Η Τουρκία δεν έχει διάθεση να επιτρέψει λύση βιώσιμη
«Έχουμε ήδη περάσει τη γραμμή ασφάλειας και παγιδευτήκαμε σε τροχιά αντίστροφης μέτρησης, όσον αφορά την ιστορική μας συνέχεια στη γη των πατέρων μας», προειδοποίησε ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος Β΄ μιλώντας την Τρίτη, 24 Αυγούστου 2010, το βράδυ, κατά την τελετή έναρξης των εργασιών του Παγκοσμίου Συνεδρίου των Αποδήμων Κυπρίων που πραγματοποιείται στην Λευκωσία.
«Κατά τη γνώμη μου», πρόσθεσε ο Μακαριώτατος, «μόνο πολύ προσεγμένα και συντονισμένα κοινά από όλους βήματα είναι δυνατόν να αποσοβήσουν αυτόν το διαφαινόμενο κίνδυνο».
Ο Αρχιεπίσκοπος αφού σημείωσε ότι δεν έχει πια σημασία ποιοί, πόσο και γιατί ευθύνονται για την κατάσταση στην οποία έχουμε περιέλθει, ανέφερε ότι είναι και άκαιρη και άσκοπη η ευθυνολογία, τονίζοντας ότι «εκείνο που προέχει είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι το ξεκάθαρο πρόβλημά μας, το πρόβλημα εισβολής και κατοχής και καταπάτησης των στοιχειοδέστερων ανθρωπίνων δικαιωμάτων που κάποτε προκαλούσε τη συμπάθεια της μεγάλης πλειοψηφίας των χωρών μελών του ΟΗΕ, με τους εύστοχους από πλευράς Τουρκίας χειρισμούς, μεταλλάχθηκε σε κακοήθεια από την οποία κινδυνεύουμε τον έσχατο των κινδύνων».
«Θα πρέπει να αναλάβουμε τις ευθύνες μας προσδιορίζοντας με σύνεση, ρεαλισμό, αλλά χωρίς ηττοπάθεια τις περαιτέρω κινήσεις μας, όχι ασφαλώς με την αποδοχή όρων παράδοσης, αλλά κινούμενοι με αξιοπρέπεια προς την κατεύθυνση ενός ιστορικού συμβιβασμού, που θα εξασφαλίσει τη συνέχεια μας στην προαιώνια αυτή τη κοιτίδα του ελληνικού πολιτισμού», ανέφερε.
«Η Άγκυρα μέχρι σήμερα εφάρμοσε ατελεύτητα μια αρχή που εκφράζεται με το δεν υποχωρούμε σε τίποτα δεν παραδίδουμε τίποτα», τόνισε για να προσθέσει ότι «αντίθετα εμείς προσφέρουμε συνεχώς και γενναιόδωρα – και δεν υπαινίσσομαι μόνο τη σημερινή Κυβέρνηση – με την ελπίδα να καταλήξουμε σε μια συμφωνία».
Αυτό που διαπιστώνουμε συμπλήρωσε ο Κύπρου Χρυσόστομος είναι ότι «η Τουρκία δεν έχει διάθεση να επιτρέψει λύση βιώσιμη και λειτουργική, συνεχίζει να διατηρεί με τη δύναμη των όπλων της διαιρεμένο ένα ευρωπαϊκό κράτος, στερεί τους πολίτες του από την πλήρη απόλαυση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και παρεμποδίζει την εφαρμογή σε όλη την επικράτεια του, του κοινοτικού κεκτημένου, και ότι επιπλέον συνεχίζει ανενόχλητη να μεθοδεύει με τη συνεχή ροή εποίκων τον εκτουρκισμό των κατεχομένων, να μιλά για δύο κράτη, δύο κυβερνήσεις, δύο λαούς».
«Είναι όντως καταθλιπτικές αυτές οι διαπιστώσεις. Οι διαπιστώσεις πρέπει να μας ωθούν σε εξεύρεση τρόπων εξουδετέρωσης των καταχθόνιων σχεδιασμών της κατοχικής δύναμης», συνέχισε και διατυπώνοντας την πεποίθηση ότι ως Προκαθήμενος της Εκκλησίας και ενεργώντας πάνω από κομματικά συμφέροντα και σχεδιασμούς έχει «το δικαίωμα να εκθέσει τις απόψεις του επί του θέματος, είπε ότι «δεν πρέπει να μου καταλογίσει κανένας καμία ιδιοτέλεια. Εκφράζω την αγωνία μου για το μέλλον του τόπου, την αγωνία της Εκκλησίας που με πολλές θυσίες διαφύλαξε μέχρι σήμερα τον Ελληνισμό στην εσχατιά αυτή της ανατολικής Μεσογείου», ανέφερε.
Τέλος ο Προκαθήμενος της Εκκλησίας της Κύπρου συνέστησε ότι θα πρέπει να αναλάβουμε τις ευθύνες μας προσδιορίζοντας με σύνεση και ρεαλισμό, αλλά χωρίς ηττοπάθεια τις περαιτέρω κινήσεις μας, όχι με την αποδοχή όρων παράδοσης, αλλά κινούμενοι με αξιοπρέπεια προς την κατεύθυνση ενός ιστορικού συμβιβασμού, που θα εξασφαλίσει τη συνέχεια μας στον τόπο μας.
«Είναι ανάγκη να προτάσσουμε ενιαίο πολιτικό λόγο και δεν σας αποκρύβω ότι με συνθλίβει κυριολεκτικά η πολυδιάσπαση του εσωτερικού μας μετώπου, η έλλειψη ακόμα και στοιχειώδους ενότητας», είπε και διατύπωσε τη θέση πως «για να υπάρξει η ποθούμενη και επιδιωκόμενη ενότητα θα πρέπει αυτή να βασίζεται σε συγκεκριμένες και αναλλοίωτες αρχές, που να επιδέχονται διαφορετικών ή πολλαπλών ερμηνειών».
«Καλούμε πατρικά όλους όπως συνειδητοποιήσουμε την κρισιμότητα των καιρών και σαν ένας άνθρωπος επιδιώξουμε τα δίκαια μας», τόνισε εμφαντικά ο Μακαριώτατος, για να καταλήξει Λέγοντας πως «αν συντονιστούμε, αν ομονοήσουμε και αν δείξουμε αποφασιστικότητα για αγώνα υπάρχει ακόμα καιρός, μπορούμε να σωθούμε, ειδάλλως θα είμαστε υπόλογοι στην ιστορία και τους απογόνους μας».
Λουκάς Παναγιώτου