χρόνια κι αν λείπετε.
Ο ερχομός σας στην Κύπρο κάθε καλοκαίρι γι’ αυτό το συνέδριο, που είναι ένας επαινετός θεσμός, μας δίνει την ευκαιρία του συμπροβληματισμού τόσο στα δικά σας ιδιαίτερα προβλήματα, που αντιμετωπίζετε στις ξένες χώρες που ζείτε, όσο και στα κοινά μας προβλήματα, τα δικά σας και τα δικά μας, που έχουν σχέση με την κοινή μας αγαπημένη πατρίδακαι τους κινδύνους που διατρέχει.
Κι είναι, πιστεύω, πολύ επωφελής η ανταλλαγήαπόψεων, πείρας και γνώσεων, προκειμένου να αντιμετωπίζονται σωστά τόσο τα χρονίζοντα όσο και τα αναφυόμενα νέα προβλήματα, και να τροχιοδρομούνται λύσεις κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Στα πολλά ιδιαίτερα προβλήματα που συναντάτε στους τόπους της αποδημίας σας, είμαι σίγουρος ότι εγκύπτει και θα εγκύψει με ιδιαίτερη φροντίδα η υπεύθυνη κυβέρνηση και ο πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ως προκαθήμενος της Εκκλησίας, θα ήθελα να θίξω ένα μόνο από αυτά. Το θέμα της ταυτότητας της νέας γενιάς και της διατήρησης της γλώσσας και της εθνικής αυτοσυνειδησίας μας. Καταλαβαίνετε πως αν αποτύχετε σ’ αυτό, τίποτε δεν θα έχετε καταφέρει. Θα έχει εφαρμογή κάτι αντίστοιχο μ’ εκείνο που είπε ο Χριστός: «Τι ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδήση τον κόσμον όλον και ζημιωθή την ψυχήν αυτού;». Αν αποκατασταθούμε οικονομικά, αλλά χάσουμε τα παιδιά μας, ποιο το όφελος; Σ’ αυτό το θέμα και σεις οι ίδιοι, ως γονείς και η κυβέρνηση με τις υπηρεσίες της, αλλά και εμείς, ως Εκκλησία, οφείλουμε να επιδείξουμε τη δέουσα προσοχή και να διαφυλάξουμε και τη γλώσσα και τον πολιτισμό μας στις νέες γενιές. Η εθνική γλώσσα δεν είναι ένα απλό εργαλείο συνεννόησης. Είναι καθοριστικό συστατικό της προσωπικότητας του ατόμου και της φυσιογνωμίας ενός λαού. Μέσα στη γλώσσα ενός λαού, στην κάθε λέξη και φράση, απεικονίζονται στοιχεία από την ιστορία, τη σκέψη, τη νοοτροπία και τον πολιτισμό του. Κάποιοι όρισαν τη γλώσσα ως «ταξινομία του κόσμου». Ο άνθρωπος με τη γλώσσα δίνει υπόσταση στα νοήματά του και ταξινομεί τον κόσμο του. Και κάθε λαός εκφράζει με την εθνική του γλώσσα κατά τρόπο διαφορετικό τον κόσμο, οργανώνει διαφορετικά τα πιστεύω και τις αξίες του. Η γλώσσα μας είναι λοιπόν βασικό στοιχείο της εθνικής αυτοσυνειδησίας μας, και δεν θα πρέπει να την στερήσουμε από τα παιδιά μας, αν θέλουμε να συνεχίσουν να είναι Έλληνες. Η στήριξη της Εκκλησίας είναι στον τομέα αυτό δεδομένη. Πιστεύω το ίδιο και της κυβέρνησης, αφού αυτό τον σκοπό εξυπηρετούν και οι εκπαιδευτικές αποστολές στις χώρες του εξωτερικού.
Ταυτόχρονα έχουμε τη γνώμη ότι θα πρέπει να δίνεται έμφαση και στην ελληνική μας παιδεία. Γι’ αυτό και πιστεύουμε πως ο σκοπός των παροικιακών σχολείων δεν εξαντλείται στην εκμάθηση της Ελληνικής γλώσσας. Το Ελληνόπουλο της Αγγλίας, ή της Αμερικής δεν είναι Άγγλος που ξέρει Ελληνικά. Μετέχει της Ελληνικής παιδείας. Και με τον όρο “παιδεία” δεν εννοούμε τη συσσώρευση γνώσεων. Εννοούμε τη διαμόρφωση του ανθρώπου και το πλάσιμό του, ώστε να φωτίζεται από την πνευματική παράδοση και να εμψυχώνεται από τα διδάγματα της εθνικής του ιστορίας, συμβάλλοντας έτσι στην ανάπτυξη και προαγωγή του πολιτισμού. Η διδασκαλία λοιπόν της Ελληνικής μας ιστορίας, των αξιών και του πολιτισμού μας δεν πρέπει να παραγνωρίζονται στα παροικιακά μας σχολεία.
Θάθελα ύστερα να αναφερθώ στο μεγάλο κοινό μας πρόβλημα που ταυτίζεται με τους κινδύνους που διατρέχει η πατρίδα μας. Στο θέμα αυτό έχετε, οι απόδημοι, ένα μεγάλο πλεονέκτημα, σε σχέση με μας, που δεν απομακρυνθήκαμε από την Κύπρο. Μπορείτε να βλέπετε πιο καθαρά τους στόχους, να αντιλαμβάνεσθε τους κινδύνους και να αξιολογείτε τις καταστάσεις χωρίς σκοπιμότητες. Εμείς, ίσως από τη συνήθεια που δημιουργεί η καθημερινότητα και η ροή του χρόνου, ίσως και από την άνετη προσωρινότητα στην οποία παραδοθήκαμε, έχουμε ισοπεδωθεί. Προσβληθήκαμε από αξιολογική μυωπία και αξιολογικό δαλτωνισμό. Διολισθήσαμε σε απαράδεκτες θέσεις και δυσκολευόμαστε να διακρίνουμε τι είναι εφικτό και τι ενδοτισμός, ποια είναι τα όρια της σύνεσης και ποια της ψυχικής αδυναμίας. Πάθαμε σαν τον βάτραχο, όπως, ως μαθητές, μαθαίναμε στη ζωολογία. Ο βάτραχος, που αρέσκεται στο νερό, όταν ριχτεί σε ζεστό νερό πετάγεται αμέσως έξω και σώζεται. Όταν τον τοποθετήσουμε, όμως, σε κρύο νερό και αρχίσουμε να το θερμαίνουμε, δεν καταλαβαίνει πότε αυτό γίνεται επικίνδυνο και μένει και πεθαίνει. Σε σας τα πράγματα δουλεύουν όπως το ζεστό νερό στο βάτραχο. Η αίσθηση του χρέους προς την πατρίδα δεν αλλοιώθηκε από τότε που φύγατε από τηνπατρίδα. Η ζωή στα ξένα συνεχίζεται, αλλά στην πατρίδα η ζωή μένει μέσα σας όπως την αφήσατε. Γι’ αυτό και αρνείσθε απαράδεκτους συμβιβασμούς. Γι’ αυτό και ελπίζουμε σε σας.
Θεωρώ την ευκαιρία κατάλληλη να εκθέσω την υπερκομματική και μακράνοποιασδήποτε σκοπιμότητας θέση της Εκκλησίας στο εθνικό μας θέμα, και νά καλέσω όλους σε εγρήγορση. Μακριά από σοβινισμούς και μαξιμαλιστικές θέσεις -παρόλο που αυτές θα εξέφραζαν το δίκαιο-, προσγειωμένοι από την ταπείνωση της προδοσίας όχι απλώς των αφρόνων αλλά των συνειδητών προαγωγών των ξένων συμφερόντων, κι έχοντας την ευθύνη ενός τρισχιλιετούς ελληνικού και ενός δισχιλιετούς χριστιανικού παρελθόντος οφείλουμε να δούμε πώς θα επιβιώσουμε και εθνικά, αλλά και βιολογικά, στη γη μας. Για να επιβιώσουμε σήμερα και να μην κρεουργηθούμε από τη Σκύλλα του κατακτητή, ούτε και να απορροφηθούμε από τη Χάρυβδη του κοσμοπολιτισμού, χρειάζεται ομοψυχία και ενότητα στόχων και σκοπών. Και είναι αδιανόητο σήμερα να ερίζουμε για το όνομα της λύσης, χωρίς να προβάλλουμε το περιεχόμενό της. Και το χειρότερο, με λάβαρο αγώνα τη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία, που δεν έχει συγκεκριμένο περιεχόμενο, οπλίζουμε τα χέρια των Τούρκων και δίνουμε τροφή σ’ όσους επιδιώκουν τη διάσπασή μας. Είναι φανερό πως κάποιοι πίσω από το όνομα αυτό -και δεν νομίζω νάναι τυχαία η εντατικοποίηση της προσπάθειάς τους αυτό τον καιρό-, εννοούν την επαναφορά του επάρατου σχεδίου Ανάν, χωρίς να τολμούν να το πουν, ενώ προσποιούνται ότι δεν αντιλαμβάνονται τη διαφορά της λύσης που προτείνουν, με τη δικοινοτική ομοσπονδία που πρότεινε ο Μακάριος.
Δεν είμαστε το κέντρο της γης και το ξέρουμε. Ούτε και πολυάριθμος λαός είμαστε, και δεν το αγνοούμε. Από απόψεως πολεμικής τεχνολογίας βρισκόμαστε σε μειονεκτική θέση, και δεν το ξεχνούμε. Όμως οι αγώνες σήμερα, όπως και πάντα, δεν εξαρτώνται από την αριθμητική ούτε και μόνο από την πολεμική υπεροχή. Ο σύγχρονος κόσμος ευαισθητοποιείται, καθημερινά και περισσότερο, στα ανθρώπινα δικαιώματα. Και δεν είναι δυνατόν η παγκόσμια κοινωνία, και ιδιαίτερα η Ευρώπη, να συνεχίσει να υποκρίνεται υπερασπιζόμενη την ευημερία των ζώων, μεριμνώντας για τη διατήρηση του περιβάλλοντος, και την απόσυρση ληγμένων τροφίμων και να κλείνει τα μάτια μπροστά στον ευτελισμό της ανθρώπινης ζωής και την καταρράκωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Είμαστε από τριετίας και πλέον μέλη της Ε. Ε. και δεν πρέπει να το ξεχνούμε. Όταν ο κάθε Ευρωπαίος μπορεί να εγκατασταθεί, να αποκτήσει περιουσία, και να έχει δικαιώματα σε οποιαδήποτε χώρα της Ευρώπης, είναι δυνατό να μη δικαιούται το ίδιο και ο Κύπριος; Είναι δυνατόν η Ευρώπη να ανεχθεί ζώνες φυλετικού και εθνικού διαμελισμού σε μια Ευρωπαϊκή χώρα; Έχει λεχθεί, πολύ σωστά, πως δεν υπάρχει αρωγή σε ανύπαρκτες διεκδικήσεις. Αν σιωπούμε ή ανεχόμαστε, αν δεν διεκδικούμε εκείνα που δικαιούμαστε, ή, το χειρότερο, υποχωρούμε ατάκτως, τι περιμένουμε από τους άλλους;
Χρειάζονται λοιπόν ξεκάθαροι στόχοι με βάση το Ευρωπαϊκό δίκαιο και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
• Θα πρέπει ύστερα η πολιτική μας στο εθνικό θέμα να σχεδιάζεται με προοπτική μακροδιάστατη, με επίγνωση, ασφαλώς, των δυνατοτήτων και των κινδύνων και με διάγνωση την υπαγορεύσεων των καιρών. Κι όχι στις παραμονές εκλογών να ανακαλύπτονται διαφορές, που δεν στοχεύουν παρά μόνο στην προώθηση προσωπικών συμφερόντων. Υπάρχει ο τομέας της εσωτερικής διακυβέρνησης κι ας εστιασθούν εκεί οι διαφορές και η άμιλλα.
• Θα τολμήσω να πω -κι ελπίζω να μην παρεξηγηθώ- πως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, οποιοσδήποτε κι αν είναι αυτός, θα πρέπει να θωρακίζεται. Ανεξάρτητα του ποιος είναι σήμερα και ποιος θα είναι αύριο ο Πρόεδρος, θα πρέπει, αν θέλουμε να προβάλλει με πειστικότητα και διεκδικητικότητα και με πιθανότητες επιτυχίας τις θέσεις μας, όχι μόνο να μην υποσκάπτεται αλλά και να θωρακίζεται από όλους. Νομίζω πως όλους μας λύπησε η αναφορά πως επειδή κάποιοι ξένοι δεν συμπαθούν (είτε καλώς είτε κακώς, λέχθηκε) τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, θα πρέπει να τον αντικαταστήσουμε. Να τον αντικαταστήσουμε, μάλιστα, με “πρόεδρο λύσης”. Μα αν κάποιοι δεν θέλουν τον Πρόεδρο, δεν είναι γιατί έχουν κάτι το προσωπικό μαζί του. Είναι για τις θέσεις που προβάλλει. Και έπρεπε, ίσως, αυτό να μας πείσει ότι είμαστε στο σωστό δρόμο. Στην προώθηση του εθνικού μας θέματος πρέπει νάμαστε ειλικρινείς και ακριβολόγοι στους όρους. Πρόεδρος λύσης σημαίνει αποδοχή των όρων του κατακτητή;
Ρεαλιστές θα πρέπει να είμαστε. Οδυνηρούς συμβιβασμούς ήδη κάναμε. Λύση από χρόνια επιζητούμε. Ας φανούμε αντάξιοι των προγόνων μας και υπεύθυνοι απέναντι στα παιδιά μας, και ας επιδείξουμε και εθνική αξιοπρέπεια και διάθεση αγώνα.
Με όλη την ειλικρίνεια και όλη την ευθύνη που επιβάλλει η θέση μου ως Προκαθημένου της Κυπριακής Εκκλησίας, πιστεύω ότι τα όσα ανέφερα είναι βασικές και απαραίτητεςπροϋποθέσεις υποδομής και επιτυχίας του αγώναμας. Δεν εκφράζω καμιά συμπάθεια και καμιά υποστήριξη σε κανένα. Εκφράζω μόνο την αγωνία της Εκκλησίας μπροστά στους κινδύνους που αντιμετωπίζουμε. Και ελπίζω να εισακουστώ.
Εκφράζω και πάλι τη χαρά και την ικανοποίησή μου για την παρουσία μου ανάμεσά σας, αγαπητοί Κύπριοι της διασποράς. Επιδαψιλεύω σ’ όλους τις ευλογίες της Εκκλησίας και εύχομαι κάθε επιτυχία στο συνέδριό σας. Προπάντων όμως κάνω έκκληση για συστράτευση όλων, και για διάθεση αγώνα, για μια βιώσιμη και λειτουργική λύση του εθνικού μας θέματος.