Μνήμη του Αγίου Ανατολίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως (3 Ιουλίου)
Σήμερα η Εκκλησία τιμά τη μνήμη του Αγίου Ανατολίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως του ποιητού, και των Μαρτύρων Υακίνθου, Θεοδότου, Θεοδότης, Διομήδους, Ευλαμπίου και Ασκληπιάδου.
Ο Ανατόλιος, ο οποίος ήταν ιερέας και αντιπρόσωπος της Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας στη Βασιλεύουσα, αναδείχθηκε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως κατά το 449 μ.Χ.
Στο θρόνο τον πρότεινε ο μονοφυσίτης Πατριάρχης Αλεξανδρείας Διόσκορος Α΄, ελπίζοντας ότι θα τον έχει σύμμαχο και συμπαραστάτη του στις θεολογικές κακοδοξίες.
Όμως, δεν κατόρθωσε να πετύχει τα σχέδιά του, γιατί πρώτος ο Ανατόλιος ήταν ο Ιεράρχης που υπέγραψε την καθαίρεση του κακόδοξου Διόσκορου κατά τη διάρκεια της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, που συγκροτήθηκε στη Χαλκηδόνα (το 451 μ.Χ.) και ενέταξε στα δίπτυχα το όνομα του αγίου Φλαβιανού, πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, τον οποίο είχε καθαιρέσει ο Διόσκορος κατά τη ληστρική (δηλ. άκυρη) Σύνοδο της Εφέσου το 449 μ.Χ.
Η πράξη αυτή του Αγίου Ανατολίου μάς διδάσκει πόσο σταθεροί και συνετοί θεολογικά θα πρέπει να είμαστε στις περιπτώσεις όπου διαφαίνονται σκέψεις αιρετικές και διαμορφώνονται σε κακόδοξες διδασκαλίες. Άρα, η καθαίρεση και ο διαχωρισμός από την κανονική και αυθεντική διδασκαλία γίνεται χάριν του πληρώματος της Εκκλησίας και της σωτηρίας του πιστού λαού.
Ο Κωνσταντινουπόλεως Ανατόλιος, αφού ποίμανε με ορθόδοξο φρόνημα το λαό του Θεού και με τον καλύτερο τρόπο διαχειρίστηκε τα πνευματικά και διοικητικά θέματα της Εκκλησίας, θανατώθηκε άδικα από τους φανατικούς αιρετικούς το 458 μ.Χ.
Διαπιστώνεται για ακόμη μια φορά ιστορικά η σημασία των αγώνων της Εκκλησίας δια των ποιμένων της, οι οποίοι αγωνίζονται μέχρι θανάτου για τη θεμελίωση και διατήρηση του αληθινού και αυθεντικού δόγματος, χάρη της σωτηρίας του ανθρώπου σε εποχές δύσκολες από κάθε άποψη.
Τα δευτερεύοντα θέματα, οι παραδόσεις και τα εκκλησιαστικά έθιμα έχουν ευελιξία και ποικιλία, αρκεί να διέπονται από το ορθόδοξο φρόνημα, δηλ. με κατοχύρωση αγιογραφική και πατερική. Όσο κι αν αποβαίνουν ορθά, δεν αρκεί, χρειάζεται το τελικό κριτήριο, που είναι η προαίρεση, το κίνητρο και το ελατήριο τόσο των λεγομένων όσο και των πραττομένων.
Του Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου