Παρέμβαση Εκκλησιαστική. Ιουλίου – Σεπτεμβρίου 2011.

Παρέμβαση Εκκλησιαστική. Ιουλίου – Σεπτεμβρίου 2011.

Τεύχος 16ο

Μπορείτε να διαβάσετε το περιοδικό εδώ

Μέρος Α, Μέρος Β

 Το τρισμακάριστον ξύλον

Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου
κ.κ. Χρυσοστόμου Β΄

Με την ευκαιρία του εορτασμού μέσα στον μήνα Σεπτέμβριο της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, θεωρούμε πολύ χρήσιμο να εκθέσουμε με κάθε δυνατή συντομία μερικές σημαντικές αλήθειες, που αφορούν στο μέγιστο αυτό σύμβολο της Χριστιανοσύνης.

Σύμφωνα με την Αγία Γραφή και τους αυθεντικούς ερμηνευτές της, τους Θεοφόρους Πατέρες, ο Τίμιος Σταυρός είναι η σύνοψη του μυστηρίου της Θείας Οικονομίας για τη σωτηρία του πεπτωκότος ανθρώπου.

Στην Παλαιά Διαθήκη υπάρχουν ήδη πάμπολλες προτυπώσεις ή προεικονίσεις του Τιμίου Σταυρού, που προαναγγέλλουν τη θεία του δύναμη και τον σωστικό του ρόλο, αλλά ο χώρος δεν μας επιτρέπει να τις εκθέσουμε αναλυτικά.

Ο Σταυρός κατά την προ Χριστού εποχή ήταν ένα εξευτελιστικό, αποτρόπαιο και φρικτό μέσο θανατώσεως εγκληματιών, αλλά και των διαφόρων εχθρών της εκάστοτε εξουσίας. Αφότου, όμως, οι Ιουδαίοι «τον Κύριον της δόξης εσταύρωσαν» (Α΄ Κορ. β΄, 8), ο Σταυρός έγινε για τους πιστούς ιερό θυσιαστήριο και θρόνος δόξης του Θεανθρώπου (βλ. Ιωάν. ιβ΄, 16 και ιβ΄, 23), αλλά και καύχημα! «Εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν  τω Σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» (Γαλ. στ΄, 14), λέει πρώτος ο Απ. Παύλος.

Για τον λόγο αυτό, η Ορθόδοξη (Βυζαντινή) Αγιογραφία (σε αντίθεση με τη Δυτική) δεν θέτει ως επιγραφή στον Σταυρό τα αρχικά των λέξεων «Ιησούς ο Ναζωραίος ο Βασιλεύς των Ιουδαίων» (Ι.Ν.Β.Ι.), που έγραψε εμπαικτικά ο Πιλάτος (βλ. Ιωάν. ιθ΄, 19), αλλά τα σύμφωνα από τις λέξεις «Βασιλεύς της Δόξης» (ΒCΤCΔΞ).

Είναι αυτονόητο ότι η αξία και η σωστική δύναμη  του Τιμίου Σταυρού δεν βρίσκονται στο ξύλο αυτό καθ’ εαυτό, αλλά στον Θεάνθρωπο που θυσιάστηκε επάνω του: «Σταυρός επάγη επί γης, και ήψατο των ουρανών, ουχ ως του ξύλου φθάσαντος το ύψος, αλλά Σου του εν αυτώ πληρούντος τα σύμπαντα. Κύριε δόξα σοι» . Με άλλα λόγια, μιλώντας για τον Σταυρό του Χριστού εννοούμε το Πάθος Του και τη σωστική ενέργεια του Θεανθρώπου, που μεταδόθηκε στο ξύλο αυτό, καθιστώντας  το «τρισμακάριστον»! «Ω τρισμακάριστον ξύλον! εν ω ετάθη Χριστός, ο Βασιλεύς και Κύριος…». Έγινε πλέον ο Σταυρός ευλογημένο ξύλο και πηγή ευλογίας, αγιασμού και δυνάμεως: «Ου γαρ έτι καταδίκης εστί τιμωρία, αλλά τρόπαιον εδείχθη ημίν σωτηρίας· Σταυρός ημών στήριγμα· Σταυρός ημών καύχημα· Σταυρός ημών αγαλλίαμα».

Όλοι γνωρίζουμε ότι η υποδούλωση στην αμαρτία, τα πάθη, τον διάβολο, τη φθορά και τον θάνατο, ήταν το αποτέλεσμα της παρακοής και της παρανόμου μεταλήψεως από τους πρωτοπλάστους του καρπού του ξύλου της γνώσεως. Ο Θεός, που δεν έχει απλώς αγάπη, αλλά «αγάπη εστίν» (Α΄ Ιωάν. δ΄, 8), δεν ανεχόταν να βλέπει το ανθρώπινο γένος που έπλασε, να ταλαιπωρείται από τις φοβερές συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος. Ο άγ. Νικόλαος Καβάσιλας παρομοιάζει την προς τον άνθρωπον αγάπη του Θεού με «μανικόν έρωτα»! Λέει στη συνέχεια ότι ο αληθινός εραστής δεν θέλει μόνο να ευεργετεί το ερώμενο πρόσωπο, αλλά και να πάσχει γι’ αυτό. Επειδή, όμως, ο Θεός είναι εκ φύσεως απαθής και δεν μπορούσε να πάθει για τον ερώμενο άνθρωπο, «εμηχανεύθη» την κένωση. Προσέλαβε δηλαδή την ανθρώπινη φύση –εκτός της αμαρτίας– στο πρόσωπο του Υιού και Λόγου και αυτήν προσέφερε θυσία στον Σταυρό για τη σωτηρία του πεπτωκότος, αλλά –και μετά την πτώση– αγαπωμένου ανθρώπου! «Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον» (Ιωάν. γ΄, 16).

Βλέπουμε, λοιπόν, ότι ο Σταυρός του Χριστού είναι η μέγιστη απόδειξη της αγάπης του Θεού προς τον άνθρωπο.

Είναι, επίσης, ο Τίμιος Σταυρός η απόδειξη της άκρας ταπεινώσεως και της υπακοής του Υιού προς τον Θεό Πατέρα, με τις οποίες (ταπείνωση και υπακοή) εθεράπευσε την αλαζονεία του Αδάμ (που ήθελε θέωση χωρίς τον Θεό) και την παρακοή του. «Εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε Σταυρού» (Φιλιπ. β΄, 8).

Γίνεται ακόμη ο Τίμιος Σταυρός απόδειξη της παντοδυναμίας του Θεού, αφού ο Χριστός πάνω στον Σταυρό, ενώ κατά το φαινόμενο βρισκόταν σε κατάσταση εσχάτης αδυναμίας, στην πραγματικότητα εθριάμβευε κατά της αμαρτίας· «εξαλείψας το καθ’ ημών χειρόγραφον…προσηλώσας αυτό τω Σταυρώ» (Κολ. β΄, 14), και κατά του υποκινητού αυτής διαβόλου «απεκδυσάμενος τας αρχάς και τας εξουσίας εδειγμάτισεν (διαπόμπεψε) εν παρρησία, θριαμβεύσας αυτούς εν αυτώ (τω σταυρώ) (Κολ. β΄, 15).

Αυτό που αποδεικνύεται στη συνέχεια με τον Σταυρό του Χριστού, είναι η πανσοφία του. Γνωρίζουμε ότι ο διάβολος οδήγησε, με την απάτη του ξύλου της γνώσεως, τον άνθρωπο στην αμαρτία και τον θάνατο! Ο Κύριος, όμως, με το ξύλο του Σταυρού που το χρησιμοποίησε, κατά τον άγ. Ιωάννη τον Δαμασκηνό, ως «άγκιστρον», καρφώνοντας πάνω του ως «δέλεαρ» (δόλωμα) την ανθρώπινη φύση Του, συνέλαβε και εξουδετέρωσε τον διάβολο και τον θάνατο, που έσπευσαν να τον καταβροχθίσουν! «Τον γαρ προπάτορα Αδάμ, ο απατήσας εν ξύλω, τω Σταυρώ δελεάζεται· και πίπτει κατενεχθείς πτώμα εξαίσιον…» . Αλλά και ο θάνατος, ο οποίος κατά τον ιερό Χρυσόστομο «έλαβε σώμα και Θεώ περιέτυχε», «κατεπόθη εις νίκος» και έχασε το «κέντρον» (κεντρί) του, «το δε κέντρον του θανάτου η αμαρτία» (Α΄ Κορ. ιε΄, 56), την οποία κατενίκησε στο Σταυρό ο Κύριος.

Ο Σταυρός του Χριστού, τέλος, είναι το μέσο της καταλλαγής (συμφιλιώσεως) του ανθρώπου με τον Θεό. «Ει γαρ εχθροί όντες κατηλλάγημεν τω Θεώ διά του θανάτου του υιού αυτού, πολλώ μάλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα εν τη ζωή αυτού» (Ρωμ. ε΄, 10). Δεν ήταν ο Θεός που συμφιλιώθηκε με τους ανθρώπους (όπως λέγουν οι Παπικοί), αλλά οι άνθρωποι που ήσαν εχθρικοί προς τον Θεό κατηλλάγησαν μαζί του. «Ήπλωσας τας παλάμας, και ήνωσας τα το πριν διεστώτα», δηλαδή τους ανθρώπους με τον Θεό και με τους Αγγέλους, αλλά και μεταξύ τους.

Όλα αυτά τα σωτήρια για μας επιτεύγματα του Κυρίου διά του Σταυρού (Πάθους) Του, δεν έχουν αυτόματα αποτελέσματα για τον καθένα προσωπικά. Ο άνθρωπος δηλαδή δεν σώζεται αυτομάτως, επειδή σταυρώθηκε ο Χριστός, αλλά όταν γίνει μέτοχος της Θείας Χάριτος, που απορρέει από τον Σταυρό, συσταυρούμενος με τον Κύριο. Να γιατί ο ιερός υμνωδός μάς καλεί, λέγοντας: «Δεύτε ουν και ημείς, κεκαθαρμέναις διανοίαις, συμπορευθώμεν Αυτώ, και συσταυρωθώμεν, και νεκρωθώμεν δι’ Αυτόν ταις του βίου ηδοναίς· ίνα και συζήσωμεν Αυτώ…». Η συσταύρωση επιτυγχάνεται, όταν κάποιος με το Άγιο Βάπτισμα γίνει μέλος του Θεανθρωπίνου Σώματος του Χριστού (της Εκκλησίας δηλαδή) και αγωνίζεται συνεχώς να σταυρώνει τα πάθη του με τη μετάνοια, την προσευχή, την τήρηση των εντολών του Χριστού και τη συμμετοχή στα άγια Μυστήρια της Εκκλησίας, ώστε να καθαρίζεται, να φωτίζεται και να αγιάζεται.

Έχοντας, λοιπόν, ενώπιόν μας όλες αυτές τις θείες δωρεές, που προέρχονται από τον ζωηφόρο Σταυρό, δεν μπορούμε παρά να εκφράσουμε απέραντη ευγνωμοσύνη και δοξολογία, ψάλλοντας μαζί με τον ιερό υμνωδό: «Χαίροις ο ζωηφόρος Σταυρός, της ευσεβείας το αήττητον τρόπαιον, η θύρα του Παραδείσου, ο των πιστών στηριγμός… δι’ ου εξηφάνισται η φθορά και κατήργηται, και κατεπόθη του θανάτου η δύναμις… όπλον ακαταμάχητον, δαιμόνων αντίπαλε… ο δωρούμενος τω κόσμω το μέγα έλεος» .

Print Friendly, PDF & Email

Share this post