Κατάθεσις της Τιμίας Εσθήτος της Υπεραγίας Θεοτόκου (2 Ιουλίου)
Η Εκκλησία, εορτάζει σήμερα την κατάθεση της Τιμίας Εσθήτος της Υπεραγίας Θεοτόκου εν Βλαχέρναις και τιμά τη μνήμη του Αγίου Ιουβεναλίου, πατριάρχου Ιεροσολύμων, και του Νεομάρτυρος Λάμπρου.
Ο Άγιος Ιουβενάλιος, αναδείχθηκε σπουδαία εκκλησιαστική προσωπικότητα της Σιωνίτιδος Εκκλησίας. Έζησε επί βασιλέων Θεοδοσίου του μικρού, Πουλχερίας, Μαρκιανού και Λέοντος του Α’. Ποίμανε το λαό του Θεού για 28 έτη.
Έλαβε μέρος στη Γ’ Οικουμενική Σύνοδο, που πραγματοποιήθηκε στην Έφεσο 431. Η παρουσία του στη Σύνοδο κρίνεται σπουδαία χάριν της Ορθοδόξου Πίστεως, του σταθερού φρονήματος και της πλούσιας θεολογικής κατάρτησης. Ο Ιουβενάλιος έγραψε λόγο για την Κοίμηση της Θεοτόκου. Επίσης, έστειλε στον αυτοκράτορα Μαρκιανό τα εντάφια της σπάργανα, που κατατέθηκαν στο Ναό των Βλαχερνών στην Επτάλοφο Πόλη.
Ο Άγιος Ιουβενάλιος, πέθανε, γύρω στο 457 μ.Χ.
Οι αυτάδελφοι πατρίκιοι Γάλβιος και Κάνδιδος, πηγαίνοντας στα Ιεροσόλυμα να προσκυνήσουν τα πανάγια προσκυνήματα, συνάντησαν μία Εβραία, η οποία είχε στην κατοχή της και φύλαγε, με πολύ μεγάλη ευσέβεια, μέσα σε ειδικό κιβώτιο την τίμια Εσθήτα (φόρεμα) της Παναγίας. Τότε οι αυτάδελφοι, αφού προσκύνησαν το ιερό ένδυμα, έθεσαν ως σκοπό τους και το μετέφεραν στην Βασιλίδα των Πόλεων.
Εκεί, προσπάθησαν να κρύψουν τον πολύτιμο θησαυρό στις Βλαχέρνες. Μόλις ο αυτοκράτορας πληροφορήθηκε τη μεταφορά της τιμίας Εσθήτος στην Επτάλοφο Πόλη, ασπάστηκε με μεγάλη ευλάβεια το ιερό ένδυμα δίδοντας, στη συνέχεια, εντολή να κατασκευαστεί Ναός, στον οποίο να τοποθετηθεί το πολύτιμο αυτό κειμήλιο της Θεοτόκου.
Τα προσωπικά αντικείμενα των Αγίων αναδεικνύονται φορείς της χάρης και της ευλογίας του Αγίου Πνεύματος, για παρηγοριά και στήριξη των ανθρώπων πάντα με διάκριση. Η Θεοτόκος Μαρία είναι το σταθερό στήριγμα και παρηγορία μας, αλλά και παράδειγμα καθαρότητας, ταπείνωσης και υπακοής. Αυτή τη συνείδηση εκφράζει ο υμνογράφος, δια το ένδυμα της Παναγίας, ως ευλογία του Θεού: «Ὁ οἶκός σου Δέσποινα τὸ σόν, ἱερὸν μαφόριον (το πέπλο στο κεφάλι) (το πέπλο των γυναικών, ένα είδος χιτώνα που κάλυπτε την κεφαλή και έφτανε μέχρι τους αστραγάλους), ὡς θησαυρὸν ἁγιάσματος, φέρων ἑκάστοτε, ἁγιάζει πάντας, ἡμᾶς τοὺς προστρέχοντας, καὶ σὲ χρεωστικῶς μακαρίζοντας, ἐν τούτῳ ἔχοντας, τὴν ἐλπίδα τῶν ψυχῶν ἡμῶν, καὶ βεβαίαν, σκέπην καὶ κραταίωμα.» (Στιχηρὸν Προσόμοιον. Ἦχος α’).
Του Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου