Θρήσκοι και άθρησκοι (του Σταύρου Φωτίου)

Θρήσκοι και άθρησκοι (του Σταύρου Φωτίου)

Του Σταύρου Σ. Φωτίου* 

O θρήσκος υποβιβάζει τον Θεό σε τιμωρό νομικιστή. Κατ᾽ αυτόν, ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο διάφορους κανόνες, τους οποίους όσοι δεν τηρούν καταλήγουν στα μαύρα καζάνια της κόλασης. Το θρησκόληπτο πνεύμα προβάλλει στον Θεό τη δική του ανασφάλεια, τη δική του υπαρξιακή αστοχία. Έτσι ο Θεός, σώνει και καλά, πρέπει να τιμωρεί όλους εκείνους που η ύπαρξή τους θυμίζει στον θρήσκο την ανασφαλή του ταυτότητα, τον φόβο του μπροστά στη διαφορά, την αδυναμία του να αγαπήσει.

Ο θρήσκος χωρίζει τον κόσμο σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα: από τη μια, είναι ο δικός του κόσμος, ο «κόσμος του φωτός», στον οποίο βρίσκονται οι «καθαροί» και οι «σεσωσμένοι». Από την άλλη, βρίσκεται ο κόσμος αυτών που δεν του μοιάζουν, ο «κόσμος του σκότους», οι άσωτοι και οι αμαρτωλοί, στους οποίους αξίζει τιμωρία. Γι᾽ αυτό το θρησκόληπτο πνεύμα ελκύεται από την καταστροφολογία και την αποκαλυπτική. Θεωρεί ότι ζει στην εποχή της πλήρους ηθικής εξαθλίωσης, έτσι, οσονούπω, έρχεται η τελική καταστροφή, οπότε ο Θεός θα ρίξει φωτιά να κάψει τη γη.

Ο θρήσκος θεωρεί ότι ο κόσμος είναι πεδίο δαιμονικό, γι᾽ αυτό και η με διάφορους τρόπους δραπέτευση από αυτόν είναι η μόνη διέξοδος. Συνεπώς, ο θρήσκος κινείται στο περιθώριο της ζωής, αρνείται να διαλεχθεί με τους άλλους, αρνείται να ενδιατρίψει στα προβλήματα του σύγχρονου κόσμου. Ταμπουρωμένος στο φοβισμένο εγώ του, προβάλλει παντού τους φόβους του. Φοβάται την πρόοδο της τεχνολογίας, φοβάται την εξέλιξη της επιστήμης, φοβάται την κοινωνική αλλαγή. Φοβάται τη συνείδησή του, γι᾽ αυτό απωθεί κάθε υπαρξιακή αναζήτηση· φοβάται το σώμα του, γι᾽ αυτό δαιμονοποιεί τον έρωτα. Ως εκ τούτου ο θρήσκος δεν είναι ποτέ θέση, είναι πάντοτε άρνηση.

Ο θρήσκος είναι ο μέγιστος εχθρός της θεολογίας. Διότι με την όλη του συμπεριφορά τη δυσφημίζει, προβάλλοντας τον πιστό ως μια μίζερη καρικατούρα. Γι᾽ αυτό και ο θρήσκος έχει τεράστια ευθύνη για την ανάδειξη του άθρησκου.

Ο άθρησκος βρίσκεται στους αντίποδες του θρήσκου. Αυτός, από την καθέδρα του αλάθητου, αποφαίνεται ότι η θρησκεία είναι καταφύγιο των φοβισμένων της ζωής, δραπέτευση από τον τρόμο της ιστορίας, ψευδαίσθηση όσων αρνούνται να αναλάβουν την ευθύνη της πνευματικής τους ενηλικίωσης. Έτσι ο άθρησκος θεωρεί ότι όλες οι θρησκείες λένε τα ίδια πράγματα, αφού κατ᾽ αυτόν όλες είναι ανθρώπινες κατασκευές. Πολύ περισσότερο όλες συμπίπτουν με τον σκοταδισμό και προάγουν τον φονταμενταλισμό.

Ο άθρησκος δεν κατανοεί ότι οι θρησκείες εκφράζουν την αναμέτρηση του ανθρώπου με το υπερβατικό, την αναζήτηση υπαρξιακού νοήματος, την ανάγκη υπέρβασης του μηδενός. Γι᾽ αυτό και αγνοεί ότι αυτή τη στιγμή υπάρχουν καταγραμμένες από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών εκατοντάδες ζωντανές θρησκείες σε ολόκληρο τον κόσμο. Πάμπολλες, δηλαδή, διαφορετικές συλλογικές αντιλήψεις για τη σχέση του ανθρώπου με τον Θεό, τον εαυτό του, τον συνάνθρωπό του και τη φύση. Συνεπώς ο άθρησκος εξαπατά τον εαυτό του όταν νομίζει ότι υπάρχει άποψη «της θρησκείας» για το τάδε θέμα. Αυτό που όντως υπάρχει είναι η άποψη μιας συγκεκριμένης θρησκείας για το τάδε θέμα, την οποία ασφαλώς κάθε φορά οφείλει να γνωρίζει και να κατονομάζει.

Περαιτέρω ο άθρησκος αγνοεί τη θεολογική δομή της ύπαρξης: ότι όποιος άνθρωπος εκλαμβάνει την υπαρξιακή του κατάσταση ως ελλειπή και θεωρεί ότι υπάρχει ένα απόλυτο που μπορεί να του προσφέρει την πλήρωση, αυτός ο άνθρωπος έχει Θεό. Με άλλα λόγια, κάθε άνθρωπος υιοθετεί ως Θεό του εκείνο που γι᾽ αυτόν αποτελεί τη μέγιστη αξία, εκείνο για το οποίο αξίζει να ζει ή και να πεθάνει. Συνεπώς όλοι οι άνθρωποι πιστεύουν σε Θεό, απλώς οι Θεοί τους είναι διαφορετικοί: άλλων είναι η αγάπη, άλλων το χρήμα, άλλων η εξουσία, άλλων το παράλογο. Άρα, άθρησκοι υπάρχουν, άθεοι όμως όχι.

Θρήσκοι και άθρησκοι αδικούν τον εαυτό τους, στην γιγαντομαχία που απαιτείται από κάθε άνθρωπο, για την ανεύρεση του έσχατου νοήματος της ζωής.

*Ο Σταύρος Σ. Φωτίου είναι καθηγητής στο Τμήμα Επιστημών της Αγωγής του Πανεπιστημίου Κύπρου.

Print Friendly, PDF & Email

Share this post