Εορτή Αγίου Προκοπίου του Μεγαλομάρτυρα (8 Ιουλίου)
Βίος του Αγίου Προκοπίου
Ο Άγιος Προκόπιος έζησε την εποχή του Αυτοκράτορα Διοκλητιανού. Ο πατέρας του Χριστόφορος ήταν ευλαβής και πιστός άνθρωπος, αλλά η μητέρα του Θεοδοσία ήταν ειδωλολάτρεισσα. Αυτή, μετά τον θάνατο του πατέρα του, ανέλαβε πλήρως την ανατροφή του Νεανία –έτσι λεγόταν πριν ονομαστεί Προκόπιος- και στη συνέχεια τον οδήγησε στον Διοκλητιανό.
Ο Αυτοκράτορας τον έχρισε Δούκα (ηγεμόνα) της Αλεξάνδρειας. Ο Νεανίας, καθοδόν για την πόλη αυτή, όπου πήγαινε για να αναλάβει τα καθήκοντά του, κατ’εντολή του Διοκλητιανού, έπρεπε να φονεύει κάθε Χριστιανό, που δεν απαρνιόταν τον Ιησού Χριστό.
Η πορεία εκείνη όμως έμελλε να καταστεί σταθμός στη ζωή του Νεανία. Φοβερός καύσωνας, αλλά και σεισμός και αστραπές σημειώθηκαν, ενώ κατευθυνόταν προς την Αλεξάνδρεια. Εν μέσω αυτών των σημείων άκουσε φωνή να του λέει: «Νεανία, ποιόν καταδιώκεις;». Τότε ο Νεανίας αποκρίθηκε: «έχω εντολή να φονεύσω όλους τους Χριστιανούς». Τότε, μέσα στη νύχτα, ένας Σταυρός έλλαμψε υπέρ τον ήλιο και ακούστηκε μία φωνή που έλεγε: «Είμαι ο Ιησούς Χριστός, ο Εσταυρωμένος, αυτός που καταδιώκεις».
Το γεγονός αυτό ήταν αρκετό, να τον προβληματίσει και να τον πείσει όχι μόνο να μην θανατώσει τους Χριστιανούς, αλλά και ο ίδιος να πιστέψει στον Χριστό. Όταν όμως εκμυστηρεύθηκε στην μητέρα του πως έγινε Χριστιανός, αυτή, αφού δεν κατάφερε να τον μεταπείσει, προσέτρεξε στον Αυτοκράτορα. Ο Διοκλητιανός με τη σειρά του διέταξε τον Δούκα της Καισάρειας Ουλκίωνα να τον ανακρίνει, οπόταν ο Νεανίας ομολόγησε απερίφραστα ότι είναι Χριστιανός και ταυτόχρονα αρνήθηκε να προσποιηθεί, έστω, ότι θυσιάζει στα είδωλα, παρόλο που έτσι θα απέφευγε το μαρτύριο. Τότε ο Ουλκίωνας τον οδήγησε στην Καισάρεια, όπου και τον παρέδωσε σε φρικτά βασανιστήρια.
Το βράδυ εκείνης της ημέρας, και ενώ ο Νεανίας βρισκόταν κατάκοιτος και δέσμιος μέσα στη φυλακή, τον επισκέφθηκαν Άγγελοι Κυρίου, για να τον παρηγορήσουν. Ακουλούθως, παρουσιάστηκε ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος θεράπευσε τον Νεανία και τον περιέλουσε με άκτιστο φως και του είπε: «Προκόπιος θα ονομάζεσαι, γιατί θα προκόψεις στην αρετή».
Όταν ξημέρωσε και διαπιστώθηκε ότι τα τράυματα του Αγίου επουλώθηκαν ο Ουλκίωνας διέταξε να τον φέρουν ενώπιόν του. Η θεραπεία του Προκόπιου προκάλεσε γενικό θαυμασμό, αλλά ο Ουλκίωνας δεν απέδιδε το θαύμα στο αληθινό Θεό, θεωρώντας ότι θεοί ήταν αυτοί που θεράπευσαν τον Προκόπιο, γιατί τον ευσπλαχνίσθηκαν. Ο Άγιος τότε πρότεινε στον Ουλκίωνα να τον αφήσει να πάει στον ειδωλολατρικό ναό, αφήνοντάς του να νοηθεί ότι πρόκειται να θυσιάσει στα είδωλά. Όταν έφθασαν εκεί ο Προκόπιος ζήτησε να μείνει μόνος του να προσευχηθεί. Όμως, ο Άγιος προσευχήθηκε στον Ιησού Χριστό και δεήθηκε να πέσουν τα είδωλα, όπως κι έγινε. Πολλοί από τους παρόντες πίστεψαν στο Θεό του Προκόπιου και ζήτησαν να βαπτιστούν. Αυτό εξαγρίεψε ακόμη περισσότερο τον Ουλκίωνα, ο οποίος διέταξε να τους αποκεφαλίσουν. Τον δε Προκόπιο τον ανάγκασαν να παρακολουθήσει τη σφαγή, προκειμένου να φοβηθεί και να υποχωρήσει.
Στη συνέχεια, και ενώ ο Προκόπιος βρισκόταν στη φυλακή, ο Ουλκίωνας έσυρε στο θέατρο της πόλης δώδεκα γυναίκες, ώστε να θυσιάσουν ή σε διαφορετική περίπτωση να τις βασανίσει. Οι γυναίκες αυτές, όμως, δεν λύγισαν και έτσι έβαλε φωτιά για να καούν. Μεταξύ αυτών που έβλεπαν τα γεγονότα ήταν και η μητέρα του Προκόπιου, η Θεοδοσία. Το μαρτύριο αυτών των αγίων γυναικών μαλάκωσε την καρδιά της και της ενέπνευσε να ομολογήσει τον Χριστό. Η Θεοδοσία τότε ρίχθηκε στη φυλακή και βασανίστηκε πολύ. Δέχθηκε χτυπήματα και ξέσκισμα του σώματός της με σιδερένια νύχια. Την ίδια περίπου τύχη είχαν και οι άλλες φυλακισμένες γυναίκες. Η θαυμαστή αντοχή των γυναικών, όμως, προκάλεσε περισσότερη οργή στον Ουλκίωνα, ο οποίος διέταξε να τις αποκεφαλίσουν.
Ακολούθως ο Ουλκίωνας θέλησε να θανατώσει και τον Προκόπιο, για τον οποίο γινόταν πολύς λόγος στην πόλη και αρκετοί, μαθαίνοντας τα σημεία της Χάρης, πίστευαν στον μόνο αληθινό Θεό, τον Ιησού Χριστό. Διέταξε, λοιπόν, να τον βασανίσουν ξεσκίζοντας τις σάρκες του και κτυπώντας τον με μανία. Γι\’ αυτό, όμως, ο Ουλκίωνας αρρώστησε και απέθανε. Τη θέση του ανέλαβε ο Φλαβιανός, ο οποίος επέλεξε να συνεχίσει ό,τι άφησε ημιτελές ο προκάτοχός του. Ο Φλαβιανός, λοιπόν, διέταξε κάποιο στρατιώτη να φονεύσει τον Προκόπιο με το σπαθί του, όμως, ο στρατιώτης αυτός ξεψύχησε πριν εκπληρώσει την διαταγή. Το γεγονός, αντί να προβληματίσει, προκάλεσε περισσότερη οργή στον Φλαβιανό, ο οποίος και διέταξε να τοποθετήσουν επάνω στην πλάτη του Αγίου αναμμένα κάρβουνα, και άλλα πολλά τεχνάσματα να κάνουν, προκειμένουν να υποχωρήσει ο Άγιος. Η πίστη του Αγίου, όμως, αποδείχτηκε ακλόνιτη, γι\’ αυτό και απέκοψαν την τιμία του κεφαλή.
Απολυτίκιον
Αγρευθείς ουρανόθεν προς την ευσέβειαν, κατηκολούθησας χαίρων ώσπερ ο Παύλος Χριστώ, των Μαρτύρων καλλονή Μάρτυς Προκόπιε, όθεν δυνάμει του Σταυρού, αριστεύσας ευκλεώς, κατήσχυνας τον Βελίαρ, ου της κακίας άτρωτους, σώζε τους πόθω σε γεραίροντας.
Κοντάκιον
Τω ζήλω Χριστού, τω θείω πυρπολούμενος, καί εν τω Σταυρώ, τω τιμίω φρουρούμενος, των εχθρών το φρύαγμα, και τα θράση καθείλες Προκόπιε, και την σεπτήν Εκκλησίαν ύψωσας, τη πίστει προκόπτων, και φωτίζων ημάς.
Η Εκκλησία τελεί τη μνήμη του στις 8 Ιουλίου.
Πανηγυρίζει το Μετόχι της Ιεράς Μονής Κύκκου στη Λευκωσία
π. Παναγιώτης Θεοδώρου, Θεολόγος