Ὁ τρόπος τῆς ἀσκήσεως σύμφωνα μέ τόν Άγιο Γρηγόριο Νύσσης
Ἐπισκόπου Μεσαορίας
κ. Γρηγορίου
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, ὁ μικρότερος ἀδελφός τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ἀνήκει στήν κατηγορία τῶν μεγάλων Καππαδοκῶν Πατέρων καί Διδασκάλων[1].
Μέσα στά ἔργα του Γρηγορίου Νύσσης, παρατηροῦμε τήν ἐνασχόλησή του μέ τήν ἀντιμετώπιση τῶν προβλημάτων τοῦ ἀνθρώπου στόν καθημερινό βίο καί τή λύση αὐτῶν, σύμφωνα μέ τό Ἱερό Εὐαγγέλιο. Στοχαστικός ἐκ τῆς φύσεώς του, ὁ Γρηγόριος Νύσσης ἦταν ἄριστος γνώστης τῆς ψυχοσωματικῆς καταστάσης τοῦ ἀνθρώπου γι΄ αὐτό καί γράφει μέ πολλή κατανοήση τῶν ὁρίων καί τῶν ἐλλειμματικοτήτων τοῦ ἀνθρώπου καί προσπαθεῖ νά προσφέρει ρεαλιστικές λύσεις καί τρόπους ἀνύψωσης στήν κλίμακα τῶν ἀρετῶν.
Ἡ ἀντίληψή του περί ἀσκήσεως βασίζεται πρῶτα ἀπ΄ ὅλα στήν ἐμπειρία πού βίωσε μέσα στή δική του οἰκογένεια, ἔχοντας ὡς παραδείγματα τήν ἀδελφή του, Ἁγία Μακρίνα[2] καί τόν ἀδελφό του, Μεγάλο Βασίλειο.
Ὁ Γρηγόριος Νύσσης, ὅπως ἀργότερα καί ὁ Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης[3], ὅταν γράφει γιά τήν κλίμακα τῶν ἀρετῶν στό ἑρμηνευτικό του ἔργο, τό ὁποῖο ἀποτελεῖται ἀπό ὀκτώ λόγους Εἰς τοὺς Μακαρισμούς[4], ἔχει στό μυαλό του τήν κλίμακα τοῦ Ἰακώβ.
Στόχος αὐτῆς τῆς κλίμακας εἶναι ἡ κατά χάριν θέωση τοῦ ἀνθρώπου ὡς εἰκονος τοῦ Θεοῦ. Ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος σαφέστατα ὅτι «τέλος τοῦ κατ’ ἀρετὴν βίου ἐστὶν ἡ πρὸς τὸ Θεῖον ὁμοίωσις»[5]. Ὅσο ἀνεβαίνει κανείς τήν κλίμακα, ὁ ἀγῶνας τῶν ἀρετῶν εἶναι πιό σκληρός καί λίγοι εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι μποροῦν νά φτάσουν ἀπό τή βάση («ὑπώρεια») στήν κορυφή («ἀκρώρεια»). Γι΄ αὐτό, ἐκτός ἀπό κλίμακα μποροῦμε νά χαρακτηρίσουμε τόν ἀγῶνα τῶν ἀρετῶν καί δομικά ὡς πυραμίδα. Ἡ κορυφή εἶναι γιά τούς τέλειους.
Τόν Γρηγόριο Νύσσης ἀπασχολεῖ ἰδιαίτερα ἡ ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν μέσα στίς δυσκολίες καί τίς δοκιμασίες τῆς καθημερινότητας. Γι΄ αὐτό καί προσφέρει ἄφθονα παραδείγματα πού ἔχουν νά κάνουν μέ τόν συζυγικό βίο, τίς κοινωνικές ὑποχρεώσεις, τίς σχέσεις ἀξιωματούχων-ὑπαλλήλων κ.ο.κ. Μέ ἀφορμή τήν ἑρμηνεία στούς Μακαρισμούς τῆς ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλίας του Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Γρηγόριος Νύσσης περιγράφει τό στάδιο τῶν ἀρετῶν καί τόν ἀπασχολεῖ ἰδιαίτερα σέ ποιούς ἀναφέρεται τό κάθε σκαλοπάτι τῆς κλίμακας. Τονίζει ὅτι ὅσοι ἐπιθυμοῦν νά ἀνέβουν τόν ἀγῶνα τῶν ἀρετῶν δέν μποροῦν νά τό κατορθώσουν ἀπό μόνοι τους ἀλλά μόνο μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ: «Τὰ δὲ ἀπὸ τοῦ ὕψους τούτου κατοπτευόμενα, οἷα καὶ ὅσα ἐστὶν, αὐτὸς ὁ Θεὸς Λόγος, μακαρίζων τοὺς συν αναβάντας αὐτῷ διεξέρχεται»[6].
Ἡ ἄσκηση προϋποθέτει κόπους καί ταλαιπωρίες, ἀλλά τά ὀφέλη της ἀντισταθμίζουν αὐτές τίς δυσκολίες, γι΄ αὐτό ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης ἐπισημαίνει ὅτι ἡ καλλιέργεια τῶν ἀρετῶν εἶναι ἐφικτή καί ἀξίζει τόν κόπο. Τονίζει ὅτι «πάντας ἐξ ἴσου διελέσθαι τὸν θησαυρὸν, καὶ ὅλον ἕκαστον κτήσασθαι»[7]. Ἔτσι εἶναι καί ὁ Χριστός «ὁ μελιζόμενος, καὶ μὴ διαιρούμενος, ὁ πάντοτε ἐσθιόμενος, καὶ μηδέποτε δαπανώμενος»[8]. Καί ἀφοῦ ὁ θησαυρός τῶν ἀρετῶν εἶναι γιά ὅλους, αὐτό σημαίνει ὅτι καί τό στάδιο τῶν ἀρετῶν ἀναφέρεται σέ ὅλους: «ὁ δὲ πνευματικὸς πλοῦτος τὸ τοῦ ἡλίου ποιεῖ, καὶ πᾶσι τοῖς βλέπουσιν ἑαυτὸν μερίζων, καὶ ὅλος ἑκάστῳ παραγινόμενος»[9].
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης θεωρεῖ ὅτι ὁ ἄνθρωπος πρέπει ἤδη ἀπό τήν ἔναρξη τῆς ἀσκήσεως νά ἀποβάλει τήν ὑψηλόφρονα γνώμη ἐπειδή αὐτή θεωρεῖται ἀρχή πολλῶν παθῶν: «διὰ τοῦτο ἐντεῦθεν τῶν μακαρισμῶν ὁ Κύριος ἄρχεται, οἷον ἀρχέγονόν τι κακὸν ἐκβάλλων ἐκ τῆς ἕξεως ἡμῶν τὴν ὑπερηφανίαν»[10]. Ἡ ταπείνωση τοῦ ἀνθρώπου ἀντικατοπτρίζει τόν Θεό πού κατέρχεται ἀπό τόν οὐρανό χωρίς νά στερεῖται τή δόξα Του, ἀποκαλύπτοντας τήν παράδοξη δόξα τῆς ταπεινοφροσύνης.
Ἡ πραότητα, δηλαδή ἡ ἠρεμία καί ἡ εὐγενική συμπεριφορά, εἶναι μία ἀρετή τήν ὁποία μᾶς καλεῖ ὁ Κύριος νά τήν καλλιεργήσουμε μιμούμενοι τόν Ἴδιον: «μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ»[11]. Ὁ Χριστός δέν μακαρίζει ἐκείνους πού ζοῦν ἄνευ παθῶν, διότι αὐτό, ὅπως μέ ρεαλιστικό τρόπο ἐξηγεῖ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, εἶναι ἀδύνατο γιά τόν ἄνθρωπο πού ζεῖ μέσα στόν ὑλικό κόσμο, ἀφοῦ ὅπου ὑπάρχει ὕλη, ὑπάρχει καί τό πάθος. Μακαρίζει ἐκείνους πού ἀγωνίζονται καί εἶναι ἐνάρετοι καί συγκεκριμένα τούς πράους καί τούς μετριοπαθεῖς. Λέει χαρακτηριστικά «οὐ γὰρ δυνατόν ἐστιν ἐν ὑλώδει ζωῇ τὸν ἄϋλον καθ’ ὅλου καὶ ἀπαθῆ κατορθωθῆναι βίον… Οὐ γὰρ καθόλου τὴν ἀπάθειαν νομοθετεῖ τῇ ἀνθρωπίνῃ φύσει· οὐδὲ γὰρ δικαίου νομοθέτου τὸ ταῦτα κελεύειν … ∆ιὰ τοῦτο τὸ μέτριόν τε καὶ πρᾶον ὁ μακαρισμὸς, οὐ τὸ παντάπασιν ἀπαθὲς ἐγκελεύεται»[12].
Ὁ Γρηγόριος Νύσσης ἀναρωτιέται ἄν εἶναι ἐφικτό στούς ἀνθρώπους νά φτάσουν σέ ἐκεῖνο τό ὕψος τῆς θέωσης, ὅπου «τὸν Θεὸν ὄψονται», ἀφοῦ οὔτε ὁ Μωϋσῆς καί οὔτε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δέν εἶδαν τόν Θεό: «οὐ δυνήσῃ ἰδεῖν τὸ πρόσωπόν μου· οὐ γὰρ μὴ ἴδῃ ἄνθρωπος τὸ πρόσωπόν μου καὶ ζήσεται»[13].
Ἀναφερόμενος στήν ἀρετή τῆς καθαρότητος τῆς καρδίας, ὁ Γρηγόριος Νύσσης γράφει: «μὴ ἄρα τῶν ἀμηχάνων τε καὶ ὑπερβαινόντων τὴν φύσιν ἡμῶν, ἡ καθαρότης τῆς καρδίας ἐστίν … Εἰ γὰρ διὰ τοῦτο ὁ Θεὸς ὁρᾶται· Μωσῆς δὲ καὶ Παῦλος οὐκ ἴδον, τὸ μήτε αὐτὸν, μήτε ἄλλον τινὰ δύνασθαι ἰδεῖν διωρίσατο, ἀδύνατον ἔοικέ τι εἶναι τὸ τῷ μακαρισμῷ νῦν ὑπὸ τοῦ Λόγου προκείμενον … Ἆρ’ οὖν ἕξω τῆς φύσεως ἡμῶν ὁ Κύριος ἐγκελεύεται, καὶ ὑπερέβη τὰ μέτρα τῆς ἀνθρωπίνης δυνάμεως τῷ μεγαλείῳ τοῦ ἐπιτάγματος;»[14]. Ἡ οὐσία, δηλαδή ἡ φύση τοῦ Θεοῦ, εἶναι ὑπεράνω τῆς ἀντίληψης τῶν ἀνθρωπίνων δυνάμεων, εἶναι ἀπρόσιτη καί ἀπροσπέλαστη[15], ὅμως «ὁ γὰρ τῇ φύσει ἀόρατος, ὁρατὸς ταῖς ἐνεργείαις γίνεται, ἔν τισι τοῖς περὶ αὐτὸν καθορώμενος»[16]. Μακάριος εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού γίνεται μέτοχος τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ, δηλαδή αὐτός πού συνεχῶς νιώθει τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ στήν καθημερινότητά του: «Καθαρότης γὰρ, ἀπάθεια, καὶ κακοῦ παντὸς ἀλλοτρίωσις ἡ θεότης ἐστίν. Εἰ οὖν ταῦτα ἐν σοί ἐστι, Θεὸς πάντως ἐν σοί ἐστιν»[17].
Ἡ ἄσκηση, δηλαδή ὁ πνευματικός ἀγῶνας στό στάδιο τῶν ἀρετῶν, δέν εἶναι αὐτοσκοπός, ἀλλά ἐργαλεῖο καί μέσο πρός τή θέωση καί τήν κληρονομία τῆς ἐπουρανίου βασιλείας. Χρειάζεται ἰδιαίτερη προσοχή ἀπό τόν ἄνθρωπο πού ξεκινᾶ τήν ἀνάβαση στήν κλίμακα τῶν ἀρετῶν ἐπειδή πολλές φορές κινδυνεύει νά νομίζει ὅτι εἶναι δικό του κατόρθωμα ἡ ἀπόκτηση αὐτῶν, ἐνῶ πρέπει νά τονίσουμε ὅτι ἡ ἄσκηση ἀπό μόνη της δέν σώζει. Εἶναι ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού λυτρώνει, ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει καί ἡ ἀνθρώπινη συνέργεια. Γι΄ αὐτό καί οἱ ἐξωτερικές ἐκφάνσεις τῆς ἄσκησης ἀποκτοῦν ἀξία μόνο ὅταν συνοδεύονται ἀπό ταπείνωση, μετάνοια, πραότητα, συμμετοχή στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας.
Γιά τόν ἄνθρωπο πού ζεῖ στή σημερινή κοινωνία μέ τά πολλά καί διάφορα προβλήματα πού τόν ταλανίζουν καί τόν ἀπασχολοῦν, ἡ πνευματική ἄσκηση τόν βοηθᾶ νά ἔχει μία σωστή προοπτική καί ἀντιμετώπιση τῶν πραγμάτων καί νά μήν ἀπελπίζεται. Μᾶς καθησυχάζει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης λέγοντας: «Οὐκοῦν τῶν προσδοκωμένων καρπῶν ἄνθος, ἡ θλίψις ἐστίν. ∆ιὰ τὸν καρπὸν οὖν, καὶ τὸ ἄνθος δρεψώμεθα … Τί τὸ βραβεῖον; Τίς ὁ στέφανος; Οὔ μοι δοκεῖ ἄλλο τι εἶναι παρ’ αὐτὸν τὸν Κύριον ἕκαστον τῶν ἐλπιζομένων. Αὐτὸς γάρ ἐστι καὶ ἀγωνοθέτης τῶν ἀθλούντων, καὶ στέφανος τῶν νικώντων … Μὴ λυπηθῶμεν τοίνυν διωκόμενοι, μᾶλλον δὲ καὶ εὐφρανθῶμεν, ὅτι διὰ τὸ διώκεσθαι ἀπὸ τῶν τῇ γῇ τιμίων, πρὸς τὸ οὐράνιον ἀγαθὸν συνελαυνόμεθα»[18].
Καλούμαστε κι΄ ἐμεῖς μέσα σέ αὐτό τό πνεῦμα καί μέσα ἀπό αὐτήν τήν προοπτική, μέ ταπείνωση καί ἀγάπη, νά ἀνεβαίνουμε μέ θάρρος καί πίστη τήν κλίμακα τῶν ἀρετῶν, δοξολογώντας τόν Θεό, πού Ἐκείνος μέσω τῶν δωρεῶν Του μᾶς προσφέρει καί τήν ἔκβαση τοῦ ἀγώνα καί τῆς πνευματικῆς ἀσκήσεως μας.
[1] Γιά τόν Ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης, βλ. Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου, Πατρολογία Β’, Ἀθήνα 1990, σ. 590-632.
[2] Βλ. Γρηγορίου Ἐπισκόπου Νύσσης, Εἰς τὸν βίον τῆς Ὁσίας Μακρίνης, ἀδελφῆς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, PG 46, 964C-965A.
[3] Ὁ Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης ὅταν γράφει γιά τήν κλίμακα τῶν ἀρετῶν στό ὀμώνυμό του ἔργο, ἔχει στό μυαλό του τήν κλίμακα τοῦ Ἰακώβ: «Αἱ μὲν ὅσιαι ἀρεταί, τῇ τοῦ Ἰακὼβ κλίμακι προσεοίκασιν … μία τῇ μιᾷ παραπέμπουσαι, εἰς οὐρανὸν τὸν προαιρούμενον ἀναφέρουσιν» (Ἰωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ, PG 88, 840-841 • Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, Κλίμαξ, Ἔκδ. Ἱ. Μ. Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς 2009, σ. 166).
[4] Βλ. σχετ. Ἰωάννου Γ. Χατζηουρανίου, Ἡ ἀναγωγικὴ ἀνέλιξη τοῦ ἑρμηνευτικοῦ λόγου τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης στὸ ἔργο του «Εἰς τοὺς Μακαρισμούς», Ἀθῆναι 2001.
[5] Γρηγορίου Ἐπισκόπου Νύσσης, Εἰς τοὺς Μακαρισμούς, PG 44, 1200C.
[6] Γρηγορίου Νύσσης, ὅ.π., PG 44, 1193B.
[7] Γρηγορίου Νύσσης, ὅ.π., PG 44, 1196C.
[8] Ἀπό τό κείμενο τῆς Θείας Λειτουργίας τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυστοστόμου.
[9] Γρηγορίου Ἐπισκόπου Νύσσης, Εἰς τοὺς Μακαρισμούς, PG 44, 1196D.
[10] Γρηγορίου Νύσσης, ὅ.π., PG 44, 1201Α.
[11] Ματθ. ια΄ 29.
[12] Γρηγορίου Νύσσης, ὅ.π., PG 44, 1216.
[13] Ἐξ. λγ΄ 20.
[14] Γρηγορίου Ἐπισκόπου Νύσσης, Εἰς τοὺς Μακαρισμούς, PG 44, 1265.
[15] Βλ. Γρηγορίου Νύσσης, ὅ.π., PG 44, 1268Β.
[16] Γρηγορίου Νύσσης, ὅ.π., PG 44, 1269Α.
[17] Γρηγορίου Νύσσης, ὅ.π., PG 44, 1272C.
[18] Γρηγορίου Ἐπισκόπου Νύσσης, Εἰς τοὺς Μακαρισμούς, PG 44, 1301A.
*Το παρόν κείμενο δημοσιεύθηκε στο Περιοδικό “Παρέμβαση Εκκλησιαστική”, τεύχος 57 (Ιανουάριος – Απρίλιος 2024), σελ. 514-515.