Η Εικόνα της Αναστάσεως του Λαζάρου
Δέσποινας Ιωάννου Βασιλείου
Πρεσβυτέρα-Εκπαιδευτικός
Ο Χριστός είπε «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή» (Ιων. ια΄ 25). Τα λόγια έγιναν πράξη με τα θαύματά Του, που αποδεικνύουν έμπρακτα ότι κατέχει θεία δύναμη, προέλευση και δόξα. Η ανάσταση της κόρης του Ιάειρου, η ανάσταση του γιου της χήρας και η ανάσταση του Λαζάρου είναι θαύματα που επικυρώνουν και βεβαιώνουν τα λόγια Του.
Η ανάσταση του Λαζάρου συγκαταλέχθηκε στη σειρά των μεγάλων Δεσποτικών εορτών, γιατί όπως ψάλλει και η εκκλησία μας αποτελεί, «τῆς παλιγγενεσίας προοίμιο σωτήριον» προμήνυμα της αναστάσεως του Χριστού.
Στην εικόνα της εγέρσεως του Λαζάρου, όπως και σε άλλες περιπτώσεις, τονίζονται οι μορφές που διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Σε αυτή την εικόνα ο Χριστός και ο Λάζαρος είναι ψηλότεροι από τους μαθητές του Χριστού, τις αδερφές του Λαζάρου και του πλήθους.
Ο Χριστός στην εικόνα παρουσιάζεται ως ο κυρίαρχος της ζωής έτοιμος να αντιμετωπίσει το θάνατο. Ο θάνατος μπροστά στη ζωή χάνει τη δύναμή του όπως το σκοτάδι κοντά στο φως. Το πρόσωπό Του είναι σοβαρό και αυστηρό, γιατί κατά τρόπο ανθρώπινο λυπάται για το νεκρό Λάζαρο. Είναι εδώ που ο Χριστός δάκρυσε (Ιων. ια΄ 35), αντικρίζοντας το φίλο του δοσμένο στη φθορά και στο θάνατο. Το δεξί Του χέρι σε στάση ευλογίας θυμίζει την παντοδυναμική κλήση, «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω» (Ιω. ια΄ 43).
Ο Λάζαρος αναστήθηκε τυλιγμένος με τα σάβανα, όπως τον τοποθέτησαν κατά την ταφή του. Με τον τρόπο αυτό δηλώνεται ότι χωρίς την παρουσία του Χριστού, ο οποίος είναι η ζωή και η ανάσταση, αδύναμος πια θα συνέχιζε το αιώνιο ταξίδι. Σε αντίθεση ο Χριστός αυτοαναστήθηκε χωρίς την βοήθεια κανενός άλλου αφήνοντας κενά και αναλλοίωτα τα εντάφια σπάργανα. Ως ο χορηγός της ζωής είχε καταδεχθεί ο ίδιος να εισέλθει στο τάφο για να προσφέρει και πάλι την πραγματική ζωή στον άνθρωπο. Οι αναστάσεις των ανθρώπων, που πραγματοποίησε ο Χριστός ήταν θαύματα που έφεραν προσωρινή χαρά στον άνθρωπο. Ήταν προτυπώσεις των μελλόντων και αληθινών δωρεών που θα πρόσφερε ο Χριστός με τη δική του ανάσταση.
Ο Λάζαρος στέκεται αδύναμος απέναντι του Χριστού με δεμένα τα χέρια, τα πόδια και το σώμα με τα εντάφια σπάργανα. Το πρόσωπό του υποκλίνεται στο θείο πρόσταγμα του Κυρίου. Είναι ο μόνος άνθρωπος που γνώρισε για τέσσερις μέρες το θάνατο. Πέθανε προτού ο Χριστός γνωρίσει το θάνατο, όταν ακόμα οι πόρτες του παραδείσου ήταν κλειστές και η δύναμη του θανάτου μεγάλη. Ίσως γι’ αυτό δεν γέλασε και δεν μίλησε ποτέ για την άλλη ζωή, αφού δεν είχε εμπειρία της νέας ζωής που θα πρόσφερε ο Χριστός με τη δική του ανάσταση. Δεν έδωσε μετά την Ανάσταση του Χριστού πληροφορίες για το θέμα αυτό, γιατί ενδεχομένως θα δημιουργούσε σύγχυση στην εκκλησία. Ο θάνατος μετά το Χριστό παύει να υπάρχει και σύμφωνα με το Ευαγγέλιο το μυστήριο της Ανάστασης είναι «η εκπλήρωση της ιστορίας της σωτηρίας».
Ένας νεαρός τοποθετεί πιο πέρα την πέτρα του σπηλαίου. Είναι εντολή του Χριστού «Ἄρατε τὸν λίθον» (Ιων. ια΄ 39), για να δουν οι παρευρισκόμενοι από μόνοι τους την αλήθεια και να μιλούν με χειροπιαστές μαρτυρίες για το θαύμα.
Ένας άλλος υπακούει στην εντολή « Λύσατε αὐτόν, καὶ ἄφετε ὑπάγειν» (Ιων. ια΄ 44). Κρατεί τα σάβανα του Λαζάρου και προσπαθεί να τα ξετυλίξει για να τον ελευθερώσει. Αποστρέφει όμως το πρόσωπό του από τον μόλις αναστημένο Λάζαρο, γιατί δεν μπορεί να αντικρίζει τα σημάδια της φθοράς που τον άγγιξαν μέσα στο τάφο. Βλέπει το Χριστό που πρόσφερε ζωή και θαυμάζει το γεγονός.
Θα ήταν παράλειψη η απουσία των δύο αδερφών του Λαζάρου. Η Μάρθα και η Μαρία αγιογραφούνται γονατισμένες στα πόδια του Χριστού. Είναι η στιγμή που λέγουν «Κύριε , αν ήσουν εδώ δεν θα πέθαινε ο αδερφός μου» (Ιων. ια΄ 21, 32).
Η Μάρθα βρίσκεται γονατιστή με καλυμμένα τα χέρια σε στάση παρακλήσεως. Η Μαρία είναι με καλυμμένα τα χέρια και πεσμένη κάτω αγγίζει τα πόδια του Χριστού. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης αναφέρει ότι η Μαρία μόλις είδε το Χριστό «ἔπεσεν αὐτοῦ εἰς τοὺς πόδας…» (Ιων. ια΄ 32). Επίσης η στάση της Μαρίας, μας θυμίζει το γεγονός που άλειψε με μύρο τα πόδια του Χριστού και τα σκούπισε με τα μαλλιά της, όπως μας περιγράφει και η σχετική διήγηση «Ἦν δὲ Μαρία ἡ ἀλείψασα τὸν κύριον μύρῳ, καὶ ἐκμάξασα τοὺς πόδας αὐτοῦ ταῖς θριξὶν αὐτῆς, ἧς ὁ ἀδελφὸς Λάζαρος ἠσθένει». Είναι ξεκάθαρο σε ποια Μαρία αναφέρεται το κείμενο. Δίκαια λοιπόν η στάση της Μάρθας και Μαρίας.
Πίσω από το Χριστό στέκονται οι μαθητές Του, ενώ πίσω από τα βουνά βρίσκονται οι Ιουδαίοι οι οποίοι αν και είδαν το γεγονός, εμπόδισαν τους εαυτούς τους να πιστέψουν στο θαύμα. Είναι αυτοί που είπαν το γεγονός από φθόνο στους Φαρισαίους. Κάποιος κρατά τη μύτη του, για να μας θυμίζει ότι ο Λάζαρος ήταν τέσσερις μέρες στο τάφο και με το άνοιγμα του τάφου εξήλθε δυσωδία (Ιων. ια΄ 2). Άλλοι θεατές σιγοκουβεντιάζουν το γεγονός και συνωμοτούν για θανάτωση του Ιησού (Ιων. ια΄ 53). Αργότερα η συνωμοσία εξυφαίνεται και εναντίον του Λαζάρου, διότι πολλοί Ιουδαίοι βλέποντας αναστημένο το Λάζαρο εγκατέλειψαν τους Γραμματείς και πίστεψαν στο Χριστό (Ιων. ιβ΄ 11). Γι’ αυτό το λόγο ο Λάζαρος έφυγε φοβισμένος προς την Κύπρο.
Οι σκουρόχρωμοι, στενοί και απότομοι βράχοι φανερώνουν το βαρύ και πένθιμο γεγονός αλλά ταυτόχρονα τον τρόμο που ένιωσαν ακόμα και οι πέτρες με την πρωτόγνωρη ανάσταση ανθρώπου που βρισκόταν τέσσερις μέρες στο τάφο.
Πρώτη δημοσίευση στην ιστοσελίδα 11 Απριλίου 2020