Κατασκήνωση «Ἅγιος Νικόλαος τῆς Στέγης». Ἀπό τά χρόνια τῆς Ἀνεξαρτησίας μέχρι τίς μέρες μας

Κατασκήνωση «Ἅγιος Νικόλαος τῆς Στέγης». Ἀπό τά χρόνια τῆς Ἀνεξαρτησίας μέχρι τίς μέρες μας

Ἀντώνιου Χαραλάμπους

Θεολόγου

Ἡ κατασκήνωση τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπής Κύπρου «Ἅγιος Νικόλαος τῆς Στέγης» εἶναι μία ἀπό τις παλαιότερες ἐκκλησιαστικές κατασκηνώσεις στήν Κύπρο, μέ μεγάλη συμβολή στά εκκλησιαστικά, καθώς καί στά ἱστορικά δρώμενα αὐτοῦ τοῦ τόπου. Ἡ κατασκήνωση ξεκίνησε τή λειτουργία της στόν χῶρο τοῦ ἐγκαταλελειμμένου μοναστηριοῦ τοῦ ἁγίου Νικολάου τῆς Στέγης στήν Κακοπετριά τό 1953, παραμονές τοῦ ἔνδοξου Ἀγώνα τῆς Ε.Ο.Κ.Α. 1955-59[1]. Ἡ ἐπιλογή τοῦ χώρου τῆς Μονῆς γιά τή λειτουργία τῆς κατασκήνωσης εἶναι πραγματικά πολύ ἐπιτυχημένη: ἡ τοποθεσία τοῦ μοναστηριοῦ, μέσα στίς πευκόφυτες πλαγιές τῆς ὁροσειρᾶς τοῦ Τροόδους καί δίπλα ἀπό τόν ποταμό Καρκώτη, εἶναι πραγματικά πανέμορφη καί ἡ ὀμορφιά τοῦ τοπίου πραγματικά «μιλᾶ» στίς καρδιές τῶν παιδιῶν· κυρίως ὅμως, ἡ ὕπαρξη τοῦ ἁγιασμένου ἱστορικοῦ ναοῦ τοῦ Αγίου Νικολάου μέ τίς ἐξαίρετες τοιχογραφίες ἐμπνέει κατάνυξη καί δέος στίς ἀθῶες ψυχές τους καί τά βοηθᾶ νά καλλιεργήσουν μέσα τους τήν ἀγάπη γιά τόν ἀληθινό Τριαδικό Θεό καί τόν πιστό θεράποντά του ἅγιο Νικόλαο.

Ἡ πρώτη ἡρωική περίοδος λειτουργίας τῆς κατασκήνωσης διήρκεσε μέχρι τό 1955, ἀφοῦ οἱ Ἀγγλοι ἀνέστειλαν τή λειτουργία της ἀπό τό 1956 μέχρι τό 1958, λόγῳ τῆς πολῦ μεγάλης συμβολῆς της στήν προετοιμασία τῶν παιδιῶν γιά τόν ἀγώνα τῆς Ε.Ο.Κ.Α. Ἡ κατασκήνωση λειτούργησε ξανά τό 1959 καί ἡ δεύτερη αὐτή περίοδος διήρκεσε μέχρι τό 1974. Τό πρῶτο καλοκαίρι, τοῦ 1959, ἡ κατασκήνωση λειτούργησε μόνο ὡς φροντιστήριο στελεχῶν τόσο γιά τούς ἄντρες ὅσο καί γιά τίς γυναῖκες. Γιά τούς ἄντρες (κατηχητές, κυκλάρχες, ὁμιλητές καί ὁμαδάρχες) τό φροντιστήριο πῆρε τήν ὀνομασία ΑΝΟΔΟΣ. Συμμετεῖχαν περίπου 70 στελέχη ἀπό ὅλη τήν Κύπρο καί τίς ὁμιλίες τῶν φροντιστηρίων ἀνέλαβαν ὁ ἀρχιμ. Εὐστάθιος Παπαγεωργίου, ὁ π. Φώτιος Καλογήρου, ὁ Ἀθανάσιος Παπαγεωργίου καί ὁ Μιχαλάκης Μαραθεύτης[2].

Ἀπό τόν ἑπόμενο χρόνο, ἡ κατασκήνωση λειτούργησε κανονικά γιά τά παιδιά. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Μακάριος ὁ Γ΄, ὁ κτήτορας τῆς κατασκήνωσης, ἀγκάλιασε τήν ὅλη προσπάθεια καί μέ τήν παρουσία του καθώς καί μέ τούς γλυκύτατους λόγους του κατά τίς Θεῖες Λειτουργίες, ἐνέπνεε καί στήριζε τά παιδιά. Ὑπεύθυνος τῆς κατασκήνωσης ἦταν ὁ ἀρχιμανδρίτης Γεώργιος Παυλίδης, πού ἀργότερα χειροτονήθηκε Χωρεπίσκοπος Τριμυθοῦντος καί μετά ἔγινε Μητροπολιτης Νικαίας. Αἰσθητή ἤταν καί ἡ παρουσία τοῦ ἀρχιμανδρίτη Εὐστάθιου Παπαγεωργίου, πού διέμενε στήν κατασκήνωση κατά τά χρόνια αὐτά. Τό ταπεινό παράδειγμά του, σωστό πρότυπο κληρικοῦ καί ἐνάρετου χριστιανοῦ, ἦταν γιά ὅλους τούς κατασκηνωτές μία ξεχωριστή εὐλογία. Ἀρχηγοί τῆς κατασκήνωσης ἦταν γιά τά ἀγόρια ὁ Χρῆστος Κολιός (1962-1963) καί μετά ὁ Ἀντρέας Παναγ, ὁ Τάκης Χριστοφόρου, ὁ Ἀντώνιος Καλογήρου καί ὁ ἱερέας τῆς Παναγίας Παλουριώτισσας π. Γεώργιος Ἀντωνίου, ἐνῶ γιά τά κορίτσια οἱ Κλεοπάτρα Μούσκου (Παγιάτα) καί ἡ Ἀναστασία Χατζημιχαήλ. Ὁ χῶρος τῆς κατασκήνωσης συμπληρώθηκε κτηριακά, ὅπως φαίνεται μέσα ἀπό τίς φωτογραφίες τῆς ἐποχῆς καί ἡ παρουσία στελεχῶν καί παιδιῶν ἦταν σαφῶς μεγαλύτερη καί καλύτερα ὀργανωμένη.

Κατά τά χρόνια αὐτά, ἀπό τό 1964 μέχρι τό 1967, ἡ κατασκήνωση διέκοψε καί πάλι τή λειτουργία της γιά νά φιλοξενήσει τμῆμα τῆς Ἑλληνικῆς Μεραρχίας πού κατέφθασε στό νησί γιά νά ἐνισχύσει τήν ἄμυνά του λόγῳ τῆς τουρκοκυπριακῆς ἀνταρσίας. Ἡ κατασκήνωση μετονομάστηκε σέ «Στρατόπεδο Ἐθνικῆς Φρουρᾶς Ἁγίου Νικολάου» καί τό πέρασμα αὐτό τῶν Ἑλλήνων στρατιωτῶν παραμένει μέχρι σήμερα ἀνεξίτηλο στήν κατασκήνωση ἀπό τά πεῦκα πού εἶχαν φυτέψει στόν χῶρο τῆς σημαίας[3].

Ἡ περίοδος αὐτή τῆς κατασκήνωσης ἔκλεισε μέ τραγικό τρόπο τό μαῦρο ἐκεῖνο καλοκαίρι τοῦ 1974. Τό πρωί τῆς Δευτέρας 15ης Ἰουλίου, μαζεύτηκαν λεωφορεῖα στήν Ἀρχιεπισκοπή γιά τή μεταφορά παιδιῶν καί στελεχῶν στήν κατασκήνωση. Τό λεωφορεῖο πρόλαβε, φόρτωσε καί ἀναχώρησε πρός τήν κατασκήνωση. Λίγο μετά, ἦρθαν τά τάνκς μέ τούς στρατιῶτες γιά νά ἐπιτελέσουν τό ἀνίερο ἔργο τους, τό προδοτικό πραξικόπημα πού ὁδήγησε στήν καταστροφή τῆς Κύπρου μέ τήν εἰσβολή τῶν Τούρκων καί τήν κατοχή τῆς μισῆς μας πατρίδας. Τά τρία ποῦλμαν μέ τούς κατασκηνωτές καί τούς ὁμαδάρχες ἔφθασαν μέχρι τό ἐργοστάσιο τῆς Coca-Cola, ὅπου τούς ἀπαγορεύτηκε ἡ ἔξοδος ἀπό τή Λευκωσία. Ἡ ἐπιστροφή στήν Ἀρχιεπισκοπή ἦταν ἀδύνατη, γι’ αὐτό ἀποφασίστηκε ἡ μεταφορά τῶν παιδιῶν σέ ξενοδοχεῖα στόν Ἅγιο Δομέτιο, ἀπ’ ὅπου τά παρέλαβαν οἱ γονεῖς τους μετά ἀπό σχετικό μήνυμα πού μετέδωσε τό Ρ.Ι.Κ. Μάλιστα, ὑπῆρξε καί τραυματισμένος ὁμαδάρχης, ἀφοῦ μία σφαίρα χτύπησε στό χέρι τόν ἱεροσπουδαστή Σωτήρη Φιλοθέου (σημερινό Μητροπολίτη Σιδηροκάστρου Μακάριο). Ὅπως μαρτυρεῖ ὁ ὁμαδάρχης Ἀντώνιος Στυλιανάκης, «ἡ ‘’κατασκήνωση’’ τοῦ 1974 θά μείνει ἀλησμόνητη γιά τό ἀπέραντο ἄλγος ψυχῆς πού ἔντονα βιώσαμε. Ἄλγος ψυχῆς γιά τήν ἐθνική συμφορά πού ἔφερε αὐτό τό ἀδελφοκτόνο μίσος στήν Κύπρο»[4]. Ὅπως ἦταν ἑπόμενο, ἡ κατασκήνωση δέν λειτούργησε τή χρονιά αὐτή, καθώς καί τίς τρεῖς ἑπόμενες καί μετατράπηκε σέ χῶρο φιλοξενίας γιά τούς πρόσφυγες τῆς εἰσβολῆς.

Τό 1978, ἡ κατασκήνωση λειτούργησε ξανά. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος Α΄ μερίμνησε ἰδιαίτερα γιά τή λειτουργία τῆς κατασκήνωσης, καθώς καί γιά τήν ὀργάνωση τῶν κατηχητικῶν. Ἐπέλεξε ὡς Διευθυντή τοῦ Γραφείου Θρησκευτικῆς Διαφώτισης τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς καί ὑπεύθυνο γιά τήν κατασκήνωση ἀγοριῶν τόν Νίκο Νικολαΐδη, ὁ ὁποῖος παρέμεινε ἀρχηγός τῆς κατασκήνωσης γιά τριάντα χρόνια. Μαζί μέ τούς θεολόγους τοῦ Γραφείου, καθώς καί μέ συνεργάτες ἀπό τήν περιφέρεια τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς ὀργάνωσαν μέ πολλούς κόπους καί ἰδιαίτερη φροντίδα τό ὅλο πρόγραμμα τῆς κατασκήνωσης, ἡ ὁποία τήν περίοδο αὐτή γνώρισε μεγάλη ἄνθηση. Μέ τόν ἴδιο ζῆλο ὀργανώθηκαν καί οἱ περιόδοι τῶν κοριτσιῶν, ὑπό τήν εὐθύνη τοῦ μακαριστοῦ Χωρεπισκόπου Σαλαμίνος Βαρνάβα καί μέ ἀρχηγούς τίς Ἀναστασία Χατζημιχαήλ, Ἑλένη Χατζηγιαννακοῦ, Χαραλαμπία Εὐθυμίου καί Νίκη Τρακοσιή. Κάθε κατασκηνωτική περίοδος ἀριθμούσε μέχρι 250 παιδιά, ἐνῶ ὁ χῶρος τῆς κατασκήνωσης ἀξιοποιήθηκε καί γιά ἐκδηλώσεις, σεμινάρια, ἐξορμήσεις καθώς καί γιά τή διοργάνωση τριημέρων γιά νέους καί γιά τούς Χριστιανικούς Συνδέσμους Γυναικῶν. Χιλιάδες παιδιά συμμετεῖχαν στήν κατασκήνωση αὐτά τά χρόνια καί ἀρκετοί ἀπ’ αὐτούς σήμερα διακονοῦν τήν Ἐκκλησία ὡς ἱερεῖς, θεολόγοι, ὡς πρεσβυτέρες καί ἐπιστήμονες διαφόρων εἰδικοτήτων, ὡς μοναχοί καί μοναχές, καθώς καί ἡγουμένοι καί ἡγουμένες σέ μοναστήρια τῆς Κύπρου καί τῆς Ἑλλάδας [5]. Εἶναι σημαντικό νά ἀναφέρουμε ὅτι ὁ σημερινός Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου Γεώργιος, πού εἶχε περάσει ὡς κατασκηνωτής κατά τή δεκαετία τοῦ ’60, διέμενε τήν περίοδο αὐτή κάποιες μέρες στήν κατασκήνωση ὡς ἀρχιμανδρίτης τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς γιά τήν ἐξομολόγηση τῶν παιδιῶν καί γιά τήν τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας, καί ἐπιπλέον πέντε Μητροπολῖτες καί Ἐπίσκοποι τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, οἱ Κυρηνείας Χρυσόστομος, Ταμασοῦ Ἠσαΐας, Λήδρας Ἐπιφάνιος, Ἀμαθοῦντος Νικόλαος καί Μεσαορίας Γρηγόριος, ἔχουν περάσει ἀπό τήν κατασκήνωση τήν ἐποχή αὐτή εἴτε ὡς κατασκηνωτές εἴτε ὡς ὁμαδάρχες.

Σημαντική στιγμή στή ζωή τῆς κατασκήνωσης ἀποτέλεσε ἡ χρονιά 1987, κατά τήν ὁποία ἡ κατασκήνωση κινδύνευσε ἄμεσα ἀπό πυρκαγιά πού ξεκίνησε ἀπό ἀνθρώπινο λάθος σέ κοντινό χωράφι. Λόγῳ τοῦ ἀνέμου ἡ πυρκαγιά γρήγορα ἐπεκτάθηκε στό διπλανό δάσος. Μόλις ὅμως οἱ φλόγες τῆς φωτιᾶς ἄγγιξαν τή στέγη τοῦ ναοῦ, τότε ὁ ἀέρας ἄλλαξε φορά καί μέ αὐτό τόν τρόπο σώθηκε ὁ ἱστορικός αὐτός ναός. Ὁ ἅγιος Νικόλαος ὁλοφάνερα προστάτευσε τόν ναό καί τήν κατασκήνωσή του. Σέ ἀνάμνηση τοῦ θαυμαστοῦ αὐτοῦ γεγονότος, κάθε χρόνο κατά τήν περίοδο τοῦ Λυκείου Ἀγοριῶν, ἐπιτελεῖται ἀγρυπνία ὡς εὐχαριστία στόν Τριαδικό Θεό καί στόν πιστό θεράποντά Του ἅγιο Νικόλαο[6].

Στίς μέρες μας, ἡ κατασκήνωση συνεχίζει κανονικά τό ἔργο της. Παρόλο πού ὁ θεσμός τῶν κατηχητικῶν δυσλειτουργεῖ καί ἀκολουθεῖ φθίνουσα πορεία, ἡ συμμετοχή τῶν παιδιῶν στήν κατασκήνωση παραμένει μεγάλη. Ἡ δύσκολη περίοδος τῆς πανδημίας τοῦ κορωνοϊοῦ ἐπηρέασε τή λειτουργία τῆς κατασκήνωσης, ἀφοῦ τό 2020 ἡ κατασκήνωση δέν λειτούργησε καθόλου, ἐνῶ τό 2021 ἔγιναν μόνο δύο κατασκηνωτικές περίοδοι, τοῦ Λυκείου Ἀγοριῶν καί τοῦ Δημοτικοῦ Κοριτσιῶν. Ἀρχηγοί τῆς κατασκήνωσης γιά τά ἀγόρια ἦταν μέχρι τά μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ ’20 οἱ θεολόγοι Γιῶργος Κάκκουρας, Γιῶργος Γεωργιάδης καί Μιχάλης Μηλιώτης, ἐνῶ τά τελευταία χρόνια ἔχουν ὁριστεῖ ὡς ἀρχηγοί οἱ ὑπάλληλοι τοῦ Γραφείου Ἐκκλησιαστικῆς Κατηχήσεως καί Διακονίας Γιῶργος Κούττουκος, Σάββας Παρῆς, Μιχάλης Νικολάου, Εὐδόκιος Δημητρίου καί ὁ γράφων. Ἀρχηγός γιά τά κορίτσια παραμένει ἐδῶ καί τριάντα πέντε χρόνια ἡ Νίκη Τρακοσιή, συνεχίζοντας τήν προσφορά της στήν κατηχητική κίνηση τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κύπρου μαζί μέ τά μέλη τῆς ἀδελφότητας Ἱεραποστολή. Χαρακτηριστικό τῆς τελευταίας αὐτῆς περιόδου τῆς κατασκήνωσης εἶναι ἡ μεγάλη ἀνακαίνιση τῶν κτηρίων, πού ἔγινε τό 2008-2009 μέ τήν εὐλογία καί τό ἀμέριστο ἐνδιαφέρον τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου Χρυσοστόμου Β΄ καί μέ τήν πρωτοβουλία τοῦ ὑπεύθυνου τῆς κατασκήνωσης Ἐπισκόπου Καρπασίας κ. Χριστοφόρου, ἐνῶ τό 2015 κτίστηκε ἡ μεγάλη αἴθουσα ἐκδηλώσεων καί ἐπιτραπέζιων παιχνιδιῶν πάνω ἀπό τήν τραπεζαρία καί ἔγιναν ὁλοκαίνουρια γήπεδα futsal καί καλαθόσφαιρας.

Κλείνοντας, θά θέλαμε νά σημειώσουμε ὅτι ἡ κατασκήνωση τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κύπρου «Ἅγιος Νικόλαος τῆς Στέγης ἔχει μεγάλη συμβολή στά ἐκκλησιαστικά, καθώς καί στά ἱστορικά δρώμενα τοῦ τόπου αὐτοῦ. Συμπληρώνοντας φέτος 70 χρόνια λειτουργίας καί προσφορᾶς, ἡ κατασκήνωση συνεχίζει τό βασικό ἔργο της, πού εἶναι νά μορφώσει Χριστό στίς καρδιές τῶν παιδιῶν, ἀποτελώντας τόν κυριότερο πυλώνα τῆς κατήχησης στή σύγχρονη ἐποχή.

[1] Προηγουμένως, τό 1950, ἡ Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή Κύπρου διοργάνωσε κατασκήνωση γιά τά παιδιά τῶν κατηχητικῶν της στήν τοποθεσία Πεζουνόκρεμμος, πού βρίσκεται κοντά στόν Ἅγιο Νικόλαο τῆς Στέγης. Συμμετεῖχαν τριάντα παιδιά καί ἡ κατασκήνωση αὐτή, πού λειτούργησε ὑπό τήν εὐθύνη  τοῦ ἀρχιμανδρίτη Πάμφιλου Παπαγιάννη καί τοῦ διευθυντῆ τῆς Ἱερατικῆς Σχολῆς αρχιμ. Διονύσιου Χαραλάμπους, ἀποτέλεσε τόν προάγγελο τῆς Κατασκήνωσης Ἅγιος Νικόλαος τῆς Στέγης.

[2] Τά στοιχεῖα εἶναι παρμένα ἀπό τό ἀρχεῖο τοῦ π. Φώτιου Καλογήρου Κατασκήνωσις ἀνδρῶν 1959 διά φροντιστηριακά μαθήματα (ἀνέκδοτο).

[3] Πολλά στοιχεῖα γιά τήν παρουσία τοῦ 606ΤΠ τῆς Ἑλληνικῆς Μεραρχίας στόν ἅγιο Νικόλαο τῆς Στέγης διασώζονται στό βιβλίο τοῦ Γεωργίου Μυλωνᾶ Ἐς Κύπρον – 1967, πού βρίσκεται στόν ἱστότοπο https://gdmylonas.files.wordpress.com/2020/09/cea3cf84cf81ceb1cf84ce98ceb7cf84ceb5ceafceb1_a4_fin_10.09.20.pdf (18/9/23).

[4] Ἀπό τό κείμενο «Ἕνας ὁμαδάρχης θυμᾶται», πού δημοσιεύτηκε στό περιοδικό Παρέμβαση Ἐκκλησιαστική, τεῦχος 37, Μάιος – Αύγουστος 2017, σελ. 139-141.

[5] Ἐνδεικτικά, ἀναφέρουμε τούς Ἡγουμένους τῆς Ἱ.Μ. Μονῆς Βατοπεδίου Βατοπεδίου ἀρχιμ. Ἐφραίμ καί Ἱ.Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου ἀρχιμ. Χριστοφόρο, πού διετέλεσαν στελέχη τῆς κατασκήνωσης στίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ ’80, καθώς καί τήν ἡγουμένη τῆς Ἱ.Μ. Ἁγίου Νικολάου Ὀρούντας Φιλουμένη μοναχή.

[6] Περιγραφή τοῦ θαυμαστοῦ αὐτοῦ γεγονότος ὑπάρχει σέ κείμενο, πού δημοσιεύτηκε στήν ἐφημερίδα Ἀγωνιστική Πορεία, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 1987, έτος στ’, φύλλο 53, σελ. 1 και 3.

 

Print Friendly, PDF & Email

Share this post