Ὁ Ἅγιος Σπυρίδων ὁ Θαυματουργός, Ἐπίσκοπος Τριμυθοῦντος

Ὁ Ἅγιος Σπυρίδων ὁ Θαυματουργός, Ἐπίσκοπος Τριμυθοῦντος

τοῦ μ. Ἀνδρέα Χ. Χριστοδούλου (+ 6/7/2023)

Ὁ Ἅγιος Σπυρίδων ὁ Θαυματουργός, πρῶτος Ἐπίσκοπος Τριμυθοῦντος, γεννήθηκε περὶ τὸ 270 μ.Χ. στὸ χωριὸ Ἄσκεια (Ἄσσεια) τῆς Μεσαορίας τῆς Κύπρου. Ἄνθρωπος ἁπλοϊκὸς καὶ ταπεινός, ἀσκοῦσε τὰ δύο πιὸ συνηθισμένα ἐπαγγέλματα τῆς ἐποχῆς του, αὐτὰ τοῦ βοσκοῦ προβάτων καὶ αἰγῶν καὶ τοῦ γεωργοῦ. Γεννημένος ἀπὸ γονεῖς ἐνάρετους καὶ πιστούς, ἀνατράφηκε «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου» (Ἐφ. 6, 4).

Βόσκοντας τὰ ζῶά του στὴ μεγάλη πεδιάδα τῆς Μεσαορίας, μποροῦσε νὰ ἱκανοποιεῖ μία μεγάλη ἐπιθυμία του, τὴ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ἔτσι, ἂν καὶ δὲν εἶχε τὴν εὐκαιρία γιὰ ἐπιμελημένη μόρφωση, μπόρεσε νὰ μορφωθεῖ σὲ ὅσα σχετίζονται μὲ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ νὰ γίνει κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου. Οἱ γονεῖς του τὸν πάντρεψαν μὲ μία σεμνὴ κόρη. Ἀπὸ τὸ γάμο αὐτὸν ἀπέκτησε μία κόρη, τὴν Εἰρήνη. Σύντομα ὅμως ἡ σύζυγός του ἀπεδήμησε πρὸς Κύριον, ἀλλὰ ἡ δοκιμασία αὐτὴ δὲ λύγισε τὸ νεαρὸ Σπυρίδωνα, ποὺ συνέχισε νὰ δραστηριοποιεῖται, παράλληλα μὲ τὰ ἐπάγγελμα τοῦ βοσκοῦ καὶ τοῦ γεωργοῦ, καὶ στὴν ἀγαθοεργία καὶ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, γιατὶ ἀκόμη τότε ἕνα μεγάλο μέρος τοῦ πληθυσμοῦ τῆς Κύπρου ἦταν εἰδωλολάτρες.

Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ ἱερέα τοῦ χωριοῦ του, ὅλοι στράφηκαν σ’ αὐτὸν γιὰ νὰ τὸν ἀντικαταστήσει, πρᾶγμα ποὺ δὲν ἀρνήθηκε νὰ πράξει. Σύντομα, ἡ αὔξηση τοῦ ἀριθμοῦ τῶν χριστιανῶν ἐπέβαλλε τὴν ἵδρυση Ἐπισκοπῆς στὴν περιοχή. Ἡ ἐνάρετη ζωή του, οἱ ἀγαθοεργίες του καὶ ἡ δράση του γιὰ τὴ διάδοση τοῦ Χριστιανισμοῦ στὴν περιοχή του ἦταν ἐχέγγυα γιὰ τὸ νέο ρόλο του, γι’ αὐτὸ καὶ πάλι ὅλοι στράφηκαν σ’ αὐτόν. Ἔτσι, ὁ Σπυρίδων χειροτονήθηκε πρῶτος Ἐπίσκοπος Τριμυθοῦντος, τῆς σημερινῆς Τρεμετουσιάς, χωριοῦ γειτονικοῦ τῆς  Ἄσσειας, καὶ ὁ ποιμένας προβάτων καὶ αἰγῶν ἔγινε καὶ ποιμένας ἀνθρώπων.

Ἡ δράση τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνα δὲν περιορίστηκε μόνο στὴν Κύπρο. Ἔτσι, ὅταν ἡ αἵρεση τοῦ Ἀρείου ἀναστάτωνε τὴν Ἐκκλησία, καὶ ὁ αὐτοκράτορας Ἅγιος Κωνσταντῖνος ὁ Μέγας συγκάλεσε τὸ 325 μ.Χ. τὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο στὴ Νίκαια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ὁ Ἅγιος Σπυρίδων δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ ἀπουσιάζει, γι’ αὐτὸ συμμετέσχε σ’ αὐτὴ μὲ τοὐλάχιστον ἄλλους δύο Κυπρίους Ἐπισκόπους. Ἡ Σύνοδος παρουσίαζε μεγάλο θεολογικὸ ἐνδιαφέρον, γιατὶ ὁ Ἄρειος ἀρνεῖτο τὴ θεότητα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ ἐνδιαφέρον γιὰ τοὺς λόγους τῶν διάφορων ὁμιλητῶν τῶν δύο πλευρῶν. Ἐντυπωσιακὸς ἦταν ἕνας ρήτορας, ὑποστηρικτὴς τοῦ Ἀρείου. Μετὰ τὴν ὁμιλία του, ὁ πρῶτος ποὺ σηκώθηκε νὰ τοῦ ἀπαντήσει ἦταν ἕνας Ἐπίσκοπος φτωχικὰ ντυμένος, ὁ Ἅγιος Σπυρίδων. Ἄλλοι Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι, γνωρίζοντας ὅτι ὁ Ἅγιος δὲν εἶχε τύχει ἐπιμελημένης μόρφωσης, προσπάθησαν νὰ τὸν ἐμποδίσουν νὰ μιλήσει, γιὰ νὰ ἀποτρέψουν τυχὸν σχόλια εἰς βάρος του. Ὅμως, ὁ Ἅγιος Σπυρίδων τοὺς ἀγνόησε καί, μιλώντας πειστικά, διακήρυξε ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι Θεός, πείθοντας τὸ ρήτορα νὰ ἀλλάξει γνώμη, καὶ μάλιστα τὴν ἴδια ἡμέρα τὸν κατήχησε καὶ τὸν βάπτισε Ὀρθόδοξο Χριστιανό. Ὁ ρήτορας δήλωσε ὅτι δὲν μποροῦσε νὰ ἀπαντήσει στὰ ὅσα εἶπε ὁ Ἅγιος Σπυρίδων.

 Ὁ Ἅγιος Σπυρίδων ταξίδεψε καὶ ἄλλες φορὲς στὸ ἐξωτερικό. Ἔτσι ταξίδεψε στὴν Ἀντιόχεια, ἔπειτα ἀπὸ πρόσκλησή του, καὶ θεράπευσε τὸν αὐτοκράτορα Κωνστάντιο, γιὸ τοῦ αὐτοκράτορα Ἁγίου Κωνσταντίνου.

Φεύγοντας ἀπὸ τὸ παλάτι τοῦ αὐτοκράτορα Κωνστάντιου, ὁ Ἅγιος Σπυρίδων ἀνέστησε τὸ νεκρὸ παιδὶ μίας γυναίκας. Τόση ἦταν ἡ ἔκπληξη τῆς γυναίκας ἀπὸ τὴν ἀνάσταση τοῦ παιδιοῦ της, ὥστε πέθανε αὐτή. Ὁ  Ἅγιος ἀνέστησε καὶ αὐτή.

Ὁ Ἅγιος Σπυρίδων ταξίδεψε καὶ στὴν Ἀλεξάνδρεια ἔπειτα ἀπὸ πρόσκληση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου τῆς πόλης, μετὰ ἀπὸ ὅραμα ποὺ εἶδε αὐτός. Μόλις ὁ Ἅγιος Σπυρίδων ἀποβιβάστηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια, ἕνα εἴδωλο, ποὺ ἀντιστεκόταν στὶς προσευχὲς τῶν κληρικῶν τῆς Ἀλεξάνδρειας καὶ δὲν κρημνιζόταν, κατέπεσε καὶ ἔγινε σκόνη.

Ὁ Ἅγιος Σπυρίδων ὑπέγραψε ἐκ τῶν ὑστέρων τὰ πρακτικὰ τῆς Συνόδου τῆς Σαρδικὴς (σημερινῆς Σόφιας Βουλγαρίας, 343 μ.Χ.), στὴν ὁποία δὲν εἶχε συμμετάσχει.  

Ἀναφέρονται καὶ ἀρκετὰ ἄλλα θαύματα τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνα, τὰ ὁποῖα ἔγιναν στὴν Κύπρο. Κάποια ἀπ’ αὐτὰ εἶναι τὰ ἑξῆς:  

α. Ὅταν κάποτε ὑπῆρχε μεγάλη ἀνομβρία στὴν Κύπρο, ὁ Ἅγιος προσευχήθηκε καὶ κατέπεσαν ραγδαῖες βροχὲς γιὰ πολλὲς ἡμέρες. Ἐπειδὴ ὑπῆρχε κίνδυνος νὰ προκληθοῦν μεγάλες καταστροφὲς ἀπὸ τὶς παρατεταμένες ραγδαῖες βροχές, ὁ Ἅγιος προσευχήθηκε, ὁπότε αὐτὲς σταμάτησαν.  

β. Ἕνας φτωχὸς ζήτησε βοήθεια ἀπὸ τὸν Ἅγιο, ὅταν ἕνας πλούσιος ἀρνήθηκε νὰ τοῦ δανείσει σιτάρι καὶ ἄλλα τρόφιμα. Ὁ Ἅγιος τὸν διαβεβαίωσε νὰ μὴν ἀνησυχεῖ, γιατὶ τὴν ἄλλη ἡμέρα θὰ εἶχε ὅ,τι χρειαζόταν. Πράγματι, τὴ νύχτα ραγδαία βροχὴ κατακρήμνισε τὶς ἀποθῆκες τοῦ πλουσίου, καὶ τὸ περιεχόμενό τους παρασύρθηκε ἀπὸ τὰ νερὰ τῆς βροχῆς, ὁπότε οἱ φτωχοὶ ἔτρεξαν νὰ μαζέψουν τὰ σπέρματα καὶ τοὺς καρπούς. Τότε ὁ ἄσπλαχνος πλούσιος παρακαλοῦσε τοὺς φτωχοὺς νὰ μαζέψουν ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερα σπέρματα καὶ καρποὺς καὶ ὅποτε μπορέσουν νὰ τοῦ τὰ ἐπιστρέψουν.  

γ. Ὅταν ἕνας φτωχὸς δὲν εἶχε χρήματα νὰ ἀγοράσει σιτάρι, ὁ Ἅγιος προσευχήθηκε καὶ μετέτρεψε ἕνα φίδι τοῦ κήπου του σὲ χρυσό κόσμημα, μὲ τὸ ὁποῖο ὁ φτωχός, βάζοντάς το ἐνέχυρο, ἐξασφάλισε σιτάρι. Ὅταν ὁ φτωχὸς ἐπέστρεψε στὸν Ἅγιο τὸ χρυσὸ κόσμημα, αὐτὸς τὸ πῆρε στὸν κῆπό του καὶ, ἀφοῦ προσευχήθηκε, ἀκούμπησε τὸ κόσμημα στὸ ἔδαφος. Τότε αὐτὸ ἀπέκτησε ζωὴ καὶ ὡς φίδι κατευθύνθηκε στὴ φωλιά του. 

Τὸ μικρότερο σὲ μέγεθος (μέχρι 30 εκατοστόμετρα) φίδι τῆς Κύπρου εἶναι ὁ ἀνήλιος (Typhlops vermicularis, Τύφλωψ ὁ σκωληκοειδής) μὲ χρῶμα ρόζ, ἀσπριδερὸ ὡς κοκκινοκαφέ, ποὺ κυκλοφορεῖ τὴ νύκτα γιὰ ἐξεύρεση τῆς τροφῆς του (ἔντομα). Ἕνα τέτοιο φίδι θὰ ἔψαχνε γιὰ νὰ βρεῖ τὴν τροφή του, κυρίως προνύμφες (σκουλήκια) ἐντόμων στο σωρὸ τῆς κοπριᾶς ἀπὸ τὰ ζῶα του, ποὺ χρησιμοποιοῦσε ὁ Ἅγιος γιὰ λίπανση τοῦ κήπου του. Κοσμήματα σὲ σχῆμα φιδιοῦ χρησιμοποιοῦνται κυρίως ὡς βραχιόλια.

δ. Κάποτε ἕνας φίλος τοῦ Ἁγίου συκοφαντήθηκε στὸ διοικητὴ τῆς Κύπρου καὶ καταδικάστηκε σὲ θάνατο στὴν Κωνσταντία (Σαλαμῖνα). Ὁ Ἅγιος ξεκίνησε γιὰ τὴν πόλη, γιὰ νὰ σώσει τὸ φίλο του. Ὅμως, οἱ ποταμοὶ τῆς Κύπρου εἶχαν πλημμυρήσει ἀπὸ τὶς ραγδαῖες βροχὲς καὶ ἕνας ἀπ’ αὐτοὺς τὸν ἐμπόδιζε νὰ φτάσει στὴν Κωνσταντία.   Ὁ Ἅγιος προσευχήθηκε, ὁπότε τὰ νερὰ τοῦ ποταμοῦ σταμάτησαν νὰ τρέχουν καὶ ὁ Ἅγιος καὶ ἡ συνοδεία του πέρασαν ἀπέναντι. Τότε διέταξε τὰ νερὰ τοῦ ποταμοῦ νὰ συνεχίσουν τὴν πορεία τους ἤρεμα καὶ χωρὶς νὰ προκαλοῦν ζημιὲς στὶς φυτεῖες καὶ τὰ ζῶα. Κάποιοι ποὺ εἶδαν τὸ θαῦμα ἔτρεξαν στὴν πόλη καὶ ἐνημέρωσαν τὸ διοικητὴ τῆς Κύπρου, ὁ ὁποῖος ἐλευθέρωσε τὸ φίλο του, μόλις ἔφθασε ὁ Ἅγιος κοντὰ του.  

Μεταξὺ Τριμυθοῦντος καὶ Κωνσταντίας παρεμβάλλονται βόρεια καὶ ἀνατολικὰ οἱ ποταμοὶ (χείμαρροι) Γιαλιὰς (ἀρχαῖος Ἰδαλίας) καὶ βορειότερά του ὁ Πεδιαίος (γνωστὸς καὶ ὡς Πιδκιάς), ἕναν ἀπὸ τοὺς ὁποίους πέρασε μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν ὁ Ἅγιος.

ε. Ὅταν ὁ Ἅγιος Σπυρίδων ἐπέστρεψε ἀπὸ τὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, μεγάλη θλίψη τὸν περίμενε. Ἡ ἀγαπημένη κόρη του Εἰρήνη εἶχε ἐκδημήσει πρὸς Κύριον.  Σὲ λίγες ἡμέρες ἐπισκέφθηκε τὸν Ἅγιο μία γυναῖκα καὶ τοῦ ζήτησε νὰ τῆς ἐπιστρέψει ἕνα χρυσὸ κόσμημα ποὺ εἶχε δώσει στὴν κόρη του Εἰρήνη, γιὰ νὰ τῆς τὸ φυλάξει.   Ὁ Ἅγιος δὲ βρῆκε τίποτα στὸ σπίτι. Γι’ αὐτό, συνοδευόμενος ἀπὸ τὴ γυναῖκα, πῆγε στὸν τάφο τῆς Εἰρήνης καὶ ζήτησε ἀπὸ αὐτὴ νὰ τοῦ πεῖ ποῦ εἶχε φυλάξει τὸ χρυσὸ κόσμημα. Τότε αὐτὴ ἀπάντησε καὶ τοῦ ὑπέδειξε ποῦ τὸ εἶχε φυλάξει.

στ. Κάποτε, κατὰ τὴν ἀκολουθία τοῦ ἑσπερινοῦ, ὅταν ὁ Ἅγιος εἶπε «Εἰρήνη πᾶσι», ἐπειδὴ δὲν ὑπῆρχε λαὸς ν’ ἀπαντήσει «Καὶ τῷ πνεύματί σου», αὐτὸ ἔγινε ἀπὸ πλῆθος ἀγγέλων, οἱ ὁποῖοι ἔψαλλαν καὶ τὸ «Κύριε, ἐλέησον». Ἡ φωνὴ τῶν ἀγγέλων ἦταν τόσο δυνατή, ὥστε ἀκούστηκε σ’ ὅλη τὴν Τριμυθοῦντα. Γι’ αὐτὸ ὅλοι ἔτρεξαν στὸ ναό, ὅπου βρῆκαν μόνο τὸν Ἅγιο, τὸ Διάκονό του καὶ τοὺς ὑπηρέτες τοῦ ναοῦ.

ζ. Κάποτε θὰ ὑποχρεώνονταν νὰ διακόψουν τὴν ἀκολουθία τοῦ ἑσπερινοῦ, γιατὶ σύντομα θὰ τελείωνε τὸ λάδι στὸ μοναδικὸ λύχνο. Ὁ Ἅγιος προσευχήθηκε καὶ τότε ἀπὸ τὸ λύχνο ἄρχισε νὰ τρέχει λάδι, μὲ τὸ ὁποῖο γέμισαν ὅλα τὰ διαθέσιμα δοχεῖα καὶ ἔτσι εἶχαν λάδι γιὰ ἀρκετὲς ἡμέρες.

η. Κάποια νύκτα μπῆκαν κλέφτες στὴ μάντρα τοῦ Ἁγίου, γιὰ νὰ κλέψουν ζῶα, ἀλλὰ μία ἀόρατη δύναμη τοὺς ἐμπόδιζε νὰ προχωρήσουν μὲ τὰ ζῶα πρὸς τὴν ἔξοδο. Ὅταν ὁ Ἅγιος τοὺς βρῆκε τὸ πρωί, τοὺς συμβούλευσε, τοὺς ἔδωσε ἕνα ἀρνὶ καὶ χαριτολογώντας τοὺς εἶπε ὅτι τοὺς τὸ δίδει γιὰ τὸν κόπο τους, ποὺ ἔμειναν ἄγρυπνοι τὴ νύκτα στὴ μάντρα του.  

θ. Κάποτε ἐνῶ θέριζαν, σταγόνες δρόσου ἔπεφταν μόνο στὸ πρόσωπο τοῦ Ἁγίου, ὁ ὁποῖος προεῖπε τὴν κοίμησή του.  

Ὁ Ἅγιος Σπυρίδων κοιμήθηκε περὶ τὸ 348 μ.Χ. καὶ τάφηκε στὴν Τριμυθοῦντα. Κατὰ τὴν ἀνακομιδὴ τοῦ λειψάνου του, αὐτὸ βρέθηκε ἄφθαρτο καὶ εὐωδίαζε. Τοποθετήθηκε σὲ μαρμάρινη λάρνακα στὸ ναὸ καὶ συνέχισε νὰ θαυματουργεῖ. Ἡ μνήμη του τιμᾶται στὶς 12 Δεκεμβρίου.  

Ἀπὸ ἐγκώμιο στὸν Ἅγιο ποὺ ἐκφώνησε ὁ Ἐπίσκοπος Πάφου Θεόδωρος στὴν Τριμυθοῦντα, τὴν ἡμέρα μνήμης τοῦ Ἁγίου τὸ 655 μ.Χ., ἔχουμε πληροφορίες γιὰ τὸ βίο καὶ κυρίως γιὰ τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου. Γιὰ τὸ βίο καὶ τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνα ἔχουν γράψει καὶ ἄλλοι συγγραφεῖς.  

Στὴν Τρεμετουσιὰ λειτουργοῦσε Μονὴ ἀφιερωμένη στὸν Ἅγιο Σπυρίδωνα, μὲ μοναστηριακὰ κτίρια καὶ δίκλιτο ναό, ὁ ὁποῖος εἶχε κτιστεί τὸ 18ο ἀιώνα στὴ θέση ποὺ κτίστηκαν διαδοχικὰ σὲ διάφορες ἐποχὲς τρεῖς τρίκλιτες βασιλικές, μὲ πρώτη ἀπὸ αὐτὲς στὰ τέλη τοῦ 4ου – ἀρχὲς τοῦ 5ου αἰώνα καὶ μὲ δάπεδο μὲ μωσαϊκὰ καὶ μία ἐπιγραφὴ ποὺ ἀναφέρει τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου. Στὸ ναὸ διασώζονταν μέχρι τὸ 1974 λίγες τοιχογραφίες τοῦ 11ου, τοῦ 12ου καὶ τοῦ 18ου αἰώνα. 

Μετὰ τὶς σφαγὲς τοῦ 1821 καὶ τὴν καταλήστευση τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ἡ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνα, ὅπως καὶ οἱ περισσότερες ἄλλες Μονὲς τῆς Κύπρου, διέκοψε τὴ λειτουργία της. Ἀνακαίνιση τῆς Μονῆς ἔγινε τὸ 1965-1966, ὁπότε ἐγκαταστάθηκε σ’ αὐτὴν Ἡγούμενος καὶ Κέντρο συντήρησης εἰκόνων καὶ χειρογράφων. Μετὰ τὴν κατάληψη τῆς περιοχῆς τὸν Αὔγουστο τοῦ 1974 ἀπὸ τὰ τουρκικὰ στρατεύματα, κλάπηκαν οἱ εἰκόνες τῆς Μονῆς (ἡ παλαιότερη τοῦ 16ου αἰώνα) καὶ ἄλλα κειμήλια, καθὼς καὶ οἱ εἰκόνες καὶ τὰ χειρόγραφα πού ἦταν γιὰ συντήρηση σ’ αὐτή. Σήμερα ὁ χῶρος τῆς Μονῆς εἶναι στρατόπεδο.

Ἡ Ἐπισκοπὴ Τριμυθοῦντος ἐπιβίωσε γιὰ αἰῶνες. Εἶναι γνωστοὶ ἑπτὰ Ἐπίσκοποί της μέχρι τὴν Ζ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο (787 μ.Χ.). Ἡ Ἐπισκοπὴ Τριμυθοῦντος καταργήθηκε στὰ μέσα τοῦ 13ου αἰώνα, μαζὶ μὲ ἄλλες ἐννέα ὀρθόδοξες Ἐπισκοπές, στὸ πλαίσιο τῶν προσπαθειῶν τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας γιὰ ὑποταγὴ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Κατὰ τὴν τουρκοκρατία καὶ τοὺς κατοπινοὺς χρόνους, εἶναι γνωστοὶ Ἐπίσκοποι Τριμυθοῦντος ὡς βοηθοὶ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου ἢ τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.   

Το 2007 ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, ὑπὸ τὴν προεδρία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Β’, ἀποφάσισε τὴ διεύρυνσή της, ὁπότε επανασυστάθηκε καὶ ἡ Ἱερὰ Μητρόπολις Τριμυθοῦντος, μὲ ἕδρα τὸ Ἰδάλιον (λόγω τῆς κατοχῆς τῆς Τρεμετουσιᾶς ἀπὸ τὰ τουρκικὰ στρατεύματα) καὶ μὲ πρῶτο Μητροπολίτη τὸν κ. Βαρνάβα.  

Οἱ ἐπανειλημμένες ἀραβικὲς ἐπιδρομὲς κατὰ τῆς Κύπρου ὁδήγησαν τὴ Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία στὴ μεταφορὰ τοῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνα στὴν Κωνσταντινούπολη, πιθανότατα κατὰ τὴ μεταφορὰ μεγάλου ἀριθμοῦ Κυπρίων στὸν Ἑλλήσποντο (690/691 μ.Χ.) ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἰουστινιανὸ Β΄. Το 1453 τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου βρισκόταν στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων.

Μετὰ τὴν Ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τοὺς Τούρκους τὸ 1453, ὁ Ἱερέας τοῦ ναοῦ Γρηγόριος Πολύευκτος τοποθέτησε σὲ δύο σάκους τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος καὶ τῆς Ἁγίας Θεοδώρας τῆς Αυγούστας (ἡ ὁποία ἀναστήλωσε τὶς εἰκόνες τὸ 843 μ.Χ.), γέμισε τοὺς σάκους ἄχυρα καὶ τοὺς τοποθέτησε στὴν πλάτη ζώου.   Ἔτσι, ξεκίνησε ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, πέρασε τὴ Θράκη, τὴ Μακεδονία καὶ ἔφθασε στὴν Παραμυθιὰ τῆς Ἠπείρου, ἀπ’ ὅπου (μετὰ δύο σχεδὸν χρόνια) πέρασε στὴν Κέρκυρα, πού τότε ἦταν ὑπὸ τὴν κατοχὴ τῶν Ἑνετῶν.  Τὰ λείψανα τοποθετήθηκαν στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου. Την περίοδο 1527-1531 κτίστηκε στὴν Κέρκυρα ναὸς ἀφιερωμένος στὸν  Ἅγιο Σπυρίδωνα, ὁ ὁποῖος κατεδαφίστηκε τὸ 1575 ἀπὸ τοὺς Ἑνετούς, λόγω τῆς κατασκευῆς τοῦ νέου φρουρίου τῆς Κέρκυρας. Το 1589 ἐγκαινιάστηκε ὁ σημερινὸς ναός, ὁ ὁποῖος ὁλοκληρώθηκε τὸ 1594. Σε θάλαμο δίπλα ἀπὸ τὸ ἱερὸ βῆμα βρίσκεται σὲ διπλὴ πολύτιμη λάρνακα τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου.  

Στὴν Κέρκυρα γίνονται κάθε χρόνο τέσσερις λιτανεῖες τοῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνα: 

– Τοῦ Μεγάλου Σαββάτου (μαζὶ μὲ τὸν Ἐπιτάφιο) σὲ ἀνάμνηση τοῦ θαύματος τοῦ Ἁγίου, ποὺ ὁδήγησε τρία πλοῖα μὲ σιτάρι στὸ νησὶ ποὺ στερεῖτο. 

– Τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων καὶ τῆς πρώτης Κυριακῆς τοῦ Νοεμβρίου σὲ ἀνάμνηση τῆς ἀπαλλαγῆς τῆς Κέρκυρας ἀπὸ ἐπιδημία πανώλους.

– Τῆς 11ης Αὐγούστου σὲ ἀνάμνηση τῆς σωτηρίας τῆς Κέρκυρας κατὰ τὴ δεύτερη τουρκικὴ ἐπιδρομὴ ἐναντίον της (1716). Οἱ Τοῦρκοι εἰσέβαλαν στὴν Αὐστρία καὶ στὴ συνέχεια ἄρχισαν τὴν πολιορκία τῆς πόλης τῆς Κέρκυρας στὶς 24 Ἰουνίου 1716. Ἡ εἴδηση τῆς ἥττας τοῦ τουρκικοῦ στρατοῦ στὸ Πετροβαράντιν ἀπὸ τοὺς Αὐστριακοὺς καὶ μάλιστα μὲ μεγάλες ἀπώλειες (5 Αὐγούστου 1716), μία μεγάλη καταιγίδα ποὺ ἔπληξε τὴν Κέρκυρα, ταλαιπωρώντας ἰδιαίτερα τοὺς πολιορκητές, καὶ ἡ φήμη ὅτι στὸ τεῖχος τῆς πόλης ἐμφανίστηκε ἕνας μοναχὸς μὲ ἀστραπόμορφο ξίφος καὶ συνοδευόμενος ἀπὸ μεγάλη στρατιά, ὁδήγησε τοὺς πολιορκητὲς σὲ ἄτακτη λύση τῆς πολιορκίας, ἀφήνοντας ἀρκετὰ ἐφόδια ὡς λάφυρα.

Τὸ ἄφθαρτο λείψανο τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνα ἐξάγεται ἀπὸ τὴ λάρνακά του ἐπὶ τριήμερο τρεῖς φορὲς τὸ χρόνο: 11-13 Δεκεμβρίου, 10-12 Αὐγούστου καὶ ἀπὸ τὸ Μεγάλο Σάββατο ἕως τὴν Τρίτη τῆς Διακαινησίμου.  

Ὁ Ἅγιος Σπυρίδων εἶναι πολιοῦχος τῆς Κέρκυρας, τοῦ Μεσολογγίου, τοῦ Πειραιᾶ, τοῦ Κισάμου Χανίων, τῆς Ἐλαφονήσου καὶ τῆς Βόνιτσας.

 

* Το παρόν αποτελεί κείμενο του Εορτολογίου 2020 των κατεχομένων Ενοριών και Κοινοτήτων της Αρχιεπισκοπικής Περιφέρειας (Διαμερίσματος Μεσαορίας), το οποίο είναι αφιερωμένο στον Άγιο Σπυρίδωνα επίσκοπο Τριμυθούντος, τη ζωή και τα θαύματά του.

Print Friendly, PDF & Email

Share this post