Επιμνημόσυνος λόγος για τον Αριστείδη Χαραλάμπους (2016)
«Κι αν σε πέσιμο πρωτάκουστο
και σε γκρεμό κατρακυλήσαμε,
είναι γιατί με του καιρού το γύρισμα,
όμοια βαθύ ένα ανέβασμα, μας μέλλεται,
προς ύψη ουρανοφόρα.»
Στα μέσα της 2ης χιλιετίας π.Χ. η ευλογία της Ιστορίας έφερε ατόφιο ελληνισμό στο νησί μας, με πρώτο οικιστή τον Τεύκρο, που ίδρυσε τη Σαλαμίνα, με θέσπισμα θεϊκό – κατά τον τραγικό Ευριπίδη – της εκεί χάριν πάτρας.
Ο Πλούταρχος, αναφερόμενος στο σοφό Σόλωνα, σημειώνει: «Πλεύσας ες Κύπρον ηγαπήθη διαφερόντως υπό Φιλοκύπρου βασιλέως, διό Αιπείαν την πόλιν, Σόλους προσηγόρευσε». Κι ο Ηρόδοτος μας πληροφορεί: «Κύπριοι οι μεν από Σαλαμίνος και Αθηναίων, οι δε από Αρκαδίης, οι δε από Κύθνου». Και η Κύπρος εξελληνίσθη. Κι ο ελληνισμός άπλωσε ρίζες. Γι’ αυτό και δεν είναι τυχαίο που επιβιώσαμε για 3.200 χρόνια, μέσα από σωρεία αδίστακτων κατακτητών των 3 Ηπείρων, εμπόρων, ληστών, αρπάγων, στρατηγών επί χάρτου και πολιτικών χωρίς ηθικές αναστολές. Σε μια επιστολή του προς τον Φαραώ της Αιγύπτου, ο βασιλιάς των Χετταίων, τη 2η χιλιετία π.Χ. ζητούσε να μην αναμιγνύεται η Αίγυπτος στο θέμα της Κύπρου, γιατί η Κύπρος ήταν στη σφαίρα επιρροής των Χετταίων. Από την εποχή των Χετταίων ως το 1960 πέρασαν από το νησί μας ποικιλώνυμοι κατακτητές, που αλληλογραφούσαν για σφαίρες επιρροής. Όμως την καρδιά της Κύπρου δεν την άλλαξαν. Το όμαιμο, το ομόθρησκο, το ομόγλωσσο ήταν τα σημαίνοντα της εθνικής και φυσικής επιβίωσης του ελληνισμού της Κύπρου. «Ήμισυ γαρ αρετής απόλλυσι δούλειον ήμαρ». Η μισή αρετή μας χάνεται στα χρόνια της σκλαβιάς, λέει ο Όμηρος. Εμείς κρατημένοι από την άλλη μισή αρετή μας, επιβιώσαμε άφθαρτοι, με το σθένος της φυλής, της ρωμιοσύνης τους θρύλους και τα ιδανικά του γένους μας.
Στις 20 Ιουλίου (ημέρα σημαδιακή για την Ιστορία μας) του 1832, ο Καρπασίτης Ιωαννίκιος ορκίστηκε στο Ευαγγέλιο να ελευθερώσει την πατρίδα του από τον τουρκικό ζυγό. Η επανάσταση εκείνη πνίγηκε στο αίμα. Και για τους 12 συμπολεμιστές του «που εκρεμάσθηκαν στα 12 καντούνια της Χώρας» προς εκφοβισμόν των Χριστιανών, ο Τούρκος ντελάλης διαλαλούσε. «Όποιος τολμά τέτοια, έτσι τιμωρείται».
Εκατόν τριάντα χρόνια αργότερα, στον εθνικοαπελευθερωτικό Αγώνα της ΕΟΚΑ, του 55-59, ο 17χρονος μαθητής Αριστείδης Χαραλάμπους σε μια νύχτα έγινε δόξα. Ο χαρίεις του Μενάνδρου, ο άλκιμος του Αισχύλου, ο εύψυχος, ο ελεύθερος, ο ευδαίμων του Θουκιδίδη, ο καλός καγαθός του Πλάτωνα, ο λεβέντης της δημοτικής μας ποίησης. Ήταν αληθινός ο Αριστείδης και το αληθινό είναι και εθνικό κατά το Διονύσιο Σολωμό. Ήταν κατά τον Κων/νο Καβάφη «Δίκαιος, άριστος, γενναίος. Υπήρξεν έτι το άριστον εκείνον, Ελληνικός. Ιδιότητα δεν έχει η ανθρωπότης τιμιωτέραν».
Μέσα στη γόνιμη ψυχή του βρήκε πρόσφορο έδαφος η ελληνική παιδεία και η Ορθοδοξία, διοχετευμένες από γονιούς και δασκάλους, για να διαπλάσουν το νεαρό μαθητή σε άξιο Έλληνα, Χριστιανό Ορθόδοξο, που ακροάστηκε τα λόγια στους βωμούς και στα μνημεία, αυτά που κινούν το ιστορικό γίγνεσθαι. Και η μνήμη του Αριστείδη Χαραλάμπους είναι μνήμη που καίει την εθνική συνείδηση, αυτών που την σέβονται. Τα περήφανα βουνά του Πεδουλά δεν έκλαψαν τον ηρωικό του θάνατο. «Γιατί να κλάψουν, ήταν γενναίο παιδί».
Ο Αριστείδης Χαραλάμπους ανήκε σ’ αυτούς που δεν θα δεχόντουσαν τα τετελεσμένα της εισβολής ως αμετακίνητα, πιστεύοντας ότι η μόνη αμετακίνητη δύναμη είναι η δικαιοσύνη, όταν κανείς πιστεύει σ’ αυτήν κι όταν ο ίδιος γίνεται όργανο με τη ζωή και τις πράξεις του και με θυσία ακόμα της ζωής του, για την εφαρμογή της. Θα έβλεπε με καθαρό μυαλό τα υποχθόνια σχέδια των ξένων για ύποπτες λύσεις, που προοιωνίζουν οριστικά τον αφανισμό του κυπριακού ελληνισμού.
Για 3 χιλιάδες και πλέον χρόνια, εμείς οι Έλληνες της Κύπρου παραμείναμε οι ίδιοι, όλοι μαζί και καθένας μας ξεχωριστά, πρέσβεις του Έθνους, πιστοί σ’ ένα προμηθεϊκό χρέος, ανάμεσα σε ποικιλώνυμους δυνάστες: Ασσύριους, Αιγύπτιους, Πέρσες, Ρωμαίους, Ναίτες, Φράγκους, Ενετούς, Τούρκους, Άγγλους. Μάθαμε την τέχνη της επιβίωσης και επιβιώσαμε με το δύσκολο τρόπο, μέσα στις όποιες εθνικές φουρτούνες, ενώ Αυτοκρατορίες διαλύονταν. Αντί να γίνουμε έρμαια της μοίρας μας, αρπάξαμε την τύχη μας στη χούφτα μας και επιζήσαμε ανόθευτοι, με τη γλώσσα μας, την Ορθοδοξία μας και τις παραδόσεις μας.
«Αν δεν είχαμε την πίστη θα είχαμε αλλοτριωθεί. Αν δεν είχαμε την αντοχή θα είχαμε χαθεί. Κι αν δεν είχαμε την αγωνιστικότητα θα είμαστε οι απόκληροι της Ιστορίας.»
Και σήμερα, οι κίνδυνοι που απειλούν την πατρίδα μας είναι εντός των πυλών, η Ιστορία παρακολουθεί τα βήματά μας κι οι ψυχές των ηρώων, που έπεσαν, απαιτούν δικαίωση της θυσίας τους. Ο Αττίλας, μέσα στα περιχαράγματά του, ρημάζει εκκλησίες, ανασκάπτει τάφους προγονικούς, σπάζει σταυρούς, αλλάζει τοπωνύμια, αφανίζει ιστορικά και πολιτιστικά μνημεία, κουβαλεί εποίκους, σταυρώνει τους ηρωικούς εγκλωβισμένους μας. Δεν θα είμαστε εμείς η γενιά εκείνη των Ελλήνων, που θα προσυπογράψει το τέλος του ελληνισμού της Κύπρου, γι’ αυτό και δεν θα εξαρτήσουμε το μέλλον μας σε αμφίβολες εγγυήσεις και συμφωνίες με εκείνους που μας έφεραν την καταστροφή.
«Λευτεριά χωρίς αρετή δεν υπάρχει», έλεγε ο Κοραής. Οι δυνάμεις της φυλής μας είναι πανίσχυρες. Τα ιδανικά που συνείχαν τους ήρωές μας πρέπει να συνέχουν κι εμάς, που αγωνιζόμαστε 60 χρόνια μετά το θάνατό τους ν’ απελευθερώσουμε σκλαβωμένα εδάφη μας και να αναστήσουμε χαμένες πατρίδες. Γι’ αυτό και πρέπει να τους θυμόμαστε. Γιατί μόνο μαζί τους και με κανένα τρόπο δίχα τους θα μπορέσουμε να ξεπεράσουμε τις φοβερές εθνικές δοκιμασίες μας και να επιβιώσουμε ως Έλληνες στη μαρτυρική γη των πατέρων μας. Μαζί με κείνους που μας αποχαιρετούσαν με τα λόγια: «Ναι γλυκειά μου πατρίδα, θα αγωνιστώ και θα πεθάνω για τη δική σου λευτεριά. Το λέει η πέννα μου, το λένε τα χείλη μου, το λέει κι η καρδιά μου». Κι όσο κι εμείς επιτελούμε το χρέος μας με την ίδια αγωνιστική αρετή, η Πατρίδα μας δεν θα χαθεί.
«Μακαρισμένοι αυτοί που δρόμους πρωτανοίγουν
κι ευλογημένοι αυτοί που τους ακολουθούν».
Μαρία Χατζηνικολάου
Πεδουλάς
6 Μαρτίου, 2016