Άγ. Γρηγορίου του Θεολόγου: Λόγος μα΄ εις την Πεντηκοστή

Άγ. Γρηγορίου του Θεολόγου: Λόγος μα΄ εις την Πεντηκοστή

Από: Στυλ. Γ. Παπαδόπουλος (επιμ.), Μιλάει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, μτφρ. Διονύσιος Κακαλέτρης, εκδ. Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1991.

Ε. Την Πεντηκοστή εορτάζουμε καί την παρουσία του Αγίου Πνεύματος καιί την πραγματοποίηση της υποσχέσεως καιί την εκπλήρωση της ελπίδας. Το μυστήριο, πόσο και μεγάλο είναι και σεβαστό! Τελειώνουν λοιπόν όσα έχουν σχέση με το σώμα του Χριστού, ή μάλλον με τη σωματική παρουσία Του(1). Διότι διστάζω να πω τα σωματικά, εφ’ όσον κανένας λόγος δεν μπορεί να με πείσει ότι θα ήταν καλύτερα να είχε απαλλαγεί από το σώμα [ο Χριστός](2). Αρχίζουν δε όσα έχουν σχέση με το Άγιο Πνεύμα(3). Ποια δε ήταν όσα έχουν σχέση με το Χριστό; Η Παρθένος, η γέννηση, η φάτνη, το σπαργάνωμα, οι άγγελοι που τον δοξάζουν, οι ποιμένες που τρέχουν προς Αυτόν, η διαδρομή του αστέρα, η προσκύνηση και η προσφορά των δώρων από τους μάγους, ο φόνος των νηπίων από τον Ηρώδη, ο Ιησούς που φεύγει στην Αίγυπτο, που επιστρέφει από την Αίγυπτο, που περιτέμνεται, που βαπτίζεται, που δέχεται την μαρτυρία από τον ουρανό, που πειράζεται, που λιθάζεται για μας (για να μας δώσει υπόδειγμα κακοπάθειας υπέρ του Λόγου) που προδίνεται, που προσηλώνεται [στον Σταυρό], που θάπτεται, που ανασταίνεται, που ανεβαίνει [στους ουρανούς]. Από αυτά και τώρα υφίσταται πολλά από τους μισόχριστους μεν, αυτά που Τον ατιμάζουν και τα υπομένει (διότι είναι μακρόθυμος)• από τους φιλόχριστους δε, αυτά που Του αποδίδουν τιμή. Και αναβάλλει να ανταποδώσει όπως σ’ εκείνους την οργή, έτσι σε μας την αγαθότητα• επειδή ίσως σ’ εκείνους μεν δίνει καιρό μετανοίας, σε μας δε δοκιμάζει τον πόθο, εάν δεν λιποψυχούμε και δεν αποκάμουμε στις θλίψεις και στους αγώνες για την ευσέβεια• όπως ακριβώς ορίζεται από την θεία οικονομία και τα ανεξιχνίαστα κρίματά Του, με τα οποία κυβερνά με σοφία τη ζωή μας. Όσα λοιπόν αναφέρονται στο Χριστό είναι αυτά’ και τα πέρα απ’ αυτά θα τα δούμε ενδοξότερα [στη βασιλεία των ουρανών] και μακάρι και μεις να φανούμε [δοξασμένοι από το Θεό]. Όσα δε αναφέρονται στο Άγιο Πνεύμα, παρακαλώ το Πνεύμα να έλθει εντός μου και να μου δώσει(4) λόγο όσον επιθυμώ κι’ αν όχι τόσον, αλλ’ όσος απαιτείται σ’ αυτή την περίπτωση. Πάντως όμως θα έλθει με εξουσία δεσποτική, και όχι με τρόπο δουλικό, ούτε περιμένοντας πρόσταγμα, όπως νομίζουν μερικοί. Διότι πνέει όπου θέλει, καί σ’ όσους θέλει, και όποτε και όσο θέλει. Μ’ αυτόν τον τρόπο εμείς εμπνεόμαστε να νοούμε και να μιλούμε για το Άγιο Πνεύμα.

ΣΤ. Το Άγιο Πνεύμα όσοι Το υποβιβάζουν στην τάξη των κτισμάτων είναι υβριστές και δούλοι κακοί κι’ απ’ τους κακούς χειρότεροι. Διότι των κακών δούλων είναι (γνώρισμα) το να αθετούν την [θεία] δεσποτεία και να επαναστατούν κατά της κυριότητας [του Θεού] και να θεωρούν όμοιο με αυτούς δούλο το ελεύθερο [Πνεύμα]. Όσοι όμως Το πιστεύουν ως Θεό είναι θεοφόρητοι και φωτισμένοι στο νου. Εκείνοι όμως που και Το ομολογούν [ως Θεό], εάν μεν το κάνουν σε ανθρώπους με ευσεβές φρόνημα, θεωρούνται μεγάλοι• αλλ’ εάν το κάνουν σ’ όσους έχουν φρόνημα χθαμαλό, θεωρούνται όχι φρόνιμοι• διότι εμπιστεύονται το μαργαριτάρι στον πηλό [δηλ. την αλήθεια της πίστεως σ’ εκείνους που δεν έχουν την διάθεση να την δεχθούν] και σε ακοή ασθενική ήχο βροντής και σε αδύνατους οφθαλμούς ηλιακό φως και στερεά τροφή σ’ εκείνους που πίνουν ακόμα γάλα(5). Αυτούς πρέπει να κατευθύνει κανείς σιγά-σιγά προς τα εμπρός και να τους ανεβάζει προς τα υψηλότερα, ώστε από το φως να ζητούν [περισσότερο] φως και στην αλήθεια να προσθέτουν αλήθεια(6). Γι’αυτό κι’ εμείς αφήνοντας για λίγο τον τελειότερο λόγο (γιατί δεν είναι ακόμα καιρός) έτσι θα μιλήσουμε προς αυτούς.

Ζ. Άνθρωποί μου, εάν μεν θεωρείτε ότι το Άγιο Πνεύμα δεν είναι ούτε άκτιστο ούτε άχρονο, αυτό είναι καθαρά ενέργεια του πονηρού πνεύματος• επιτρέψτε στο ζήλο μου να πω αυτό το τολμηρό. Εάν όμως έχετε τόση τουλάχιστον υγεία [ψυχής], ώστε ν’ αποφεύγετε την φανερή ασέβεια και θέτετε έξω απ’ την δουλεία Αυτό [το Άγιο Πνεύμα] που κι’ εμάς κάνει ελευθέρους, εξετάστε και σεις στην συνέχεια μαζί με το Άγιο Πνεύμα και μας. Διότι δέχομαι ότι σε κάποιο βαθμό μετέχετε Αυτού και σεις, και στο εξής θα συνεξετάσω με σας ως με οικείους πλέον [στην πίστη]. Ή παραχωρήστε μου το μέσον μεταξύ της δουλείας και της δεσποτείας, για να θέσω εκεί την αξία του Πνεύματος• ή εφ’ όσον αποφεύγετε την δουλεία δεν είναι άδηλο, πού θα τοποθετήσετε αυτό το οποίο ζητούμε. Αλλά στενοχωρείσθε για τις συλλαβές και σκοντάφτετε επάνω στον λόγο και αυτό [το να ονομάζει κανείς το Άγιο Πνεύμα Θεό] γίνεται για σας «λίθος προσκόμματος» και «πέτρα σκανδάλου», αφού και ο Χριστός γίνεται για μερικούς(7). Ανθρώπινο είναι να πάθει κανείς κάτι τέτοιο. Ας σταθούμε κοντά ο ένας στον άλλο πνευματικά. Ας γίνουμε περισσότερο φιλάδελφοι παρά φίλαυτοι. Αναγνωρίστε την δύναμη της θεότητας κι’εμείς θα σας δώσουμε την συγκατάθεση για τη λέξη• ομολογείστε την [θεία] φύση με άλλες λέξεις, που συμπαθείτε περισσότερο, κι’εμείς θα σας γιατρέψουμε ως ασθενείς• αφού υποκλέψουμε με τρόπο αυτά που σας είναι ευχάριστα. Διότι είναι άξιο ντροπής και αρκετά παράλογο, ενώ είστε εύρωστοι στην ψυχή, να δείχνετε μια νοσηρή μικρολογία γύρω απ’ τις λέξεις και να κρύβετε τον θησαυρό [της αλήθειας], ακριβώς σαν να φθονείτε τους άλλους ή να φοβάστε μήπως αγιάσετε και την γλώσσα σας [με την ομολογία της θεότητας του Αγίου Πνεύματος]. Ακόμα δε πιο άξιο ντροπής για μας είναι να πάθουμε αυτό που κατηγορούμε, και ενώ καταδικάζουμε την μικρολογία στους άλλους, να μικρολογούμε εμείς γύρω απ’ τα γράμματα(8).

Η. Ομολογείστε, άνθρωποί μου, ότι μιας θεότητας είναι η Αγία Τριάς, ή, αν θέλετε, μιας φύσεως. Κι’ εμείς θα ζητήσουμε από το Άγιο Πνεύμα για σας και τη λέξη Θεός. Διότι γνωρίζω καλά ότι Εκείνος που έδωσε το πρώτο [την πίστη στο ομοούσιο του Υιού] θα δώσει και το δεύτερο [και του Αγίου Πνεύματος] και μάλιστα, όταν το ζήτημα για το οποίο αντιλέγουμε είναι μία πνευματική δειλία και όχι διαβολική εναντίωση. Θα το πω ακόμα πιο καθαρά και πιο σύντομα. Μήτε σεις ν’ αποδώσετε σε μας ευθύνη για τον υψηλότερο λόγο που χρησιμοποιούμε (διότι δεν υπάρχει κανένας φθόνος των άλλων μήπως ανέβουν), ούτ’ εμείς θα σας κατηγορήσουμε για τον μέχρι τώρα δικό σας «προσιτό», εφ’ όσον κι’ από διαφορετικό δρόμο οδηγείστε προς το ίδιο [πνευματικό] κατάλυμα. Διότι δεν ζητούμε να νικήσουμε, αλλά να σας προσλάβουμε ως αδελφούς, που για τον χωρισμό σας από μας σπαραζόμαστε απ’ τη λύπη. Αυτά [λέγουμε] προς εσάς, που υγιαίνετε ως προς την πίστη σας για τον Υιό, πού βρίσκουμε μέσα σας κάποια δύναμη ζωής [πνευματικής]• αυτών που αν και θαυμάζουμε τον τρόπο της ζωής, δεν επαινούμε εξ ολοκλήρου τον λόγο. Σεις που έχετε τα έργα του Πνεύματος, αποκτείστε και το Πνεύμα, για να μη «αθλήτε» μόνο, αλλά και «νομίμως», απ’ όπου και ο στέφανος(9). Αυτός ο μισθός εύχομαι να σας δοθεί για την πολιτεία σας, να ομολογήσετε δηλαδή την πίστη σας στο Άγιο Πνεύμα κατά τρόπο τέλειο και να Το κηρύξετε [ως θεό αληθινό] μαζί με μας καί περισσότερο από μας όσο είναι άξιο. Τολμώ κάτι και μεγαλύτερο για σας να πω τον λόγο του Αποστόλου. Τόσο πολύ σας αγαπώ, και τόσο πολύ ευλαβούμαι σε σας αυτή την κόσμια περιβολή και το χρώμα της εγκράτειας καί τα ιερά αυτά τάγματα και την σεμνή παρθενία και τον αγνισμό και την ολονύκτια ψαλμωδία και την φιλοπτωχία και φιλαδελφία και φιλοξενία, ώστε και ανάθεμα [χωρισμένος] από τον Χριστό να είμαι δέχομαι και ο,τιδήποτε να πάθω ως καταδικασμένος• αρκεί να θελήσετε να σταθείτε μαζί μας και να θελήσετε να δοξάσουμε ενωμένοι την Αγία Τριάδα(10). Διότι για τους άλλους [που δεν ομολογούν το ομοούσιο του Υιού] τι πρέπει να πούμε, τους φανερά πεθαμένους [στην ψυχή] (που μόνο ο Χριστός που ζωοποιεί τους νεκρούς μπορεί ν’ αναστήσει σύμφωνα με τη δύναμη που έχει), οι οποίοι κακώς διαχωρίζονται κατά τον τόπο, ενώ συνδέονται με το λόγο, και τόσο πολύ φιλονεικούν μεταξύ τους όσο οι αλλοίθωροι οφθαλμοί, που βλέπουν ένα πράγμα και δεν συμφωνούν όχι ως προς την όψη αλλ’ ως προς την θέση. Αν βέβαια πρέπει να τους κατηγορήσει κανείς για αλλοιθωρισμό, και όχι όμως για τύφλωση. Αφού ανέπτυξα όσο έπρεπε αυτά που έχουν σχέση με σας, ας επανέλθουμε πάλι προς το Πνεύμα• πιστεύω ότι και σεις τώρα θα παρακολουθήσετε.

Θ. Το Άγιο Πνεύμα πάντοτε υπήρχε και υπάρχει και θα υπάρχει, δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος, αλλ’ είναι πάντοτε ενωμένο και αριθμείται μαζί με τον Πατέρα καί τον Υιό. Διότι δεν θα άρμοζε ποτέ να ελλείπει ο Υιός από τον Πατέρα ή το Πνεύμα από τον Υιό, επειδή θα ήταν σε μέγιστο βαθμό άδοξη η θεότητα, σαν από μεταμέλεια ακριβώς να ήλθε σε συμπλήρωση για να γίνει τέλεια. [Το Άγιο Πνεύμα] λοιπόν πάντοτε και αιώνια μεταλαμβάνεται [με τις θείες ενέργειές Του], δεν μεταλαμβάνει• οδηγεί στην τελείωση [τους ανθρώπους], δεν τελειώνεται• παρέχει την πνευματική πλήρωση, δεν έχει ανάγκη πληρώσεως• αγιάζει, δεν αγιάζεται• κάνει [τους ανθρώπους] θεούς, δεν θεώνεται αυτό προς Εαυτό, και προς εκείνους με τους οποίους είναι ενωμένο, είναι πάντοτε το ίδιο και απαράλλακτο• αόρατο, άχρονο, αχώρητο, αναλλοίωτο, υπεράνω από κάθε έννοια ποιότητας, ποσότητας και μορφής, αψηλάφητο, κινούμενο αφ’ Εαυτού, κινούμενο συνεχώς, έχοντας αφ’ Εαυτού εξουσία, έχοντας αφ’ Εαυτού δύναμη, παντοδύναμο (αν καί ως προς την πρώτη αρχή, όπως ακριβώς όλα τα αναφερόμενα εις τον Μονογενή Υιό, έτσι και του Πνεύματος ανάγεται [εις τον Θεό Πατέρα]). Είναι ζωή και πρόξενος ζωής, το φως και χορηγεί φως, αφ’ Εαυτού αγαθό και πηγή αγαθότητας. Πνεύμα ευθές, ηγεμονικό, κύριο [καλεί και] αποστέλλει [τους άξιους, όπως ο Πατήρ και ο Υιός], θέτει όρια [σε όλη την κτίση] κάνει τους ανθρώπους ναούς οίκους Του, οδηγεί, ενεργεί όπως θέλει, διανέμει χαρίσματα. Είναι Πνεύμα υιοθεσίας [κάνει τους ανθρώπους υιούς του Θεού], αληθείας, σοφίας, συνέσεως, γνώσεως, ευσέβειας, βουλής, δυνάμεως, φόβου [θείου], όσων έχουν απαριθμηθεί. Δια του Αγίου Πνεύματος γνωρίζεται ο Πατήρ και δοξάζεται ο Υιός, και από Αυτούς μόνο γνωρίζεται Αυτό, είναι δηλαδή τα τρία πρόσωπα Εν, μία είναι η λατρεία και η προσκύνηση [που προσφέρεται], μία η δύναμη, η τελειότητα, ένας ο αγιασμός [που παρέχεται]. Και γιατί να μακρολογώ; Όλα όσα έχει ο Πατήρ, είναι του Υιού, εκτός από την αγεννησία. Όλα όσα έχει ο Υιός, είναι του Αγίου Πνεύματος, εκτός από την γέννηση. Αυτά (τα ιδιώματα), όσο βέβαια μπορώ να εκφρασθώ με τον λόγο μου, δεν ξεχωρίζουν ουσίες, αλλ’ ορίζουν την μία και ενιαία ουσία της θεότητας.

Ι. Στενοχωρείσαι για τις αντιθέσεις (που χρησιμοποίησα); Εγώ όμως για το μήκος του λόγου. Τίμησε λοιπόν την (σημερινή) ημέρα του Πνεύματος• συγκράτησε λίγο τη γλώσσα, αν γίνεται. Για άλλες γλώσσες γίνεται ο λόγος• αυτές ευλαβήσου ή φοβήσου, πύρινες καθώς φαίνονται. Σήμερα ας υψώσουμε μ’ ευλάβεια όλο μας τον νου στο θείο μυστήριο [της καθόδου του Αγίου Πνεύματος], ας κάνουμε αύριο ανάλυση λέξεων σήμερα ας εορτάσουμε [με κατάνυξη], ας ειπωθεί κάτι άξιο ντροπής [από τους αντιλέγοντες] αύριο. Αυτά γίνονται με τρόπο μυστικό [στο ταμείο της ψυχής ενώπιον του Θεού], εκείνα γίνονται με τρόπο πομπώδη [ενώπιον των ανθρώπων]• αυτά γίνονται στις εκκλησίες, εκείνα στις αγορές• αυτά αρμόζουν σε ανθρώπους σώφρονες και νηφάλιους, εκείνα σε ανθρώπους που μεθούν αυτά είναι όσων ενεργούν με σοβαρότητα [όση αξίζει στο μεγάλο μυστήριο], εκείνα όσων παίζουν κατά του Πνεύματος. Αφού λοιπόν απαλλαγήκαμε απ’ ό,τι είναι αλλότριο [της ευσεβείας], ας καταρτίσουμε το δικό μας [το λόγο περί του Αγίου Πνεύματος].

ΙΑ. Αυτό [το Άγιο Πνεύμα] ενεργούσε πριν απ’ όλα στις αγγελικές και ουράνιες δυνάμεις, σ’ όσες είναι πρώτες μετά το Θεό και σ’ όσες είναι κοντά στο Θεό. Διότι η τελείωση και η έλλαμψη σ’ αυτές και η δυσκινησία ή η ακινησία τους προς το κακό δεν είναι από άλλη αιτία, αλλά από το Άγιο Πνεύμα. Έπειτα [ενεργούσε] στους Πατέρες και τους Προφήτες. Απ’ αυτούς οι μεν είχαν θέα του Θεού ή Τον εγνώρισαν [με αποκάλυψη], οι δε προγνώρισαν και το μέλλον, με το να σχηματίζει το Πνεύμα εικόνες στο νου τους και σαν να ήσαν παρόντες συναναστρεφόμενοι όσα επρόκειτο να πραγματοποιηθούν στο μέλλον. Τέτοια είναι η δύναμη του Πνεύματος. Έπειτα [ενεργούσε] στους μαθητές του Χριστού (διότι δεν λέγω για το Χριστό, στον Οποίο παρευρίσκετο [το Άγιο Πνεύμα] όχι ωσάν να ενεργούσε, αλλ’ ως συμπαρευρισκόμενο σε ομότιμη σχέση [με Αυτό])• και σ’ αυτούς κατά τρεις τρόπους, στο μέτρο πού μπορούσαν να Το δεχθούν, και κατά τρεις καιρούς: πριν να δοξασθεί ο Χριστός με το πάθος Του• αφού δοξάσθηκε με την Ανάσταση• και μετά την Άνοδό Του στους ουρανούς ή την αποκατάσταση, ή όπως και πρέπει να την ονομάσουμε, φανερώνει δε [την ενέργεια αύτη] η πρώτη θεραπεία και κάθαρση από τις ασθένειες και τα πονηρά πνεύματα, η οποία βέβαια δεν γινόταν χωρίς το Άγιο Πνεύμα• και το εμφύσημα [του Κυρίου στα πρόσωπα των μαθητών Του] μετά την τελείωση της [ενσάρκου] οικονομίας, πού είναι φανερά προσθήκη περισσοτέρας χάριτος• και τώρα ο διαμερισμός των πύρινων γλωσσών, που πανηγυρίζουμε. Αλλά το πρώτο έγινε αμυδρά• το δεύτερο, πιο φανερά• και το [τρίτο] τώρα, τελειότερα … Και δεν παρίσταται τώρα [το Άγιο Πνεύμα] κατά την ενέργεια, όπως πρωτύτερα, αλλά κατά την ουσία , ή όπως αλλιώς θα μπορούσε να το πει κανείς, και μένοντας μαζί τους και μέσα τους [στους αγίους αποστόλους] βοηθός και παραστάτης στο έργο τους(11). Διότι έπρεπε, αφού ο Υιός συνανεστράφη με μας σωματικά, καί Αυτό να φανερωθεί σωματικά(12)• και αφού επανήλθε προς Εαυτόν ο Χριστός, Εκείνο να κατέλθει προς εμάς• και έρχεται μεν ως Κύριο, «πέμπεται» [αποστέλλεται] δε όχι ως κατώτερο. Διότι οι λέξεις αυτές [έρχεται, πέμπεται] φανερώνουν εξ ίσου την ενότητα και ομοτιμία [των προσώπων] παρά χωρίζουν τις φύσεις.

ΙΒ. Δια τούτο μετά το Χριστό μεν [κατέρχεται το Άγιον Πνεύμα] για να μη μας λείπει Παράκλητος [Παρήγορος]• «Άλλος» δε, για να έχεις στο νου σου την ομοτιμία. Διότι το «άλλος» σημαίνει άλλος ακριβώς όπως εγώ γίνεται. Τούτο δε σημαίνει κοινή δεσποτεία και όχι υποτίμηση. Διότι εγώ ξέρω καλά ότι το «άλλος» λέγεται όχι για διαφορετικά πράγματα, αλλά της ιδίας ουσίας. Με μορφή γλωσσών δε [κατήλθε το Άγιο Πνεύμα] εξ αιτίας της συγγενείας προς το Λόγο. Πύρινων δε, και αναζητώ για ποίο απ’ τα δύο: για την κάθαρση (διότι μιλούμε για πυρ – φωτιά – που καθαρίζει, όπως μπορούν από παντού να μάθουν όσοι θέλουν) ή για την ουσία; Διότι ο Θεός μας είναι πυρ [κατά μίαν εικόνα της απροσίτου θείας ουσίας] και «πυρ καταναλίσκον» [φωτιά που κατακαίει και αφανίζει] τη μοχθηρία, [και το λέω] έστω κι’ αν αγανακτείς πάλι, διότι στενοχωρείσαι για το ομοούσιο [που αποδίδω στο Άγιον Πνεύμα]. Και εχωρίστηκαν [οι γλώσσες] διότι τα χαρίσματα [που εχορήγησε] ήταν πολλά και διάφορα• εκάθισαν δε, επειδή η εξουσία Του είναι βασιλική, και επειδή αναπαύεται εις τους αγίους• αφού και τα χερουβείμ είναι θρόνος του Θεού. Στο υπερώο δε (αν δεν θεωρηθώ ότι καταβάλλω μάταιο κόπο κάπως περισσότερο απ’ ό,τι πρέπει) διότι θα ανέβαιναν και θα υψώνονταν από χάμω (πνευματικά) αυτοί που επρόκειτο να Το δεχθούν αφού και με θεία ύδατα [Αγγελικές δυνάμεις] στεγάζονται ουράνια υπερώα [ο θρόνος του Θεού] και υμνείται ο Θεός(13). Και ο Ιησούς επίσης στο υπερώο συμμετέχει στο μυστήριο [της Θείας Ευχαριστίας] με αυτούς που μυούνται στα υψηλότερα, για να παρασταθεί αυτό, ότι αφ’ ενός μεν πρέπει ο Θεός να κατέβει λίγο προς εσάς, πράγμα που ξέρω ότι έγινε παλαιότερα στον Μωυσή, αφ’ ετέρου δε πρέπει εμείς ν’ ανέβουμε και έτσι να γίνει [δυνατή] η κοινωνία του Θεού προς τους ανθρώπους, ν’ αναμειχθεί δηλαδή η [υπερτελεία] αξία [της θεότητας με την μηδαμινότητα της ανθρωπότητας]. Εφ’ όσον όμως [το θείο και το ανθρώπινο] μένουν το μεν στην οικεία περιωπή, το δε στην ταπείνωση, παραμένει άμικτη η άγαθότης [του Θεού] και η φιλανθρωπία Του ακοινώνητη [από τον άνθρωπο]• και υπάρχει μεταξύ των χάσμα μεγάλο και αδιαπέραστο, που εμποδίζει όχι μόνο τον πλούσιο απο τον Λάζαρο και τους επιθυμητούς κόλπους του Αβραάμ, αλλά [όλη] την κτιστή και ρευστή φύση, από την άκτιστη και αμετάβλητη.

ΙΓ. Αυτό [το Άγιο Πνεύμα] κηρύχθηκε μεν από τους προφήτες, όπως στο «Πνεύμα Κυρίου επ’ εμέ»•και, θ’ αναπαυθούνε επ’ αυτόν επτά Πνεύματα• και «κατέβηκε Πνεύμα από τον Κύριο και οδήγησε αυτούς»• και, Πνεύμα επιστήμης που εγέμισε τον Βεσελεήλ τον αρχιτέκτονα της σκηνής• και, Πνεύμα που παροργίζεται και, Πνεύμα που εσήκωσε ψηλά τον Ηλία μέσα σε άρμα και που ο Ελισσαίος εζήτησε διπλάσιο• και, Πνεύμα αγαθό και ηγεμονικό από το οποίο ο Δαβίδ οδηγήθηκε και στηρίχτηκε. Το υποσχέθηκε δε [ο Θεός], προηγουμένως μεν με τον προφήτη Ιωήλ: «Και στις έσχατες ημέρες [όταν θα έλθει ο Μεσσίας] λέγοντας (ο Θεός ότι θα συμβεί τούτο) θα εκχύσω χαρίσματα από το Πνεύμα μου εις όλους τους ανθρώπους (που πιστεύουν δηλαδή) και εις τους υιούς σας και εις τας θυγατέρας σας» και τα εξής. Ο Ιησούς δε ύστερα, ο Οποίος δοξάζεται [από το Άγιο Πνεύμα] και αντιδοξάζει [Αυτό], όπως και τον Πατέρα και [δοξάζεται] από τον Πατέρα. Και η υπόσχεση [του Χριστού], ως πλούσια, βεβαιώνει ότι [το Άγιο Πνεύμα] θα μένει με τους πιστούς αιώνια, δηλαδή τώρα με τους άξιους σε κάθε καιρό, ύστερα δε μ’ εκείνους που αξιώνονται [να κληρονομήσουν] τα εκεί [αγαθά], όταν φυλάξουμε Αυτό ολόκληρο με την [ενάρετη] ζωή μας, και δεν χωρισθούμε [από Αυτό] τόσο, όσο άμαρτάνουμε.

ΙΔ. Αυτό το Πνεύμα συνδημιουργεί μεν με τον Υιό και την κτίση και την ανάσταση. Και ας σε πείσει το «Με το Λόγο του Κυρίου έγιναν και εστερεώθηκαν οι ουρανοί, και με το Πνεύμα του στόματος Του έδημιουργήθηκε το αμέτρητο πλήθος των αστέρων»• «το Πνεύμα του Θεού με εδημιούργησε, η πνοή δε του Παντοκράτορας με διδάσκει»• και πάλι• «θα εξαποστείλεις το [ζωοποιό] Πνεύμα Σου, και θα κτισθούν [αναδημιουργηθούν] και [έτσι] θα ανακαινίσεις το πρόσωπο της γης». Δημιουργεί δε την πνευματική αναγέννηση• και ας σε πείσει το ότι κανείς δεν μπορεί να ιδεί ή να λάβει την βασιλεία [των ουρανών], αν δεν «γεννηθεί άνωθεν» [αναγεννηθεί πνευματικά] από το Άγιο Πνεύμα, και δεν καθαρισθεί από την προηγούμενη [κατά σάρκα] γέννηση. Αυτή [η πνευματική αναγέννηση] η οποία είναι μυστήριο που φανερώθηκε τη νύκτα [από τον Κύριο στο Νικόδημο] συντελείται με την διάπλαση [της ψυχής από την χάρη του Αγίου Πνεύματος που κάνει τον πιστό κοινωνό] του θείου φωτός και•της θείας ημέρας, την οποία καθένας δέχεται μέσα του [και με την δική του πνευματική εργασία]. Αυτό το Πνεύμα (διότι είναι σε άπειρο βαθμό σοφό και φιλάνθρωπο), αν λάβει ποιμένα προβάτων τον κάνει θεόπνευστο ψαλμωδό, που με την ψαλμωδία του απομακρύνει τα πονηρά πνεύματα, και τον αναδεικνύει βασιλέα του Ισραήλ. Αν πάρει αιγοβοσκό που χαράζει συκομορέες, τον κάνει προφήτη. Θυμήσου τον Δαβίδ και τον Αμώς. Αν πάρει νεανίσκο ευφυή, τον κάνει κριτή πρεσβυτέρων και προχωρημένων στην ηλικία. Αυτό μαρτυρεί ο Δανιήλ, που ενίκησε λέοντες μέσα στο λάκκο. Αν βρει αλιείς, τους πιάνει με την σαγήνη [της χάριτος] οδηγώντας τους στον Χριστό και τους κάνει ικανούς να συλλαμβάνουν όλον τον κόσμο με την πλοκή του λόγου. Να εννοήσεις τον Πέτρο και τον Ανδρέα και τους υιούς της βροντής [Ιωάννη και Ιάκωβο], που εβρόντησαν τα πνευματικά. Εάν [πάρει] τελώνες, τους κερδίζει στη μαθητεία [του Χριστού] και δημιουργεί εμπόρους ψυχών. Το λέει ο Ματθαίος, ο χθες τελώνης και σήμερα ευαγγελιστής. Εάν [πάρει] διώκτες θερμούς, μεταθέτει τον ζήλο τους και κάνει Παύλους αντί Σαύλων, και τόσο πολύ [τους ανυψώνει] προς την ευσέβεια, όσο ήταν στην κακία που τους βρήκε. Αυτό είναι και Πνεύμα πραότητας• και οργίζεται γι’αυτούς που αμαρτάνουν. Γι’ αυτό λοιπόν ας γνωρίσουμε Αυτό ως πράο και όχι οργιζόμενο, ομολογώντας την αξία Του [ως Θεού] και αποφεύγοντας κάθε βλάσφημο λόγο, και ας μη θελήσουμε να το ιδούμε να οργίζεται για αμαρτία που είναι ασυγχώρητη [την βλασφημία εις Αυτό]. Αυτό [το Άγιο Πνεύμα] κάνει κι’ έμενα σήμερα τολμηρό κήρυκα σε σας• εάν μεν χωρίς να πάθω τίποτε, η χάρη, στον Θεό• εάν δε πάθω, και πάλι χάρη• το μεν [πρώτο], για να λυπηθεί [ο Θεός] αυτούς πού μας μισούν το δε, για να μας αγιάσει, με το να πάρουμε τον μισθό αυτό της ιερουργίας του Ευαγγελίου, το να τελειωθούμε δηλαδή με το αίμα μας(14).

ΙΕ. Μιλούσαν μεν λοιπόν [οι Απόστολοι] ξένες γλώσσες και όχι τις πατρικές τους, και το θαύμα είναι μεγάλο, να μιλούν άνθρωποι γλώσσα που δεν έμαθαν και αυτό το σημείο [θαύμα] είναι για τους απίστους, όχι γι’ αυτούς που πιστεύουν, για να είναι κατήγορο των απίστων, όπως έχει γραφτεί• «Ότι με ανθρώπους που μιλούν ξένες γλώσσες και με χείλη ξένων λαών θα ομιλήσω προς το λαό αυτόν, αλλ’ ούτε με τον τρόπο αυτό θα με ακούσουν, λέγει ο Κύριος». Άκουγαν δε [όσοι ήσαν τότε στα Ιεροσόλυμα]. Εδώ σταμάτησε λίγο και διερωτήσου, πώς θα διαιρέσεις τον λόγο. Διότι έχει κάτι το αμφίβολο η λέξη [«ήκουον»] το οποίο διαχωρίζεται με την τελεία. Άρα, δηλαδή, άκουγαν ο καθένας στη δική του γλώσσα, φερ’ ειπείν σαν να ηχεί δυνατά μία φωνή, και ν’ ακούγονται πολλές, με το να πάλλεται έτσι ο αέρας και, για να το πω σαφέστερα, με το να γίνεται η φωνή φωνές; Ή πρέπει να σταματήσουμε στο «ήκουον», το δε «Λαλούντων» στις δικές τους γλώσσες να το προσθέσουμε στα επόμενα, για να είναι: «Καθώς μιλούσαν γλώσσες», τις δικές των, αυτών που ακούγανε, που σημαίνει ξένες• προς τούτο δε και μάλλον τάσσομαι. Διότι με εκείνον μεν τον τρόπο το θαύμα θα ήταν εκείνων που άκουγαν μάλλον παρά εκείνων που μιλούσαν. Με αυτόν δε τον τρόπο εκείνων που μιλούσαν οι οποίοι και κατηγορήθηκαν για μέθη, είναι φανερό ότι με το να θαυματουργούν αυτοί ως προς τις γλώσσες με την δύναμη του Πνεύματος.

ΙΣΤ. Πλην είναι μεν άξια να εξυμνείται και η παλαιά διαίρεση των γλωσσών (όταν οικοδομούσαν τον πύργο εκείνοι που συμφώνησαν κακώς και αθέως, όπως και από τους σημερινούς τολμούν μερικοί)• διότι με το να διαλυθεί η ομογνωμοσύνη μαζί με το σχίσιμο (διαφορά) της γλώσσας, σταμάτησε το εγχείρημα. Περισσότερο όμως πρέπει να εξυμνείται αύτη [η διαίρεση] που θαυματουργείται σήμερα. Διότι αφού διαλύθηκε [η γλώσσα] από το ένα Πνεύμα σε πολλούς, συνάγεται πάλι σε μία αρμονία. Και υπάρχει διαφορά χαρισμάτων, [στην γλωσσολαλία] που χρειάζεται άλλο χάρισμα για να διακρίνεται το περισσότερο ωφέλιμο [για την σύναξη των πιστών]• επειδή όλες οι γλώσσες είναι επαινετές. Καλή δε θα λεγόταν και εκείνη, για την οποία λέει ο Δαβίδ• «Καταπόντισε, Κύριε, και καταμοίρασε τις γλώσσες τους». Γιατί; «Διότι αγάπησαν όλους τους λόγους που καταποντίζουν [τους ανθρώπους] γλώσσα δόλια»• φανερά σχεδόν κατηγορώντας αυτές τις γλώσσες εδώ, που χωρίζουν την θεότητα [με το να μη ομολογούν την θεότητα του Αγίου Πνεύματος]. Αυτά λοιπόν και αρκετά.

ΙΗ. Εμείς μεν πρέπει να απολύσουμε την σύναξη (διότι ήταν αρκετός ο λόγος), την πανήγυρη όμως ουδέποτε. Αλλ’ είναι ανάγκη να εορτάσουμε, τώρα μεν και σωματικά [συμμετέχοντας στα τελούμενα], ύστερα δε από λίγο εντελώς πνευματικά [σε ησυχία με πνευματική μελέτη και νοερά προσευχή]• όπου και τους λόγους αυτών [των υμνωδών] θα κατανοήσουμε καθαρότερα και σαφέστερα, ενωμένοι με Αυτόν το Λόγο και Θεό και Κύριο ημών Ιησού Χριστό, την αληθινή εορτή και αγαλλίαση των σωζομένων με τον Οποίο η δόξα και η τιμή στον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, τώρα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Σημ. Οι παρενθέσεις ( ) είναι του κριμένου οι αγκύλες [ ] περιέχουν επεξηγηματικές προσθήκες.

1. Παρουσιάζει εδώ ένα σημαντικό σημείο της διδασκαλίας του περί της φανερώσεως της Αγίας Τριάδας στον κόσμο. Κατά τον άγιο Πατέρα, μέσα στην ιστορία της σωτηρίας, η θεία οικονομία ενεργεί σε τρία στάδια, τα οποία και ονομάζει «σεισμούς», «διαθήκας» και «μεταθέσεις βίου». Το πρώτο είναι η παράδοση του Νόμου, η περίοδος της Παλαιάς Διαθήκης• το δεύτερο είναι η σάρκωση του Λόγου, η περίοδος της Καινής Διαθήκης• το τρίτο είναι η φανέρωση του Αγίου Πνεύματος κατά την Πεντηκοστή, ο καιρός του Πνεύματος. Το δεύτερο καί το τρίτο στάδιο δεν διαχωρίζονται βέβαια χρονικά, οι ενέργειες δε και των τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδος είναι κοινές. Το Άγιον Πνεύμα, κατά την υπόσχεση του Κυρίου ενώνεται με τους άξιους, και «διά προσθηκών» οδηγεί στην τελείωση της γνώσεως του Θεού. Κατά την διδασκαλία του Γρηγορίου, περί σταδιακής και οικονομικής φανερώσεως της Αγίας Τριάδος, η Παλαιά Διαθήκη εκήρυττε φανερά τον Πατέρα, και τον Υιό αμυδρότερα (σκιωδώς δε και το Άγιον Πνεύμα). Η Καινή εφανέρωσε τον Υιόν, υπέδειξε δε την θεότητα του Αγίου Πνεύματος. Αυτή φανερώνεται τρανότερα «εις ύστερον», από την ήμερα της Πεντηκοστής και μετά.

2. Αναφέρεται στην καταπλήσσουσα άπειρη φιλανθρωπία του Κυρίου που στην ένδοξο Ανάληψή Του συνανυψώνει και την ανθρώπινη φύση για να την έχει αχώριστη από την θεία φύση Του εις τους αιώνες, εν δεξιά του Πατρός• Η σημασία της ενώσεως των δύο φύσεων στο πρόσωπο του Κυρίου για την θέωση του ανθρώπου τονίζεται βέβαια σε όλο το έργο του Γρηγορίου.

3. Το χρονικό σημείο αυτής της «αρχής» είναι η Πεντηκοστή. Το Άγιο Πνεύμα ενεργούσε βέβαια και πριν από αυτήν, όπως αναφέρει πιο κάτω ο θείος Πατήρ, αλλά δεν είχε φανερωθεί στον κόσμο ως θεία υπόσταση (Βλ. σημείωση 1).

4. Ο Άγιος θέτει εδώ την βάση της θεολογίας ως εκκλησιαστικής λειτουργίας. Η θεολογία είναι φωτισμός και έμπνευση του Αγίου Πνεύματος μετά προηγούμενη κάθαρση των γνωστικών δυνάμεων της ψυχής. Το Άγιον Πνεύμα διδάσκει και αποκαλύπτει στους άξιους τα θεία μυστήρια, τους οδηγεί στη γνώση της θείας αληθείας, όσον είναι αναγκαίο για την σωτηρία των πιστών. Αυτοί είναι οι Πατέρες και Διδάσκαλοι της Εκκλησίας, οι οποίοι έχουν συνείδηση ότι γίνονται όργανα του Αγίου Πνεύματος για να φανερωθεί στον κόσμο η «πολυποίκιλος σοφία του Θεού». Οι άγιοι Πατέρες, φωτιζόμενοι και οδηγούμενοι από το Άγιο Πνεύμα, γνωρίζουν στους πιστούς το θέλημα του Θεού για την σωτηρία τους. Κανείς δεν μπορεί να θεολογήσει, αν δεν «δώσει λόγον» το Άγιο Πνεύμα. Κανείς δεν μπορεί να γνωρίσει τα του Θεού χωρίς τον Θεό. Ο άγιος Γρηγόριος έχει την θαυμαστή παρρησία να ομολογεί ότι ομιλεί εμπνεόμενος από το Άγιο Πνεύμα. Πιο κάτω θα χρησιμοποιήσει το ρήμα «σκέπτομαι» (με το Άγιο Πνεύμα). (Πρβλ. την λέξη «συν-διασκεψάμενοι» του προσομοίου των αίνων των Αγίων Πατέρων).

5. Ποιους υπονοεί ο θείος Πατήρ, ότι κρίνουν με αυτόν τον τρόπο τον ίδιο και όσους ομολογούν την θεότητα του Αγίου Πνεύματος; Πρέπει μάλλον να νοήσουμε «κείνους που είχαν ευσεβές φρόνημα και πίστευαν στην θεότητα και το ομοούσιον του Αγίου Πνεύματος, πλην όμως δεν ομολογούσαν την πίστη τους φανερά για λόγους «οικονομίας».

6. Οι πνευματομάχοι διακρίνονταν σε διάφορες κατηγορίες. Οι πιο ακραίοι θεωρούσαν το Άγιο Πνεύμα κτίσμα. Οι πιο ήπιοι εδίσταζαν να ονομάσουν το Άγιο Πνεύμα Θεόν από σεβασμό δήθεν προς την Γραφή, που δεν το αναφέρει ρητά. Προς αυτούς κυρίως απευθύνει τον λόγο ο Άγιος με μεγάλη αγάπη και συγκατάβαση, δείωνοντας το ύψος της «ποιμαντικής επιστήμης» του.

7. Οι Πνευματομάχοι, όπως και όλοι οι αιρετικοί, προσκολλώνται στις λέξεις, στο γράμμα της Γραφής, και χάνουν τα νοούμενα από τις λέξεις. Κρατούν τα «ονόματα», και αφήνουν τα «πράγματα». Και κατηγορούν τους ορθοδόξους ότι εισάγουν «άγραφα», δηλ. λέξεις πού δεν υπάρχουν στην Γραφή. Ο Γρηγόριος, με την διάκριση αυτή (ονόματος-πράγματος) και με την παράθεση γραφικών χωρίων, αποδεικνύει ότι η αλήθεια πρέπει να αναζητηθεί μέσα και πέρα από το γράμμα των Γραφών, με πολύ προσεκτική και επίπονο μελέτη και θείο φωτισμό. Για παράδειγμα, η αλήθεια για την θεία φύση και το ομοούσιο του Αγίου Πνεύματος δεν αναφέρεται με αυτές τις λέξεις, αλλά είναι «λίαν έγγραφος» (κατ’ αντιδιαστολή προς το «άγραφον»), μαρτυρείται δηλαδή, από την Γραφή.

8. Βλέπουμε εδώ τον ζέοντα πόθο του Αγίου να αλιεύσει τους ασθενούντες στην πίστη στην ορθοδοξία με μία διακριτικότατη παραχώρηση, ώστε να όδηγηθούν σταδιακά στην ομολογία της θεότητος του Αγίου Πνεύματος. Δέχεται δηλαδή να ομολογήσουν την θεία φύση του Πνεύματος με άλλες λέξεις, και θα παρακαλέσει το Πνεύμα να τους δώσει και την λέξη Θεός. Ο ίδιος δηλαδή, σε αντίθεση με τους αιρετικούς, δεν προσκολλάται καθόλου στις λέξεις καί τα γράμματα.

9. Απ’ όσα αναφέρει εδώ και λίγο πιο κάτω ο θείος Γρηγόριος, συμπεραίνεται ότι οι πνευματομάχοι ή έστω μια μερίδα τους, διακρίνονταν ως ιδιαίτερη κοινότητα. Έδειχναν δε θαυμαστό ζήλο ευσέβειας και ξεχώριζαν όχι μόνον από την εξωτερική εμφάνιση, αλλά και από το ασκητικό ήθος. Όλα αυτά, και την ορθή πίστη στον Υιό, επαινεί ο ιερός Πατήρ για να τους οδηγήσει προς την τελεία ενότητα της πίστεως.

10. Μεγαλειώδης φανέρωση της θείας αγάπης η οποία κατέφλεγε την καρδία του Μεγάλου Πατρός. Οι άγιοι Πατέρες με όση δύναμη και ιερό πάθος εμάχοντο υπέρ της αληθείας της πίστεως, με τόση σπλαχνική στοργή εφέροντο προς τους πλανωμένους για να τους επαναφέρουν μέσα στην μάνδρα της Εκκλησίας.

11. Στην Παλαιά Διαθήκη, και κατά τον πρώτο καιρό της κλήσεως και αποστολής των Μαθητών, το Άγιο Πνεύμα ενεργούσε «αμυδρά», μετά δε την Ανάσταση του Κυρίου «εκτυπώτερα» κατά την δεκτικότητα των αγίων Αποστόλων. Κατά την ημέρα της Πεντηκοστής όμως και μετά «τελειώτερα». Τότε φανερωνόταν «κατά την ενέργεια», τώρα όμως, «κατά την ουσία». Η λέξη «ουσιωδώς» χρησιμοποιείται από τους Πατέρες με την σημασία της ενοικήσεως του Αγίου Πνεύματος, του πληρώματος της χάριτός Του, σε διάκριση από την ενέργεια ενός μόνον ή περισσοτέρων χαρισμάτων Αυτού. Κατά τον ίδιο άρρητο τρόπο που ενοικεί ο Πατήρ και ο Υίός. Δεν πρέπει βέβαια να νοήσουμε καμμία αναφορά στη θεία ουσία, ή οποία είναι απρόσιτη καί άμέθεκτη από κάθε κτιστή φύση.

12. Θέλοντας ο θείος Γρηγόριος να τονίσει το ομοούσιο του Αγίου Πνεύματος με τον Υιό, συνδέει συχνά διάφορα γεγονότα της θείας οικονομίας κατά την φανέρωση των δύο Προσώπων στον κόσμο. Έτσι, αφού αναφέρεται στην σωματική παρουσία του Υιού, ομιλεί για την «σωματική» εμφάνιση του Αγίου Πνεύματος. Εννοεί μάλλον την κάθοδό Του κατά την Βάπτιση ως περιστεράς και κατά την Πεντηκοστήν εν είδει πύρινων γλωσσών, οι οποίες δείχνουν επίσης και την «συγγένεια προς τον Λόγο».

13. Αλληγορική ερμηνεία του «ο στεγάζων εν ύδασι τα υπερώα Αυτού» (ψαλμ. 103,3). Κατ’ αυτήν, θεία ύδατα σημαίνουν αγγελικές δυνάμεις, οι οποίες είναι θρόνος δόξης της θείας μεγαλειότητος και υμνούν ακατάπαυστα τον Θεόν.

14. Την νύκτα του Πάσχα του ιδίου έτους, ο θείος Γρηγόριος είχε τραυματισθεί από τους εξαγριωθέντες αρειανούς, που όρμησαν με μανία εναντίον του για να τον εξοντώσουν. Αισθάνεται ότι και πάλι μπορεί να κινδυνεύσει, αν και ίσως όχι από τους πνευματομάχους.

Πηγή: myriobiblos.gr

Πρώτη δημοσίευση στην ιστοσελίδα: 23.04.2020

Print Friendly, PDF & Email

Share this post