Ἐπανευαγγελισμός καί μάθημα Θρησκευτικῶν

Ἐπανευαγγελισμός καί μάθημα Θρησκευτικῶν

Γιάννη Ἀντωνιάδη

Θεολόγου  Ἐκπαιδευτικοῦ

 

Στήν ἐποχή μας τίθεται καί πάλι μέσα ἀπό νέες προκλήσεις, πού δοκιμάζουν τήν αὐθεντικότητα τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας αὐτοσυνειδησίας, τό ζήτημα τῆς σχέσης Θεοῦ καί ἀνθρώπου.

Χρέος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ μετάδοση τοῦ μηνύματος τοῦ Εὐαγγελίου σέ πολλαπλούς ἀποδέκτες. Ἀφενός σέ αὐτούς πού δέν ἔχουν ἀκούσει ποτέ γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό καί τό κοσμοσωτήριο ἔργο του, καί ἀφετέρου σ’ ἐκείνους πού ἔχουν ἄμεσες ἤ ἔμμεσες χριστιανικές καταβολές καί πιθανότατα εἶναι βαπτισμένοι. Ἔχουν ὅμως ἀποχριστιανοποιηθεῖ γιά λόγους πού σχετίζονται κυρίως μέ τό πνεῦμα τῆς ἐκκοσμίκευσης. Ὅσοι ἀνήκουν στίς αὐξανόμενες αὐτές ὁμάδες  εἶναι ἀδιάφοροι ἀπέναντι στή χριστιανική πίστη.  Πολλοί γίνονται ἐπικριτές τῶν Χριστιανῶν γιά τά λάθη τους, ἐνώ ἄλλοι ἀποδεικνύονται πολέμιοι τῆς Ἐκκλησίας.

Τό διαρκές χρέος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἕνα ἀδιάλειπτο κάλεσμα σέ μετάνοια, καθώς καί ἡ μαρτυρία τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, τῆς εἰρήνης, τῆς δικαιοσύνης καί τῆς ἐλπίδας. Ὁ ἐπανευαγγελισμός, ὅπως καί ὁ εὐαγγελισμός, ξεκινοῦν ἀπό τήν ἔξοδο τῶν εὐαγγελιστῶν πρός τόν κόσμο καί τή σαφῆ ἐντολή τοῦ Χριστοῦ πρίν τήν Ἀνάληψή Του: «καί ἔσεσθε μοί μάρτυρες ἐν τε Ἰερουσαλήμ καί ἐν πάσῃ τῇ Ἰουδαία καί Σαμαρεία καί ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς» (Πράξ. 1:8).

Ὁ ὅρος «ἐπανευαγγελισμός», εἶναι θά λέγαμε ἕνας «προκλητικός» ὅρος. Ἐπανευαγγελιζόμαστε τό Εὐαγγέλιο πού ξεχάσαμε; Ἐπανευαγγελιζόμαστε κάτι ἤ Κάποιον πού λησμονήσαμε; Καί τί εἶναι αὐτό πού ἀφήσαμε; Τί ἀπωλέσαμε; Τί χάσαμε; Τί χάθηκε; Ἡ μεγαλύτερη ἁμαρτία τοῦ ἀνθρώπου, σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Ἰσαάκ τόν Σύρο, εἶναι ἡ ἀδιαφορία μας γιά τόν Ἀναστημένο Χριστό.

Ὁ ἐπανευαγγελισμός συνδέεται μέ τήν ἱεραποστολή. Ἱεραποστολή καί γιά τούς ἐγγύς καί γιά τούς μακράν τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ πρόσληψη αὐτοῦ τοῦ ἱεραποστολικοῦ χρέους συνδέεται μέ τήν ἀγάπη καί τόν πόνο γιά τόν ἐμπερίστατο συνάνθρωπό μας,  τήν προσευχή καί τήν ἐλπίδα. Τήν ἐλπίδα ὅτι σέ κάθε ἱεραποστολική στιγμή, σέ κάθε ποιμαντική παρουσία, σέ κάθε μαρτυρία, σέ κάθε λόγο ἤ ἀπολογία μας, εἶναι παρών ὁ Παράκλητος.

Τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στά σχολεῖα, ὑπηρετεῖ πολλαπλούς στόχους. Τά παιδιά καί οἱ ἔφηβοι εἶναι γόνιμο ἔδαφος πού πέφτει ὁ εὐαγγελικός λόγος καί μπορεῖ νά ἀποδώσει καρπούς ἑκατονταπλάσιους. Οἱ νέοι σήμερα μεγαλώνουν σέ μία πλήρως ἐκκοσμικευμένη κοινωνία χωρίς κανένα σημεῖο ἀναφορᾶς στόν Θεό. Ἀγνοοῦν βασικές θεολογικές ἔννοιες καί ἀπέχουν μακράν ἀπό τή λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Προηγούμενες δεκαετίες, τά παιδιά πού μεγάλωναν σέ ἀγροτικές κοινωνίες, βίωναν καθημερινά, ἔστω κι ἄν δέν συμμετεῖχαν ἐνεργά, τόν ἑορταστικό κύκλο, τήν ἐπαφή μέ τόν ἱερέα καί τά θρησκευτικά ἔθιμα. Σήμερα ἡ πρώτη καί μοναδική ἴσως σχέση πού ἔχουν μέ τό σωτηριολογικό μήνυμα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, τό ὁποῖο διδάσκεται σέ ὅλες τίς τάξεις ὡς ὑποχρεωτικό μάθημα, Δημοτικοῦ, Γυμνασίου καί Λυκείου.

Ὁ μαθητής γνωρίζει μέσα ἀπό τό μάθημα γιατί λέγεται Χριστιανός Ὀρθόδοξος, κάτι πού ἀποτελεῖ βασικό θέμα ταυτότητος τῆς προσωπικότητάς του, πού ἔχει μεγάλη σημασία γιά τή ζωή του. Μαθαίνει δηλαδή γιατί βαπτίσθηκε, τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία, μέλη τῆς ὁποίας ἀποτελοῦμε ὅλοι, κλῆρος καί λαός, μέ κεφαλή τόν ἴδιο τόν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ Χριστό. Ἔπειτα, ἕνας μεγάλος ἀριθμός μαθητῶν μόνο στό σχολεῖο μαθαίνει ὅ,τι ἔχει νά κάνει μέ τή χριστιανική πίστη. Ἔτσι, τό μάθημα, στήν προκειμένη περίπτωση, ἀναπληρώνει (ὅσο αὐτό εἶναι δυνατό) τήν οἰκογενειακή ἤ τήν ἐκκλησιαστική θρησκευτική ἀγωγή, ὅπου αὐτή δέν εἶναι δυνατό νά κατορθωθεῖ. Ἑπομένως, τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν συμπληρώνει ἤ ἀναπληρώνει τήν οἰκογενειακή καί τήν ἐκκλησιαστική χριστιανική ἀγωγή.

Τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἶναι μάθημα ἐξόχως ἠθοπλαστικό. Σέ μία κοινωνία πού χαρακτηρίζεται ἀπό ἔκλυση ἠθῶν, ἀρχῶν καί ἀξιῶν, ὅπου τό κυνήγι τοῦ εὔκολου κέρδους καί τῆς καταναλωτικῆς εὐμάρειας ἔχουν γίνει ἡ ἀπόλυτη ἐπιδίωξη τοῦ σύγχρονου ἀτόμου, τά θρησκευτικά, ὡς παιδαγωγικό μέσο, μαθαίνει στά παιδιά νά μήν ὑποκύπτουν στούς ἀλλοτριωτικούς μηχανισμούς τῆς σύγχρονης κοινωνίας, στό πνεῦμα τῆς μονοδιάστατης τεχνοκρατίας, στόν ἀτομοκεντρισμό κ.λπ. Δρᾶ ἔτσι καταλυτικά σέ ἕνα κόσμο ὅπου κυριαρχεῖ ὁ εὐδαιμονισμός καί ἡ χρησιμοθηρία, προβάλλοντας τήν ἐλευθερία ὡς ἀσκητική προοπτική, ὡς ἀγώνα ὑπέρβασης τῆς τυραννίας τῶν συνεχῶς αὐξανόμενων τεχνητῶν καταναλωτικῶν ἀναγκῶν.

Ἡ παιδεία ἔχει σάν σκοπό τήν ἀνάπτυξη ὄχι μόνο τῆς διανοητικῆς καί σωματικῆς, ἀλλά καί τῆς πνευματικῆς διάστασης τοῦ ἀνθρώπου. Τά θρησκευτικά ὁδηγοῦν σέ πανανθρώπινους βασικούς προβληματισμούς, βοηθᾶ τά παιδιά νά ἀναπτύξουν αἰσθητήριο γιά τά οὐσιώδη τῆς ζωῆς, γιά τήν ὀμορφιά, τό μυστήριο, προάγοντας τήν κριτική σκέψη, καθώς φέρνει τούς νέους σέ ἐπαφή μέ τά πιό κρίσιμα ἐρωτήματα τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Σέ μία ἐποχή πού χαρακτηρίζεται ἀπό “ὑπαρξιακό κενό”, σέ ἕνα αἰώνα ἔντονων πειραματισμῶν τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν ἑαυτό του καί τήν ἐλευθερία του, σέ μία περίοδο κρίσης καί ἀπαξίωσης, ἡ ὀρθόδοξη χριστιανική ἀγωγή δίνει στόν μαθητή, τόν ἔφηβο, τόν νέο, ἀπαντήσεις στά ἔσχατα ἐρωτήματα πού τόν συγκλονίζουν, προσφέρει νόημα, προσανατολισμό, θεμελιώδεις ἀξίες γιά τήν ὕπαρξη καί τή συνύπαρξη. Ὁ Ἀναστημένος Κύριος εἶναι ἡ ἀπάντηση σέ ὅλα τά ἐρωτήματα πού προκαλεῖ ὁ θανατόπνοος σύγχρονος πολιτισμός μας. Ἡ ἐλπίδα, ἡ καταφυγή καί τό ἀπάνεμο λιμάνι στίς φουρτοῦνες τῆς ζωῆς.

Τά θρησκευτικά ὑπηρετοῦν βασικές ἀξίες τοῦ Χριστιανισμοῦ, ὅπως ὁ σεβασμός τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου, ἡ εἰρήνη, ἡ ἀγάπη στόν συνάνθρωπο, ἡ ἐλευθερία, ἡ ἀλληλοβοήθεια, ἡ ἀλληλεγγύη καί ἡ ἔγνοια γιά τή φύση πού μᾶς περιβάλλει.

Τό μάθημα προβάλλει τόν ρόλο τῆς θρησκείας εὐρύτερα γιά τή διαμόρφωση τοῦ πολιτισμοῦ καί εἰδικότερα τῆς Ὀρθοδοξίας γιά τόν ἑλληνικό πολιτισμό, ἀλλά καί τόν Εὐρωπαϊκό καί τόν πολιτισμό τῆς ἀνθρωπότητας. Βοηθᾶ τόν μαθητή νά ἀνακαλύψει καί νά ἀγαπήσει τήν πολιτιστική του κληρονομιά, πού εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένη μέ τήν Ὀρθοδοξία καί νά κατανοήσει τό πνεῦμα πού βρίσκεται πίσω ἀπό τόν ὕμνο, τή βυζαντινή εἰκόνα, τή θεία Λειτουργία, τήν ἄσκηση κ.λπ.

Ἡ ὀρθόδοξη χριστιανική πίστη καί Ἐκκλησία, ἀποτελεῖ μία βασική διάσταση τῆς ἐθνικῆς μας ταυτότητας. Ἡ Ἐκκλησία σέ χαλεπούς γιά τήν πατρίδα μᾶς καιρούς, στάθηκε θεματοφύλακας τόσο τῆς ἐθνικῆς, ὅσο καί τῆς πολιτισμικῆς μας ὑπόστασης. Ὁ μαθητής, μέσα ἀπό τό μάθημα, ἀποκτᾶ γνώση τῶν βασικῶν συστατικῶν στοιχείων τῆς Ὀρθοδοξίας, τῆς ἱστορικῆς ἐξέλιξης τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ ρόλου πού αὐτή ἔπαιξε στή διαμόρφωση τῆς κοινωνίας καί τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ, κάτι πού ἀποτελεῖ βασική προϋπόθεση γιά νά καταλάβουμε ποιοί εἴμαστε καί πώς λειτουργοῦμε στόν χῶρο καί τόν χρόνο.

Ἡ εὐθύνη πού βαραίνει ὅσους καλοῦνται νά φέρουν εἰς πέρας τό ἔργο τοῦ ἐπανευαγγελισμοῦ τῶν νέων, μέσα ἀπό τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στά σχολεῖα, εἶναι τεράστια. Αὐτή συνδέεται θά λέγαμε καί μέ προσωπική μαρτυρία τῆς πίστεως τοῦ διδάσκοντα, ἡ ὁποία ἐκφράζεται μέ ποικίλους τρόπους: μέσα ἀπό τό ἦθος πού προβάλλει στήν κοινωνία, τή συμμετοχή στή λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας, τόν καθαρό θεολογικό λόγο σέ σύγχρονα θέματα πού ἀπασχολοῦν τόν ἄνθρωπο, τίς δράσεις γιά τήν ἀνακούφιση τῶν πασχόντων, τή συμβολή στίς ἐπιστῆμες καί τίς τέχνες, τήν κραυγή καί τούς ἀγῶνες του γιά τήν ἐπικράτηση τῆς ἐλευθερίας, εἰρήνης καί τῆς δικαιοσύνης κ.ο.κ. Σέ αὐτή τήν περίπτωση τηρεῖται ἡ ἐντολή τοῦ Ἰησοῦ στούς μαθητές του: «Οὕτω λαμψάτω τό φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τά καλά ἔργα καί δοξάσωσι τόν πατέρα ὑμῶν τόν ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. ε΄, 16).

 

Παρέμβαση Εκκλησιαστική, Τεύχος 55 (Μάιος – Αύγουστος 2023)

 

Πρώτη δημοσίευση στην ιστοσελίδα 28.11.2023

Print Friendly, PDF & Email

Share this post