Ο Μητροπολίτης Λεμεσού συμμετείχε στους εορτασμούς της Αγ. Παρασκευής Επιβατηνής στο Ιάσιο της Ρουμανίας
Την Τετάρτη, 13 Οκτωβρίου 2016 το πρωί, ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Λεμεσού κ. Αθανάσιος μετέβει στο Ιάσιο της Ρουμανία για τους εορτασμούς της Αγίας Παρασκευής Επιβατινής, έπειτα από πρόσκληση, όπου μετέφερε μαζί του και τα άγια λείψανα του Αγίου Νεόφυτου του Εγκλειστου.
Τον Πανιερώτατο υποδέχτηκε ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Ιασίου και Μητροπολίτης Μολδαβίας και Μπουκοβίνης κ. Θεοφάνης μαζί με συνοδεία ιερέων.
Μετά την υποδοχή του Μητροπολίτη Λεμεσού στο Ιάσιο ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Μποτοσανίου κ. Καλλίνικοςτέλεσε ευχαριστήρια δοξολογία και στην συνέχεια ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Ιασίου και Μητροπολίτης Μολδαβίας και Μπουκοβίνης κ. Θεοφάνης ευχαρίστησε τον Μητροπολίτη Λεμεσού για την αποδοχή της προσκλήσης να επισκεφθεί το Ιάσιο και καλοσώρισε τον ίδιο και τη συνοδεία του. Με τη σειρά του ο Μητροπολίτης Λεμεσού κ. Αθανάσιος εξέφρασε την μεγάλη του χαρά να βρίσκεται στον Καθεδρικό ναό του Ιασίου και όλοι μαζί να εορτάσουν την Αγία Παρασκευή την Επιβατινή. Ακόμη εξέφρασε τις ευχές του εκ μέρους όλης της Ορθόδοξης εκκλησίας της Κύπρου λέγοντας ” Για μας είναι μεγάλη ευλογία που βρισκόμαστε μαζί σας σε αυτή τη μεγάλη και σημαντική εορτή για όλο τον Ορθόδοξο λαό της Ρουμανίας, αλλά ταυτόχρονα είναι και μία μεγάλη ευλογία που μαζί μας φέραμε τα λείψανα του Αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου. “
Τα λείψανα του Αγίου Νεόφυτου του Εγκλειστου τοποθετήθηκαν δίπλα από τα λείψανα της Αγία Παρασκευή την Επιβατινής για προσκύνημα και την Τετάρτη το απόγευμα πραγματοποιήθηκε λιτανεία με ταχαριτόβρυτα λείψανα στους δρόμους του Ιασίου. Σε αυτή τη περίοδο αναμένονται 300 000 πιστοί από όλοι την Ρουμανία για να προσευχηθούν και να προσκυνήσουν τα τίμια λείψανα του Κύπριου αγίου και της αγίας Αγία Παρασκευή της Επιβατινής.
Την Παρασκευή, 14 Οκτωβρίου, τελέστηκε θεία λειτουργία προεξάρχοντος του Μητροπολίτη Λεμεσού κ. Αθανασίου πλαισιούμενος από τον Σεβασμιώτατο Αρχιεπίσκοπο Ιασίου και Μητροπολίτης Μολδαβίας και Μπουκοβίνης κ. Θεοφάνη, Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως κ. Άνθιμο και άλλους τέσσερειςμητροπολίτες , εφτά Αρχιεπισκόπους, δεκαπέντε επισκόπους και χιλιάδες πιστούς.
Στην ομιλία του ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Ιασίου και Μητροπολίτης Μολδαβίας και Μπουκοβίνηςκ. Θεοφάνης ευχαρίστησε τον Μητροπολίτη Λεμεσού για την ιδιαίτερη χαρά του τους έδωσε που συλλειτούργησε μαζί τους στη τόσο μεγάλη και σημαντική εορτή της Αγίας Παρασκευής της Επιβατηνής. Επίσης ευχαρίστησε για το γεγονός του ότι οι Ρουμάνοι πιστοί είχαν την ευκαιρία να προσκυνήσουν τα τίμια λείψανα του αγίου Νεοφύτουτου Εγκλείστου. Στην συνέχεια ο Μητροπολίτης Λεμεσού κ. Αθανάσιος είπε: ” Είναι μεγάλη χαρά και ευλογία για μας σήμερα οπού μετέχουμε στη πανηγύρι της Οσίας Παρασκευής και μεγάλη χαρά για μας οπού φέραμε μαζί μας το λείψανο του Αγίου Νεόφυτου του Εγκλείστου από την Αποστολική Εκκλησία της Κύπρου. Η Ορθόδοξη εκκλησία καθιέρωσε να τιμούμε τα Αγια λείψανα γα του εξής λόγους. Πρώτο για να μαζευόμαστε και να προσευχόμαστε όλοι μαζί σαν ένα , δεύτερο για να τελέσουμε την Θεία λειτουργία και να κοινωνήσουμε με το Σώμα και Αίμα του Χριστού και να έχουμε ως διαμεσολαβητές τους Αγίους για την σωτηρία της ψυχής μας. Άλλος ένας λόγος είναι ότι οι Άγιοι είναι ζωντανά παραδείγματα του Ευαγγελίου και χωρίς αυτούς το Ευαγγέλιο δεν θα αποδεικνυόταν. Τέλος οι βίοι των Αγίων είναι ένα παράδειγμα για εμάς τους ανθρώπους προς μίμηση . Για εμάς η Αγία Παρασκευή και ο Άγιος Νεόφυτος σήμερα μας αποδεικνύουν ότι όταν ο άνθρωπος αγαπά τον Χριστό δεν του λείπει εαπολύτως τίποτα και όταν ο Χριστός λείπει από τις ψυχές των ανθρώπων, όσα και να έχει ο άνθρωπος είναι δυστυχυσμένος.” Τον Πανιερώτατο συνοδεύει ο Αρχιμ. Φιλόθεος.
Η οσία Παρασκευή γεννήθηκε στους Επιβάτες, παραθαλάσσια κωμόπολη της Προποντίδας της Θράκης, στις αρχές του 10ου αιώνα. Ήταν κατά σάρκα αδελφή του αγίου Ευθυμίου της Μαδύτου, και καταγόταν από την βυζαντινή οικογένεια Ρετσέλη. Από μικρή ηλικία, ακολουθώντας το κάλεσμα του Ευαγγελίου, έκανε φιλανθρωπίες ανταλλάσσοντας τα ενδύματά της με τα σκισμένα ενδύματα ζητιάνων, ενώ κάποια άλλη στιγμή, μη μπορώντας να βοηθήσει διαφορετικά κάποια ζητιάνα που βρέθηκε στο δρόμο της, της έδωσε τον χρυσό σταυρό της. Η ομορφιά και η καλοσύνη της προσκάλεσαν το ενδιαφέρον πολλών επιφανών και πλουσίων νέων, οι οποίοι τη ζητούσαν σε γάμο, αλλά εκείνη απέρριπτε όλα τα προξενιά. Προκειμένου να αποφύγει τον γάμο, εγκατέλειψε το σπίτι της, φεύγοντας για την Κωνσταντινούπολη, και μετά από προσκύνημα στα μοναστήρια και τις εκκλησίες, έφτασε με τα πόδια μέχρι την Ηράκλεια του Πόντου, ούτως ώστε να την χάσουν οι γονείς της. Στην Ηράκλεια έμεινε για μικρό χρονικό διάστημα, και κατόπιν επιβιβάστηκε σε πλοίο με προορισμό την Ιερουσαλήμ. Αφού προσκύνησε τα σημεία απ’ όπου πέρασε ο Ιησούς Χριστός, μπήκε σε ένα γυναικείο μοναστήρι, όπου έλαβε και την μοναστική κουρά. Μετά από κάποια χρόνια εγκατέλειψε το μοναστήρι για να ζήσει ασκητικό βίο.
Στην έρημο παρέμεινε επί πέντε χρόνια με νηστεία και προσευχή, παρακαλώντας τον Θεό να συγχωρέσει τις αμαρτίες της. Κάποια ημέρα της παρουσιάστηκε άγγελος Κυρίου, ο οποίος την πρόσταξε να εγκαταλείψει την έρημο και να επιστρέψει στην γενέτειρά της. Έφτασε στο λιμάνι της Ιόππης (σημερινή ονομασία Γιάφα), απ’ όπου ξεκίνησε για τους Επιβάτες. Όταν έφτασε στους Επιβάτες, η όψη της είχε αλλοιωθεί τόσο πολύ από τις ταλαιπωρίες της ερήμου, ώστε δεν την αναγνώρισε κανένας. Αφού προσκύνησε τους τάφους των γονέων της, ξεκίνησε με τα πόδια για την Κωνσταντινούπολη, όπου και προσκύνησε σε διάφορα μοναστήρια και εκκλησίες. Από την Βασιλεύουσα ξεκίνησε να επιστρέψει στους Επιβάτες αλλά σταμάτησε στην Καλλικράτεια, όπου και έμεινε σε ένα παράπηγμα δίπλα στο ναό των Αγίων Αποστόλων, διακονώντας την εκκλησία.
Έτσι παρέμεινε επί δύο χρόνια. Κάποια ημέρα αισθάνθηκε ένα μικρό πόνο στο κεφάλι και παρέδωσε το πνεύμα της ειρηνικά σε ηλικία 27 ετών. Στην Καλλικράτεια το σκήνωμα της Οσίας Παρασκευής θαυματουργούσε τόσο, ώστε η φήμη της ξεπέρασε γρήγορα τα Βαλκάνια και έφτασε μέχρι και τη Ρωσία. Κατά το 1238, ο Τσάρος των Βουλγάρων Ασάν Β΄, έπεισε τους Λατίνους (που κατείχαν τότε την Κωνσταντινούπολη) να του δώσουν το σκήνωμα, το οποίο πήρε το δρόμο για το Τύρνοβο της Βουλγαρίας. Εκεί παρέμεινε μέχρι το 1389, οπότε και μεταφέρθηκε στο Βελιγράδι.
Μετά την Πτώση της Σερβικής πρωτεύουσας στα χέρια των Τούρκων το 1521, ο Σουλτάνος Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής μετέφερε το σκήνωμα στην Κωνσταντινούπολη, αναγκάζοντας το Πατριαρχείο να το αγοράσει έναντι 12.000 χρυσών δουκάτων, μαζί με έναν βραχίονα της Αγίας Αικατερίνης και μιας εικόνας της Θεοτόκου. Έτσι το σκήνωμα βρέθηκε στον Πατριαρχικό ναό, μέχρι το 1641, όταν παρουσιάστηκε ο Ηγεμόνας της Μολδοβλαχίας Βασίλειος Λούπου και το ζήτησε ως αντάλλαγμα, της πληρωμής όλων των χρεών του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Αφού λοιπόν η Ιερά Σύνοδος αναγκάστηκε να συμφωνήσει, το σκήνωμα πήρε με άκρα μυστικότητα το δρόμο για το Ιάσιο της Ρουμανίας, όπου και βρίσκεται μέχρι σήμερα. Από τότε θεωρείται η Πολιούχος όλης της Ρουμανίας και η ημέρα της γιορτής της είναι Εθνική Αργία.
Ομιλία Πανιερωτάτου Μητροπολίτη Λεμεσού κ. Αθανάσιου: