Ὁμιλία στὸ Εὐαγγέλιο τῆς θείας Λειτουργίας τῆς μνήμης τοῦ ἀποστόλου Ἀνδρέα τοῦ πρωτοκλήτου
Ἀρχιμ. Φωτίου Ἰωακεὶμ
Ἡμέρα κοσμοχαρμόσυνη καὶ πανήγυρη ὑπέρλαμπρη ἡ σημερινή, ἀγαπητοί μου ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί. Σήμερα ἡ ἁγία τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησία τελεῖ τὴ μνήμη τοῦ πανευφήμου καὶ πρωτοκλήτου Ἀνδρέα τοῦ ἀποστόλου, καὶ δοξάζει καὶ γεραίρει τὸ σεβάσμιο πρόσωπό του μὲ ὕμνους καὶ ᾠδὲς πνευματικές, δοξολογώντας συνάμα τὸν «θαυμαστὸν ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ» Θεόν, ποὺ δοξάζει τοὺς γνήσιους δούλους Του καὶ στὴ γῆ καὶ στὸν οὐρανό.
Γι᾿ αὐτὸ κι ἐμεῖς συναθροισθήκαμε στὸν παλαίφατο τοῦτο ναό, ποὺ τιμᾶται στὸ ὄνομα τοῦ μεγάλου αὐτοῦ καὶ λαοφιλέστατου ἀποστόλου, τὸν ὁποῖο ἡ ἀγάπη καὶ εὐλάβεια τῶν πιστῶν προγόνων σας καὶ κατοίκων τοῦ εὐλογημένου σας χωριοῦ ἀνήγειρε πρὸς δόξαν Θεοῦ καὶ διηνεκῆ μνήμη τοῦ ἀποστόλου, γιὰ νὰ εὐχαριστήσουμε καὶ δοξάσουμε τὸν Κύριο καὶ νὰ ἱκετεύσουμε τὸν ἀγαπημένο Του δοῦλο, ἀπόστολο Ἀνδρέα, νὰ μᾶς σκέπει καὶ φρουρεῖ καὶ καθοδηγεῖ πρὸς σωτηρία.
Ἡ ὡραιότατη Εὐαγγελικὴ περικοπή, ποὺ μόλις ἀκούσαμε, ἔχει καθοριστεῖ ἀπὸ τὴν ἁγία μας Ἐκκλησία νὰ ἀναγινώσκεται σήμερα, γιατὶ ἀναφέρεται στὴν κλήση τοῦ ἑορταζομένου ἁγίου ἀποστόλου Ἀνδρέου στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα.
Ὁ ἀπόστολος Ἀνδρέας ὑπῆρξε λοιπόν, σύμφωνα μὲ τὶς διηγήσεις τῶν Εὐαγγελίων, ἕνας ἀπὸ τοὺς πρώτους μαθητὲς τοῦ Κυρίου. Ἡ κλήση του στὸ μέγα τοῦτο ἀξίωμα, ὅπως βεβαίως καὶ τῶν ἄλλων μαθητῶν, δὲν ἦταν ἀσφαλῶς τυχαία. Εἶχε καθαρότητα ψυχῆς, γι᾿ αὐτὸ καὶ πόθο Θεοῦ καὶ γνήσια, αὐθεντικὴ ἀναζήτηση Θεοῦ. Πίστευε, προσευχόταν καὶ ἀνέμενε μὲ νοσταλγία τὸν ἐρχόμενο Μεσσία. Αὐτὸς ὁ πόθος καὶ ἡ νοσταλγία του τὸν ὁδήγησαν νὰ γίνει μαθητὴς τοῦ καθηγητῆ τῆς ἐρήμου, τοῦ γενάρχη τῶν μοναχῶν, τοῦ Τιμίου Προδρόμου καὶ βαπτιστοῦ Ἰωάννου. Ἴσως καὶ ὁ Ἀνδρέας, ὅπως καὶ ἄλλοι πολλοὶ σύγχρονοί του Ἰουδαῖοι, βλέποντας τὸν ἰσάγγελο βίο καὶ τὴν ὑπερθαύμαστη πολιτεία τοῦ Προδρόμου στὴν ἔρημο τῆς Ἰουδαίας καὶ ἀκούγοντας ἐκεῖνο τὸ θεόπνευστο προφητικό του κήρυγμα, μὲ τὸ ὁποῖο παρότρυνε σὲ γνήσια μετάνοια καὶ ἐπιστροφὴ στὸν Θεό, νὰ θεώρησε πὼς ὁ Ἰωάννης ἦταν αὐτὸς ὁ προσδοκώμενος Μεσσίας. Μὰ ὁ Πρόδρομος τοὺς διακήρυττε ξεκάθαρα καὶ τοὺς διασαφήνιζε, πὼς δὲν ἦταν αὐτὸς ὁ Μεσσίας, ἀλλὰ μόνο «φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ»· ἦταν αὐτός, ποὺ ἐστάλη νὰ προετοιμάσει τὸν δρόμο γιὰ τὸν σαρκωθέντα Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ. Καί, ὅταν ἦλθε ἡ ὥρα, ποὺ ὁ Χριστὸς ἄρχισε τὴ δημόσια δράση Του, ὁ Πρόδρομος, ἀφοῦ καταξιώθηκε νὰ τὸν βαπτίσει, τὸν ὑπεδείκνυε φανερὰ στοὺς λαοὺς ποὺ ἔτρεχαν νὰ βαπτισθοῦν στὸν Ἰορδάνη ὅτι αὐτὸς ἦταν ἀληθινὰ ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Πατρός. Ἂς σημειώσουμε ἐδῶ καὶ μία ὡραία παρατήρηση τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου: Μέχρι ποὺ ὁ Τίμιος Πρόδρομος μιλοῦσε μὲ ὑψηλὰ θεολογικὰ νοήματα στοὺς ἀνθρώπους γιὰ τὸ Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ μας, λίγη ἦταν ἡ ἀνταπόκριση. Μόλις ὅμως, συγκαταβαίνοντας, τοὺς μίλησε πιὸ ἁπλᾶ καὶ πρακτικά, ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι «ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ αἵρων τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου», αὐτὸς δηλαδή, ποὺ σὰν πρόβατο θὰ θυσιασθεῖ χάριν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ θὰ ἄρει, δηλαδὴ θὰ σηκώσει τὴν πανανθρώπινη ἁμαρτία, θὰ συγχωρεῖ τὶς ἁμαρτίες στὸ διηνεκὲς τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας, τότε ἄμεση ὑπῆρξε ἡ ἀνταπόκριση τῶν ἀνθρώπων. Καὶ πρῶτοι, ποὺ ἔσπευσαν νὰ γευθοῦν τὰ ψυχοτρόφα καὶ ἀθάνατα νάματα τῆς πηγῆς τῶν ἀγαθῶν, τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ, ἦταν δύο μαθητὲς τοῦ Προδρόμου, ὁ Ἀνδρέας καὶ ὁ Ἰωάννης. Καὶ παρέμειναν κοντά του μία ὁλόκληρη μέρα, ἐντρυφώντας ἀκόρεστα στοὺς λόγους τοῦ Κυρίου. Ἡ καθαρή τους καρδιὰ διαπίστωσε τότε ὅτι πράγματι ὁ Ἰησοῦς ἦταν ὁ προσδοκώμενος Μεσσίας καὶ Λυτρωτής. Καὶ τοῦτο τὸ χαρμόσυνο μήνυμα, τὸ Εὐαγγέλιο δηλαδὴ τῆς ἔλευσης τοῦ Σωτήρα στὸν κόσμο, δὲν τὸ κράτησε μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό του ὁ Ἀνδρέας. Ξεχειλισμένος ἀπὸ τὴ χαρὰ τῆς εὕρεσης τούτου τοῦ ἀτίμητου μαργαρίτη, ἔτρεξε πρῶτα νὰ τὸ ἀναγγείλει στὸν ἀδελφό του Σίμωνα Πέτρο, καὶ μετὰ στὴν οἰκουμένη ὅλη, ὅτι δηλαδὴ «εὑρήκαμεν, δεῦτε, τὸν ποθούμενον» Χριστόν, ὅπως ὡραιότατα τὸ ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας.
Ἔκτοτε, ἀφοσιώθηκε ὁλοκληρωτικὰ ὁ Ἀνδρέας στὸν Χριστό, καὶ τήρησε μάλιστα παρθενία καθόλη του τὴν ἁγία ζωή. Καὶ μετὰ τὸ κοσμοσωτήριο πάθος τοῦ Διδασκάλου του, τὴν Ἀνάσταση, τὴν Ἀνάληψη καὶ τὴν Πεντηκοστή, γεμᾶτος μὲ τὴ Χάρη τοῦ Παρακλήτου, περιέδραμε χῶρες καὶ πόλεις καὶ χωριά, ἀπὸ τὴ Βαλτικὴ θάλασσα μέχρι τὸ Βυζάντιο (τὴ σημερινὴ Κωνσταντινούπολη, τῆς ὁποίας Ἐκκλησίας θεωρεῖται ὁ ἱδρυτής), διέδραμε τὴ Μικρὰ Ἀσία καὶ τὴν Ἑλλάδα καὶ κατέληξε στὶς Παλαιὲς Πάτρες, ὅπου, γιὰ τὴν ἱεραποστολική του δράση, βρῆκε μαρτυρικὸ τέλος ἀπὸ τὸν Ρωμαῖο ἀνθύπατο Αἰγεάτη: Σταυρώθηκε, μάλιστα ἀνάποδα, μὲ τὴν κεφαλὴ πρὸς τὰ κάτω, μιμούμενος καὶ μὲ τὸ σταυρικὸ τέλος τὸν Κύριο καὶ Διδάσκαλό του!
Σύμφωνα μὲ παλαιὰ τοπική μας παράδοση, κατὰ μία ἀπὸ τὶς ἀποστολικές του περιοδεῖες ὁ ἀπόστολος Ἀνδρέας, ταξιδεύοντας μὲ πλοῖο στὴ Μεσόγειο, ἀναγκάσθηκε νὰ προσορμισθεῖ ἀπὸ θαλασσοταραχὴ στὸ ἀνατολικότερο ἄκρο τῆς Καρπασίας, στὸ λιμανάκι τοῦ ἐκεῖ ἀκρωτηρίου. Καί, ἐπειδὴ οἱ θαλασσοπόροι δὲν εὕρισκαν νερὸ νὰ πιοῦν, ὁ φιλεύσπλαχνος Ἀνδρέας ἔκανε μὲ τὴν προσευχή του νὰ ἀναβλύσει δίπλα ἀπὸ τὴ θάλασσα πηγὴ γλυκοῦ, πόσιμου νεροῦ, μὲ τὸ ὁποῖο ξεδίψασαν οἱ συνταξιδιῶτες του, μέχρι ποὺ συνέχισαν τὸ ταξίδι τους. Ἡ πηγὴ αὐτή, ποὺ σώζεται μέχρι σήμερα καὶ ποὺ πηγάζει ἀπὸ σημεῖο μέσα στὸν ἀρχαῖο ναὸ τοῦ ἀποστόλου Ἀνδρέα, εἶναι τὸ περίφημό του ἁγίασμα. Στὸν χῶρο ἐκεῖνο μαρτυρεῖται ὕπαρξη μονῆς του ἤδη ἀπὸ τὸν 11ο αἰώνα. Καὶ ἡ τιμὴ τοῦ ἀποστόλου, γιὰ τὴ μεγάλη του χάρη καὶ τὰ πολλά του θαύματα, ξαπλώθηκε μὲ τοὺς χρόνους σ᾿ ὁλόκληρο τὸ νησί μας. Πλεῖστοι ναοὶ καὶ μονὲς ἀφιερώθηκαν στὸ ὄνομά του, ἀλλὰ καὶ πάμπολλοι εὐλαβεῖς πιστοὶ Κύπριοι, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, τὸ φέρουν μὲ καύχημα.
Ὁ βίος τοῦ ἀποστόλου Ἀνδρέα, ποὺ μὲ μεγάλη συντομία σκιαγραφήσαμε, πολλὰ ἔχει νὰ μᾶς πεῖ, νὰ μᾶς διδάξει, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί. Ἀπὸ τὶς πάμπολλες, μεγάλες του ἀρετές, ποὺ ἡ Ἐκκλησία μας μέσα ἀπὸ τὸν βίο καὶ τοὺς ὡραιότατους ὕμνους πρὸς τιμή του μᾶς προβάλλει, νὰ ξεχωρίσουμε τρεῖς, σὰν ὁδοδεῖκτες ἀπλανεῖς πρὸς μίμηση: Πρῶτα, τὴν καθαρότητα καὶ ἁγνότητα τῆς ψυχῆς του καὶ τὴ μελέτη τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, ποὺ τὸν ὁδήγησαν ἀρχικὰ στὴ μαθητεία τοῦ Τιμίου Προδρόμου καὶ τελικὰ τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ καὶ τὸν ἀνύψωσαν στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα. Ὕστερα, τὴν κορυφαία ἀρετὴ τῆς ἀγάπης, τῆς διπλῆς ἀγάπης, στὸν Θεὸ τὸν Ποιητὴ καὶ Λυτρωτή μας καὶ στὸν κάθε συνάνθρωπό μας, ποὺ τὸν ἀνέβασαν στὴν τρίτη μεγάλη ἀρετή, στὸ φλογερὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, καὶ τὸν ὁδήγησαν ὄχι μόνο στὴν ἀνένδοτη μαρτυρία Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ στὸ ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτύριο. Καὶ οἱ τρεῖς τοῦτες ἀρετὲς εἶναι καίριες καὶ ἀναγκαῖες γιὰ τὴν ἐποχή μας, ποὺ χαρακτηρίζεται ἐξ ἀντιθέτου ἀπὸ ἔλλειψη ἁγνότητας καὶ καθαρότητας καὶ βυθισμοῦ στὰ ποικίλα πάθη, ἀπὸ «ψύξη» τῆς ἀγάπης στὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο, ἀπὸ ἀδιαφορία γιὰ ἱεραποστολικὴ δράση.
Νὰ παρακαλέσουμε, ἀδελφοί μου, τὸν ἀπόστολό μας Ἀνδρέα, ποὺ ἔχει μεγάλη στὸν Θεὸ παρρησία, νὰ μεσιτεύσει γιὰ μᾶς τοὺς ταπεινούς, νὰ μᾶς δίδει ὁ Κύριος μετάνοια, διόρθωση, φόβο καὶ πόθο Θεοῦ, ἀγάπη καὶ κατανόηση μεταξύ μας, καὶ νὰ μᾶς ἀξιώσει τῆς ἀνέκφραστης ἐκείνης χαρᾶς τῆς αἰώνιας βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἀμήν!