Χαιρετισμός του Μακαριωτάτου στα εγκαίνια των νέων αιθουσών της Θεολογικής Σχολής
ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΥ
ΣΤΑ ΕΓΚΑΙΝΙΑ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΑΙΘΟΥΣΩΝ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ.
ΔΕΥΤΕΡΑ, 30 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2017
Αγαπητοί μου εν Κυρίω Αδελφοί,
Με τη Χάρη και την ευλογία τού Πανάγαθου Θεού, ένα ιδεατό εκκλησιαστικό όραμα, το οποίο μέσα μου λειτουργούσε ως επιτακτικό χρέος για δεκαετίες, η ίδρυση και η λειτουργία τής Εκκλησιαστικής Θεολογικής Σχολής, όχι μόνο έγινε πραγματικότητα αλλά και συνεχώς αναδομείται και διευρύνεται σ’ όλους τους τομείς.
Μετά την πνευματική καταξίωση να τελέσουμε τα εγκαίνια της προ διετίας, η αγάπη τού Θεού μας αξιώνει σήμερα να τελέσουμε και τα εγκαίνια των νέων κτηριακών της εγκαταστάσεων, τα οποία αποτελούν τον συλλογικό καρπό της αγάπης και της βούλησης όλων των συνεργατών μου. Εφαρμόσαμε με τον τρόπο αυτό, στην πράξη, την υπέροχη εκείνη συμβουλή τού Αποστόλου Παύλου «πάντα εὐσχημόνως καὶ κατὰ τάξιν γινέσθω» (1 Κορ. 14,40 ).
Εφεξής, καθηγητές, φοιτητές, ερευνητές, και οιοσδήποτε άλλος «βούλεται τοῦ εἰδέναι τὰς Γραφὰς» και τις αλήθειες τής αμώμητης μας πίστης θα έχουν κάθε δυνατότητα να το πράξουν μέσα σε ιδεατές συνθήκες. Η Θεολογική μας Σχολή διαθέτει πια άριστες αίθουσες διδασκαλίας και γραφεία δομημένα με προσοχή για να εξυπηρετούν κάθε λειτουργική ανάγκη. Διαθέτει επίσης ένα πολύ ωραίο σπουδαστήριο, το οποίο περιέχει όλα τα βασικά θεολογικά συγγράμματα για τις ανάγκες των φοιτητών μας. Το σπουδαστήριο αυτό παράλληλα είναι συνδεδεμένο και με τη βιβλιοθήκη τού ιδρύματος Μακαρίου, που βρίσκεται στο ομώνυμο πολιτιστικό κέντρο. Η βιβλιοθήκη αυτή είναι η πλουσιότερη τής Κύπρου και μπορεί να καλύψει κάθε πνευματική ανάγκη των σπουδαστών μας και των επιστημονικών ερευνητών. Η δυνατότητα χρήσης τού διαδικτύου, οίκοθεν νοείται.
Για όσους βρίσκονται εδώ, σήμερα, για πρώτη φορά επιθυμώ να επαναλάβω ότι η ίδρυση τής Θεολογικής Σχολής αποτελούσε διακαή πόθο χορείας Αρχιερέων καθώς και του πληρώματος τής Εκκλησίας τής Κύπρου, με στόχους, αφ’ ενός μεν την πνευματική καλλιέργεια τού λαού μας αφ’ ετέρου δε την ανάδειξη τού ρόλου τής ορθοδοξίας, ως βιωματικού τρόπου ζωής. Επιπρόσθετα δε, ήταν και είναι έντονος ο πόθος μας να αναδειχθεί ο ρόλος τής Εκκλησίας τής Κύπρου σε διορθόδοξο, διαχριστιανικό και οικουμενικό επίπεδο.
Ο πόθος αυτός άρχισε να πραγματοποιείται επί Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, ο οποίος έθεσε ήδη και τις βάσεις τής Σχολής. Ο Αττίλας, δυστυχώς, ματαίωσε τα πνευματικά όνειρα τού μεγάλου μας Ηγέτη. Τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν πολύ δύσκολα και ο πόθος παρέμενε ένα ιδεατό όραμα. Η αγάπη τού Θεού επεφύλαξε στην ταπεινότητά μου το χρέος και την τιμή να πρωτοστατήσω στην ίδρυση και τη λειτουργία της.
Όπως γράψαμε και στο σχετικό σκεπτικό τής ιδρυτικής μας Πράξεως: «επόμενοι τῶν ἀειμνήστων προκατόχων ἡμῶν και μιμούμενοι τὸ ἀξιάγαστον παράδειγμα τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κυπριανοῦ, ὅστις τῷ 1812 προέβη εἰς τὴν ἵδρυσιν τῆς Ἑλληνικῆς Σχολῆς Λευκωσίας καὶ ἔθηκε πρῶτος τὰ θεμέλια μιᾶς συστηματικῆς παιδείας ἐν Κύπρῳ, χωροῦμεν εἰς τὴν θεάρεστον πρᾶξιν τῆς ἱδρύσεως Θεολογικῆς Σχολῆς».
Ἡ «Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου» ἀφιεροῦται, κατὰ τὸ πρότυπο τῆς Ἑλληνικῆς Σχολῆς (1812) τοῦ Ἐθνομάρτυρα Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου Κυπριανοῦ: «τῇ πανσωστικῇ Ἁγίᾳ Τριάδι … ἵνα περισκέπῃ καὶ διατηρῇ αὐτήν… καὶ ἵνα δώσῃ αὐτῇ… καρποὺς ἀρετῆς τοῖς σπουδάζουσιν ἐν αὐτῇ νέοις».
Ως βασικό στόχο της Θεολογικής μας Σχολής θέσαμε την ανάδειξη αυτής εις «γεώργιον τοῦ Θεοῦ καὶ εἰς οἰκοδομήν τοῦ Θεοῦ» (1.Κορ. 3,9) «διά τῆς καλλιεργείας τοῦ πνεύματος τῆς ἀειεράστου Ὀρθοδοξίας».
Επίσης, θέσαμε ως βασικό μας στόχο «τὴν ἀναβάθμισιν τῶν ἀξιῶν τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης καὶ παιδείας, τὴν ἐνίσχυσιν τῆς ἠθικῆς καὶ τῆς πνευματικότητος καθώς και τὴν τόνωσιν τοῦ ἐθνικοῦ φρονήματος» τόσο των σπουδαζόντων όσο και του λαού μας γενικότερα.
Πιστεύουμε ακράδαντα ότι η Αυτοκέφαλος Εκκλησία τής Κύπρου,
η οποία δια μέσου των αιώνων αναδείχτηκε στη συνείδηση του κυπριακού Ελληνισμού ως «Μητέρα Εκκλησία» και ως η «Κιβωτός τής Σωτηρίας» του, με τη σημερινή τελετή των εγκαινίων των νέων της κτηριακών εγκαταστάσεων, ολοκληρώνει ακόμη ένα από τους υψηλόφρονες στόχους της.
Δια τον λόγο αυτό και θεωρούμε τη σημερινή εόρτια ημέρα ως ημέρα μιας πνευματικής καταξίωσης, γιατί εκπληρώσαμε ακόμη ένα εκκλησιαστικό χρέος, μέσω τού οποίου αποδεικνύεται η άγρυπνη και στοργική Πρόνοια
τού Θεού για την Εκκλησία Του.
Ακράδαντα πιστεύουμε ότι η Θεολογική μας Σχολή θα ανταποκριθεί πλήρως στην υψηλή της αποστολή. Είμαστε βέβαιοι ότι θα προσφέρει στους τροφίμους της και σ’ όλο τον κυπριακό ελληνισμό τους μελιστάλακτους καρπούς τής κατά Θεό Σοφίας, θα διαμορφώνει αγωνιστές των αξιών τής ζωής και τής Πατρίδος και ιδιαιτέρως, κατά τον πόθο τού Κυρίου μας θα «ἐκβάλῃ ἐργάτας εἰς τὸν θερισμόν αὐτοῦ» ( Λουκ. 10,2).
Είμαστε πεπεισμένοι ότι ο εν Τριάδι Θεός ημών ευλογεί τα έργα μας και θα αναδείξει τη Σχολή αυτή σ’ έναν τηλαυγή πνευματικό φάρο τόσο για τον Κυπριακό Ελληνισμό όσο και για την Ορθοδοξία γενικότερα.
Επιθυμώ να ευχαριστήσω θερμά όλους εσάς, οι οποίοι με την παρουσία σας εκφράζετε την αγάπη σας στο θεάρεστο αυτό έργο, που εμείς, ως πνευματικοί ταγοί επιτελούμε.
Επιθυμώ, ακόμη, εντονότατα να ευχαριστήσω από τα μύχια βάθη τής ψυχής μου τον Θεό που με καταξίωσε στην επιτέλεση και αυτού του εκκλησιαστικού μου χρέους και οράματος.
Χρόνια πολλά και καρποφόρα εν πάσι σε όλους Σας.