Επισκέπτες και Συγγραφείς για τη Μονή Κύκκου (1878-1887)
Kωστής Kοκκινόφτας
Κέντρο Μελετών Ιεράς Μονής Κύκκου
EΠIΣKEΠTEΣ KAI ΣYΓΓPAΦEIΣ ΓIA TH MONH KYKKOY (1878-1887)
H Mονή Kύκκου αποτέλεσε από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσής της προσκυνηµατικό κέντρο, λόγω κυρίως της διαφύλαξης σε αυτήν της εικόνας της Θεοτόκου, την οποία, σύµφωνα µε την παράδοση, αγιογράφησε ο Aπόστολος Λουκάς. H φήµη αυτή, όπως ήταν επόµενο, παρακινούσε τόσο Ορθόδοξους Χριστιανούς, όσο και ξένους περιηγητές, να µεταβούν στα βουνά του Kύκκου και να επισκεφθούν τη Mονή. Ωστόσο, η δυσπρόσιτη τοποθεσία της, σε συνδυασµό µε τη δύσβατη διαδροµή, που έπρεπε κάποιος να ακολουθήσει για να φθάσει στα βουνά του Kύκκου, καθιστούσε, τουλάχιστον µέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, εξαιρετικά δύσκολο ένα τέτοιο ταξίδι. Γι’ αυτό και από τον µεγάλο αριθµό των περιηγητών, που έφθαναν στο νησί, συνήθως καθοδόν προς τους Αγίους Τόπους, µόνο ένας πολύ µικρός αριθµός επιχειρούσε την κοπιαστική αυτή µετάβαση, που απαιτούσε τουλάχιστον δύο ηµέρες ταξίδι από τη Λευκωσία. Οι περισσότεροι παρέµεναν στην περιοχή της Λάρνακας, όπου αγκυροβολούσε το καράβι τους, και αρκούνταν σε επίσκεψη στην πλησίον Μονή Σταυροβουνίου, ή στην κυπριακή ενδοχώρα.
Ενδεικτικά σηµειώνεται ότι, κατά την Ενετοκρατία (1489-1571) και την Τουρκοκρατία (1571-1878), η Μονή αναφέρεται από ένα περιορισµένο αριθµό ξένων περιηγητών, αλλά και ντόπιων συγγραφέων, όπως τους Λεόντιο Μαχαιρά (15ος αι.), Διοµήδη Στραµπάλντι (16ος αι.), Λογίζο Σκευοφύλακα (αρχές 17ου αι.), Νεόφυτο Ροδινό (1659), Πωλ Ρικώ (1678), Κορνέλιους Βαν Μπρουν (1683), Βασίλειο Μπάρσκυ (1727 και 1735), Πατριάρχη Ιεροσολύµων Χρύσανθο Νοταρά (περίπου 1730), Ρίτσαρντ Πόκοκ (1738), Αλεξάντερ Ντράµµοντ (1750), Τζοβάνι Μαρίτι (1760), Αρχιµανδρίτη Κυπριανό (1788), Ιεροµόναχο Μελέτιο (1793), Αρχιεπίσκοπο Σινά Κωνστάντιο (αρχές 19ου αιώνα), Γουίλλιαµ Τέρνερ (1815), Λορέντζο Γουώρρινερ Πίις (1839), Δηµήτριο Μαργαρίτη (1849), Αθανάσιο
Σακελλάριο (1855), Εντµόντ Ντουτουά (1862) και Λουδοβίκο Σαλβατόρ (1873). Eίναι αξιοσηµείωτο ότι µερικοί από αυτούς δεν επισκέφθηκαν τη Mονή, αλλά άντλησαν τις πληροφορίες τους από τρίτους, µε αποτέλεσµα να µην είναι σε θέση να ελέγξουν την πιστότητά τους, γι’ αυτό και η µαρτυρία τους πρέπει να αντικρίζεται µε ιδιαίτερη προσοχή.
Oι επισκέψεις των ξένων περιηγητών στη Mονή Kύκκου πολλαπλασιάστηκαν αµέσως µετά την καθεστωτική αλλαγή του 1878 και την κατάληψη του νησιού από τη Βρετανική Aυτοκρατορία. Όπως ήταν επόµενο, δηµιουργήθηκε τότε, ανάµεσα στους βρετανικούς κύκλους των πολιτικών και των λογίων της εποχής, ένα ξεχωριστό ενδιαφέρον για την καινούργια εδαφική κτήση, µε αποτέλεσµα αρκετοί από τους επισκέπτες του νησιού να εκδώσουν τις ταξιδιωτικές εντυπώσεις τους και να διασώσουν πολύτιµες πληροφορίες για την ιστορία και τη ζωή των κατοίκων του. Ωστόσο, και πάλι πολύ λίγοι από αυτούς µετέβαιναν στη Mονή Kύκκου, αφού το ταξίδι ήταν αρκετά κοπιαστικό και γινόταν µόνο µε τη χρήση µουλαριών, εξαιτίας της ανυπαρξίας δρόµου, που να την ενώνει µε τις µεγάλες πόλεις και πανδοχείων καθοδόν, όπου θα µπορούσαν να φιλοξενηθούν. Ας σηµειωθεί ότι ο σηµαντικότερος σταθµός όσων επιθυµούσαν να επισκεφθούν τη Μονή από τη Λευκωσία ήταν το Mετόχιο Ξηροπόταµος στην Πεντάγυια, όπου συνήθως και διανυκτέρευαν, ή κάποια οικία στο χωριό Kάµπος, όπου µπορούσαν να γευµατίσουν και να ξεκουραστούν.
Την ίδια περίοδο κατέγραψαν τις εντυπώσεις τους από τη Mονή Kύκκου αξιωµατούχοι του νέου καθεστώτος σε ηµερολόγια, που δηµοσιεύτηκαν αργότερα και εµπλούτισαν κατά πολύ τις γνώσεις µας για τη ζωή σε αυτήν στα πρώτα χρόνια της Aγγλοκρατίας. Eπίσης, πληροφορίες για τη Mονή περιελήφθηκαν και σε βιβλία γενικότερου ενδιαφέροντος. Tα κείµενα αυτά, σε συνδυασµό µε τις µαρτυρίες των περιηγητών, τα έγγραφα της εποχής, τις σχετικές επιγραφές, τις αναφορές άλλων πηγών και την προφορική παράδοση της αδελφότητας, µας επιτρέπουν να ανασυνθέσουµε την ιστορία της, για τη συγκεκριµένη περίοδο.
Διαβάστε όλο το κείμενο εδώ…