Αρχιεπισκοπική Εγκύκλιος για το Άγιον Πάσχα 2017
†ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
Ἐλέῳ Θεοῦ, Ἀρχιεπίσκοπος
Νέας Ἰουστινιανῆς καὶ πάσης Κύπρου.
Παντὶ τῷ Χριστεπωνύμῳ Πληρώματι
τῆς Ἁγιωτάτης Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου,
Χάριν, εἰρήνην καί εὐλογίαν παρά τοῦ ἐνδόξως ἐκ νεκρῶν
Ἀναστάντος Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,
«Χριστὸς Ἀνέστη»!
Αφού με κατάνυξη παρακολουθήσαμε, καθ’ όλη τη Μεγάλη Εβδομάδα, το σωτήριο Πάθος του Χριστού, αφού «συνανέβημεν» μαζί Του στα Ιεροσόλυμα και στον φρικτό Γολγοθά και νοερά τον ακολουθήσαμε «εἰς τὰ κατώτατα τῆς γῆς», γινόμαστε σήμερα μέτοχοι της χαράς της Αναστάσεώς Του. Αναφωνούμε κι εμείς απόψε μαζί με τους πιστούς σ’ όλο τον κόσμο ότι «ἠγέρθη ὁ Κύριος θανατώσας τὸν θάνατον».
Δεν ήταν σημείο αδυναμίας ο σταυρικός θάνατος του Χριστού. Ήταν ο κεραυνός που κατέκαψε την αμαρτία, η δυναμίτιδα που ανατίναξε το κράτος της φθοράς και του θανάτου. Γι’ αυτό και θριαμβευτικά η Εκκλησία αντιπαραβάλλει, απόψε, στον μυκτηρισμό των σταυρωτών «ἄλλους ἔσωσεν ἑαυτὸν οὐ δύναται σῶσαι» (Ματθ. ιζ΄42), τη νικηφόρο διαβεβαίωση «Χριστὸς κατελθὼν πρὸς πάλην ᾍδου μόνος, λαβὼν ἀνῆλθε πολλά τῆς νίκης σκῦλα». Δεν πάλεψε μόνο νικηφόρα προς την ανθρώπινη κακότητα ο Χριστός, αλλά έλαβε και πολλά λάφυρα της νίκης: «τοῦ ᾍδου τὴν καθαίρεσιν», «τοῦ θανάτου τὴν νέκρωσιν», «τῶν ἀπ’ αἰῶνος νεκρῶν τὴν ἔγερσιν».
Ουδείς ανέμενε τότε την Ανάσταση. Ούτε οι μαθητές, οι οποίοι απογοητευμένοι από την έκβαση των πραγμάτων είχαν κλειστεί στο υπερώο της Ιερουσαλήμ, ούτε οι Μυροφόρες, που «λίαν πρωὶ» πήγαν στο μνήμα για να μυρίσουν το νεκρό σώμα του Διδασκάλου, ούτε και οι εχθροί του Χριστού οι οποίοι, «σφραγίσαντες τὸν λίθον» (Ματθ. κζ΄66), νόμισαν ότι είχαν νικήσει τελειωτικά τον ισχυρό αντίπαλο.
Κι όμως, μέσα στην απόγνωση των πάντων ανέτειλε όχι απλώς η ελπίδα αλλά η ζωή και το φως. Παρά τα αναχώματα που με λύσσα έστησαν τότε και συνεχίζουν να στήνουν οι εχθροί του Κυρίου, η λάβα που ξεκίνησε το ανεπανάληπτο εκείνο πρωί της «μιᾶς τῶν Σαββάτων» από το ηφαίστειο της λυτρωτικής θείας ενέργειας, ήταν και είναι ασυγκράτητη. Έκτοτε το μήνυμα της Ανάστασης, αναπόσπαστα συνδεδεμένο με το κήρυγμα του Σταυρού, κατέστη ο συνεκτικός ιστός της ζωής και της υπόστασης της Εκκλησίας, το θεμέλιο της προσωπικής ζωής του κάθε πιστού.
Περιχαρείς και εμείς, βλέποντες «τῶν φυλάκων τὴν νέκρωσιν καὶ τῶν σφραγίδων τὴν διάλυσιν», προσκυνούμεν «τὸν τὸ νῖκος τοῦ ᾍδου καταργήσαντα καὶ τοῦ θανάτου τὸ κέντρον συντρίψαντα» και αξιολογούμε τα αγαθά, τα οποία ολόκληρη η ανθρωπότητα προσπορίστηκε από την ένδοξη, τριήμερη Ανάστασή Του.
Πριν από την Ανάσταση του Χριστού, ο κάθε άνθρωπος είχε αμφιβολίες ως προς την προσωπική αξία και τον προορισμό του. Με την ανάστασή Του, όμως, ο Χριστός έδειξε έμπρακτα ότι ο κάθε άνθρωπος, παρόλο που αποθέτει στη γη το σώμα του κατά τον θάνατό του, θα αναστηθεί μίαν ημέρα, κατά το πρότυπο του αναστάντος Χριστού, για να ζήσει αιωνίως μαζί Του. Ο φυσικός θάνατος έχει εκμηδενισθεί διότι ύστερα από αυτόν θα ακολουθήσει η κοινή ανάσταση όλων, αρχηγός της οποίας έγινε ο Χριστός. Μέσα από τα καρφιά του πόνου και πίσω από κάποιο μαρτυρικό προσωπικό μας Γολγοθά, θα ζήσουμε κάποια ημέρα την αιώνια χαρά και της δικής μας ανάστασης.
Η Ανάσταση του Χριστού μάς απάλλαξε και από τη δύναμη της αμαρτίας, από την ισχύν του «παλαιοῦ ἀνθρώπου». Ο Απόστολος Παύλος διευκρινίζει ότι η μετοχή μας στον θάνατο του Χριστού, που γίνεται με το βάπτισμα, είναι εγγύηση για τη συμμετοχή μας και στην Ανάστασή Του. Και διακηρύσσει: «Ὁ παλαιὸς ἡμῶν ἄνθρωπος συνεσταυρώθη, ἵνα καταργηθῇ τὸ σῶμα τῆς ἁμαρτίας, τοῦ μηκέτι δουλεύειν ἡμᾶς τῇ ἁμαρτίᾳ» (Ρωμ.στ΄ 6). Συσταυρούμενοι με τον Χριστό νικούμε την εμπερίστατη αμαρτία και, με την Ανάστασή Του, ενδυναμούμαστε «ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ» (Εφεσ. στ΄10)
Γι’ αυτό, λοιπόν, σήμερα «ᾍδης στενάζει καὶ θάνατος ὀδύρεται καὶ κόσμος ἀγάλλεται καὶ πάντες συγχαίρουσι».
Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,
Μιμούμενοι την κτίσιν η οποία «σύμπασα», «οὐρανός τε καὶ γῆ καὶ τὰ καταχθόνια» αγάλλεται, θα θέλαμε σήμερα κι εμείς να τρέξουμε παντού˙ από το ένα άκρο της πατρίδας μας μέχρι το άλλο˙ και να φέρουμε παντού το μήνυμα της χαράς˙ της κατίσχυσης του δικαίου και του αφανισμού της αδικίας. Μας προσγειώνει, δυστυχώς, η θλιβερή πραγματικότητα˙ η κατοχή της πατρίδας μας και η στέρηση των δικαιωμάτων του λαού μας. Στη σημερινή αγαλλίασή μας αντιπαραβάλλονται η θλίψη για την κατεχόμενη γη μας, η αγωνία για το μέλλον.
Οι τελευταίες εξελίξεις απέδειξαν πέραν πάσης αμφιβολίας την αναξιοπιστία της Τουρκίας και κατέστησαν φανερό σ’ όλους τον τελικό και μόνιμο στόχο της που είναι η κατάληψη και τουρκοποίηση ολόκληρης της Κύπρου. Παρά τις τόσες υποχωρήσεις μας, με σκοπό να επιτευχθεί μια υποφερτή λύση του προβλήματός μας, η Τουρκία συνεχώς προβάλλει νέες απαράδεκτες αξιώσεις τόσο για την επιστροφή στις διαπραγματεύσεις, τις οποίες εγκατέλειψε χωρίς λόγο, όσο και για το περιεχόμενο της επιδιωκόμενης λύσης.
Η πράξη έχει δείξει ότι η Τουρκία θέλει τον διάλογο για να θέτει νέες διεκδικήσεις. Προσπαθεί να δώσει προς τα έξω την εντύπωση ότι οι μονομερείς απαιτήσεις της αποτελούν διμερείς διαφορές και ότι για την επίλυσή τους απαιτείται διαπραγμάτευση και υποχωρήσεις από τη δική μας πλευρά. Οι παραχωρήσεις μας, όμως, εκλαμβάνονται ως αδυναμία, με αποτέλεσμα η κατοχική δύναμη να ενθαρρύνεται και να επανέρχεται με νέες διεκδικήσεις. Αυτός ο φαύλος κύκλος των διεκδικήσεων από την Τουρκία και παραχωρήσεων από μάς, συνεχίζεται για 43 χρόνια.
«Ἀνθ’ ὧν ἔπαθεν» ο Ελληνισμός πρέπει να έμαθε, ή τουλάχιστον όφειλε να μάθει, ότι ουδεμία υποχώρηση αποτελεί ανασχετικό φραγμό στους επεκτατικούς προγραμματισμούς της Τουρκίας. Μοναδικό ανάχωμα στην Τουρκική επιθετικότητα είναι η προβολή αντίστασης και η αταλάντευτη διεκδίκηση των δικαιωμάτων μας, που πρέπει να βασίζονται σε αμετάβλητους, σαφείς και συγκεκριμένους στόχους.
Πώς, λοιπόν, θα πρέπει να προχωρήσουμε μπροστά στα νέα αδιέξοδα, στα οποία προγραμματισμένα μάς οδήγησε η κατοχική δύναμη και ο εδώ εγκάθετός της; Δεν μένει άλλη επιλογή εκτός από αυτή που επισημάναμε στην Εγκύκλιό μας των Χριστουγέννων, όταν είχαν εξαγγελθεί οι συνομιλίες στην Ελβετία. Ότι δηλαδή μετά το ναυάγιο, που διαφαινόταν ευκρινώς, και εκείνης της προσπάθειας, θα’ πρεπε να επιμείνουμε στην επανατοποθέτηση του προβλήματός μας στις σωστές του διαστάσεις, ως προβλήματος εισβολής και κατοχής. Και ακόμα να επιμείνουμε στην εφαρμογή και για τον λαό μας των δικαιωμάτων που απολαμβάνουν όλοι οι άλλοι Ευρωπαίοι: της ελεύθερης διακίνησης σ’ όλη την έκταση της πατρίδας μας∙ της ισονομίας για όλους∙ της ελεύθερης εγκατάστασης σ’ όλη την Κύπρο∙ της απόκτησης περιουσίας σ’ όλη τη νήσο μας, πράγμα που σημαίνει πρώτιστα την επιστροφή των κατεχόμενων σήμερα περιουσιών μας.
Επί πλέον θα πρέπει να καταστήσουμε σαφές ότι ουδεμίαν ανάμειξη της Τουρκίας θα δεχτούμε μετά τη λύση, στις υποθέσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας, πράγμα που σημαίνει ότι δεν θα δεχτούμε επεμβατικά ή εγγυητικά δικαιώματά της ούτε και παραμονή εποίκων στον τόπο μας. Πρέπει να το αντιληφθούμε ότι λύση που είναι αποτέλεσμα βίας και θα συντηρεί την αδικία δεν μπορεί να είναι βιώσιμη.
Ίσως πολλοί από μας να μη συνειδητοποιούμε όσο πρέπει την κρισιμότητα της κατάστασης, όπως αυτό φαίνεται και από τη νωχέλεια με την οποία αντιμετωπίζουμε τις διάφορες απαράδεκτες προτάσεις που μας υποβάλλονται και τη μη αντίδραση σ’ αυτές. Η έλλειψη ιστορικής συνείδησης σε μεγάλο μέρος της νέας γενιάς, η ελλιπής γνώση της γλώσσας και του πολιτισμού μας, η αδιαφορία, οι έντονες κομματικές αντιπαραθέσεις, συνιστούν μέγιστο κίνδυνο για την εθνική επιβίωσή μας, που συμβάλλει στην πραγματοποίηση των επιδιωκόμενων στόχων της Τουρκίας.
Ο Ελληνισμός σήμερα βάλλεται από παντού χωρίς, δυστυχώς, να διαθέτει αξιόπιστους συμμάχους. Γι’ αυτό και πιστεύουμε ότι η εθνική αφύπνιση, η οποία οδηγεί σε εθνική αυτογνωσία και ενότητα, είναι ο μόνος τρόπος για να επιβιώσουμε ως Κυπριακός Ελληνισμός. Η εθνική επιβίωσή μας στη γη των πατέρων μας ήταν και μπορεί να είναι αποτέλεσμα μόνο της συνεχούς εγρήγορσης των φυσικών και ψυχικών δυνάμεών μας. Μόνο η αγωνία και η συνεχής μέριμνά μας για τη συνέχιση της ιστορικής διαδρομής μας στον χώρο τούτο της ιδιαίτερης πατρίδας μας και ο πόθος για εθνική προκοπή μπορούν να αποτελέσουν εγγύηση για το μέλλον μας.
Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,
Μέσα στον ορυμαγδό της φθοράς και της αδικίας που ζούμε, το κοσμοσωτήριο γεγονός της Ανάστασης του Χριστού μάς γεμίζει με ελπίδα για την τελική κατίσχυση του δικαίου και μας ενδυναμώνει στον αγώνα για εθνική επιβίωση.
Με αυτές τις σκέψεις και την ευχή, όπως λαός και ηγεσία, Κυβέρνηση και κόμματα, κατανοήσουμε την κρισιμότητα της κατάστασης και ομονοούντες αντιμετωπίσουμε οριστικά, στις πιο πάνω ορθές συντεταγμένες, το πρόβλημά μας, χαιρετίζουμε και πάλιν όλους με τον ελπιδοφόρο χαιρετισμό «Χριστὸς Ἀνέστη». Η σκέψη μας περιβάλλει με πατρική αγάπη ιδιαίτερα τους εμπερίστατους∙ τους πρόσφυγες, τους εγκλωβισμένους, τους αγνοούμενους και τους συγγενείς τους.
Είθε του χρόνου να γιορτάσουμε ελεύθεροι σε όλες τις εκκλησίες μας˙ και τα βουβά, για 43χρόνια, καμπαναριά μας να διαλαλήσουν σ’ ολόκληρο τον κόσμο ότι «Ἀνέστη Χριστός καὶ διεσκορπίσθησαν οἱ ἐχθροὶ Αὐτοῦ».
Μετ’ ευχών διαπύρων εν Χριστώ αναστάντι,
† ὁ Κύπρου Χρυσόστομος
Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου,
Άγιο Πάσχα 2017.