Ονομαστήρια της Α. Μ. του Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ. Χρυσοστόμου Β΄ (13 Νοεμβρίου 2018)
Σήμερα, 13 Νοεμβρίου 2018, η Αποστολική και Παλαίφατη τοπική μας Εκκλησία σεμνύνεται με την ευκαιρία των σεπτών ονομαστηρίων του Μακαριωτάτου Προκαθημένου Αυτής, Αρχιεπισκόπου Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου κ. Χρυσοστόμου Β΄.
Με τις πρεσβείες του επωνύμου αυτού Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, που σήμερα τιμούμε τη μνήμη του, ευχόμαστε στο Μακαριώτατο: εις πολλά έτη, Δέσποτα με υγεία ακράδαντο!
Ακολουθεί το κήρυγμα του θείου λόγου που εκφώνησε ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιγραμματέας της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου, Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Μουσουρούλης, κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας προϊσταμένου του Μακαριωτάτου
**************************
Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου
Λόγος
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος γιά τίς θλίψεις
« Τήν σοφίαν ἐξ ὕψους καταμαθών,… τοῖς πᾶσιν ἐξέλαμψας, ὡς χρυσός ἐν καμίνῳ,… Ἰωάννη Χρυσόστομε» (Κάθισμα Ὄρθρου)
*******
«Τήν σοφίαν ἐξ ὕψους καταμαθών,… τοῖς πᾶσιν ἐξέλαμψας, ὡς χρυσός ἐν καμίνῳ,… Ἰωάννη Χρυσόστομε»
9 χρόνια καί 7 μῆνες χρημάτισεν Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, Μακαριώτατε, Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς, ἔντιμοι ἄρχοντες, σεβαστοί πατέρες, ἀγαπητοί χριστιανοί, ὁ γιός τοῦ Σεκούνδου καί τῆς Ἀνθούσας, «ὁ εὐτελής μειρακίσκος», ὅπως ἀποκαλοῦσε τόν ἑαυτό του, στό ξεκίνημα τῆς διακονίας του, ὁ ἱερός Χρυσόστομος, τοῦ ὁποίου τή μνήμη ἑορτάζουμε σήμερα. Κι ἀπ᾽ αὐτά πάλι τά 3 χρόνια καί 3 μῆνες τά πέρασε στήν ἐξορία. Τό μαρτύριό του ὅμως, πού θά κρατήσει πέντε χρόνια, ξεκινᾶ τό ἔτος 402, τότε πού ὁ αὐτοκράτορας ὑπογράφει τό διάταγμα τῆς πρώτης ἐξορίας του, ἡ ὁποία γιὰ λόγους συγκυρίας ἦταν πολύ σύντομη. Καί θά λάμψει, ὅπως ὁ χρυσός στό χωνευτήρι καί θά γεμίσει φῶς τήν οἰκουμένη καί τούς αἰῶνες. Καί θά εἶναι τό φῶς αὐτό πιό γλυκό καί πιό ἔνδοξο, διότι ἔχει στή λάμψη του μέρος ἀπό τίς ἀνταύγειες τοῦ αἵματος τῶν Μαρτύρων. Ὁ Θεός τῆς ἀγάπης του, πού ὑπῆρξεν ὁ πρῶτος Μάρτυρας τῆς Ἀλήθειας, θέλησε νά τόν περιβάλει μέ τήν ἁλουργίδα πού φόρεσε κι Ἐκεῖνος: τήν ἁλουργίδα τῆς συκοφαντίας καί τῆς παράνομης καταδίκης, πρίν τοῦ φορέσει τόν στεφάνο τοῦ μαρτυρίου. Πόσο ἀκριβά, ἀλήθεια, ἀμείβει ὁ Θεός ὅσους τόν ἀγαποῦν!
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἀναδείχθηκεν ἄξιος τοῦ Θεοῦ στήν ἔρημο, ἄξιος στόν στίβο τῆς ἀγάπης, ἄξιος στόν ἄμβωνα, ἄξιος καί στόν θρόνο. Ἀπό τό στέμμα, πού ἤδη λαμπρύνει τό ἅγιο μέτωπό του, λείπει τό πιό λαμπερό διαμάντι· τό μαρτύριο. Καί ἐπειδή εἶναι ἄξιος, γι᾽αὐτό πρέπει τό διαμάντι του νά εἶναι μεγάλο· αὐτοκρατορικό.
«Ὁ αὐτοκράτωρ δέν θέλει πλέον νά ἐπιβραδύνεις· τό πλοῖο εἶναι ἕτοιμο νά σέ ὁδηγήσει στόν ὁρισμένο τόπο τῆς ἐξορίας σου», τοῦ λέγει ὁ αὐτοκρατορικός ἀπεσταλμένος. «Ἐάν εἰς τό μικρόν ἀντιστῇς, ἔχω διαταγήν νά σέ ἀπαγάγω διά τῶν στρατιωτῶν». «Ἰδού ἐγώ. Ὁδηγήσατέ με, ὅπου θέλετε» παίρνει σταθερή τήν ἀπάντηση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου.
Ἀπ΄ ἐδῶ ἀρχίζει τό μαρτύριο. Ὁ ἱερός ἄνδρας θά πολεμήσει ἀπό τά κατάβαθα τῆς ὕπαρξής του μέ τά στοιχεῖα τῆς φύσης, μέ τίς ἀφάνταστες ταλαιπωρίες τῆς ὁδοιπορίας ἀνάμεσα ἀπό τίς σταχτιές ἐρημιές τῆς Μ.Ἀσίας, γιά νά φθάσει στόν τόπο τῆς ἐξορίας του∙ ἀνάμεσα ἀπό γκρεμούς καί χαράδρες, ἀπό ἄγρια βουνά καί σκοτεινά δάση καί βαθιά ποτάμια, μέσα στή βροχή καί τό χιόνι καί πάλι στήν κάψα τοῦ καλοκαιριοῦ… Καί θά πολεμήσει μέ ἀχώριστη συντρόφισσά του τήν ἀρρώστεια, πού τοῦ ἔμεινε μόνη «πιστή» στήν πεζοπορία του, – ἀφόρητοι πόνοι στομαχικοί μέ κρίσεις πυρετοῦ, γιά τούς ὁποίους τὸ μόνο φάρμακο ἦταν νά προλάβει νά πάρει ἕνα λουτρό ὅπως- ὅπως, ἔστω καί μέσα σ᾽ ἕνα σπασμένο πυθάρι ἀκόμη∙ καί ἐπί πλέον, χαλασμένοι νεφροί καί ἀδύνατα πόδια. Θά πολεμήσει μέ τή μοναξιά, τόν ἀπαίσιο δυνάστη τῶν εὐαίσθητων πνευμάτων, θά πολεμήσει μέ τήν κακότητα τῶν δεύτερων φρουρῶν του καί τίς ἐπιδρομές τῶν Ἰσαύρων. Ἕναν ὁλόκληρο χειμώνα, τόν χειμώνα τοῦ 405 μ.Χ. τόν βγάζει σ᾽ἕνα δωμάτιο, ὅπου ὁ καπνός ἀπό τή φωτιά σταματᾶ τήν ἀναπνοή. Ἄν δέν πνιγόταν ἀπό τόν βήχα, ἄν δέν συσποῦσε τό πρόσωπο ἀπό τό σφυροκόπημα ἀνηλεῶν πονοκεφάλων, ἐάν ἡ ναυτία τόν ἄφηνεν ἥσυχο, θά τόν νόμιζες νεκρό. Ριγεῖ ἀπό τό κρύο καί λυώνει. Ἀλλὰ συνεχῶς τὰ χείλη του ψιθυρίζουν: «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν».
*****
Λόγος πού μαρτυρεῖ τό πῶς ἀντιλαμβάνεται ὁ μαρτυρικός Πρωθιεράρχης τό νόημα τῶν θλίψεων καί πῶς βιώνει ἡ θεοφιλής ψυχή του τό μεγάλο αὐτό ἀγώνισμα. Ἄς τό παρακολουθήσουμε στό ξεδίπλωμα τῆς σκέψης του, πού εἶναι καί τό ἀπαύγασμα τῆς ἐσωτερικῆς ζωῆς του.
Ὅταν ἐπιστρέφει ἀπό τήν πρώτη ἐξορία, στήν Κωνσταντινούπολη καί οἱ πιστοί σηκώνοντάς τον στά χέρια τόν ἀνεβάζουν στόν Ἀρχιεπισκοπικό θρόνο, ἀναφωνεῖ: «τί εἴπω καί τί λαλήσω; εὐλογητός ὁ Θεός… ἐλαυνόμενος ηύλόγουν, ἐπανελθών εὐλογῶ… εὐλογητός ὁ Θεός ὁ συγχωρήσας ἐξελθεῖν, εὐλογητός πάλιν ὁ καλέσας ἐπανελθεῖν… Μηδέποτε φοβηθῇς πειρασμόν, ἐάν γενναίαν ἔχῃς ψυχήν… Εὐχαριστοῦμεν ἐπί πᾶσι τῷ φιλανθρώπῳ Θεῷ».
Στήν πιστή καί ἀφοσιωμένη διακόνισσα τήν Ὀλυμπιάδα γράφει: «ἡ θλίψη ἔχει καί αὐτό τό γνώρισμα: ἐκείνους πού τήν ὑποφέρουν μέ γενναιότητα καί πραότητα, τούς ἀνεβάζει ψηλότερα ἀπό τίς θλιβερές καταστάσεις, ὥστε νά μή τούς φθάνουν τοῦ διαβόλου τά βέλη∙ ἀλλά τούς ἐκπαιδεύει νά περιφρονοῦν τίς δολοπλοκίες του». Ἡ θλίψη εἶναι ἡ πραγματικότητα τῶν δύο ἐπιπέδων, πού ἀνάμεσά τους ὁ ἄνθρωπος συμπιέζεται – συνθλίβεται- ὅπως ἡ ἐλιά στό ἐλαιοτριβεῖο.
Ἔτσι ὅμως ἡ θλίψη καθίσταται «τεκμήριον» (ἀπόδειξη) τῆς «πολλῆς κηδεμονίας τοῦ φιλανθρώπου Θεοῦ πρός ἡμᾶς» (ΕΠΕ 4, 692). Κανείς δέν ἑνώνεται μέ τόν Χριστόν, διδάσκει ὁ ἱερός ἄνδρας, «τρυφῶν καί καθεύδων… ἀλλ᾽ ὁ ἐν θλίψει καί πειρασμῷ» (ΕΠΕ 19,26). Κανείς δέν ἐνώνεται μέ τόν Χριστό καλοπερνώντας καί κοιμώμενος, παρά μόνο ἐκεῖνος πού περνᾶ μέσα ἀπό τό καμίνι τῆς θλίψης καί τῶν πειρασμῶν. Κι ἔτσι ἡ θλίψη γίνεται ἕνα ἀκόμη διυλιστήριο τοῦ βίου.
Σ᾽ ἕναν κόσμο «πεπτωκότα», ἡ θλίψη ἀποδεικνύεται ἡ δύναμη πού διαλέγει ὁ Θεός γιά νά ἀποκαλύψει στούς ἑαυτούς μας τόν ἑαυτό μας. Ἡ θλίψη περιορίζει τίς ἐπιφάνειες, γι᾽αὐτό κρατάει τήν ψυχή σέ μιά ἐνδοστρέφεια γόνιμη γιά τή σύλληψη τοῦ νοήματος τῆς ζωῆς, πού εἶναι ἡ καρτερία καί ἡ ἀποδέσμευση ἀπό τίς ἐφήμερες ἀνάγκες καί τά θνητά πάθη.
Καί προβάλλουν, ἔτσι, στό δένδρο τῆς ζωῆς ἡ περισυλλογή, ἡ αὐτογνωσία, ἡ μετάνοια ἡ προσευχή, ἡ ἐμπιστοσύνη στή Θεία Πρόνοια, ἡ ἐλπίδα τῆς σωτηρίας. Μή τή θλίψη γινόμαστε πιό εὐαίσθητοι στόν πόνο τοῦ πλησίον, καταλαβαίνουμε καλύτερα τούς ἄλλους καί ἀποκτοῦμε χαρακτηριστικά πού δέν τά εἴχαμε προηγουμένως. Γινόμαστε πιό ἀνθεκτικοί, ἀνεξίκακοι. Τά καταλαβαίνουμε ὅλα καί τά συγχωροῦμε ὅλα.
Ἀκόμη, στόν καιρό τῶν θλίψεων ὁ Θεός «ποθεινότερος φαίνεται». Τόν ποθεῖ πιό πολύ ἡ εὐσεβής ψυχή πού ὑποφέρει. Τρέχει νά τόν συναντήσει καί πέφτοντας στή θεϊκή ἀγκαλιά νιώθει πώς βρίσκεται σέ καταφύγιο ἀπροσπέλαστο ἀπό τίς δυνάμεις τοῦ κακοῦ (ΕΠΕ 16 Β, 116).
Στοιχώντας στόν λόγο τῆς Γραφῆς ὅτι «διὰ πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Πράξ. ιδ΄2) διδάσκει πώς εἶναι ἀδύνατο «θλίψεως χωρίς… τόν παρόντα βίον διελθεῖν» (ΕΠΕ 22, 68). Μέ τίς θλίψεις, συμπληρώνει, «ἀφανίζονται καί κατακαίονται ραδίως» οἱ ἁμαρτίες μας καί λαμπρύνεται περισσότερο ἡ ἀρετή μας.
Ὁ «ἰσχυρός» γίνεται «ἰσχυρότερος» (ΕΠΕ 32, 66-70). Ἡ θλίψη εἶναι τό «ἄριστον φάρμακον τῆς ταπεινοφροσύνης» (ΕΠΕ 33,214). Βοηθεῖ τήν ψυχή μας νά ταπεινοφρονεῖ καί τήν ἑτοιμάζει γιά τήν αἰώνια δόξα τοῦ οὐρανοῦ, τή «διηνεκῆ καί μεγάλην» (ΕΠΕ 36,114).
****
«Τήν σοφίαν ἐξ ὕψους καταμαθών,… τοῖς πᾶσιν ἐξέλαμψας, ὡς χρυσός ἐν καμίνῳ,… Ἰωάννη Χρυσόστομε»
Οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ, πού μυήθηκαν στά μυστικά τοῦ μυστηρίου τῆς θλίψεως καί γνωρίζουν τόν πλοῦτο πού προσπορίζουν στήν ψυχή, μαζί μέ τόν Ἀπόστολο Παῦλο «εὐδοκοῦν ἐν ἀσθενείαις» ἀποδέχονται τίς ἀσθένειες, τίς θλίψεις καί τίς περιπέτειες, γιατί τότε «ἐπισκηνώνει» μέσα τους «ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ»∙ καί τότε νιώθουν δυνατοί (Β´Κορ. ιβ´9), καυχώμενοι «ἐν ταῖς θλίψεσιν» (Ρωμ. ε´3).
Δύσκολο τό μάθημα, Μακαριώτατε∙ ὅμως, καθώς σᾶς βλέπουμε νά ἀκολουθεῖτε τά ἴχνη τοῦ Προστάτου Σας ἁγίου, ἀντιμετωπίζοντας μέ γενναιότητα ψυχῆς τήν πρόσφατη δοκιμασία τῆς ὑγείας σας, καί μέ τελεία ἐμπιστοσύνη στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ∙ διδασκόμαστε καί παραδειγματιζόμαστε ὅλοι· οἱ ἐγγύς καί οἱ μακράν. Οἱ ἐγγύς, διότι αὐτήκοοι τυγχάνομεν τῆς ὁμολογίας σας: «εὐχαριστῶ τόν Θεό, δοξάζω τόν Θεό, πού μοῦ ἔδωσε αὐτή τήν εὐκαιρία νά δῶ τόν ἑαυτό μου». Καί πάλιν « ὁ Θεός μᾶς ἀγαπᾶ περισσότερο τοῦ κανονικοῦ»∙ καί οἱ μακράν ἀπό τίς δηλώσεις σας καί τούς παρηγορητικούς σας λόγους πρός τούς πάσχοντες ἀδελφούς μας.
Ἐμεῖς, Μακαριώτατε, υἱικῶς εὐχόμεθα, ὅπως ὁ Κύριος, τόν Ὁποῖο ἀγαπᾶτε καί στόν Ὁποῖο ἔχετε παραδοθεῖ ὁλοκληρωτικά, σᾶς χαρίζει πλήρη καί ἀμφιλαφῆ ὑγεία, ἔτη πολλά καί εὐλογημένα, ὥστε νά ποιμαίνετε τόν λαό τοῦ πονεμένου νησιοῦ μας θεοφιλῶς. Προσευχόμεθα ἀκόμη, νά σᾶς ἀξιώσει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, νά δεῖτε τήν Κύπρο ἐλεύθερη, ὅπως τήν ὀνειρεύεσθε καί τόν λαό της ἑνωμένο στόν δρόμο τοῦ Μόνου Ἀληθινοῦ Θεοῦ.