Επαναπατρίστηκαν τα βημόθυρα του εικονοστασίου της εκκλησίας του Αγίου Αναστασίου της κατεχόμενης Περιστερωνοπηγής
Επαναπατρίστηκαν από την Ιαπωνία τα βημόθυρα του εικονοστασίου της εκκλησίας του Αγίου Αναστασίου της κατεχόμενης Περιστερωνοπηγής Αμμοχώστου μετά την επιτυχή κατάληξη μιας από τις πιο γνωστές, αλλά και πολύπλοκες υποθέσεις επαναπατρισμού κειμηλίων.
Ανακοίνωση από το Τμήμα Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων αναφέρει ότι «τα βημόθυρα εντοπίστηκαν στην Ιαπωνία τη δεκαετία του 1990, στο Κολλέγιο Τέχνης της πόλης Kanazawa και ο επαναπατρισμός τους κατέστη δυνατός μετά από συντονισμένες προσπάθειες του Τμήματος Αρχαιοτήτων, της Πρεσβείας της Δημοκρατίας στο Τόκυο και της Εκκλησίας της Κύπρου, με τις αρμόδιες αρχές του Κολεγίου Τέχνης που τα κατείχε».
Προσθέτει ότι «τα βημόθυρα επιστρέφουν στην Κύπρο μετά από πολύχρονες προσπάθειες, οι οποίες εντατικοποιήθηκαν τα τελευταία δύο χρόνια, δίδοντας επιτυχή κατάληξη σε μια από τις πιο γνωστές, αλλά και πολύπλοκες υποθέσεις επαναπατρισμού».
Εξάλλου, στον επαναπατρισμό των βημοθύρων του εικονοστασίου της εκκλησίας του Αγίου Αναστασίου αναφέρεται σε ανάρτησή του στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης και ο Υπουργός Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων Γιάννης Καρούσος.
«Τα βημόθυρα επιστρέφουν στην Κύπρο μετά από πολύχρονες προσπάθειες, οι οποίες εντατικοποιήθηκαν τα τελευταία δύο χρόνια» σημειώνει ο Υπουργός σε ανάρτησή του στον προσωπικό του λογαριασμό στο twitter.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Τμήματος Αρχαιοτήτων, τα βημόθυρα θα συντηρηθούν από το Τμήμα Αρχαιοτήτων και θα παραδοθούν στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου, μέχρις ότου καταστεί εφικτή η επιστροφή και επανατοποθέτησή τους στην εκκλησία του Αγίου Αναστασίου, όπου και ανήκουν.
Όπως σημειώνει το Τμήμα Αρχαιοτήτων «η περίπτωση της σύλησης της εκκλησίας του Αγίου Αναστασίου από τον τουρκικό κατοχικό στρατό και τους συνεργάτες του και η πώληση των κατακερματισμένων ξυλόγλυπτων, αλλά και ιερών σκευών του ναού, η τύχη των οποίων ακόμη αγνοείται, αποδεικνύει για μια ακόμη φορά τις καταστροφικές συνέπειες της τουρκικής εισβολής στην πολιτιστική κληρονομιά του τόπου».
Το Τμήμα Αρχαιοτήτων «ευχαριστεί θερμά την Εκκλησία της Κύπρου και ιδιαίτερα τον Προκαθήμενό της, Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο τον ΙΙ για τη στήριξη και τη συμβολή του στις προσπάθειες επαναπατρισμού με τον οποίο ήταν σε άμεση επικοινωνία καθ’ όλη τη διάρκεια των διαδικασιών».
Επίσης, «ευχαριστεί θερμά τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Υπουργείου Εξωτερικών για τη στενή και αγαστή συνεργασία, την Εθνική Επιτροπή για την Πάταξη της Σύλησης και της Παράνομης Διακίνησης της Πολιτιστικής Κληρονομιάς, καθώς και όλες τις εμπλεκόμενες κυβερνητικές υπηρεσίες, όπως το Τμήμα Τελωνείων, το Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας και την Αστυνομία Κύπρου, ιδιαίτερα το Γραφείο Καταπολέμησης Παράνομης Κατοχής και Διακίνησης Αρχαιοτήτων του Αρχηγείου Αστυνομίας για τις διευκολύνσεις που παρείχαν κατά την επιστροφή των βημοθύρων στην Κύπρο».
Το Τμήμα Αρχαιοτήτων ως το αρμόδιο Τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας για την προστασία και τη διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου, διαβεβαιώνει ότι «θα συνεχίσει τις εντατικές του προσπάθειες για διάσωση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, η οποία υπέστη ανυπολόγιστες ζημιές, ως συνέπεια της τουρκικής εισβολής».
Καταλήγοντας σημειώνει ότι «η συνεργασία με όλους τους αρμόδιους φορείς για τον δύσκολο αυτό αγώνα του επαναπατρισμού της συλημένης πολιτιστικής μας κληρονομιάς είναι άκρως αναγκαία και απαραίτητη και μόνο οι συντονισμένες προσπάθειες μπορούν να φέρουν τα ποθητά αποτελέσματα».
Στην ανακοίνωση σημειώνεται ότι τα βημόθυρα από την εκκλησία του Αγίου Αναστασίου τοποθετούνται στην κυπριακή εικονογραφική παράδοση του 18ου αιώνα, η οποία διαφοροποιείται από τον υπόλοιπο ορθόδοξο κόσμο και της οποίας αποτελούν σημαντικό παράδειγμα.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, το πάνω μέρος των βημοθύρων είναι συνήθως διακοσμημένο με παραστάσεις του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, ενώ το κάτω μέρος συνήθως διακοσμείται με παραστάσεις των Τριών Ιεραρχών και ενίοτε με Κύπριους άγιους, όπως ο Αγιος Σπυρίδωνας σε αυτή την περίπτωση.
Εκτός από την αρχαιολογική τους σημασία, τα βημόθυρα έχουν σημαντική συμβολική και θρησκευτική σημασία, ως αναπόσπαστο μέρος μιας ορθόδοξης εκκλησίας. Τα βημόθυρα του Αγίου Αναστασίου χρονολογούνται στο 1778, σύμφωνα με επιγραφή που διασώζεται μεταξύ του άνω μέρους, στο οποίο φιλοτεχνείται ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου και στο κάτω μέρος, στο οποίο φιλοτεχνούνται σε μετωπική στάση οι Τρεις Ιεράρχες και ο Άγιος Σπυρίδων.
Σύμφωνα με την επιγραφή, τα βημόθυρα έχουν φιλοτεχνηθεί από τον Ιερομόναχο Φιλάρετο από το Ψημολόφου, ο οποίος διετέλεσε Πρωτοσύγκελος στη Μονή του Αγίου Ηρακλειδίου στο Πολιτικό που κατά την περίοδο αυτή αποτελούσε σπουδαίο εικονογραφικό κέντρο, με δαπάνη του Χατζηγιασουμή, πιθανόν κατοίκου της Περιστερωπηγής, επί Αρχιεπισκόπου Χρυσάνθου, ενόσω προϊστάμενος της Μονής ήταν ο Ιερομόναχος Λεόντιος.
Πηγή: ΚΥΠΕ