Επέτειος Μνήμης Γενοκτονίας των Ποντίων
Πριν 100 έτη, το 1914, άρχισε η πρώτη περίοδος συστηματικής εθνοκάθαρσης όλου του Μικρασιατικού Ελληνισμού
Διεθνής νομικός ορισμός Γενοκτονίας:
[άρθρο 2 Σύμβασης ΟΗΕ για την Πρόληψη και Καταστολή του Εγκλήματος της Γενοκτονίας που υιοθετήθηκε με το Ψήφισμα 260 (ΙΙΙ) της Γ.Σ. του Οργανισμού στις 9.12.1948 (Resolution 260 (III) A of the United Nations General Assembly on 9 December 1948)]
Εις την παρούσαν Σύμβασιν, ως γενοκτονία νοείται οιαδήποτε εκ των κατωτέρων πράξεων, ενεργουμένη με την πρόθεσιν ολικής ή μερικής καταστροφής ομάδος, εθνικής, εθνολογικής, φυλετικής ή θρησκευτικής:
– Φόνος μελών της ομάδος.
– Σοβαρά βλάβη της σωματικής ή διανοητικής ακεραιότητας των μελών της ομάδος.
– Εκ προθέσεως υποβολή της ομάδος εις συνθήκας δυναμένας να επιφέρωσιν την πλήρην ή τη μερικήν σωματικήν καταστροφής αυτής.
– Μέτρα αποβλέποντα εις την παρεμπόδισιν των γεννήσεων εις τους κόλπους ορισμένης ομάδος.
– Αναγκαστική μεταφορά παίδων εις ετέραν ομάδαν.
Πλούσια είναι η ελληνική και ξένη βιβλιογραφία και το οπτικοακουστικό υλικό, σε επίπεδο ιστορικής μελέτης και μυθοπλασίας, για την αρχαία αποίκιση, την άνθιση και την πολύχρονη και συστηματική εκρίζωση του ελληνικού πληθυσμού από την ευρύτερη περιοχή που ονομάζεται Μικρά Ασία. Το ενδιαφέρον παραμένει ζωντανό και η συλλογή υλικού συνεχίζεται αμείωτη.
Ως ‘Μικρά Ασία’ ορίζεται γεωγραφικά η χερσόνησος που προεκτείνεται δυτικά της ασιατικής ηπείρου, σε μια νοητή γραμμή, που ξεκινά από τον κόλπο της Αλεξανδρέττας (αρχαία Ισσός) έως την Τραπεζούντα της Μαύρης Θάλασσας, «[…] αυτή την Αχερουσία των πολιτισμένων και των βαρβάρων», όπως τη χαρακτηρίζει ο Αναστάσης Βιστωνίτης (Λογοτεχνική γεωγραφία: Τόποι, πόλεις, άνθρωποι, Αθήνα, Μεταίχμιο, 2007). Η εκτενής αυτή περιοχή βρέχεται από τρεις θάλασσες, τη Μεσόγειο στο Νότο, το Αιγαίο δυτικά και τον Εύξεινο Πόντο (ή Μαύρη Θάλασσα) στο Βορρά. Από τους προϊστορικούς χρόνους υπήρξε σταυροδρόμι πολιτισμών και κυρίως σημείο συνάντησης μεταναστευτικών φυλών που μετακινούνταν από την Ανατολή προς τη Δύση ή και αντίστροφα. Από τον 9ο έως τον 6ο αι. π.Χ., τα ελληνικά φύλλα των Ιώνων, Αιολών και Δωριέων έφθασαν σε επάλληλα μεταναστευτικά κύματα και αποίκισαν τη Μικρά Ασία, δημιουργώντας πόλεις-κράτη και αναπτύσσοντας ένα λαμπρό πολιτισμό, με γνωστότερη την ιωνική προσωκρατική φιλοσοφία.
Οι αρχαίοι Έλληνες διαιρούσαν τη Μικρά Ασία σε 15 χώρες, των οποίων τα ονόματα ως επί το πλείστον λάμβαναν από τους κατοικούντες λαούς τους. Και αυτές ήταν τρεις προς Βορρά: ο Πόντος, η Παφλαγονία και η Βιθυνία, τρεις προς Δύση: η Μυσία, η Λυδία και η Καρία, τέσσερις προς Νότο: η Λυκία, η Πισιδία, η Παμφυλία και η Κιλικία, και τέλος πέντε στο μέσον: η Φρυγία, η επί Ρωμαίων δημιουργηθείσα Καβαλίδα (Καβαλίς), η Ισαυρία, η Λυκαονία, η Γαλατία και η Καππαδοκία. Ο όρος ‘Ασία’ έγινε ιδιαίτερα γνωστός από τους Ρωμαίους, ενώ ο χριστιανός συγγραφέας Παύλος ο Ορόσιος (Hist., I, 2, 10), περί το 400 μ.Χ., ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε τον όρο ‘Asia minor’. Οι συγγραφείς της πρώιμης βυζαντινής περιόδου την αναφέρουν ως ‘η μικρά Ασία’. Υπό βυζαντινή διοίκηση ήταν περισσότερο γνωστή ως ‘Ανατολή’. Διοικητικά η Ανατολή ήταν «θέμα», δηλαδή μία από τις 29 επαρχίες της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Στη διάρκεια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας έγινε γνωστή ως ‘Ανατολία’.
Στις αρχές του 20ού αιώνα συστηματοποιήθηκαν οι προσπάθειες εθνοκάθαρσης του γηγενούς ελληνικού πληθυσμού από τη μικρασιατική γη. Η Βουλή των Ελλήνων αναγνώρισε τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου το 1994 και ψήφισε την ανακήρυξη της 19ης Μαΐου – ημέρα αποβίβασης του Κεμάλ Ατατούρκ στη Σαμψούντα (19 Μαΐου 1919) που σηματοδότησε την κύρια και σκληρότερη φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας – ως «Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων στο Μικρασιατικό Πόντο», ενώ αναγνώρισε τη Γενοκτονία των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από το Τουρκικό Κράτος το 1998 και ψήφισε την ανακήρυξη της 14ης Σεπτεμβρίου – υπενθυμίζοντας την έναρξη της πυρπόλησης της Σμύρνης (14-17 Σεπτεμβρίου 1922) – ως «Ημέρα Μνήμης» τους.
Σταθμό για την προβολή της μακρόχρονης και συστηματικής εκρίζωσης των Ποντίων αποτέλεσε το έργο του Καθηγητή του Α.Π.Θ. Κωνσταντίνου Φωτιάδη, ο οποίος τεκμηρίωσε τις δολοφονίες 353.000 Ελλήνων στον Πόντο το διάστημα 1916-1923.
Βέβαια, η Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού είναι αναπόσπαστο τμήμα της συνολικής Γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, την οποία προκάλεσε ο «μιλιταριστικός τουρκικός εθνικισμός», όπως σημειώνει ο ιστορικός Βλάσης Αγτζίδης («Η γενοκτονία του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας», Η Καθημερινή της Κυριακής, 18.2.2001). Ο Αναπληρωτής Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Μάξιμος Χαρακόπουλος, εκπροσωπώντας την Κυβέρνηση στις επίσημες εκδηλώσεις για την Ημέρα Εθνικής Μνήμης στις 14 Σεπτεμβρίου 2013, τάχθηκε στην ομιλία του υπέρ της ενιαίας αναγνώρισης της γενοκτονίας τόσο του Ποντιακού όσο και του Μικρασιατικού Ελληνισμού, καθώς η πολυδιάσπαση των εκδηλώσεων μνήμης σε διαφορετικές ημερομηνίες αποδυναμώνει τη δυνατότητα διεθνοποίησης του αιτήματος αναγνώρισης της Γενοκτονίας.
Ο κ. Χαρακόπουλος ανέφερε για την εξολόθρευση του μικρασιατικού Ελληνισμού, η οποία συνιστά αναμφισβήτητα Γενοκτονία, τα ακόλουθα: «Η σφαγή του ελληνικού, και εν γένει χριστιανικού, στοιχείου στα εδάφη της ακμαίας οικονομικά, πολιτιστικά και πνευματικά, Ιωνικής γης, η εκδίωξή του από τα πάτρια εδάφη της Μικράς Ασίας, όπου για αιώνες δημιούργησε, πρόκοψε και στάθηκε στους προμαχώνες του παγκόσμιου πολιτισμού, δεν συνιστούν συνήθη ιστορικά γεγονότα. Διότι, εν ριπή οφθαλμού, συντελέστηκε ριζική και ανεπανόρθωτη αλλοίωση του εθνικού, θρησκευτικού και πολιτισμικού περιβάλλοντος της καθ’ ημάς Ανατολής. Αλλοίωση που προήλθε από τη διαδοχή γενοκτονικών διώξεων, και που θύματά τους υπήρξαν οι Αρμένιοι, οι Ασσύριοι, ο Ποντιακός και Μικρασιατικός Ελληνισμός. Παρά τις προφάσεις εν αμαρτίαις, που ενίοτε προβάλλονται από την Τουρκία, η οποία εξακολουθεί να αρνείται να δει ξεκάθαρα το παρελθόν της, όσα συνέβησαν τα δραματικά αυτά χρόνια δεν έγιναν ούτε αυθόρμητα ούτε χωρίς σχέδιο».
Με τον όρο Μικρασιατική Καταστροφή περιγράφεται περισσότερο η τελευταία φάση της Μικρασιατικής Εκστρατείας, δηλαδή το τέλος του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1918-22, η φυγή από την Τουρκία της ελληνικής διοίκησης που είχε εγκατασταθεί στη Σμύρνη σύμφωνα με τη Συνθήκη των Σεβρών, η υποχώρηση του ελληνικού στρατού μετά την κατάρρευση του μετώπου και η γενικευμένη πλέον εκδίωξη του συντριπτικού μέρους του ελληνικού πληθυσμού από τη Μικρά Ασία. Η εκδίωξη όμως του ελληνικού πληθυσμού από τις αρχαίες μικρασιατικές εστίες –με ιδιαίτερη έμφαση στις αμιγείς ποντιακές περιοχές- είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα και μπορεί να οριοθετηθεί σε δύο τετραετίες: 1914-1918 -διακόπηκε με την ανακωχή του Μούδρου- και 1920-1924.
Ο πλήρης απολογισμός της καταστροφής σε βάρος του Μικρασιατικού Ελληνισμού είναι πολύ δύσκολος σε ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία, καθώς αυτή συντελέστηκε σε βάθος χρόνου και σε ποικίλα επίπεδα: Ψυχολογικός πόλεμος μέσω εκφοβισμών και απειλών, συστηματική παραβίαση ατομικών και συλλογικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αρπαγές και λεηλασίες περιουσιακών στοιχείων και επιχειρήσεων, καταστροφές ελληνορθόδοξων ναών και ευαγών ιδρυμάτων σε αστικά κέντρα και επαρχία, εξαναγκασμός αντρών να υπηρετήσουν στα τάγματα εργασίας (‘αμελέ ταμπουρού’) των Νεοτούρκων, βιασμοί, σφαγές, εκτελέσεις με βάση αποφάσεις τουρκικών δικαστηρίων της «Ανεξαρτησίας» και εξοντωτικές, ως επί το πλείστον επιθανάτιες, πορείες αιχμαλώτων προς τα βάθη της Ανατολίας.
Οι Έλληνες αποδεκατίστηκαν στα εφιαλτικά «αμελέ ταμπουρού», τα οποία εφευρέθηκαν ουσιαστικά ως μία εφιαλτική μέθοδος εθνοκάθαρσης, καθώς οι συνθήκες εργασίας και επιβίωσης ήταν απάνθρωπες. Ο αριθμός των νεκρών υπολογίζεται σε 250.000…
Συγκλονιστική είναι η αυθεντική μαρτυρία της ποντιακής καταγωγής Σάνο Halo (Ευθυμίας Βαρυτίμου), που περιγράφει την εξόντωση ενός αμιγούς ποντιακού χωριού στην πορεία προς τα βάθη της Ασίας το 1920, όπως την κατέγραψε η κόρη της Thea (Ούτε το όνομά μου, Γενοκτονία και επιβίωση: Μια αληθινή ιστορία του Πόντου, Αθήνα, Γκοβόστης, 2001). Πριν λίγες ημέρες έφυγε από τη ζωή «η αρχόντισσα του Πόντου» σε ηλικία 105 ετών. Η Παμποντιακή Ομοσπονδία ΗΠΑ και Καναδά ανέφερε στην ανακοίνωσή της ότι η Σάνο Χάλο «δεν έκανε το χατίρι των γενοκτόνων της. Επέζησε, κράτησε σαν φυλαχτό τις θύμησες, τις διηγήθηκε και τις κατέγραψε με την πένα της κόρης της και δίδαξε στην οικουμένη το ανείπωτο δράμα των Ελλήνων του Πόντου, των χριστιανών της Μικράς Ασίας».
Πολύτιμη είναι και η μαρτυρία του πρόσφατα αποθανόντα Γιώργου (Κόκου) Νικολαΐδη, μικρασιατικής καταγωγής Κύπριου, όπως αυτή πρόλαβε να καταγραφεί στις σελίδες του Ημερολογίου 2014: Μαρτυρίες προσφύγων του 1922 για τη Μικρά Ασία από την Κύπρο του Συνδέσμου Μικρασιατών Κύπρου. Παρατηρεί πως η φυγή του Ελληνισμού από τις πανάρχαιες εστίες πραγματοποιήθηκε αναγκαστικά, «για να σωθούν ζωές, αφήνοντας πίσω τού κόσμου τις περιουσίες και μνήμες, τάφους συγγενών, δεσμούς χρόνων πολλών», και προσθέτει: «Σκόρπισαν οι οικογένειες σε όλα τα μέρη της γης. Όπου μπορούσε να υπάρξει λίγο φως και ένα χέρι βοήθειας. Κύπρος, Αμερική, Αίγυπτος, Λίβανος, Συρία, Παλαιστίνη, και βέβαια η Ελλάδα.[…]».
Ας μην θεωρηθεί τετριμμένη έκφραση πως οι πρόσφυγες από όλη τη Μικρά Ασία, συμπεριλαμβανομένου του ακμαίου ποντιακού Ελληνισμού, όπου κι αν εγκαταστάθηκαν, άντεξαν, δημιούργησαν, διατήρησαν την άυλη κληρονομιά τους (γλωσσικό ιδίωμα, μουσική και τραγούδια, ήθη και έθιμα, γαστρονομία, τεχνογνωσία) και εμπλούτισαν τη ζωή των εγχώριων κοινωνιών, οικονομικά, κοινωνικά, πολιτισμικά και εθνικά.
Αικατερίνη Λάμπρου,
Δρ. σε θέματα Πολιτιστικής Πολιτικής, Διαχείρισης και Επικοινωνίας,
Σύμβουλος Τύπου & Επικοινωνίας στην Πρεσβεία της Ελλάδος στην Κύπρο