Ἡ μαρτυρία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν (1923-1938) Χρυσόστομου Παπαδόπουλου γιὰ τὸν Ἅγιο Nἑκτάριο
Κωστῆς Κοκκινόφτας
Κέντρο Μελετῶν Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου
Ἡ μαρτυρία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν (1923-1938) Χρυσόστομου Παπαδόπουλου γιὰ τὸν Ἅγιο Nἑκτάριο
Μία ἀπὸ τὶς πρῶτες μαρτυρίες γιὰ τὴν προσωπικότητα καὶ τὸ ἦθος τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου[1] προέρχεται ἀπὸ τὸν πολυγραφότατο ἐκκλησιαστικὸ συγγραφέα, μετέπειτα Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν (1923-1938), καθηγητὴ στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου τῆς ἑλληνικῆς πρωτεύουσας (1914-1923) καὶ μέλος τῆς νεοσύστατης Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν (1926-1938), Χρυσόστομο Παπαδόπουλο[2]. Ἀμφότεροι κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀνατολικὴ Θράκη, ὁ μὲν Ἅγιος Νεκτάριος (1846-1920) ἀπὸ τὴ Σηλυβρία, ὁ δὲ Παπαδόπουλος (1868-1938) ἀπὸ τὴ Μάδυτο. Καὶ οἱ δύο φοίτησαν στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ Ἀθηνῶν, ὁ μὲν πρῶτος ἀπὸ τὸ 1881 μέχρι τὸ 1885, ὁπότε καὶ ἀποφοίτησε, ὁ δὲ δεύτερος ἀπὸ τὸ 1889 μέχρι τὸ 1891, ποὺ ἀναχώρησε γιὰ τὴ Ρωσία γιὰ εὐρύτερες σπουδὲς στὶς Θεολογικὲς Ἀκαδημίες τοῦ Κιέβου καὶ τῆς Ἁγίας Πετρούπολης (1891-1895). Ἐπίσης, καὶ οἱ δύο διετέλεσαν γιὰ κάποιο χρονικὸ διάστημα κληρικοὶ τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας, ὁ μὲν Ἅγιος Νεκτάριος ἀρχικὰ ὡς Ἱεροδιάκονος (1885-1886), καὶ ἀκολούθως ὡς Ἀρχιμανδρίτης (1886) καὶ Μητροπολίτης Πενταπόλεως (1889), ἐπιφορτισμένος μὲ τὰ καθήκοντα τοῦ Πατριαρχικοῦ Ἐπιτρόπου στὸ Κάιρο (1886-1890) καὶ μὲ ἕδρα τὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ὁ δὲ Χρυσόστομος Παπαδόπουλος ὡς Ἀρχιμανδρίτης στὸν ναὸ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Ἀλεξάνδρειας καὶ προϊστάμενος τῶν ἑλληνικῶν ναῶν τῆς πόλης (1909-1911), τὴν περίοδο ποὺ ἐγκατέλειψε τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ πρὶν νὰ ἐγκατασταθεῖ ὁριστικὰ στὴν Ἀθήνα. Ἀκόμη, ἀμφότεροι ὑπηρέτησαν ὡς διευθυντὲς στὴ Ριζάρειο Ἐκκλησιαστικὴ Σχολή, ὁ μὲν Ἅγιος Νεκτάριος ἀπὸ τὸ 1894 ἕως τὸ 1908[3], ὁ δὲ Παπαδόπουλος ἀπὸ τὸ 1911 ἕως τὸ 1923[4]. Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι ὁ τελευταῖος, στὸ βιβλίο του γιὰ τὴν ιστορία τῆς Σχολῆς, ποὺ ἐξέδωσε τὸ 1919, ἀναφέρεται στὰ πολλὰ λειτουργικὰ προβλήματα, τὰ ὁποῖα ἀντιμετώπιζε παλαιότερα, καὶ προσθέτει ὅτι, ὅταν ἀνέλαβε ὁ Ἅγιος τὴ διεύθυνσή της, μὲ τὸ κῦρος καὶ τὴν ὅλη προσωπικότητά του, συνέβαλε τὰ μέγιστα στὴν ἀποκατάσταση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ της χαρακτῆρα καὶ στὴν πνευματική της ἀνέλιξη[5].
Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο εδώ…
[1]. Ἀπὸ τὸν μεγάλο ἀριθμὸ βιβλίων, ποὺ ἔχουν γραφεῖ γιὰ τὸν Ἅγιο Νεκτάριο, ἀναφέρονται ἐνδεικτικὰ αὐτὰ τῶν Τ. Ματθαιάκη, Ὁ Ὅσιος Νεκτάριος Κεφαλᾶς, Μητροπολίτης Πενταπόλεως (1846-1920), Ἀθῆναι 1955· Σ. Δημητρακόπουλου, Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως. Ἡ πρώτη ἁγία Μορφὴ τῶν καιρῶν μας. Ἱστορικὴ Βιογραφία βασισμένη σὲ αὐθεντικὲς πηγές, Ἀθήνα 2000· Κλ. Στρογγύλη, Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος Κεφαλᾶς, Μητροπολίτης Πενταπόλεως. Ἱστορικὴ Μελέτη ἐπὶ τῇ βάσει ἀνέκδοτων ἀρχειακῶν πηγῶν, τ. Α´- Β´, Ἀθήνα 2019.
[2]. Γιὰ τὸν Χρ. Παπαδόπουλο βλ. Δ. Μπαλάνου, «Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος», Θεολογία 16 (1938) 379-392· Γρ. Παπαμιχαήλ, «Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος», Νέα Ἑστία 24 (1938) 1571-1572 [= Θεολογία 16 (1938) 398-401]· Χρ. Νεαμονιτάκη, Χρυσόστομος Α. Παπαδόπουλος, Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος (1868-1938), Ἀθῆναι 1969.
[3]. Γιὰ τὴν περίοδο τῆς ζωῆς τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου, ὅταν διετέλεσε διευθυντὴς τῆς Ριζαρείου Σχολῆς, βλ. Κλ. Στρογγύλη, Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως καὶ ἡ Ριζάρειος Ἐκκλησιαστικὴ Σχολὴ (1894-1908). Ἡ ἐσωσχολικὴ καὶ ἐξωσχολικὴ δράση ἐπὶ τῇ βάσει ἀνέκδοτων ἀρχειακῶν πηγῶν, Ἀθήνα 2008.
[4]. Γ. Κονιδάρη, «Ὁ Ἀρχιμ. Χρυσόστομος Α. Παπαδόπουλος, ὡς διευθυντὴς καὶ ἀναδιοργανωτὴς τῆς Ριζαρείου Σχολῆς (1911-1923)», Ἐπετηρὶς Ἑνώσεως Ἀποφοίτων Ριζαρείου Σχολῆς 1 (1949) 84-108. Ἂς σημειωθεῖ ὅτι, μεταξὺ τῶν ἐτῶν 1908 καὶ 1911, διευθυντὴς τῆς Σχολῆς διετέλεσε ὁ καθηγητὴς τῆς Ἑρμηνείας τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης Νικόλαος Παπαγιαννόπουλος, ὁ ὁποῖος διαδέχθηκε τὸν Ἅγιο Νεκτάριο καὶ παρέδωσε τὴ διεύθυνσή της στὸν Χρυσόστομο Παπαδόπουλο. Βλ. Ν. Καρυτσιώτη, «Ἡ Ριζάρειος Σχολὴ 1919-1969)», Ριζάρειος Ἐκκλησιαστικὴ Σχολή. Πανηγυρικὸς Τόμος ἐπὶ τῇ 125ετηρίδι 1844-1969, Ἀθῆναι 1969, σ. 53.
[5]. «Ἀλλ᾽ εὐτυχῶς, παρὰ τὰς διακυμάνσεις ταύτας, ἡ Ριζάρειος Σχολή, διὰ τοῦ Διευθυντοῦ Μητροπολίτου Πενταπόλεως Νεκταρίου, ἕνεκα τοῦ κύρους αὐτοῦ ὡς Ἱεράρχου, ἐπανεῦρε τὴν ἐσωτερικὴν αὐτῆς γαλήνην καὶ διὰ τοῦ ἐκλεκτοῦ αὐτῆς διδακτικοῦ προσωπικοῦ ἐχώρησε πρὸς τὰ πρόσω, μετὰ τῆς συνήθους αὐτῇ μεγάλης πνευματικῆς ἐπιδόσεως. Ὁ Διευθυντὴς ἀποκατέστησε τελείως τὸν ἐκκλησιαστικὸν χαρακτῆρα τῆς ἐσωτερικῆς ζωῆς τῆς Σχολῆς». Βλ. Χρ. Παπαδοπούλου, Ἱστορία τῆς Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς ἐπὶ τῇ ἑβδομηκονταπενταετηρίδι αὐτῆς, Ἀθῆναι 1919, σ. 162· Τοῦ ἰδίου, «Ἱστορία τῆς Σχολῆς», Ριζάρειος Ἐκκλησιαστικὴ Σχολή. Πανηγυρικὸς Τόμος ἐπὶ τῇ 125ετηρίδι 1844-1969, σ. 43.
Πρώτη δημοσίευση στην ιστοσελίδα: 01.02.2021