Μνήμη του Οσίου Μωυσή του Αιθίοπα (28 Αυγούστου)
Σήμερα η Εκκλησία τιμά τη μνήμη του Οσίου Μωυσή του Αιθίοπα, των Μαρτύρων Διομήδους και Λαυρεντίου και της Προφήτιδος Άννης, θυγατέρας του Φανουήλ, που επιβραβεύτηκε για την πίστη και την αφοσίωσή της στη λατρεία του αληθινού Θεού, καθώς αξιώθηκε να δει το Χριστό, όταν Αυτός μεταφέρθηκε από τη Θεοτόκο στο ναό, γεγονός που γιορτάζουμε κατά την ημέρα της Υπαπαντής.
Ο Όσιος Μωυσής έζησε στην Αίγυπτο, όπου υπηρετούσε ως δούλος στο σπίτι ενός πλουσίου. Το μελαμψό χρώμα του και η ισχυρή σωματική του διάπλαση τον έκαναν να ξεχωρίζει, ενώ η απότομη και επιθετική συμπεριφορά του ανάγκασε τον αφέντη του να τον εκδιώξει. Για αρκετά χρόνια έζησε ως ληστής, μέχρι τη στιγμή που, συγκινημένος από την καλοσύνη ενός Χριστιανού, ήρθε σε συναίσθηση και πνευματική κατάνυξη, και τότε αποφάσισε να ακολουθήσει το δρόμο της μετάνοιας και της γνώσης του θελήματος του αληθινού Θεού.
Αναδείχθηκε παράδειγμα αγωνιστή μοναχού, ώστε αξιώθηκε να λάβει και την Ιερωσύνη, ενώ οι άνθρωποι έρχονταν πλησίον του, για να ωφεληθούν από τη συνετή καθοδήγηση του.
Παρέδωσε την ψυχή του μαρτυρικά, στα χέρια ληστών, οι οποίοι εισέβαλαν στη μονή της ασκήσεώς του και κατέσφαξαν τον ίδιο και άλλους έξι μοναχούς.
Ο βίος του Μωϋσή του Αιθίοπα είναι ιδιαίτερα διδακτικός για δύο λόγους: πρώτον, για τη δύναμη της μετάνοιας, που μετατρέπει, ακόμη και ληστές, σε ανθρώπους του Θεού και μάλιστα τους αναδεικνύει λειτουργούς των Μυστηρίων δια της Ιερωσύνης. Και δεύτερον, ότι η Εκκλησία είναι στην πράξη αντίθετη με κάθε είδους κοινωνικές διακρίσεις και φαινόμενα ρατσισμού και σε καμία περίπτωση δεν θεωρεί το χρώμα ή την καταγωγή ως προϋπόθεση για τη σωτηρία και την αγιότητα του κάθε ανθρώπου.
Οι ξεκάθαρες θέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας κατά του ρατσισμού και της ξενοφοβίας και κάθε είδους κοινωνικών διακρίσεων επικαιροποιήθηκαν, σύμφωνα με τις αποφάσεις της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου που έλαβε χώρα τον Ιούνιο του 2016 στην Κρήτη.
Του Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου