«Ηγόρασαν αρώματα, ίνα ελθούσαι αλείψωσι τόν Ιησούν» – Κυριακή των Μυροφόρων
Χριστόδουλου Γ. Παχουλίδη
Την Κυριακή των Μυροφόρων η Εκκλησία τιμά τη μνήμη των Μυροφόρων γυναικών, που πήγαν στον Τάφο του Κυρίου μας με μύρα την Κυριακή το πρωί, καθώς και του ευσχήμονα βουλευτή Ιωσήφ και του Νικοδήμου που φρόντισαν για την ταφή Του.
Ο Θείος Διδάσκαλος και Λυτρωτής είχε «αποθάνει» επί του Σταυρού, και αυτοί που τον αγαπούσαν θέλουν να Του προσφέρουν τα μύρα της αγάπης και της λατρείας τους: τις επικήδειες και επιτάφιες εκδηλώσεις της αφοσίωσης τους προς Αυτόν. Προηγούνται οι άνδρες, ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος, στο δύσκολο έργο της Αποκαθήλωσης και του Ενταφιασμού Του, στο καινό μνημείο, που είχε ετοιμάσει ο Ιωσήφ, για τον ίδιο τον εαυτό του, εις τον εκεί πλησίον κήπο του. Ο Ιωσήφ, αφού ζήτησε από τον Πιλάτο, το νεκρό Σώμα του Ιησού, το «ενετύλιξε», «σινδόνι καθαρά και έθηκεν Αυτό εν τω καινώ αυτού μνημείω …», και ο Νικόδημος ήλθε και τον βοήθησε, «φέρων μίγμα σμύρνης και αλόης ως λίτρας εκατόν». Αμφότεροι, «έλαβον ουν το σώμα του Ιησού και έδησαν αυτό εν οθονίοις μετά των αρωμάτων, καθώς έθος εστί τοις Ιουδαίοις ενταφιάζειν» (Ιω. ιθ΄ 39-40). Παράλληλα, ετοιμάζονται, «όρθρου βαθέως», και οι Μυροφόρες Γυναίκες, οι οποίες και αυτές «ηγόρασαν αρώματα, ίνα ελθούσαι (εις τον τάφο πλέον), αλείψωσιν Αυτόν», το Διδάσκαλο, Κύριο και Θεό Τους.
Έχει σημασία το γεγονός, ότι οι εκδηλώσεις αυτές του Ιωσήφ και του Νικοδήμου, αλλά και των Μυροφόρων, υπό τις περιστάσεις που έγιναν, ήταν πολύ επικίνδυνες. Όμως, με τη δύναμη που τους έδωσε η πίστη και η αγάπη τους προς το Χριστό, τόλμησαν, χωρίς να υπολογίζουν τους κινδύνους που διέτρεχαν.
Ο Νικόδημος, επιφυλακτικός άλλοτε, είχε έλθει προς το Χριστό, κατά το χρόνο της επί της γης διδασκαλίας Του (Ιω. γ΄ 1-21), «εν ώρα νυκτός», για να μην εκτεθεί. Τώρα όμως, που χρειάστηκε, έδειξε στάση ηρωική. Αν και ο ίδιος ανήκε στην τάξη των Φαρισαίων, δεν δίστασε να διαμαρτυρηθεί με όλες του τις δυνάμεις, προς τους Φαρισαίους, για την άδικη κινητοποίησή τους, για να συλλάβουν, δικάσουν και καταδικάσουν το Χριστό (Ιω. ζ΄ 44-53). Ο Ιωσήφ, ο άλλοτε αφανής «μαθητής του Χριστού, κεκρυμμένος δε διά τον φόβον των Ιουδαίων» (Ιω. ιθ΄ 38), διαχωρίζει και αυτός τώρα τη στάση του, ως μέλος του Ιουδαϊκού Συνεδρίου. «Βουλευτής υπάρχων και ανήρ αγαθός και δίκαιος ούτος, ουκ ην συγκατατεθειμένος τη βουλή και τη πράξει αυτών» (Λουκ. κγ΄ 50-51). Θαρραλέα μειοψηφεί στην καταδίκη του Ιησού. Επίσης θαρραλέα, «τολμήσας», ως ακούσαμε από τον Ιερό Ευαγγελιστή, «εισήλθε προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του Ιησού», για να το αποκαθηλώσει και ενταφιάσει, με την επίσης γενναία συμπαράσταση του Νικοδήμου (Ιω. ιθ΄ 38-42). Ο άγιος Ιωσήφ «ο από Αριμαθαίας», αλλά και ο Νικόδημος, προβάλλονται, ως αιώνιο παράδειγμα τόλμης και ανδρείας και μας καλούν να αναλογιστούμε: Άραγε, εμείς είμαστε έτοιμοι να ομολογήσουμε την πίστη μας, ακόμα και αν διακινδυνεύει η θέση μας, το αξίωμά μας, η περιουσία μας, η ίδια η ζωή μας; Έχουμε την τόλμη να υπερασπιστούμε την αλήθεια, όταν βλέπουμε, ότι αδίστακτα καταπατείται, ή αδικείται κάποιος από τους συνάνθρωπούς μας; Είμαστε έτοιμοι να εγκαταλείψουμε την άνεσή μας, για να συμπαρασταθούμε στον πονεμένο και αδικούμενο αδελφό μας; Χρειάζεται τόλμη για να είναι κανείς γνήσιος μαθητής του Χριστού. Τέτοια τόλμη είχαν «ο ευσχήμων Ιωσήφ» και ο Νικόδημος, οι οποίοι αποδείχτηκαν άξιοι μαθητές του Χριστού.
Είναι δε αξιοσημείωτο ότι και οι Γυναίκες οι Μυροφόρες, δεν υστέρησαν σε ευψυχία και τόλμη, στις δύσκολες εκείνες στιγμές του Θείου Δράματος. Μαζί με τη Θεοτόκο και τον Ευαγγελιστή Ιωάννη στέκονται κοντά στο σταυρωμένο Διδάσκαλό τους (Λουκ. κγ΄ 49). Και την Κυριακή πολύ πρωί ξεκίνησαν για τον τάφο του Κυρίου, μεταφέροντας τα μύρα της αγάπης τους. Τίποτα δεν υπολόγισαν προς εκτέλεση του ιερού σχεδίου τους, αλλά αψήφησαν πολλαπλούς κινδύνους, από Ρωμαίους και Ιουδαίους, αλλά και φυσικά εμπόδια, όπως το μεγάλο λίθο, ο οποίος έκλεινε τη θύρα του Μνημείου, και «διελογίζοντο, τίς αποκυλίσει ημιν τόν λίθον …»; Παρ’ όλα αυτά, προχώρησαν ακάθεκτες στο έργο τους και για τη σταθερότητά τους αυτή, αξιώθηκαν πρώτες αυτές, να δεχτούν το χαρμόσυνο άγγελμα της Αναστάσεως του Κυρίου (Μάρκ. ιστ΄ 1-7).
Καλούμαστε, όλοι μας, ο κάθε χριστιανός, σε δύσκολες και κρίσιμες περιστάσεις, να δείχνουμε τόλμη και να ομολογούμε την πίστη μας και την αλήθεια, όποια κι’ αν είναι, ακόμη κι αν δεχόμαστε ειρωνείες, απειλές και προπηλακισμούς γι’ Αυτόν, τον Κύριο και Θεό μας. Αυτό επίσης πρέπει να πράττουμε και για κάθε αδικούμενο συνάνθρωπό μας, που διώκεται, «ένεκα αληθείας». Ας μιμηθούμε τον Ιωσήφ, το Νικόδημο και τις Μυροφόρες Γυναίκες. Να μένουμε πιστοί και σταθεροί πάντοτε στο θέλημα του Θεού, ό,τι κι αν αυτό ήθελε να μας κοστίσει. Ας προχωρούμε πάντοτε με πίστη και ελπίδα. Η πίστη και η αυταπάρνηση προς τον Αναστάντα Κύριο δεν θα μας ντροπιάσει και δεν θα μας διαψεύσει ποτέ. Να είμαστε βέβαιοι, αν έτσι πράττουμε, ο Αναστημένος Χριστός, όταν θα απέλθουμε από την πρόσκαιρη ζωή μας, θα μας δεχτεί κοντά Του, παιδιά Του αγαπημένα, στην αιώνια Βασιλεία Του. ΑΜΗΝ.