Ἐκκλησιαστικοί θησαυροί ἀπό τή μονή τοῦ Ἁγίου Νικολάου τῆς Στέγης καί τό μετόχι της, Παναγία ἡ Ἀποθεριώτισσα, στήν Κακοπετριά
Χριστόδουλου Χατζηχριστοδούλου
Βυζαντινολόγου
Στά νότια της Κακοπετριᾶς στήν ὀρεινή, δύσβατη δασώδη τοποθεσία Ἀποθέρι ἤ Ἀποθέρκα[1], βρισκόταν τό παλαιό μετόχι τῆς Παναγίας τῆς Ἀποθεριώτισσας, μετόχι τῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Νικολάου τῆς Στέγης. Τό μετόχι φαίνεται ὅτι καταστράφηκε κατά τόν 18ο αἰώνα, ἐποχή κατά τήν ὁποία ἡ κυρίωνυμος μονή δέν εἶχε μοναχούς, ὁπόταν οἱ εὐσεβεῖς κάτοικοι τῆς Κακοπετριᾶς μετέφεραν γιά προστασία στόν κεντρικό ναό τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος στήν Κακοπετριά ἐκκλησιαστικά βιβλία τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Νικολάου καί ἱερά κειμήλια τῆς Ἀποθεριώτισσας.
Στά κειμήλια αὐτά περιλαμβάνονται ἡ θαυματουργός ἐφέστιος εἰκόνα τῆς Παναγίας καί ἡ ἀργυρή, ἐπίσης θαυματουργή, ζώνη της. Τό μετόχι περιῆλθε στή δικαιοδοσία τῆς τότε Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κυρηνείας καί στή συνέχεια τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου. Πλησίον τοῦ χώρου τοῦ ἐρειπωθέντος ναοῦ, ἀνεγέρθηκε μέ φροντίδα τοῦ πανιερωτάτου μητροπολίτη Μόρφου κ. Νεοφύτου, σύγχρονος ξυλόστεγος ναός καί ἱστορήθηκε ἀντίγραφο τῆς παλαιᾶς εἰκόνας τῆς Παναγίας. Ὁ ναός ἑορτάζει στίς 31 Αὐγούστου τήν κατάθεση τῆς τιμίας ζώνης τῆς Θεοτόκου.
Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας (διαστάσεων 94,4×71,3×3,2 ἐκ.) χρονολογεῖται στόν 16ο αἰώνα καί ὁ ἀνώνυμος ζωγράφος τῆς ἀκολουθεῖ τήν παραδοσιακή βυζαντινή τεχνοτροπία. Οἱ σανίδες τῆς εἰκόνας εἶναι σκαμμένες ἐλαφρά, ὥστε νά σχηματίζεται ὁλόγυρα ἔξεργο πλαίσιο. Πίσω στό σημεῖο ἕνωσης τῶν σανιδιῶν ὑπάρχει κατακόρυφος ζυγός. Ἡ εἰκόνα δέχθηκε ἐπιζωγραφίσεις στά χέρια τῆς Θεοτόκου καί τοῦ Χριστοῦ, στόν χιτώνα καί τό ἱμάτιο τοῦ Χριστοῦ καί στό μαφόριο τῆς Θεοτόκου. Τό ἀρχικό χρυσό βάθος σύμφωνα μέ τόν Ἀθανάσιο Παπαγεωργίου εἶχε καί αὐτό ἐπιζωγραφιστεῖ μέ ὤχρα καί τά κόκκινα γράμματα εἶναι μεταγενέστερα.
Ἡ Θεοτόκος παριστάνεται στόν εἰκονογραφικό τύπο τῆς Ὁδηγήτριας. Φέρει τή συνοδευτική ἐπιγραφή, ΜΡ ΘΥ Η ΑΠΟΘΕΡΙΩΤΗCΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΗCCΤΕΓΗΣ ΜΕΤΟΧΙ. Ἡ Παναγία κρατᾶ τόν Χριστό στό ἀριστερό χέρι καί ὑψώνει τό δεξί σέ δέηση. Φορεῖ μπλέ χιτώνα μέ χρυσή παρυφή καί κεραμιδί μαφόριο μέ ὤχρα παρυφή καί ἄσπρο ἀστέρι στό κεφάλι.
Ὁ Χριστός εἰκονίζεται μέ τό κεφάλι ἐλαφρά στραμμένο πρός τή μητέρα του. Φορεῖ χιτώνα μέ σημεῖο (clavus) μέ χρυσοκονδυλιές στό δεξί ὦμο καί ἱμάτιο. Ἁπλώνει μπροστά τό δεξί χέρι σέ σχῆμα εὐλογίας καί κρατᾶ κλειστό εἰλητάριο στό ἀριστερό.
Ὑψηλά ἔξεργοι φωτοστέφανοι, φέρουν ἀνάγλυφο φυτικό διάκοσμο.
Ἡ εἰκόνα βρίσκεται σήμερα τοποθετημένη στό ξυλόγλυπτο εἰκονοστάσιο τοῦ 18ου αἰώνα τοῦ ναοῦ τῆς Μεταμορφώσεως, ἀριστερά τῆς ὡραίας πύλης. Μπροστά της ὑπάρχει θήκη μέ ζώνη ἀπό μεταλλικά στοιχεῖα, τοῦ 18ου αἰώνα, ἡ ὁποία τυγχάνει ἰδιαίτερου σεβασμοῦ, κυρίως γιά γυναῖκες πού δυσκολεύονται νά ἀποκτήσουν παιδιά. Παρόμοιες ζῶνες, οἱ ὁποῖες θεωροῦνται θαυματουργές ὑπάρχουν καί σέ ἄλλα προσκυνήματα τῆς Παναγίας στήν Κύπρο, ὅπως λ.χ. στήν Τροοδίτισσα, στήν Ἁγία Νάπα Ἀμμοχώστου, στήν Ἁγία Ζώνη στή Μονή.
Σημαντικές πληροφορίες γιά τήν κυριώνυμο μονή, τοῦ Ἁγίου Νικολάου τῆς Στέγης, ἀποτελοῦν οἱ χειρόγραφες σημειώσεις / ἐνθυμήσεις σέ ἐκκλησιαστικά παλαίτυπα[2]. Οἱ σημειώσεις χρονολογοῦνται μεταξύ τῶν ἐτῶν 1715-1760 καί ἀναγράφονται σέ προγενέστερα βιβλία. Ἀναφέρονται δωρεές κτημάτων, ἀμπελιοῦ, στάχωση βιβλίων μονῆς, μεταφορά στή μονή τῆς εἰκόνας τῆς Παναγίας τοῦ Κύκκου, θανάτους μοναχοῦ καί ἡγουμένου, ἀφιερώσεις βιβλίων. Ὄχι σπάνια ἐπίβουλοι καταπατοῦσαν τή μοναστηριακή γῆ καί τά κειμήλιά της. Γι’ αὐτούς δέν ξενίζει τό γεγονός ὅτι οἱ ἀφιερωτές γιά νά τά προστατέψουν ἀναγράφουν κατάρες γιά ἐκείνους πού θά τολμήσουν νά κλέψουν γαῖες τῆς μονῆς καί βιβλία, ὅπως λ.χ. «τό ἐπιτίμιον τῆς ἁγίας τοῦ Θεοῦ ἐκκλησίας καί τάς ἀρᾶς τῶν τριακοσίων δέκα καί ὀκτώ θεοφόρων πατέρων καί τόν ἅγιον νικόλαον ἀντίδικον αὐτή ἡμέρα τῆς κρίσεως φρικτῆς ἐκείνης καί τό ἀνάθεμα».
Ἀπό τίς σημειώσεις ἀναφέρονται ὀνόματα κληρικῶν, μοναχῶν καί λαϊκῶν, ὅπως οἱ:
Ἀγγέλους (Ἀγγελοῦ), κάτοικος Κακοπετριᾶς· ἡγούμενος Μελέτιος, ἰεορομόναχος γαλακεῖος (sic) (Γαλάκτιος)· Ἰωάννης, κάτοικος Κακοπετριᾶς· καλόγηρος Ἰωάν[…]· Σωφρόνιος· Μᾶρκος, κάτοικος Κακοπετριᾶς· Παβλῆς, πατέρας πάπα Χριστόδουλου, κάτοικος Κακοπετριᾶς· παπά Λεόντιος· παπά Χριστόδουλος· Παπαχρίστος, κάτοικος Κακοπετριᾶς· Σῶζος, κάτοικος Κακοπετριᾶς· Χριστίνα πρεσβυτέρα, κάτοικος Κακοπετριᾶς.
- 1715 ἀπριλλίου ΙΣτ ἁγία Παρασκευή τήν σήμερον ἐγώ παπά λεόντιος νικοά / κατίο παξίου καί τόπον ὅπου πατήση στή σανίδων καί ἐτάφι τό ἐστιν ἀμπέλιν καί ἦλθαν μάρτυρες ὡς ἐμαρτίρισεν πός ἦναι τοῦ ἁγίου νικολάου στέγης καί πάλιν ἀφιερώσατω φιτεμένον καί ἐάν ἀθετίσα τόν λόγο μου ἄς ἔχω τόν ἅγιον νικόλαον ἀντίδικον καί ἀπό του […] μοῦ γυρεύση σανίδες ἰνε ἀναθεματισμέ τό ὁποῖο ἦναι σύμπλιον φαριτζέ[3].
- 1730 / ἔκδοσεν ὁ γοιρός του […] ὡς τό μοναστήριν τοῦ Παναγίου Νικολάου διά τό μνημόσυνον […] τό / καί ὅποιος τό ἀποξενώσει νά ἔχει τόν ἅγιον Νικόλαον ἀντίδικον[4].
- [1731] +Ἐν ἔτει Χύ ἀψλα μηνί μαϊω 12, ἦλθα ἐγώ ὁ ἰεορομόναχος γαλακεῖος καί ἐστάχωσα τά βιβλία τοῦ αὐτοῦ παναγίου νικολάου στέγης ὑπό συνδρομῆς τοῦ νῦν ἡγουμένου κύ μελετίου ἱερομονάχου καί τῆς μρς αὐτοῦ κυρίας ἄννας καί μνημονεύσατε αὐτούς καί εὔχεσθε μοί διά τόν ΚΥ καί μνημονεύσητέ μου τά πολλά μου σφάλματα ὅτι ἀμαθής ὑπάρχω / ὅσα βιβλία ἐσταχώθησαν (ἀνθολόγιον 1, Εὐαγγέλια 2 πεντηκοστάριον παρακλητική συναξαριστήν καί τετραευαγγέλιον μηναῖος μάρτεος μετ’ ἀπριλλίου Ἰούνιον μόνον, αὔγουστος μετά σεμπτεμβρίου, ὀχτώβριος χωριστά, Ἰανουάριον μηνόν φευρουαριν, σεπεμβ, χωριστά ὀκτώμ., χωριστ. ὅλα βιβλία 17[5].
- 1731 ἰουνίο 18 ἦλθεν ἡ ἁγία εἰκόνα τῆς ὑπεραγίας θεοτόκου τοῦ κύκκου εἰς τήν ἁγίαν μονήν τοῦ Ἁγίου Νικολάου τῆς στέγης προστάτη / τοῦ κυρίου Cοφρονίου[6].
- 1740 μαρτιω 22 Ἐκυμήθη ὤ Καλόγηρος τοῦ ἅγιου νικολάου ὀνόματι Ἰωάν[…][7].
- 1753 μηνί μαρτίω γ΄ἡμέρα δ΄./ Ἐκοιμήθη ἐν Κυρίω ὁ μακαρίτης ἡγούμενος τοῦ παρόντος μοναστηρίου τοῦ ἁγίου νικολάου τό ὄνομα τοῦ μελέτιος καί ὁ θεός νά τόν ἀναπαύση ἐν σκηναῖς δικαίων καί ἐκεῖνον καί ἠμᾶς ἀμήν[8].
- 1760 ἀπτοιλλοιο 22 ἠναι Στάλος Κόλα ἐγό Παπά Χροιστώδουλος υἱός μακαρειτοι πάβλοι κλάψει γορασα στόν Πανάγιων νοικόλαον στέγης παιρβόλοιν ὁπού ἔχο στήν κακοπαιτροιᾶν κατά τοῦ Ἰωάννη σίμπληον μακαροίτοι πάβλοι καί σίπλειος μάρκου καί σήμπλιος ποταμοῦ καί ἀφειερόσατο στώ γιερόν μοναστείρηον διά μνημόσυνον τοῦ μακαρίτοι Π ἄλλα ἐμοῦ Παπαχρείστου σώζου ἀγγέλους πραισβειταίρας Χρστήνοις καί ὁποῖος βολειθεῖ νά τό ἀποξενόσοι νά ἔχοι ταῖς ἀραῖς τῶν τριακοσοιων δέκα καί ὀκτό Θεοφόρον καί τόν ἅγιον ἀντίδικων στή ψοιχοί του[9].9
- 18ος αἰώνας. Τό αὐτόν Εὐαγγέλιον ἔνει τῆς μονῆς τοῦ παναγίου Νικολάου οὕτω ἐπίκλην στέγης. Εἴτις τό ἀποξενῶσι καί βουληθεῖ ἄραι ἤ συλήσει νά ἔχει τό ἐπιτίμιον τῆς / ἁγίας του θῦ ἐκκλησίας καί τάς ἀρᾶς τῶν τριακοσίων δέκα καί ὀκτώ θεοφόρων πατέρων καί τόν ἅγιον νικόλαον ἀντίδικον αὐτή ἡμέρα τῆς κρίσεως φρικτῆς ἐκείνης καί τό ἀνάθεμα ἀμήν ἀμήν ἀμήν / Θί Φ Νη Χύ[10].
********************************************
[1] https://www.kakopetria.org.cy/gr/toponym-lgr.html (29/8/2023). Ἡ τοποθεσία φαίνεται ὀφείλει τήν ὀνομασία της «στό τελευταῖο θέρισμα πού ἔκαναν οἱ γεωργοί, γιατί τό μέρος αὐτό εἶναι τό ψηλότερο πού ἔσπερναν καί τά σπαρτά ὡρίμαζαν καί τά θέριζαν ἀργότερα ἀπό τά ἄλλα».
[2] Οἱ σημειώσεις σύμφωνα μέ τήν ἀδημοσίευτη ἀπογραφή τοῦ βυζαντινολόγου Ἀθανάσιου Παπαγεωργίου παρατίθενται καί ταξινομοῦνται ἐδῶ χρονολογικά.
[3] Εὐαγγέλιο, Βενετία χ.χ. (πιθανῶς 1551). Ἀκέφαλο εὐαγγέλιο πού τυπώθηκε στήν Βενετία «ἐν οἰκίᾳ ἀνδρέου τοῦ σπινέλλου τοῦ κομματοτύπου τῆς ἐνδοξωτάτης γερουσίας τῶν ἐνετῶν ἐπιμελεία δέ βασιλείου τοῦ βαουρῖδος ἔτει τῷ ἀπό τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰου Χου μηνί ἰουνίῳ ΙΕ./ Ἡ τῶν τετραδίων κατά τάξη σειρά ἀκολουθία ἀβγδεζηθικλμνξοπρστυφχψ ἅπαντα εἰσί τετράδια».
[4] Θεῖον καί ἱερόν Εὐαγγέλιον, Βενετία 1697, σημείωση στό ἐσώφυλλο.
[5] Θεῖον καί ἱερόν Εὐαγγέλιον, Βενετία 1606.
[6] Θεῖον καί ἱερόν Εὐαγγέλιον, Βενετία 1697, «Νηστί ἀναλώμασι καί δαπάναις ἀφειδέσι Νικολάου Σάρου μετατυποθέν καί μετά πάσης ἐπιμελείας παρά Νικοδήμου Ἱεροδιακόνου Βαβατενούς τοῦ ἐκ Λεβαδιᾶς… Ἔτει ἀπό τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ Κυρίου καί σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ /1697», σημείωση στή τελευταία σελίδα, κάτω.
[7] Θεῖον καί ἱερόν Εὐαγγέλιον, Βενετία 1606. Σημείωση στήν τελευταία σελίδα τοῦ Εὐαγγελίου.
[8] Θεῖον καί ἱερόν Εὐαγγέλιον, Βενετία 1606, σημείωση στό πίσω ἐσσώφυλλο.
[9] Θεῖον καί ἱερόν Εὐαγγέλιον, Βενετία 1606, σημείωση γραμμένη στό μπροστινό ἐσώφυλλο.
[10] Εύαγγέλιο, Βενετία χ.χ.
Παρέμβαση Εκκλησιαστική, Τεύχος 55 (Μάιος – Αύγουστος 2023)
Πρώτη δημοσίευση στην ιστοσελίδα 5.12.2023