Μια από τις πιο πολύπλοκες υποθέσεις επαναπατρισμού ολοκληρώνεται
Το Τμήμα Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων ανακοινώνει τον επαναπατρισμό από την Ιαπωνία των βημοθύρων του εικονοστασίου της εκκλησίας του Αγίου Αναστασίου της κατεχόμενης Περιστερωνοπηγής Αμμοχώστου.
Τα βημόθυρα επιστρέφουν στην Κύπρο μετά από πολύχρονες προσπάθειες, οι οποίες εντατικοποιήθηκαν τα τελευταία δύο χρόνια, δίδοντας επιτυχή κατάληξη σε μια από τις πιο γνωστές, αλλά και πολύπλοκες υποθέσεις επαναπατρισμού. Η περίπτωση της σύλησης της εκκλησίας του Αγίου Αναστασίου από τον τουρκικό κατοχικό στρατό και τους συνεργάτες του και η πώληση των κατακερματισμένων ξυλόγλυπτων, αλλά και ιερών σκευών του ναού, η τύχη των οποίων ακόμη αγνοείται, αποδεικνύει για μια ακόμη φορά τις καταστροφικές συνέπειες της Τουρκικής εισβολής στην πολιτιστική κληρονομιά του τόπου.
Τα βημόθυρα εντοπίστηκαν στην Ιαπωνία τη δεκαετία του 1990, στο Κολλέγιο Τέχνης της πόλης Kanazawa. Ο επαναπατρισμός τους κατέστη δυνατός μετά από συντονισμένες προσπάθειες του Τμήματος Αρχαιοτήτων, της Πρεσβείας της Δημοκρατίας στο Τόκυο και της Εκκλησίας της Κύπρου, με τις αρμόδιες αρχές του Κολλεγίου Τέχνης που κατείχε τα βημόθυρα.
Τα βημόθυρα από την εκκλησία του Αγίου Αναστασίου τοποθετούνται στην κυπριακή εικονογραφική παράδοση του 18ου αιώνα, η οποία διαφοροποιείται από τον υπόλοιπο ορθόδοξο κόσμο και της οποίας αποτελούν σημαντικό παράδειγμα. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, το πάνω μέρος των βημοθύρων είναι συνήθως διακοσμημένο με παραστάσεις του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, ενώ το κάτω μέρος συνήθως διακοσμείται με παραστάσεις των Τριών Ιεραρχών και ενίοτε με Κύπριους άγιους, όπως ο Άγιος Σπυρίδωνας σε αυτή την περίπτωση. Εκτός από την αρχαιολογική τους σημασία, τα βημόθυρα έχουν σημαντική συμβολική και θρησκευτική σημασία, ως αναπόσπαστο μέρος μιας ορθόδοξης εκκλησίας. Τα βημόθυρα του Αγίου Αναστασίου χρονολογούνται στο 1778, σύμφωνα με επιγραφή που διασώζεται μεταξύ του άνω μέρους, στο οποίο φιλοτεχνείται ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου και στο κάτω μέρος, στο οποίο φιλοτεχνούνται σε μετωπική στάση οι Τρεις Ιεράρχες και ο Άγιος Σπυρίδων.
Σύμφωνα με την επιγραφή, τα βημόθυρα έχουν φιλοτεχνηθεί από τον Ιερομόναχο Φιλάρετο από το Ψημολόφου, ο οποίος διετέλεσε Πρωτοσύγκελος στη Μονή του Αγίου Ηρακλειδίου στο Πολιτικό που κατά την περίοδο αυτή αποτελούσε σπουδαίο εικονογραφικό κέντρο, με δαπάνη του Χατζηγιασουμή, πιθανόν κατοίκου της Περιστερωπηγής, επί Αρχιεπισκόπου Χρυσάνθου, ενόσω προϊστάμενος της Μονής ήταν ο Ιερομόναχος Λεόντιος («Επ’ ἀρχιθύτου Κυρίου Κυρ Χρυσάνθου, ἑπιστάτου Λεόντιου ἱερομονάχου, δαπάνῃ δε Γιασουμῆ προσκυνητοῦ. Χείρ Φιλαρέτου και ἱερομονάχου αψοή»).
Το Τμήμα Αρχαιοτήτων ευχαριστεί θερμά την Εκκλησία της Κύπρου, ιδιαίτερα τον Προκαθήμενο Αυτής για τη στήριξη και τη συμβολή του στις προσπάθειες επαναπατρισμού με τον οποίο ήταν σε άμεση επικοινωνία καθ’ όλη τη διάρκεια των διαδικασιών.
Επίσης, ευχαριστεί θερμά τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Υπουργείου Εξωτερικών για τη στενή και αγαστή συνεργασία, την Εθνική Επιτροπή για την Πάταξη της Σύλησης και της Παράνομης Διακίνησης της Πολιτιστικής Κληρονομιάς, καθώς και όλες τις εμπλεκόμενες κυβερνητικές υπηρεσίες, όπως το Τμήμα Τελωνείων, το Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας και την Αστυνομία Κύπρου, ιδιαίτερα το Γραφείο Καταπολέμησης Παράνομης Κατοχής και Διακίνησης Αρχαιοτήτων του Αρχηγείου Αστυνομίας για τις διευκολύνσεις που παρείχαν κατά την επιστροφή των βημοθύρων στην Κύπρο.
Το Τμήμα Αρχαιοτήτων ως το αρμόδιο Τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας για την προστασία και τη διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου μας, θα συνεχίσει τις εντατικές του προσπάθειες για διάσωση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, η οποία υπέστη ανυπολόγιστες ζημιές, ως συνέπεια της Τουρκικής εισβολής.
Η συνεργασία με όλους τους αρμόδιους φορείς για τον δύσκολο αυτό αγώνα του επαναπατρισμού της συλημένης πολιτιστικής μας κληρονομιάς είναι άκρως αναγκαία και απαραίτητη και μόνο οι συντονισμένες προσπάθειες μπορούν να φέρουν τα ποθητά αποτελέσματα.
Τα βημόθυρα θα συντηρηθούν από το Τμήμα Αρχαιοτήτων και θα παραδοθούν στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου, μέχρις ότου καταστεί εφικτή η επιστροφή και επανατοποθέτησή τους στην εκκλησία του Αγίου Αναστασίου, όπου και ανήκουν.
Ο Υπουργός Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων ευχαριστεί ιδιαίτερα τη Διευθύντρια του Τμήματος Αρχαιοτήτων αλλά και όλους όσους συνέβαλαν στην επιτυχή πραγματοποίηση αυτού του πολύ σημαντικού επαναπατρισμού.
Πηγή: Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών / www.pio.gov.cy