Ἡ ἀκολουθία τοῦ βαπτίσματος μέσα ἀπὸ τὰ πρώιμα κυπριακὰ ἁγιολογικὰ κείμενα (4ος – 7ος αἰ.)

Ἡ ἀκολουθία τοῦ βαπτίσματος μέσα ἀπὸ τὰ πρώιμα κυπριακὰ ἁγιολογικὰ κείμενα (4ος – 7ος αἰ.)

Ἀρχιμ. Γρηγόριου Ἀ. Ἰωαννίδη

Ἐπίκουρου Καθηγητῆ Λειτουργικῆς

Θεολογικῆς Σχολῆς Ἐκκλησίας Κύπρου

 

Ἡ ἐντολὴ τοῦ ἀναστάντος Κυρίου στοὺς ἀποστόλους καὶ μαθητές Του «πορευθέντες οὖν μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν» (Μτ 28,19-20) ἐφαρμόζεται καὶ βιώνεται ἀδιάκοπα στὴν Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τῆς Κύπρου γιὰ εἴκοσι ὁλόκληρους αἰῶνες μέχρι σήμερα.[1]

Οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων τεκμηριώνουν τόσο τὴν παρουσία τῶν Κυπρίων στὴν πρώτη Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων, ὅσο καὶ τὴ συμμετοχή τους στὴν ἵδρυση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιόχειας μὲ πρωταγωνιστικὴ μορφή, ἐκείνη τοῦ Ἀποστόλου Βαρνάβα (Πράξ 4,36). Τὸ νησὶ τῆς Κύπρου, γεωγραφικὸ σταυροδρόμι μεταξὺ Ἀνατολῆς καὶ Δύσης, θὰ δεχθεῖ ἀπὸ τοὺς πρώτους κιόλας ἀποστολικοὺς χρόνους τὸν χριστιανισμὸ καὶ συγκεκριμένα ἀμέσως μετὰ τὸν διωγμὸ ἐπὶ τοῦ πρωτομάρτυρος καὶ ἀρχιδιακόνου Στεφάνου γύρω στὸ 34 μ.Χ. (Πράξ 8,1 καὶ 11,19). Λίγα χρόνια ἀργότερα, τὸ 45 μ.Χ., ἡ ἄφιξη καὶ ἱεραποστολικὴ δράση στὸ νησὶ τῶν Ἀποστόλων Βαρνάβα, Παύλου καὶ Μάρκου στὰ πλαίσια τῆς Α´ Ἀποστολικῆς περιοδείας, θὰ σηματοδοτήσει τὴν ἵδρυση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου καὶ τὴ συγκρότηση τῆς πρώτης ὀργανωμένης χριστιανικῆς κοινότητας (Πράξ 13,1-12).

Ἡ ἐπιστροφὴ τῶν Ἀποστόλων Βαρνάβα καὶ Μάρκου στὴν Κύπρο μετὰ τὴν Ἀποστολικὴ Σύνοδο τῶν Ἱεροσολύμων στὶς ἀρχὲς τοῦ 50 μ.Χ. (Πράξ 15,36-39) θὰ βοηθήσει τὴν ἐξάπλωση καὶ ἑδραίωση τοῦ χριστιανικοῦ κηρύγματος στὸ νησί. Ἔτσι ὥστε στὶς ἀρχὲς ἤδη τοῦ 4ου αἰώνα νὰ ἔχουμε καθολικὴ ἐπικράτηση τοῦ χριστιανισμοῦ σὲ ὅλο τὸ νησί, τὴν παρουσία τριῶν ἐπισκόπων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου στὴν Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τὸ 325 μ.Χ., ἐνῶ λίγο ἀργότερα θὰ ἀξιωθεῖ νὰ ἔχει στὸν ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο της τὴ μεγάλη θεολογικὴ μορφὴ τοῦ Ἁγίου Ἐπιφανίου.[2]

Στὴν παροῦσα μελέτη θὰ ἐπικεντρωθοῦμε στὶς σημαντικὲς λειτουργικὲς πληροφορίες ποὺ ἀντλοῦμε γύρω ἀπὸ τὸ μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος στὴν Κύπρο μέσα ἀπὸ τὰ πρώιμα ἁγιολογικὰ κείμενα «τῶν ἐν Κύπρῳ» διαλαμψάντων Ἁγίων μεταξὺ τοῦ 4ου καὶ τοῦ 7ου αἰώνα.[3]

 

  1. A. Ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου Ἡρακλειδίου (μέσα ἢ β´ μισὸ τοῦ 5ου αἰ. –BHG 743):[4]

Στὸν Βίο περιγράφονται συνολικὰ ὀκτὼ περιπτώσεις βαπτίσεων συμπεριλαμβανομένης καὶ αὐτῆς τοῦ Ἁγίου Ἡρακλειδίου:

  1. Βάπτιση τετρακοσίων ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν, ἀνάμεσά τους ἡ Τροφίμη μὲ τὸν γιὸ καὶ τὴ συγγένισσά της Μακεδονία.[5]
  2. Βάπτιση ναυτικοῦ καὶ ὅσων ἐσώθησαν στὸ πλοῖο ἀπὸ βέβαιο θάνατο στὴ φουρτουνιασμένη θάλασσα.[6]
  3. Βάπτιση Ἁγίου Ἡρακλειδίου ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους Βαρνάβα καὶ Μᾶρκο.[7]
  4. Βάπτιση δεκαπέντε ἐθνικῶν ἀνδρῶν.[8]
  5. Βάπτιση Τιμοθέου «ἀπὸ χωρίου Λαμπαδιστοῦ».[9]
  6. Βάπτιση φωτιζομένων ἀπὸ τὸ χωριὸ Πέρα.[10]
  7. Βάπτιση Ἀλεξάνδρου, Γελασίου μὲ τοὺς τρεῖς υἱούς του.[11]
  8. Βάπτιση οἰκογένειας Φιλοθέου, μὲ τὴ σύζυγό του Νυμφᾶ καὶ τὸν γιό του Ἱέριο.[12]

Κατεξοχὴν μαρτυρεῖται τὸ ὁμαδικὸ βάπτισμα (Ἀρ. 1, 2, 4, 6, 7, 8), τὸ ὁποῖο φθάνει μέχρι καὶ τετρακόσιους ἀνθρώπους (Ἀρ. 1), χωρὶς νὰ ἀποκλείεται καὶ ἡ μεμονωμένη περίπτωση βάπτισης πιστοῦ, ὅπως ἐκείνη τοῦ Ἁγίου Ἡρακλειδίου (Ἀρ. 3) καὶ τοῦ Τιμοθέου (Ἀρ. 5). Τὸ βάπτισμα ἀπευθύνεται κυρίως σὲ ἐνήλικες, τρεῖς δὲ περιπτώσεις ἀναφέρονται καὶ σὲ βαπτίσεις οἰκογενειῶν (Ἀρ. 1, 7, 8).

Συνοψίζουμε στὴ συνέχεια τὰ βασικὰ στάδια τῆς πορείας μέχρι καὶ τὸ βάπτισμα ὅπως καταγράφονται στὶς ὀκτὼ παραπάνω περιπτώσεις:

Ὅλες οἱ περιπτώσεις βαπτίσεων προϋποθέτουν ἔντονη ἐπιθυμία καὶ ἐπίμονη αἴτηση, ἐλεύθερη ἀπόφαση καὶ βούληση τῶν ὑποψήφιων.[13]

Ἡ οὐσιαστικὴ κατήχηση ἀποτελεῖ ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιὰ προετοιμασία τῶν ὑποψήφιων. Τὴν εὐθύνη τῆς κατήχησης ἔχει ἀποκλειστικὰ ὁ ἐπίσκοπος[14] βοηθούμενος ἀπὸ τοὺς πρεσβυτέρους, ἐνῶ αὐτὴ γίνεται συστηματικά, στὴ βάση τῆς ἑρμηνείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ σκοπὸ ἔχει νὰ ὁδηγήσει στὴν ἐσωτερικὴ ἀλλοίωση τῶν κατηχουμένων.[15]

Τὸ τελευταῖο στάδιο τῆς κατήχησης ἐπικεντρώνεται ἀποκλειστικὰ στὴν προετοιμασία γιὰ τὸ βάπτισμα μέσα ἀπὸ τὰ κείμενα τῶν προφητῶν καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης.[16]

Οἱ ἀπαραίτητες προβαπτισματικὲς ἀκολουθίες περιλαμβάνουν τὴν τελικὴ καταληκτικὴ κατήχηση, τὴν ἀπόταξη τοῦ Σατανᾶ, τὴ σύνταξη μὲ τὸν Χριστὸ μὲ τὴν ὁμολογία τῆς πίστης, ὁ ἐπίσκοπος δίνει τὴν εὐλογία τῆς εἰρήνης στὸ ναὸ καὶ ἀκολουθεῖ τὸ βάπτισμα.[17]

Κατεξοχὴν περίοδος ἑτοιμασίας τῶν κατηχουμένων γιὰ νὰ λάβουν τὸ βάπτισμα εἶναι ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ μὲ τὶς βαπτίσεις νὰ τελοῦνται στὴν ἀγρυπνία τοῦ Πάσχα (Ἀρ. 6).[18]

Ὁ ἐπίσκοπος συνοδευόμενος καὶ συνεπικουρούμενος ἀπὸ ἱερεῖς, διακόνους καὶ διακόνισσες, προΐσταται τῶν ὁμαδικῶν βαπτίσεων στὸ βαπτιστήριο,[19] ἐὰν δὲ παραστεῖ ἀνάγκη, δίνει ὁ ἴδιος ἐντολὴ σὲ ἱερεῖς καὶ διακόνους γιὰ τέλεση τοῦ μυστηρίου.[20]

Οἱ διάκονοι προσφέρουν τοὺς ὑποψήφιους γιὰ βάπτισμα στοὺς ἱερεῖς γιὰ τὴ χρίση μὲ τὸ ἐπορκιστὸ ἔλαιο καὶ ἐν συνεχείᾳ ὁ ἀρχιερέας τελεῖ τὴν τριττὴ βάπτιση στὸ νερὸ στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδας.[21]

Ἡ τριττὴ βάπτιση στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδας γίνεται στὸ νερό,[22] εἴτε τοῦ βαπτιστηρίου τοῦ καθεδρικοῦ ναοῦ,[23] εἴτε τοῦ ποταμοῦ.[24]

Παρόλο ποὺ δὲν γίνεται ἄμεση ἀναφορὰ στὴ χρίση μὲ τὸ Ἅγιο Μύρο, αὐτὴ θεωρεῖται αὐτονόητη καὶ ἀκολουθεῖ ἀμέσως μετὰ τὴν τριττὴ βάπτιση στὸ νερό. Στὴν περίπτωση τῆς βάπτισης τῶν ναυτικῶν (Ἀρ. 2), ἔμμεσα γίνεται ἀναφορὰ στὴν ἐπέλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μετὰ τὴ βάπτιση στὸ νερό.[25]

Ἔνδυση μὲ τὰ ἐμφώτεια ἐνδύματα «ὀθόνην λαμπράν».[26]

Οἱ νεοφώτιστοι εἰσέρχονται στὸν κυρίως ναό (καθεδρικό) καὶ μετέχουν γιὰ πρώτη φορὰ στὴ Θεία Λειτουργία μὲ ἀποκορύφωμα τὴ Θεία Κοινωνία. Ἀκολουθοῦν οἱ ἐπισκοπικὲς νουθεσίες καὶ ἡ ἀπόλυση. Ἡ ἑπόμενη σύναξη τὸ πρωὶ στὸν καθεδρικὸ ναὸ προϋποθέτει τὴ συμμετοχὴ τῶν νεοφώτιστων.[27]

Ἡ βάπτιση ἀποτελεῖ κορυφαῖο ἐκκλησιαστικὸ γεγονὸς ποὺ ἀφορᾶ ὅλη τὴν τοπικὴ Ἐκκλησία, ἡ ὁποία καὶ συμμετέχει ἐνεργὰ σὲ αὐτό, «καὶ ἦν πολλὴ χαρὰ ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τοῦ Θεοῦ».[28]

Τὸ βάπτισμα ὀνομάζεται «τῆς ἀφέσεως τὸ λουτρόν»,[29] «τὸ λουτρὸν τῆς ζωῆς»,[30] «λουτρὸν τῆς παλλιγγενεσίας»,[31] «ἐν Κυρίῳ σφραγῖδα»[32] βασικοὶ θεολογικοὶ καὶ λειτουργικοὶ ὅροι τῆς χριστιανικῆς γραμματείας τῶν τεσσάρων πρώτων αἰώνων.

Στὴν περίπτωση Ἀρ. 8 διασώζεται ἡ πλήρης περιγραφὴ τῆς ἀκολουθίας τοῦ βαπτίσματος: κήρυγμα, αἴτηση γιὰ νὰ γίνουν χριστιανοί, ἄφιξη στὴν Ἐκκλησία, εἴσοδος στὸν ναό (οἱ διάκονοι μεταφέρουν τὰ Εὐαγγέλια), προβαπτισματικὲς διατάξεις (καταληκτικὴ κατήχηση καὶ ὁμολογία τῆς πίστης), οἱ διάκονοι προσφέρουν τοὺς ὑποψήφιους, ἡ χρίση τῶν ὑποψήφιων μὲ τὸ ἐπορκιστὸ ἔλαιο ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς, βάπτισμα στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδας, συμμετοχὴ στὴ Θεία Λειτουργία καὶ στὴ Θεία Κοινωνία.[33]

 

  1. B. Ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου Αὐξιβίου (μέσα 5ου αἰ. – BHG 204):[34]

Ἀναφορὰ γίνεται στὸ βάπτισμα ποὺ λαμβάνει ὁ Ἅγιος Αὐξίβιος ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους Βαρνάβα καὶ Μάρκο: ὑπογραμμίζεται ὁ πόθος, ἡ πίστη καὶ ὁ ζῆλος του γιὰ τὸν Χριστό, ἡ κατήχηση ποὺ λαμβάνει καὶ ἡ βάπτιση στὸ ὕδωρ τῆς πηγῆς εἰς τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδας, καὶ τέλος ἡ μετάδοση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μὲ ἐπίθεση τῶν χειρῶν τοῦ Ἀποστόλου.[35]

Σὲ ἀκόμη τρεῖς ἀναφορὲς σημειώνεται ἡ ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Αὐξιβίου διδασκαλία τῶν κατηχουμένων, ὁμολογία πίστης καὶ χορήγηση τοῦ ἁγίου βαπτίσματος στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδας:

  1. «Ἡμέρᾳ δὲ καὶ ἡμέρᾳ προσετίθετο ὁ ὄχλος τῷ Κυρίῳ πιστεύων, καὶ ἐβαπτίζοντο εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐξομολογούμενοι τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν … ἐθεράπευεν πάντας διὰ τῆς ἐπικλήσεως τῆς ἀχράντου καὶ ζωοποιοῦ Τριάδος· καὶ πιστεύοντες ἐβαπτίζοντο».[36]
  2. Βάπτιση τοῦ Αὐξιβίου ἀπὸ τὸ χωριὸ Σολοποταμίου «Πάτερ δός μοι τὴν ἐν Χριστῷ σφραγίδα». Καὶ λαβόμενος ἀπὸ τῶν θείων γραφῶν, καὶ διδάξας αὐτὸν τὰ περὶ Πατρὸς καὶ Υἱοῦ καὶ Ἁγίου Πνεύματος, ἐβάπτισεν αὐτὸν εἰς τὸ ὄνομα τῆς ἁγίας καὶ ὁμοουσίου Τριάδος».[37]
  3. Βάπτιση τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ Ἁγίου Αὐξιβίου Θεμισταγόρα μετὰ τῆς συζύγου του «καὶ ἦσαν λοιπὸν ἐν τῷ ἐπισκοπείῳ διδασκόμενοι ὑπὸ τοῦ μακαρίου Αὐξιβίου. Καὶ ἐβάπτισεν αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».[38]

 

Γ. Ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνα ἐπισκόπου Τριμυθοῦντος, ἔργο ἐπισκόπου Πάφου Θεοδώρου (ἔτος 655 – BHG 1647):[39]

Ὁ ἐπίσκοπος Πάφου Θεόδωρος ἐκφώνησε τὸν λόγο ἀφιερωμένο στὸν ἑορτάζοντα Ἅγιο Σπυρίδωνα στὸ ἀρχιερατικὸ συλλείτουργο ποὺ ἔλαβε χώρα ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς καὶ πανήγυρης τοῦ Ἁγίου στὶς 14 Δεκεμβρίου στὸν ὁμώνυμο Ναό του στὴν Τρεμετουσιᾶ, ἐνώπιον τοῦ χαριτόβρυτου ἁγίου λειψάνου καὶ τοῦ τάφου τοῦ Ἁγίου. Ὁ ἴδιος ὁ συγγραφέας ἐξηγεῖ ὅτι γιὰ τὸν Βίο ἀνέτρεξε καὶ στηρίχθηκε τόσο σὲ προγενέστερες γραπτὲς πηγὲς ἀλλὰ καὶ ἀναζήτησε καὶ κατέγραψε προφορικὲς παραδόσεις καὶ μαρτυρίες, οἱ ὁποῖες ἀνάγονται κοντὰ στὴν ἐποχὴ τῆς ζωῆς τοῦ Ἁγίου (α´ μισὸ 4ου αἰ.). Σώζονται δύο ἀναφορὲς σὲ βάπτισμα ἀπὸ τὸν Ἅγιο Σπυρίδωνα:

  1. Ὁ εἰδωλολάτρης σύζυγος τῆς «φιλόχριστης Σωφρονίας», Ὄλυμπος, ἀρνεῖται τὴν ἐθνικὴ πίστη, ὁμολογεῖ πίστη στὸν Χριστό, δέχεται ἐκτεταμένη κατήχηση ἀπὸ τὸν ἅγιο ἐπίσκοπο καὶ τέλος συγκατατίθεται καὶ λαμβάνει τὸ ἅγιο βάπτισμα.[40]
  2. Ἡ ἄφιξη τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνα στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ ἡ συντριβὴ τοῦ εἰδωλολατρικοῦ ἀγάλματος γίνεται αἰτία μεταστροφῆς πολλῶν ἐθνικῶν στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, οἱ ὁποῖοι καὶ λαμβάνουν τὸ βάπτισμα στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδας ἀπὸ τὸν πατριάρχη Ἀλεξανδρείας.[41]

 (συνεχίζεται στό ἑπόμενο τεῦχος)

***********************************************

[1] Γιὰ μιὰ ὁλοκληρωμένη συζήτηση γύρω ἀπὸ τὴν ἀκολουθία τοῦ Βαπτίσματος στὶς κυπριακὲς λειτουργικὲς πηγὲς μὲ ὅλη τὴν περαιτέρω βασικὴ βιβλιογραφία, βλ. Ἀρχιμ. Γ. Ἀ. Ἰωαννίδης, “Christian Initiation in the Cypriot Liturgical Sources”, (ἐπιμέλεια H. Brakmann, T. Chronz, C. Sode) «Neugeboren aus Wasser und Heiligen Geist». Kölner Kolloquium zur Initiatio Christiana, (Jerusalemer Theologisches Forum 37) Köln 2020, 273-332.

[2] Γιὰ τὴν εἰσαγωγὴ καὶ ἑδραίωση τοῦ χριστιανισμοῦ στὴν Κύπρο, βλ. αὐτ. 273-274 (μὲ ὅλη τὴν περαιτέρω βιβλιογραφία στὶς ὑποσημειώσεις 1-5).

[3] Βλ. αὐτ. 275-276 καὶ ὑποσημ. 7. Βλ. ἐπίσης Στ. Εὐθυμιάδης, Ἡ βυζαντινὴ ἁγιολογία τῆς Κύπρου. Οἱ ἅγιοι, οἱ συγγραφεῖς καὶ τὰ κείμενα (4ος – 13ος αἰώνας), (Πηγὲς καὶ Μελέτες τῆς Κυπριακῆς Ἱστορίας 85) Λευκωσία 2020.

[4] Γιὰ μιὰ βαθύτερη συζήτηση γύρω ἀπὸ τὶς λειτουργικὲς πληροφορίες τῶν πρώιμων κυπριακῶν ἁγιολογικῶν κειμένων, βλ. Ἀρχιμ. Γ. Ἀ. Ἰωαννίδης, “Christian Initiation” 276-289. Γιὰ τὴν ἔκδοση τοῦ Βίου τοῦ Ἁγίου Ἡρακλειδίου, βλ. F. Halkin, “Les Actes Apocryphes de Saint Héraclide de Chypre disciple de l’apotre Barnabé”, Analecta Bollandiana 82 (1964) 133-170.

[5] Αὐτ. 143-144: «Εἰσελθοῦσα δὲ Τροφίμη εἰς τὸν κοιτῶνα αὐτῆς ἔλαβεν ὀθόνην λαμπρὰν καὶ ἐνέδυσεν ἑαυτήν, ὁμοίως καὶ τὸν υἱὸν αὐτῆς· καὶ ἡ μηδέποτε ὀφθεῖσά τινι, λαβομένη τὸν υἱὸν αὐτῆς καὶ Μακεδονίαν τὴν αὐτῆς συγγενίδα ἐξῆλθεν ἅμα τοῖς ὁσίοις πατράσιν βοῶσα καὶ λέγουσα· «Πιστεύω εἰς Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν ὑφ’ ὑμῶν κηρυσσόμενον.» Καὶ ἀπελθόντων ἡμῶν ἐν τῷ ναῷ τοῦ Θεοῦ, ἔδωκεν αὐτοῖς εἰρήνην ὁ ὅσιος πατὴρ ἡμῶν Ἡρακλείδιος· καὶ ἐβαπτίσθησαν ἄνδρες καὶ γυναῖκες ὡσεὶ τετρακόσιοι· καὶ ἦν πολλὴ χαρὰ ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τοῦ Θεοῦ».

[6] Αὐτ. 144-146. «Ὁ δὲ πατὴρ Ἡρακλείδιος μὴ μελλήσας, λαβόμενος τοῦ θείου λόγου κατήχησεν αὐτοὺς … καὶ ταῦτα εἰπὼν ἐκέλευσεν τῆς ἀφέσεως τὸ λουτρὸν γενέσθαι· καὶ λαβὼν ἐβάπτισεν αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος», αὐτ. 145.

[7] Αὐτ. 150-151.

[8] Αὐτ. 151-152: «Πρωΐας δὲ γενομένης, συνῆλθον οἱ ἄνδρες τοῦ τόπου βοῶντος οὕτως· «Οἱ τοῦ Θεοῦ δοῦλοι, ἐλεήσατε ἡμᾶς.» Εἶπεν δὲ πρὸς Μνάσωνα ὁ πατὴρ Ἡρακλείδιος· «Δῶμεν αὐτοῖς τὸ λουτρὸν τῆς ζωῆς.» Γεναμένης δὲ πάσης τῆς ἀποκρίσεως, ἐβαπτίσθησαν ἄνδρες τε ὡσεὶ ιε´».

[9] Αὐτ. 154-155: «Τιμόθεος … παρεκάλει τὸν πατέρα Ἡρακλείδην λέγων· «Πάτερ, οὐ βούλομαι ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἐμὴν χώραν, ἀλλὰ δέομαί σου, ποίησόν με χριστιανόν.» Καὶ λαβὼν κατήχησεν αὐτὸν καὶ ἐβάπτισεν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος».

[10] Αὐτ. 156-158. «Πληρωθείσης δὲ τῆς Τεσσαρακοστῆς καὶ φθασάντων τῶν σωτηρίων ἡμερῶν τοῦ πάθους τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ … οἱ ἐν τῷ προαστείῳ Πέραν οἰκοῦντες δοῦλοι Θεοῦ ὅσοι ἦσαν προσελθόντες τῷ βαπτίσματι», αὐτ. 156.

[11] Αὐτ. 158-160. «Οἱ δὲ προσέπεσαν τοῖς ποσὶν Μνάσωνος τοῦ διδασκάλου βοῶντες· «τὸν Ἰησοῦν, ὃν κηρύττεις, ποίησον ἡμᾶς χριστιανούς, οἷος εἶ καὶ σύ.» … Καὶ ἀνελθὼν ὁ πατὴρ ἡμῶν Μνάσων ἀνήγγειλεν τῷ πατρὶ ἡμῶν Ἡρακλείδῃ πάντα· καὶ ἐπιτρέπει Μνάσωνι τῷ πατρὶ καὶ Ἀετίῳ τῷ διακόνῳ καὶ τοῖς λοιποῖς κατελθεῖν καὶ δοῦναι αὐτοῖς τὴν ἐν Κυρίῳ σφραγῖδα. Καὶ ἦν πολλὴ χαρὰ ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τοῦ Θεοῦ», αὐτ. 159-160.

[12] Αὐτ. 160-163.

[13] Αὐτ. 145, 151, 155. Αὐτ. 159: «Οἱ δὲ προσέπεσαν τοῖς ποσὶν Μνάσωνος τοῦ διδασκάλου βοῶντες· «Τὸν Ἰησοῦν, ὃν κηρύττεις, ποίησον ἡμᾶς χριστιανούς, οἷος εἶ καὶ σύ.» Βλ. ἐπίσης αὐτ. 162: «Ἀκούσαντες δὲ ταῦτα προσέπεσαν τοῖς ποσὶν τοῦ πατρὸς Ἡρακλείδου λέγοντες· «Πιστεύομεν εἰς τὸν ὑπὸ σοῦ κηρυσσόμενον Θεόν, ὅτι μεγάλα δύναται. Ἀξιοῦμέν σε, πάτερ, ποίησον ἡμᾶς χριστιανοὺς γενέσθαι.» Καὶ ταῦτα ἀκούσαντες οἱ ὅσιοι πατέρες Ἡρακλείδιος καὶ Μνάσων εἶπαν αὐτοῖς· «Οἱ διψῶντες τὴν δικαιοσύνην, ἔλθετε ἐν τῷ ναῷ τοῦ Θεοῦ· καὶ αὐτὸς ὑμῖν δώσει τὴν ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν».

[14] Αὐτ. 145: «Ὁ δὲ πατὴρ Ἡρακλείδιος μὴ μελλήσας, λαβόμενος τοῦ θείου λόγου κατήχησεν αὐτοὺς λέγων …». Αὐτ. 155: «καὶ λαβὼν κατήχησεν αὐτόν …». Αὐτ. 162: «κατηχοῦντον ὑπὸ τῶν θείων γραφῶν».

[15] Αὐτ. 151: «καὶ τούτων ἀκούων τῶν ῥημάτων κατενυσσόμην τῇ ψυχῇ καὶ οὐκ ἐδυνόμην ὑποστρέψαι· ἀλλ᾽ ἐπὶ πλεῖον κατηχοῦν με».

[16] Αὐτ. 145-146, 156-158, 162-163.

[17] Αὐτ. 143-144. Βλ. ἐπίσης αὐτ. 152: «γεναμένης δὲ πάσης τῆς ἀποκρίσεως, ἐβαπτίσθησαν ἄνδρες τε ὡσεὶ ιε´».

[18] Αὐτ. 156: «Πληρωθείσης δὲ τῆς τεσσαρακοστῆς καὶ φθασάντων τῶν σωτηρίων ἡμερῶν τοῦ πάθους τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ … οἱ ἐν τῷ προαστείῳ Πέραν οἰκοῦντες δοῦλοι Θεοῦ ὅσοι ἦσαν προσελθόντες τῷ βαπτίσματι …».

[19] Αὐτ. 162-163.

[20] Αὐτ. 160: «Καὶ ἀνελθὼν ὁ πατὴρ ἡμῶν Μνάσων ἀνήγγειλεν τῷ πατρὶ ἡμῶν Ἡρακλείδῃ πάντα· καὶ ἐπιτρέπει Μνάσωνι τῷ πατρὶ καὶ Ἀετίῳ τῷ διακόνῳ καὶ τοῖς λοιποῖς κατελθεῖν καὶ δοῦναι αὐτοῖς τὴν ἐν Κυρίῳ σφραγῖδα».

[21] Αὐτ. 162-163: «καὶ λαβόντες Ἀέτιος καὶ Κλήσιππος οἱ διάκονοι προσέφερον ἕνα ἕκαστον αὐτῶν τοῖς πρεσβυτέροις Μνάσωνι καὶ Γρηγορίῳ, οἵτινες τὸ ἔλαιον τῆς χρίσεως ἤλειφον· καὶ ἐβάπτισεν αὐτοὺς (= ὁ πατὴρ Ἡρακλείδιος) εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος».

[22] Αὐτ. 145, 151, 155, 163.

[23] Αὐτ. 162-163.

[24] Αὐτ. 151: «Καὶ ἐλθόντες εἰς Σολίου ποταμὸν ἐβάπτισάν με εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».

[25] Αὐτ. 145: «τῆς τοῦ Χριστοῦ σωτηρίας ἡμᾶς καταξίωσον καὶ δούλους ἡμᾶς καταξιωθῆναι αὐτοῦ ποίησον (= διὰ τοῦ βαπτίσματος)· καὶ Πνεύματος Ἁγίου ἡμᾶς ἔμπλησον (= μὲ τὸ χρίσμα τοῦ Ἁγίου Μύρου), ἵνα εἴμεθα σὺν σοί· καὶ τὰς ψυχὰς ἡμῶν διάσωσον εἰς τοὺς αἰῶνας».

[26] Αὐτ. 143.

[27] Αὐτ. 158. Βλ. ἐπίσης 163: «Καὶ πληρωθέντος τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ, μετελάβομεν πάντες τὸ σῶμα καὶ αἷμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ».

[28] Αὐτ. 144, 160.

[29] Αὐτ. 145.

[30] Αὐτ. 152.

[31] Αὐτ. 156.

[32] Αὐτ. 160.

[33] Αὐτ. 162-163.

[34] J. Noret, Vita Sancti Avxibii, (Corpus Christianorum Series Graeca 26) Brepols 1993· (ἐπιμέλεια ἔκδοσης) Π. Λαζάρου, Ὁ Ἅγιος Αὐξίβιος Α´ ἐπίσκοπος Σόλων, Εὐρύχου-Λευκωσία 2015.

[35] «Ὁ δὲ ἀπόστολος, ἰδὼν ὅτι ἔχει πόθον εἰς τὸν Χριστόν, καὶ ὅτι ἀνὴρ πιστὸς καὶ λόγιος ἐστίν, κατηχήσας αὐτὸν ἱκανῶς, καὶ διδάξας τὸν περὶ τῆς ἀληθείας λόγον τοῦ Θεοῦ, κατελθὼν ἐπὶ τὴν πηγήν, ἐβάπτισεν αὐτὸν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ μετὰ τὸ βαπτισθῆναι αὐτὸν ἐπιθεὶς αὐτῷ τὰς χεῖρας, ἔδωκεν αὐτῷ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον», J. Noret, Vita Sancti Avxibii, (Corpus Christianorum Series Graeca 26) Brepols 1993, 180-181 (8.89-96).

[36] Αὐτ. 190 (16.295-306).

[37] Αὐτ. 190 (17.312-316).

[38] Αὐτ. 192 (20.354-357).

[39] P. Van den Ven, La Légende de S. Spyridon évêque de Trimithonte, (Bibliothèque du Muséon 33) Louvain 1953· (ἐπιμέλεια ἔκδοσης) Ἀρχιμ. Γ. Ἀ. Ἰωαννίδης, Βίος τοῦ Ἁγίου καὶ θαυματουργοῦ Σπυρίδωνος ἐπισκόπου Τριμυθοῦντος, Ἱερὰ Μητρόπολις Τριμυθοῦντος – Ἰδάλιο 20212.

[40] «λοιπὸν δὲ καὶ τοῦ ἁγίου πατρὸς ἡμῶν πολλὰ κατηχήσαντος τὸν ἄνδρα, ἐπείσθη δέξασθαι τὴν ἐν Χριστῷ σφραγῖδα, ὥστε γενέσθαι χαρὰν μεγάλην ἐν τῷ τόπῳ ἐκείνῳ διὰ τῆς παρουσίας τοῦ ἁγίου», βλ. P. Van den Ven, La Légende de S. Spyridon évêque de Trimithonte, (Bibliothèque du Muséon 33) Louvain 1953, 73.12-16.

[41] Αὐτ. 87.8 – 88.1: «πλήθη Ἑλλήνων τε καὶ ἐθνικῶν, ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν ἐπίστευσαν τῷ Χριστῷ καὶ προσῆλθον τῇ ἁγίᾳ τοῦ Θεοῦ καθολικῇ ἐκκλησίᾳ. οὕστινας ὁ πατριάρχης δεξάμενος παρεκάλει τὸν ἅγιον δοῦλον τοῦ Θεοῦ Σπυρίδωνα δοῦναι αὐτοῖς τὴν ἐν Χριστῷ σφραγῖδα, ὡς δι’ αὐτοῦ προσελθοῦσιν τῇ τῶν χριστιανῶν ὀρθοδόξῳ πίστει. ὁ δὲ ἀληθῶς ταπεινόφρων καὶ ἅγιος τοῦ Θεοῦ ἱεράρχης τοῦτο ποιῆσαι ἀνένευσεν, τῷ δὲ ἁγιωτάτῳ πάπᾳ τοῦτο ποιεῖν ἐδυσώπει, ὡς τούτου ὑπὸ τοῦ Θεοῦ προχειρισθέντος αὐτόθι. ὁ δὲ ἁγιώτατος πατριάρχης μετὰ πολλῆς αἰδοῦς τε καὶ εὐλαβείας τὰ ὑπὸ τοῦ δικαίου αὐτῷ ἐνταλθέντα ὡς ὑπὸ τοῦ Θεοῦ προσταχθέντα ἐποίησεν, καὶ ἐβάπτισεν ἅπαντα τὸν προσελθόντα λαὸν εἰς τὸ ὄνομα τῆς τρισυποστάτου μιᾶς οὐσίας Πατρὸς καὶ Υἱοῦ καὶ Ἁγίου Πνεύματος».

 

Τό κείμενο δημοσιεύτηκε στό περιοδικό «Παρέμβαση Ἐκκλησιαστική», τεῦχος 54, Ἰανουάριος – Ἀπρίλιος 2023, σελ. 260-267.

Print Friendly, PDF & Email

Share this post