Γιώργος Χατζηκωστής: Το μάθημα να μετατραπεί σε συνετές πράξεις
Ο Γιώργος Χατζηκωστής ανήκει στη γενιά εκείνων που έζησαν τις ποικίλες μεταβολές στις σχέσεις Ελλήνων και Τούρκων της Κύπρου κατά τον προηγούμενον αιώνα, από την ειρηνική συνύπαρξη και συνεργασία στην ψυχρότητα μετὰ τὸ ενωτικό Δημοψήφισμα του 1950, στην αντιπαλότητα κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα του 1955, στην εχθρότητα και σύγκρουση κάτω από το διχοτομικό Σύνταγμα του 1960 και στον τελικό διαχωρισμό με τὰ τραγικά γεγονότα του 1974. Με το νέο του βιβλίου «Οι σχέσεις Ελλήνων και Τούρκων της Πάφου μέσα από τις σελίδες των τοπικών εφημερίδων (1905-1955) θέλησε να επαναφέρει στη μνήμη των παλαιότερων και στη γνώση των νεώτερων το κλίμα μιας άλλης εποχής, όχι πολύ μακρινής.
-Τι θυμάστε από τις φιλίες σας με τους Τουρκοκύπριους;
Στο βιβλίο έχω καταχωρίσει τις προσωπικές μου αναμνήσεις, που συστοιχούν με τα δημοσιεύματα των τότε εφημερίδων. Και στις πόλεις και στα μικτά χωριά και στα γειτονικά αμιγώς ελληνικά και τουρκικά χωριά οι σχέσεις Ελλήνων και Τούρκων ήταν σχέσεις συνεργασίας μέσα στην καθημερινότητά τους και στα κοινά τους προβλήματα και αιτήματα προς την αποικιακή κυβέρνηση. Προσφωνούνταν μεταξύ τους γείτο και γειτόνισσα, σύχναζαν αντιστοίχως στα ελληνικά και τουρκικά καφενεία, μετείχαν στους αρραβώνες, στους γάμους, στις κηδείες και στις θρησκευτικές γιορτές κάθε κοινότητας, όπως το Πάσχα και το Παϊράμιν, και φίλευαν οι μεν τους δε με τα ειδικά σε κάθε περίπτωση εορταστικά εδέσματα.
Όλοι οι Τούρκοι ήξεραν πολύ καλά την ελληνική και πολλοί απ᾿ αυτούς μόνο την ελληνική, συνεργάζονταν σε εμπορικές δραστηριότητες και κοινές ενέργειες, όπως ποδοσφαιρικούς και άλλους αθλητικούς αγώνες, τα καταστήματά τους γειτόνευαν στους εμπορικούς δρόμους της πόλης, οι Τούρκοι πλανοδιοπώλες κυκλοφορούσαν στις ελληνικές συνοικίες και στους δημόσιους χώρους. Στο χωριό μου, τὴν Κάτω Πάφο, της οποίας ο μεγαλύτερος πληθυσμός έφθασε τους 700 κατοίκους, ζούσαν 80 περίπου Τούρκοι ως μέλη μιας ενιαίας κοινότητας. Μεταξύ τους και ο συνομήλικός μου Χαμίτ, που ήμασταν στενοί φίλοι, κολυμπούσαμε στη θάλασσα, παίζαμε τάβλι στὰ παραλιακά καφενεία και έμαθα απ᾿ αυτόν αρκετές τουρκικές λέξεις και τους τουρκικούς αριθμούς.
Όλες οι προσωπικές μου εμπειρίες τεκμηριώνονται στις σελίδες των τοπικών εφημερίδων, από το 1905 που εκδόθηκε η πρώτη τοπική εφημερίδα.
–Ποιές ήταν οι βασικές πηγές της έρευνάς σας; Ήταν κυρίως τα σχετικά δημοσιεύματα των εφημερίδων, που συμπλήρωναν τη δική μου εικόνα για τον κόσμο της εποχής, και προφορικές πληροφορίες από συγχωριανούς μου και άλλους Παφίους φίλους μου, για να βεβαιώσω κάποια στοιχεία για τα οποία είχα ασαφή σχετικώς μνήμη.
–Υπήρχαν εκείνη την εποχή πολιτικοί ή διανοούμενοι που πίστευαν στη φιλία ανάμεσα στοὺς Έλληνες και τους Τούρκους της Κύπρου; Πάντοτε στον ελληνικό κόσμο της Κύπρου, αλλά και στον τουρκικό, υπήρχαν πολλοί, πολιτικοί, διανοούμενοι, εκπαιδευτικοί, πολιτιστικοί παράγοντες, που έβλεπαν ως ευεργετική και αναγκαία για τον τόπο την αγαστή συνεργασία των δυο κοινοτήτων και παρότρυναν προς την ενίσχυση των αμοιβαίων σχέσεων, διαβλέποντας και τους κινδύνους της αντιπαράθεσης. Δυστυχώς όμως οι σώφρονες αυτοί Κύπριοι δεν μπορούσαν να επηρεάσουν σε αποτελεσματικό βαθμό το σύνολο του ελληνικού πληθυσμού, ο οποίος παρασυρόταν από τα εύηχα, ελκυστικά συνθήματα των εκάστοτε ηγετών, οι οποίοι, κινούμενοι από κατανοητὸ καὶ επαινετό εθνικό ενθουσιασμό, στερούμενοι όμως πολιτικής διορατικότητας και μετριοπάθειας, οδηγούσαν τον αγνό λαό προς κατευθύνσεις που έφερναν σε αδιέξοδα.
–Πιστεύετε ότι οι βαρβαρότητες που έγιναν στο παρελθόν από μεμονωμένες ομάδες Ελλήνων και Τούρκων της Κύπρου θα γίνουν μάθημα για το μέλλον; Ο αείμνηστος γιατρός, για δεκαετίες δήμαρχος Λευκωσίας, πολιτικός και πολιτιστικός παράγων Θεμιστοκλής Δέρβης υποστήριζε ότι ο κυπριακός λαός αποτελείται απο τρεις ομάδες: τους νούσιμους, τους συνετούς δηλαδή, τους σκεπτόμενους, τους μυαλωμένους, τους σπογγοκολάριους – όρο βυζαντινό που σήμαινε τους κόλακες συμφεροντολόγους – και τους ζοππόβορτους, τους άξεστους, τους χωρίς σκέψη και κρίση, που παρασύρονται από δημαγωγικά συνθήματα.
-Πιστεύετε ότι αυτό ισχύει και σήμερα; Δυστυχώς η διαίρεση αυτή δεν έπαψε να υπάρχει, οι νούσιμοι παραμένουν πάντοτε λίγοι και αδύναμοι, γι αυτό και οι ελπίδες για ανάνηψη του ελληνικού κυπριακού λαού είναι πολύ περιορισμένες. Οι εκατέρωθεν βαρβαρότητες, μετά τα τραγικά τους αποτελέσματα, έχουν γίνει μάθημα, το μάθημα όμως μόνο του δεν ωφελεί, αν δεν μπορεί να μετατραπεί σε συνετές πράξεις.