Ἡ Ὀρθόδοξη Κατήχηση στή σύγχρονη ἐποχή

Ἡ Ὀρθόδοξη Κατήχηση στή σύγχρονη ἐποχή

Ἐπισκόπου Καρπασίας

κ. Χριστοφόρου

 

Κατήχηση εἶναι ἡ μαθητεία στίς δογματικές ἀλήθειες τῆς πίστεως καί τήν ἠθική διδαχή τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό σημαίνει ὅτι κάθε βαπτισμένος Χριστιανός εἶναι ὑποχρεωμένος νά γνωρίζει καί τά δόγματα τῆς πίστης του καί τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ. Μέσα ἀπό αὐτή τή γνώση γεννᾶται ἡ ὀρθή πίστη, ἡ δέ ὀρθή πίστη ὁδηγεῖ στήν αὐθεντική πνευματική ζωή καί στή συνέχεια στήν τελείωση.

Αὐτή ἡ τάξη ἐτηρεῖτο ἀπό τήν ἀρχαία ἀποστολική Ἐκκλησία καί θά ἐφαρμόζεται μέχρι τήν συντέλεια τοῦ κόσμου. Θά πρέπει νά ποῦμε, ὅτι μέσα στό πέρασμα τοῦ χρόνου καί μέ τήν εἴσοδο τοῦ νηπιοβαπτισμοῦ ἡ μεθοδολογία τῆς κατήχησης ἔχει γνωρίσει ἀρκετές ἀλλαγές. Ἐκεῖνο τό ὁποῖο ὅμως παραμένει ἀναλλοίωτο εἶναι τό πνεῦμα καί ὁ σκοπός της, πού εἶναι, νά ὁδηγήσει τόν ἄνθρωπο στήν γνώση τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καί στήν ἐφαρμογή τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ… Πιστεύουμε ὅτι, ἐάν γίνει κατανοητός ὁ σκοπός, τότε θά μπορέσουμε μέσῳ τῶν νέων μεθόδων νά μεταδώσουμε τήν σωτήρια ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας.

Θά ἤθελα στή συνέχεια νά ἐκθέσω κάποιες σκέψεις, οἱ ὁποῖες πιστεύω ὅτι μποροῦν νά βοηθήσουν στό κατηχητικό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας μας καί συνεπῶς στήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.

Πρῶτον, οἱ Κατηχητές πρέπει νά εἶναι κληρικοί ἤ λαϊκοί οἱ ὁποῖοι νά εἶναι καλά καταρτισμένοι γι’ αὐτό τό ἔργο. Οἱ προχειρότητες καί ἡ προσπάθεια μαζικῆς κατήχησης, δυστυχῶς, δέν ἔχουν θετικά ἀποτελέσματα. Σημασία δέν ἔχει πόσους κατηχητές ἤ κατηχητικά κέντρα ἔχουμε, ἀλλά, ἐάν αὐτοί πού ἀσκοῦν τό διακόνημα τῆς κατήχησης διαθέτουν ἱκανότητα νά μεταδώσουν ὀρθόδοξα τήν πίστη μας καί νά ἐμπνεύσουν μέ τήν ζωή τους τήν ἐν Χριστῷ ζωή. Σύμφωνα δέ καί μέ τόν ΚΔ΄ Κανόνα τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Συνόδου, ὅσοι κατέχουν ἱερατικό ἤ κατηχητικό ἀξίωμα μέσα στήν Ἐκκλησία, δέν πρέπει νά διακατέχονται ἀπό κοσμικό φρόνημα.

Δεύτερον, ἡ κατήχηση δέν πρέπει νά γίνεται ἀκαδημαϊκά, δηλαδή μέ σκοπό τήν ἀπόκτηση κάποιων γνώσεων ἤ τήν διανοητική κατανόηση τῆς πίστης, ἀλλά αὐτή νά εἶναι παράλληλα συνδεδεμένη μέ τήν ὅλη μυστηριακή καί λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ κατήχηση ὀφείλει νά ἀποσκοπεῖ στήν μετάγγιση τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως μέ σκοπό νά ὁδηγήσει τόν Χριστιανό στήν κάθαρση καί τόν φωτισμό.

Τρίτον, ἡ κατήχηση δέν εἶναι ἠθικολογική διδασκαλία, ἀλλά ἐμβάθυνση στό «μέγα τῆς εὐσεβείας μυστήριον», τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ καί τό ἔργο τῆς Θείας Οἰκονομίας. Γι’ αὐτό συνήθως ἡ ἐξάντληση τῆς κατηχήσεως σέ διήγηση ἱστοριῶν γύρω ἀπό τή ζωή τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἁγίων καί τήν ἐξαγωγή κάποιων ἠθικολογικῶν διδαγμάτων δέν ἱκανοποιοῦν πνευματικά τούς πιστούς, ἀλλά οὔτε καί τούς βοηθοῦν νά κατανοήσουν τόν σκοπό τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς.

Τέταρτον, ἡ κατήχηση πρέπει νά γίνεται μέ βάση τά δόγματα τῆς πίστης μας, ὅπως αὐτά ἐκφέρονται μέσα ἀπό τά ἱερά κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τά συγγράμματα τῶν Πατέρων, τίς ἱερές ἀκολουθίες καί ὅλως ἰδιαιτέρως τῶν Μυστηρίων καί εἰδικά τῆς Θείας Λειτουργίας. Ἡ ἀνάλυση τῶν κειμένων αὐτῶν καί ἡ ἐπισήμανση τῶν κυριοτέρων χαρακτηριστικῶν σημείων, πού δηλώνουν τήν σωτηριώδη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ἀποτελεῖ τήν καλύτερη κατήχηση.

Πέμπτον, ἐπειδή ἡ Βάπτιση προηγεῖται σήμερα τῆς κατήχησης καί αὐτήν ὑποτίθεται, ὅτι ἀναλαμβάνουν τήν ὑποχρέωση νά τήν κάνουν ὁ Ἀνάδοχος καί οἱ γονεῖς τοῦ παιδιοῦ, εἶναι ἀπαραίτητο, πρίν κάποιος ἀναλάβει τήν μεγάλη καί τεράστια αὐτή εὐθύνη, νά κατηχεῖται ὁ ἴδιος. Σ’ αὐτό θά βοηθοῦσε, ἐνδεχομένως, ἕνας σύντομος καί συνοπτικός ὑπομνηματισμός τῆς ἱερᾶς ἀκολουθίας τῆς Κατηχήσεως καί τοῦ Βαπτίσματος, ὥστε νά γνωρίζουν οἱ Ἀνάδοχοι καί οἱ γονεῖς τί ἀκριβῶς γίνεται κατ’ αὐτή, ἀλλά καί τί πρέπει νά ἀκολουθήσει μετά ἀπό αὐτή.

Ἕκτον, θεωροῦμε ὅτι εἶναι ποιμαντικό λάθος νά προσπαθοῦμε νά ἀναμειγνύουμε κοσμικές συνήθειες καί πρακτικές, μέ σκοπό νά προσελκύσουμε τούς Χριστιανούς καί κυρίως τούς νέους μας στίς κατηχητικές συνάξεις. Νομίζω ὅτι εἶναι ἀποτυχία τῆς Ἐκκλησίας καί ἀδυναμία τῶν μελῶν της, νά χρειάζεται κοσμικούς τρόπους, γιά νά ἱκανοποιήσει τούς ἀνθρώπους. Μέ αὐτόν τόν τρόπο μετατρέπουμε τήν Ἐκκλησία σέ κόσμο, ἐνῶ ἡ προσπάθειά μας πρέπει νά εἶναι ἀκριβῶς ἡ ἀντίστροφη. Νά μετατρέψουμε τόν κόσμο σέ Ἐκκλησία. Ὅταν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μεταδίδεται αὐθεντικά, δηλαδή Εὐαγγελικά καί Πατερικά, αὐτός ἱκανοποιεῖ ἐσωτερικά τόν ἄνθρωπο καί ἔρχεται στίς ἱερές συνάξεις γιά τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ὅμως σ’ αὐτές κυριαρχοῦν τά κοσμικά στοιχεῖα, ἔρχεται γι’ αὐτά καί μέσα ἀπό αὐτά ἀκούει, ὅσο μπορεῖ ν’ ἀκούσει, καί τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἐξ ἄλλου ἡ Ἐκκλησία ποτέ δέν κατανόησε καί δέν ἐφάρμοσε τό κατηχητικό της ἔργο ὡς μία μαζική παραγωγή Χριστιανῶν. Ὁ λόγος της ἀπευθύνεται σ’ ἐκείνους πού θέλουν καί ποθοῦν νά καθαρίσουν τόν ἑαυτό τους ἀπό τά πάθη καί νά φθάσουν στόν φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τήν θέωση.

Ἕβδομον, ὁ κατηχητικός λόγος δέν πρέπει νά ἐπιδιώκει νά ἐντυπωσιάσει τούς ἀκροατές του, οὔτε νά παρουσιάζεται ὡς σύγχρονος μέ τήν ἔννοια νά συμβαδίζει μέ τίς κοσμικές ἀντιλήψεις. Ποτέ δέν πρέπει νά ξεχνοῦμε ὅτι κατήχηση εἶναι διατύπωση τῆς μίας πίστεως πού ἀποκαλύφθηκε «ἅπαξ» ἀπό τόν Θεάνθρωπο Χριστό καί δέν ἔχει νά κάνει τίποτα μέ ψυχολογικές μεθόδους καί προσφορές, οὔτε καί μέ ὁποιοδήποτε κοινωνικό ἤ ἄλλο ἔργο. Ἡ κατήχηση πρέπει νά ἀναφέρεται στήν εἴσοδο τοῦ ἀνθρώπου στήν ἐκκλησιαστική ζωή, ἡ ὁποία θά ἀποτελέσει τό μέσον της θεώσεώς μας.

Ὄγδοον, ἡ κατήχηση κανονικά εἶναι ἔργο, τό ὁποῖο πρέπει νά ἐπιτελοῦν ὅσοι κατάφεραν νά καθαρίσουν τόν ἑαυτό τους καί νά φθάσουν τουλάχιστον στόν φωτισμό. Ὅσοι ὅμως δέν ἔχουμε φθάσει σ’ αὐτή τήν κατάσταση, γιά νά μή κηρύττουμε τόν ἑαυτό μας καί τά πάθη μας, ὥστε νά ἀποβαίνει μάταιη ἡ ἐργασία μας καί νά κινδυνεύει ἡ σωτηρία τῶν πιστῶν, πρέπει νά χρησιμοποιοῦμε τή διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι λόγῳ τῆς θεώσεώς τους διατύπωσαν τόσο τό δόγμα, ὅσο καί τήν ἠθική ζωή τῆς Ἐκκλησία γνήσια, δηλαδή Ὀρθόδοξα.

Ἔνατον, δέν εἶναι ἀρκετό νά ζητοῦμε ἀπό τούς Ἀναδόχους νά γνωρίζουν νά ἀπαγγέλλουν τό «Σύμβολο τῆς Πίστεως», ἀλλά νά γνωρίζουν τήν ἀνάλυση τῶν ἀληθειῶν τῆς πίστεώς μας ὅπως διδάσκονται μέσα σ’ αὐτό καί νά παρακινοῦνται νά μελετήσουν κάποια πνευματικά βιβλία, πού ν’ ἀναλύουν τήν μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Πολύ δέ περισσότερο οἱ ἴδιοι πρίν ἀναδεχθοῦν κάποιον νά ἔχουν τίς πνευματικές ἐμπειρίες τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Διαφορετικά ἡ εἰσδοχή νέων μελῶν μέσα στήν Ἐκκλησία θά καταντήσει μία κοινωνική πράξη καί θά χάσει τήν θεραπευτική καί σωτηριολογική σημασία της.

Δέκατον, ἐάν δέν ἀντιληφθοῦμε τήν ἀναγκαιότητα τῆς Ὀρθόδοξης Κατήχησης καί τόν σκοπό της, ὁ ὁποῖος εἶναι νά καθαρίσει ὁ ἄνθρωπος τήν καρδία του ἀπό τά πάθη καί νά ἑνωθεῖ μέ τήν ἄκτιστη καί ζωοποιό χάρη τοῦ Θεοῦ, τότε θά ματαιοπονοῦμε, θά κουραζόμαστε χωρίς ἀποτέλεσμα καί τό χειρότερο θά σκορπίζουμε ἀπογοήτευση στούς ἀνθρώπους, πού ζητοῦν ἐλπίδα σωτηρίας…

Ἐάν δοῦμε τήν Ὀρθόδοξη Κατήχηση μέσα ἀπό αὐτόν τόν φακό καί τήν ἐντάξουμε μέσα στά καθαρά ἐκκλησιολογικά, πατερικά καί σωτηριολογικά τῆς πλαίσια, μποροῦμε νά βοηθήσουμε πραγματικά καί οὐσιαστικά τόν ἄνθρωπο, πού ταλαιπωρεῖται μέσα στήν ἐκκοσμίκευση, ἡ ὁποία δυστυχῶς ταλαιπωρεῖ καί τόν σύγχρονο Χριστιανισμό. Εἶναι γεγονός ὅτι, ἐάν ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι ζοῦμε καί διδάσκουμε ἐπιφανειακά τήν πίστη μας, πού εἶναι ἡ ὄντως ἀλήθεια, τότε ἐπιφανειακά θά μεταδίδουμε καί στούς ἄλλους τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Ποία ὅμως ἐλπίδα ὑπάρχει τότε γιά μᾶς καί τόν κόσμο;

Κλείνω τό θέμα αὐτό, τῆς Ὀρθοδόξου Κατηχήσεως, μέ ἕνα ζωντανό καί ταυτόχρονα ἐλπιδοφόρο μήνυμα, τό ὁποῖο μᾶς μεταφέρει ὁ μαθητής τῆς ἀγάπης, ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης, μέσα ἀπό τήν Α΄ Καθολική ἐπιστολή του: «Ὁ καθένας πού ἀναγεννᾶται πνευματικά ἀπό τόν Θεό, διά τοῦ Βαπτίσματος καί τῆς πνευματικῆς ζωῆς, νικᾶ τόν κόσμο τῆς ἁμαρτίας καί τή φθορᾶς. Καί ἡ πίστη πού πραγματικά μπορεῖ νά νικήσει τόν κόσμο, εἶναι ἡ πίστη μας». Ἡ «πίστις ἡμῶν» τῶν Ὀρθοδόξων εἶναι ἱκανή νά νικήσει τόν ἁμαρτωλό κόσμο καί νά φέρει τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ «ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς». Πότε; Ἐάν τήν γνωρίζουμε καί, κυρίως, ἐάν τήν βιώνουμε ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι.

Παρέμβαση Εκκλησιαστική, Τεύχος 55 (Μάιος – Αύγουστος 2023).

 

Πρώτη δημοσίευση στην ιστοσελίδα 24.11.2023

Print Friendly, PDF & Email

Share this post