Επιμνημόσυνος λόγος του τέως Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων κ. Γιαννάκη Λ. Ομήρου στο ετήσιο Μνημόσυνο του αείμνηστου Αρχιεπισκόπου Κύπρου Χρυσόστομου Α΄
Κυριακή 11.12.2016
Στατός- Άγιος Φώτιος
Πανοσιολογιότατε,
Ελληνίδες και Έλληνες
Με απέραντο σεβασμό προσήλθαμε σήμερα εδώ στον Ιερό Ναό Μεταμόρφωσης του Σωτήρος για να απευθύνουμε προσήκοντα επιμνημόσυνο λόγο για τον αοίδιμο Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Χρυσόστομο τον Α΄ από την αγαπημένη του γενέτειρα την Κοινότητα Στατού – Αγίου Φωτίου.
Εννέα χρόνια από την εκδημία του φλογερού ιεράρχη, του κήρυκα των εθνικών οραμάτων του Ελληνισμού της Κύπρου, του ασυμβίβαστου πατριώτη και αγωνιστή και δεν έχει ακόμα γίνει πλήρης απολογισμός της πολυσχιδούς προσφοράς του.
Η Εκκλησία της Κύπρου δικαιούται να σεμνύνεται για τον εκλιπόντα ιεράρχη της, γιατί υπήρξε μια κορυφαία αγωνιστική φυσιογνωμία που με τους αδιάκοπους αγώνες του για την Εκκλησία και την πατρίδα αναδείχθηκε στη συνείδηση του Κυπριακού και του σύμπαντος Ελληνισμού ως ένας αφοσιωμένος υπηρέτης και οιακοστρόφος της Ορθοδοξίας, ως ένας στοργικός πνευματικός πατέρας και ως ένας εμπνευσμένος, θαρραλέος και καταξιωμένος Εθνάρχης.
Ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Νέας Ιουστιανιανής και πάσης Κύπρου Χρυσόστομος ο Α΄ κατά την υπερπεντηκονταετή διακονία του στην Εκκλησία υπηρέτησε με αγάπη πολλή και πάθος ιερό τις δύο μεγάλες έννοιες της φυλής μας και της ιστορίας μας. Την Ορθοδοξία και τον Ελληνισμό.
Τη βαθύτατη προσήλωση του προς τις δύο αυτές έννοιες τη διακήρυξε ο ίδιος στον ενθρονιστήριο λόγο του ως Χωρεπίσκοπος Κωνσταντίας στις 14 Απριλίου 1968.
«Ουδείς πρέπει να λησμονή, ότι εν καιροίς κατακλυσμών η Ορθόδοξος Εκκλησία υπήρξεν η Κιβωτός, η διαφυλάξασα και περισώσασα του Έθνους την συνείδησιν, την αναστήσασαν τούτο από της τέφρας του, ότι ο Ορθόδοξος Ιεράρχης υπήρξε πάντοτε ο φλογερός κήρυξ και πρόμαχος και ενσαρκωτής της ιδέας της Ελληνικής Πατρίδος…
Η βιωματική αυτή διακήρυξη του φωτισμένου ιεράρχη απετέλεσε έκτοτε τον άξονα προσανατολισμού τόσο των σκέψεων του όσο και, ιδιαιτέρως, των πράξεων του.
Ύψιστος στόχος του ήταν πάντοτε η χριστιανική αναγέννηση και η σωτηρία των ψυχών του ποιμνίου του. Προς επιτυχία του σκοπού αυτού διεκήρυττε με χριστιανικό παλμό στον ενθρονιστήριο λόγο του, ως Μητροπολίτης Πάφου (29.7.1973).
«…Ου δώσω άνεσιν εις το πνεύμα μου και ανάπαυσιν εις το σώμα μου, αλλά νυκτός τε και ημέρας «ήδιστα δαπανήσω και εκδαπανηθήσομαι υπέρ των ψυχών υμών» (Β΄Κορ. 2,15).
Και πράγματι ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος εξεδαπανήθη ψυχή τε και σώματι προκειμένου να οδηγήσει το ποίμνιον του «εις νομάς σωτηρίους». Οι ιεροί άμβωνες των εκκλησιών δονούνταν κάθε Κυριακή και κάθε εορτή από τα εμπνευσμένα του κηρύγματα.
«Μετά τον Χριστόν την αιωνίαν Ελλάδα θα ευαγγελίζωμαι συνεχώς και δια των ιδεωδών αυτής θα γαλουχώ τας ψυχάς και θα φρονηματίζω τας συνειδήσεις του πληρώματος της Εκκλησίας.» (Ενθρονιστήριος Πάφου).
Η αγωγή της νεότητας υπήρξε για τον αοίδιμο Αρχιεπίσκοπο μια διαρκής έγνοια και αγωνία. Γνώριζε πολύ καλά ότι « δεν είναι πλέον ερατεινός της αρετής ο ιδρώς και ο κότινος».
Για την προαγωγή της χριστιανικής αγωγής προχωρεί σε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες και δράσεις.
Με τη δική του ενθάρρυνση και ευλογία ιδρύθηκαν και λειτουργούν η Χριστιανική ένωση Κυπρίων Επιστημόνων (Χ.Ε.Κ.Ε.) οι Χριστιανικοί Σύνδεσμοι Γυναικών, η Χριστιανική Ένωση Νεολαίας και Φοιτητών – Φοιτητριών καθώς και η Ένωση Χριστιανών Ορθοδόξων Γονέων, σωματεία που ανέπτυξαν πλούσια χριστιανική δράση και πολλαπλώς ωφέλησαν την Εκκλησία. (Αρχιεπισκοπικός Ενθρονιστήριος Λόγος).
Ο αοίδιμος Αρχιεπίσκοπος στον φιλανθρωπικό τομέα σε όλη του τη ζωή εφάρμοσε με συνέπεια και πίστη την προτροπή του Αποστόλου Παύλου : «Τοις δε ευποιΐας και φιλανθρωπίας μη επιλανθάνεσθε. Τοιαύταις γαρ θυσίαις ευαρεστείται ο Θεός». (Εβρ. 13.16) . Γι αυτό και με πολλήν αγάπη έσκυψε πάνω στα προβλήματα των πασχόντων συνανθρώπων μας και ιδιαίτερα των προσφύγων και προσέφερε αφειδώλευτα κάθε δυνατή βοήθεια, ηθική και υλική.
Με δικές του πρωτοβουλίες ανηγέρθη το ΜΑΚΑΡΕΙΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ το οποίο αποτελεί μια γενναία προσφορά της Εκκλησίας στα ιατρικά δρώμενα του τόπου μας. Μέσα σε αυτό χιλιάδες συμπατριώτες μας βρίσκουν καθημερινά την έμπρακτη αγάπη και την ανακούφιση από τον πόνο και την οδύνη.
Στον πολιτιστικό τομέα ο μακαριστός ιεράρχης έθεσε και πάλιν τη σφραγίδα της πληθωρικής προσωπικότητα του εκπληρώνοντας το όνειρο του Εθνάρχη Μακαρίου. Ολοκλήρωσε το των Μουσών τέμενος επί κρηπίδων ελληνικής τε άμα και χριστιανικής αρετής και σοφίης επί παιδεία των Ελλήνων».
Αναφερόμαστε ασφαλώς στο Πνευματικό και Πολιτιστικό Ίδρυμα Αρχιεπισκόπου Μακαρίου του Γ΄ το οποίο αποτελεί κόσμημα περίλαμπρο για τα πολιτιστικά δρώμενα της Κύπρου και κέντρο πνευματικής και καλλιτεχνικής τροφοδοσίας και καλλιέργειας του λαού μας.
Μέσα σε αυτά δημιούργησε το περιώνυμο Βυζαντινό Μουσείο το οποίο είναι ένα από τα καλύτερα του Ελληνισμού καθώς και την Πινακοθήκη, την οποία κοσμούν ανεκτίμητης αξίας πίνακες της Αναγεννήσεως. Γενικά αξιοποίησε όλο το καλλιτεχνικό και ιστορικό υλικό, το οποίον ο αείμνηστος Μακάριος με πολλή αγάπη και φροντίδα περισυνέλεξε.
Αλλά, ο αγωνιστικός εθνάρχης και μαχητικός ιεράρχης, ο αενάως, σαν αετός, αγόμενος επί τη Βυζαντινή δόξα και μεγαλοπρέπεια, από τον Ιούλιο του 1974 και εξής, κατά βάθος ένοιωθε «ώσπερ πελεκάν τετρωμένην έχων την πλευράν». Το προδοτικό πραξικόπημα και η βάρβαρη τουρκική εισβολή πλήγωσαν σε αφάνταστο βαθμό την χριστιανική και ελληνοπρεπή ψυχή του. Η κατοχή μεγάλου μέρους της «νήσου των Αγίων και των Μαρτύρων» και η παρουσία των τουρκικών δυνάμεων του Αττίλα έκαναν να νιώθει ενδόμυχα ότι «περιέσχον αυτόν ωδίνες θανάτου» και ότι «κίνδυνοι άδου εύροσαν αυτόν». (Ψαλμός 114.3
Όμως τη σημαία του απελευθερωτικού αγώνα της πατρίδας την κρατούσε συνεχώς αναπεπταμένη, φλογίζοντας τις καρδιές των προσφύγων και σύμπαντος του Κυπριακού λαού. Διακήρυξε στον Αρχιεπισκοπικό ενθρονιστήριο λόγο του ο φωτισμένος και φλογερός ιεράρχης.
«…Συνεχίζων την μακράν της Ορθοδόξου Εκκλησίας παράδοσιν» διακήρυττε «θέτω εμαυτόν και σύμπασαν την Εκκλησίαν επί των επάλξεων της αγωνιζομένης Πατρίδος.
Δηλώ απεριφράστως, ότι , μέχρις ότου το εθνικόν πρόβλημα εύρη δικαίαν και επομένως οριστικήν την λύσιν, η Εκκλησία δεν θα απαρνηθή την εθναρχικήν αυτής αυτής αποστολήν και ιδιότητα, αλλ’ εν τη ιδιότητι ταύτη θα εργάζηται και θα συνεργάζηται μετά της εκάστοτε νομίμου της νήσου κυβερνήσεως, προς εξασφάλισιν της επιβιώσεως, της ελευθερίας και της δικαιώσεως του Κυπριακού Ελληνισμού». (Αρχιεπισκοπικός Ενθρονιστήριος Λόγος).
Για επιτυχία των στόχων αυτών μετέβη σε κάθε χώρα του κόσμου, απ’ όπου ήλπιζε ότι θα εύρισκε βοήθεια και συμπαράσταση. Από την Ελλάδα μέχρι την Αυστραλία και την Αμερική. Στις περιοδείες αυτές μετέφερε τον πόνο και την αγωνία του Κυπριακού Λαού. Και ο Ελληνισμός της μεγαλονήσου προσέβλεπε προς Αυτόν με ελπίδες και με προσδοκίες πολλές. Ο ίδιος βιώνει αυτά τα αισθήματα. Και αγωνίζεται «…. από φυλακής πρωΐας μέχρι νυκτός» να φέρει εις πέρας την εθνική του αποστολή. Να μη διαψεύσει τα όνειρα και τους πόθους του ποιμνίου του. Αλλά δεν «είναι εύκολες οι θύρες, σαν χρεία τις κουρταλεί».
Όμως δεν κάμπτεται και δεν ορρωδεί μπροστά στις αντιξοότητες του μιάσματος της τουρκικής κατοχής. Στέλλει το μήνυμα με τον ενθρονιστικό λόγο του ως Αρχιεπίσκοπος:
« Εφόσον τα ανθρώπινα δικαιώματα εξακολουθούσι να καταπατώνται υπό των εισβολέων εν τη νήσω ημών .. εφ’ όσον η πατρίς ευρίσκεται διχοτομημένη και τα στρατεύματα κατοχής βεβηλώνουσιν τα ιερά ημών χώματα και προσκυνήματα.. ιεράν δίδω υπόσχεσιν, ότι την σημαίαν του αγώνος ουδέποτε θα υποστείλω, αλλά και μόνος και μετά πολλών υπέρ αυτής και υπό τα πτυχάς αυτής θα αγωνισθώ μέχρι τέλους, μέχρι πλήρους δικαιώσεως του Κυπριακού Ελληνισμού. Και την υπόσχεσιν ταύτην φυλάξω βοηθούντος μοι του Θεού..»
«… Η Εκκλησία εν ουδεμιά περιπτώσει θα αποδεχθή την νομιμοποίησιν της αρπαγής και της αδικίας. Δεν θα δεχθώμεν την απεμπόλησιν των δικαίων ημών ουδέ θα λησμονήσωμεν τα ιερά ημών προσκυνήματα. «Επιλησθείη η δεξιά μου, εάν επιλάθωμαι σου», ώ σεπτόν σκήνωμα του Αποστόλου Βαρνάβα. Κολληθείη η γλώσσα μου τω λάρυγγί μου, εάν μη μνησθώ υμών», ώ τάφοι προγόνων ιεροί και σεβάσμια μνήματα αδελφών και πατέρων». (Αρχιεπισκοπικός Ενθρονιστήριος Λόγος).
Πανοσιολογιότατε,
Σεβαστόν Ιερατείον,
Έλληνες και Ελληνίδες,
Μέσα από τα απαράμιλλα σε αξία και θεολογική και φιλολογική έννοια κείμενα των ενθρονιστήριων λόγων του ως Χωρεπισκόπου, Μητροπολίτη και Αρχιεπισκόπου που μας κατέλειπε ως υψηλή πνευματική παρακαταθήκη αποκαλύπτεται η συνείδηση που είχε ως Ιεράρχης αλλά και ως εθνικός ηγέτης σε ώρα δοκιμασίας της πατρίδας.
Ιδιαίτερα σε ότι αφορά την εκπλήρωσιν του χρέους προς τη χειμαζόμενη πατρίδα ο Χρυσόστομος ο Α΄ υπήρξε σταθερός, άκαμπτος και ασυμβίβαστος πατριώτης διεκδικητής ανυποχώρητος των δικαίων του λαού μας.
Πανοσιολογιότατε,
Σήμερα που το Κυπριακό πρόβλημα εισήλθε σε επικίνδυνες ατραπούς, που ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα πλανώνται και απειλούν το λαό μας και τη φυσική και εθνική επιβίωση του Ελληνισμού στην Κύπρο, σήμερα παρά ποτέ χρειαζόμαστε το αγωνιστικό σύμβολο του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Α΄. Σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά οφείλουμε να στραφούμε προς τις αγωνιστικές του υποθήκες.
Η σημερινή κρίσιμη εθνική και πολιτική συγκυρία απαιτεί εμμονή σε στόχους και αρχές και διεκδικητική πολιτική.
Η τιμή στον αοίδιμο Αρχιεπίσκοπο όπως και στον προκάτοχο του Εθνάρχη Μακάριο δεν μπορεί να εξαντλείται σε ομιλίες, επιμνημόσυνες δεήσεις και λόγους. Απότιση τιμής στη μνήμη τους σημαίνει να αντλούμε παράδειγμα από την αγωνιστική τους πορεία. Και να σηκώνουμε με σεβασμό την Κιβωτό με τις εντολές του.
Σαράντα δύο και πλέον χρόνια από την εθνική τραγωδία του 1974 το καθήκον μας είναι να παραμείνουμε σε εγρήγορση, κινητοποίηση σε όλη την κλίμακα του Ελληνισμού για τη διασφάλιση των αναπαλλοτρίωτων δικαιωμάτων της πατρίδας και του λαού μας. Δεν είμαστε ούτε αρνητικοί, ούτε απορριπτικοί. Αλλά με σαφήνεια πρέπει να δώσουμε το μήνυμα ότι δεν πρόκειται να συναινέσουμε σε εθνικό αυτοχειριασμό.
Σαράντα δύο και πλέον χρόνια μετά από την προδοσία και το έγκλημα ενάντια στην πατρίδα μας και δύο σχεδόν χρόνια από την έναρξη των απ’ ευθείας διαπραγματεύσεων, το Κυπριακό βρίσκεται χωρίς αμφιβολία σε δεινή θέση.
Περνούμε την πιο κρίσιμη φάση των κυπριακών εξελίξεων μετά το δημοψήφισμα του 2004.
`Η συμφωνία για διαπραγματεύσεις στη Γενεύη και διάσκεψη, όχι μόνο για το θέμα της ασφάλειας και των εγγυήσεων αλλά και για το εδαφικό και όλα τα εκκρεμούντα θέματα, εγκυμονεί οφθαλμοφανείς κινδύνους.
Ήταν στοιχειώδης προνοητικότητα προ της αποδοχής για συζήτηση του εδαφικού στο εξωτερικό να είχε ζητήσει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δέσμευση από πλευράς Ηνωμένων Εθνών, ότι η τουρκική πλευρά θα κατέθετε χάρτη. Κάτι που κατ’ εξακολούθησιν, αποφεύγει να πράξει τα τελευταία σαράντα δύο χρόνια. Δυστυχώς το προηγούμενο της εξαπάτησης από τον Κλαρκ Κλίφορτ του Προέδρου Μακαρίου το 1977 δεν υπήρξε αρκούντως διδακτικό. Όταν ο Τάσσος Παπαδόπουλος μετέβη στη Βιέννη, κατέθεσε χάρτη, πλην όμως ο Τ/Κ συνομιλητής Ονάν αρνήθηκε να πράξει το ίδιο.
Ήταν διάφανος ο στόχος Τουρκίας και Τουρκοκυπριακής ηγεσίας να οδηγήσουν το εδαφικό όπως και τα υπόλοιπα εκκρεμούντα θέματα σε πενταμερή διάσκεψη μαζί με το θέμα της ασφάλειας κ αι των εγγυήσεων. Για να παρουσιαστεί, ως δήθεν υποχωρούσα στο εδαφικό, προκειμένου να εγείρει αξιώσεις στο θέμα των εγγυήσεων αλλά και σε θέματα εσωτερικής διακυβέρνησης όπως είναι η απαίτηση για εκ περιτροπής προεδρία.
Παρά τις επανειλημμένες κατηγορηματικές διακηρύξεις του Προέδρου Αναστασιάδη ότι για να αποδεχθούμε πολυμερή ή διεθνή διάσκεψη και όχι πενταμερή, θα έπρεπε να βρεθούμε σε ακτίνα συμφωνίας σε όλα τα υπόλοιπα θέματα, προς γενική έκπληξη, υπήρξε θεαματική υπαναχώρηση η οποία ανέτρεψε άρδην τα δεδομένα.
Προφανώς χωρίς προηγούμενη διαβούλευση με την Ελληνική Κυβέρνηση έγινε αποδεκτός ο καθορισμός της διάσκεψης στην οποία πλέον η τουρκική πλευρά θα επιδιώξει τη συζήτηση όλων των εκκρεμοτήτων.
Δεν χρειάζεται καν να υποδειχθεί ότι Τουρκία και Τουρκοκυπριακή ηγεσία θα επιδιώξουν δια της μεθόδου του «πάρε – δώσε», δίκην ανατολίτικου παζαριού την υλοποίηση των μη αποκρυπτομένων στόχων τους.
Για διατήρηση των εγγυήσεων και των επεμβατικών δικαιωμάτων, με παραλλαγή της συνθήκης εγγυήσεως του 1960, για εξασφάλιση της εκ περιτροπής προεδρίας και για κατοχύρωση της πολιτικής ισότητας με δυαδικότητα στο κράτος και τις εξουσίες του. Που όπως έγραφε ο κορυφαίος συνταγματολόγος Αριστόβουλος Μάνεσις το 1990 σχολιάζοντας σχετικές πρόνοιες του Σχεδίου Ντε Κουεγιάρ για λύση του Κυπριακού θα οδηγήσουν σε κράτος όχι απλώς δυσλειτουργικό, αλλά με ημερομηνία λήξης.
« Η δυαδική αρχή, άκρως διευρυμένη και ενισχυμένη, συμπλέκεται ήδη στενά με την ομοσπονδιακή αρχή. Από τη συνάρθρωση τους προκύπτει «επί χάρτου» μια πολιτειακή οντότητα που είναι εντελώς άγνωστη στην τυπολογία των σύγχρονων πολιτευμάτων. Αν δε τελικά επιβληθεί, θα έχει αναποφεύκτως ως επακόλουθα, εμπλοκές και αδιέξοδα κατά τη λειτουργία των σχετικών θεσμών και διακοινοτικές εντάσεις, με κατάληξη την με ολοένα επιταχυνόμενους ρυθμούς παράλυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας . Φοβούμαστε μάλιστα ότι θα οδηγήσει νομοτελειακά στον αφανισμό της».
Να το τονίσουμε για μια ακόμα φορά. Ο Κυπριακός Ελληνισμός επιθυμεί λύση. Επιθυμεί λύση το συντομότερο δυνατό. Όχι όμως οποιαδήποτε λύση. Λύση πουν θα διασφαλίζει τη συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας και την ιστορική συνέχεια του Ελληνισμού στην Κύπρο.
Καθώς η πορεία προς τη Γενεύη είναι πλέον αναπόφευκτη ως προδιαγεγραμμένη, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας επωμίζεται κρίσιμες και ιστορικές ευθύνες. Ελπίζουμε να τις κατανοεί.
Από το ετήσιο αυτό μνημόσυνο του φλογερού ιεράρχη Χρυσόστομου του Α΄ διακηρύσσουμε ότι δεν πρόκειται να συμφιλιωθούμε με μια επικίνδυνη και ζημιογόνα πορεία. Είμαστε αποφασισμένοι να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για λύση λειτουργική και βιώσιμη στηριγμένη στις αρχές του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου.
Πανοσιολογιότατε,
Έλληνες και Ελληνίδες
Εννέα χρόνια μετά που ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος ο Α΄ έφυγε. Και όμως είναι παρών δικαιωμένος και περήφανος. Σεπτός σαν βυζαντινό εξωκλήσι. Και εμείς με φορτισμένες τις μνήμες. Με οράματα τραυματισμένα. Μέσα στους επάλληλους και φαύλους κύκλους της κρίσης αξιών, της ανατροπής των προτεραιοτήτων μας, τους άγους της κατοχής, των καταπατουμένων δικαιωμάτων του λαού μας, της λησμοσύνης του μεγάλου μας χρέους.
Αναζητώντας συνειρμούς της δικής του μεγαλοσύνης και προσφοράς με το σημερινό μας καθήκον. Που επιτάσσει να ξεφύγουμε οριστικά από το σύνδρομο της εθνικής ταπείνωσης του 1974, να επανακαθορίσουμε τα μεγάλα οράματα και να επανασυνδέσουμε τα κομμένα νήματα των προσπαθειών και των αγώνων του Κυπριακού Ελληνισμού. Σε συμπόρευση και συμπαράταξη με την Ελλάδα, θα πρέπει να ολοκληρώσουμε λυτρωτικά τον ιστορικό κύκλο που ξεκινά από την αγχόνη του αποικιοκράτη, φτάνει στη δημοκρατική αντίσταση του λαού μας το 1974, εκτείνεται στην τραγωδία της εισβολής και ολοκληρώνεται με πράξη μόνο μία. Πράξη απόσεισης της κατοχής. Πράξη ελευθερίας.
Αυτή είναι η υπόσχεση μας και σήμερα προς τον αοίδιμο φλογερό Ιεράρχη που τιμούμε και μνημονεύουμε σήμερα. Πως η Κύπρος δεν πεθαίνει, θα ζήσει, πως η Κύπρος δεν θα γονατίσει και δεν θα υποκύψει στη βία, το άδικο και την αυθαιρεσία.
Πως θα αγωνιστούμε όπως Εκείνος ήθελε για να μην περάσουν τα αποτελέσματα της προδοσίας, της τουρκικής εισβολής και κατοχής.
Ας είναι αιωνία η μνήμη του.