Εις μνημόσυνον αιώνιον Τάσου Μητσόπουλου 1965-2014
Με την ευκαιρία της αιφνίδιας εκδημίας του ανθρώπου και πολιτικού Τάσου Μητσόπουλου, Υπουργού Άμυνας της Κυπριακής Δημοκρατίας, το μεσημέρι του Σαββάτου, 22 Μαρτίου 2014, παραθέτουμε εις μνημόσυνον την ομιλία του που μας παραχώρησε τον Μάρτιο του 2012, με την ευκαιρία της Επετείου της Εθνικής Παλιγγενεσίας του 1821.
Προσευχόμαστε ο Θεός της ζωής και της αναστάσεως, να αναπαύει τη ψυχή του εν χώρα ζώντων και δικαίων.
Αιωνία αυτού η μνήμη!
Γραφείο Ενημερώσεως και Επικοινωνίας της Εκκλησίας της Κύπρου
++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++
Ακολουθεί το ιστορικό δημοσίευμα:
Τελέστηκε πανηγυρική Δοξολογία για την Επέτειο της Ελληνικής Παλιγγενεσίας της 25ης Μαρτίου 1821, στον Ιερό Ναό Παναγίας Φανερωμένης Λευκωσίας, την Κυριακή, 25 Μαρτίου 2012, στις 10.00 το πρωί, προϊσταμένου της Α. Μ. του Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ. κ. Χρυσοστόμου.
Τον Πανηγυρικό της ημέρας εκφώνησε ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΔΗ.ΣΥ κ. Τάσος Μητσόπουλος.
*********************************************************************************
Στη συνέχεια παρατίθεται η ομιλία:
Ομιλία του Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου του Δημοκρατικού Συναγερμού κ. Τάσου Μητσόπουλου
στη δοξολογία για την εθνική επέτειο της 25ης Μαρτίου 1821
«Οὐκ ἔχω γλῶτταν ἀξίως εἰπεῖν τά λίαν μεγάλα. Ἰσχνόφωνος γάρ καί βραδύγλωσσος, καί οὐκ εὔλαλος ὑπάρχω, ἵν’ οὕτως εἴπω, περί τῆς μεγαλωνύμου ταύτης ημέρας…».
Φωνή Στέντορα και γλώσσα Δημοσθένη θα έπρεπε να έχω για να μπορέσω με το φτωχικό μου λόγο να υμνήσω το ανεπανάληπτο έπος της εθνικής μας Παλιγγενεσίας. Δεν εορτάζουμε σήμερα ένα απλό ιστορικό συμβάν, ένα ξέσπασμα ιδεολογικών ανατάσεων, έναν ακόμη πόλεμο. Αλλά κοινωνούμε των αχράντων μυστηρίων ενός αγώνα που έμελλε να βγάλει το νεώτερο Ελληνισμό από τη λήθη της ιστορίας. Το ‘21 είναι ένα μεγαλούργημα πάνω από τη λογική, είναι το ξεκίνημα μιας αδυσώπητης πορείας που αψήφησε τη λογική των αριθμών. Που σημαδεύτηκε και καθαγιάστηκε από τα κατορθώματα των επωνύμων και ανωνύμων ηρώων του, που παραμένουν ακόμη και σήμερα ασύλληπτα για τον ανθρώπινο νου. Υπερβαίνουν κατά πολύ τα γήινα μέτρα και είναι δύσκολο να περιγραφούν με λέξεις όσο κι αν είναι αστείρευτος ο πλούτος της ελληνικής μας γλώσσας.
Η μνήμη μας σήμερα φτεροκοπάει 191 χρόνια πίσω στο ταπεινό εκείνο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας. Εκεί οπού οι ραγιάδες Ρωμιοί, τόλμησαν να υψώσουν το ανάστημά τους. Να αναμετρηθούν με τη συνείδηση και την ιστορία τους και να ξεκινήσουν έναν αγώνα επικό και ανεπανάληπτο σε αυταπάρνηση και αυτοθυσία. Όταν ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωνε το λάβαρο της Επανάστασης και οι οπλαρχηγοί ξεχύνονταν με τα γυμνά σπαθιά και τα καρυοφύλλια τους, σήκωναν στους ασθενικούς τους ώμους τριάντα αιώνων αγωνιστική παράδοση. Έβγαιναν από τον στενό κύκλο ενός πρόσκαιρου χώρου και χρόνου, για να εισέλθουν στο ανέσπερο στερέωμα της απαράγραπτης ιστορίας.
Η επανάσταση του 1821 είναι η ώριμη απάντηση του Γένους των Ελλήνων στη μακραίωνη σκλαβιά που ακολούθησε την τραγική άλωση της Πόλης το 1453. Ένα κοσμοϊστορικό γεγονός που σημαδεύτηκε από την αξιοθαύμαστη εκείνη απάντηση του τελευταίου Βυζαντινού αυτοκράτορα, Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, προς το Μωάμεθ τον Πορθητή. Μια απάντηση που κρυστάλλινη αντηχεί σε κάθε διαδρομή της ελληνικής ιστορίας: «Το δε την πόλιν σοι δούναι, ούτ’ εμόν έστιν ούτ’ άλλου των κατοικούντων εν ταύτη. Κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών».
Μυριάδες οι πράξεις λεβεντιάς και αυτοθυσίας κοσμούν τα χρόνια της παλιγγενεσίας. Σούλι, Μανιάκι, Γραβιά, Δερβενάκια και Μεσολόγγι προκαλούν έναν ξέφρενο ενθουσιασμό στο υπόδουλο γένος και το αφυπνίζουν από το μακραίωνο λήθαργο της δουλείας. Η μικρή μας πατρίδα Κύπρος δεν θα μπορούσε να μείνει αμέτοχη στο μεγάλο εθνικό ξεσηκωμό. «Μεσ’ στους ανέμους τους κρυφούς είσιεν το μερτικόν της». Μετά από σωρεία μικρών και μεγάλων επαναστατικών κινήσεων, κορυφαία πράξη αξιοπρέπειας, ψυχικού μεγαλείου και αυτοθυσίας, αποτελεί ο απαγχονισμός του Αρχιεπισκόπου Κύπρου Κυπριανού και η σφαγή των άλλων αρχιερέων και προκρίτων, την αποφράδα ημέρα της 9ης Ιουλίου, όπως μας τη μεταφέρει με απαράμιλλη ενάργεια ο ποιητής μας Βασίλης Μιχαηλίδης.